Κεφάλαιο 26°

1.3K 196 60
                                    

Ξύπνησε μυρίζοντας στον αέρα μια γλυκιά ευωδία που της θύμιζε θυμίαμα. Εκείνα τα άσπρα μικρά κομμάτια γεμάτα σκόνη που δεν ιδέα από τι ήταν φτιαγμένα , αλλα πάντοτε έβγαζαν μια πιο βαθιά μυρωδιά. Τέντωσε χέρια και πόδια και έμεινε στο κρεβάτι. Είχε ξημερώσει Παρασκευή. Τελευταία μέρα διδασκαλίας πριν το Σαββατοκύριακο. Ένιωθε πως το σχολείο τη γέμιζε και να την έκανε να ξεχνάει . Δεν της άρεσε η παρασκευή.. Εκτός από αυτό, ένιωθε περίεργα για τα γενέθλια της. Τράβηξε το κινητό και είδε κλήσεις από τη Μάρθα αλλά και το Κοσμά. Ήταν τελικά επίμονος.. Δε του κρατούσε μούτρα για ότι έγινε με το Δημήτρη μα καταβαθος είχε απογοητευτεί. Έκαναν τόσα χωρίς κάποιο ουσιώδη λόγο. Σαν μικρός μεταξοσκώληκας, βγήκε από το κουκούλι που ήταν τυλιγμένη γιατί κρύωνε και σηκώθηκε. Ίσως του έδινε μια ευκαιρία να της εξηγήσει.
Η φωνή της Ξανθίππης να σιγουραγουδα ένα σκοπό την έκανε να χαμογελάσει.
Ένιωθε τόσο άνετα με εκείνη τη γυναίκα.
Ήταν σίγουρη πως θυμιατιζε το σπίτι μα αν Καινή Εύα δεν ήταν τόσο θρήσκα, δεν την ενόχλησε. Το θυμίαμα πάντοτε της δημιούργησε μια εσωτερική ηρεμία και αίγλη και η Εύα την είχε ανάγκη.
Τράβηξε ένα παντελόνι , μια μπλούζα, σήκωσε και τα μαλλιά της σε ένα ψηλό κότσο και κατέβηκε.

"Καλημέρα Ξανθίππη μου"
εκείνη γύρισε χαμογελαστή

"Καλημέρα κόρη μου. Κοίτα μάτια! Κατακόκκινα!"

"Ναι, δεν κοιμήθηκα καλά τη νύχτα αλλά ξύπνησα και το σπίτι ολόκληρο μοσχομυριζει! Αυτό φτάνει"

"Ναι, ήθελα λιγάκι να θυμιατισω.."

"Ξέρεις.." ξεκίνησε να λέει φτιάχνοντας ένα καφέ "Ποτέ δε σε ρώτησα γιατί επέλεξες το μοναστήρι..." Η Ξανθίππη χαμογέλασε.

"Είχα πάψει να πιστεύω στο Θεό. Ξέρεις πόσο τρομακτικό είναι να αντιλαμβάνεσαι πως δεν έχεις σε κάτι να πιστεύεις;"
Η Εύα δε τη διέκοψε .
"Έφαγα πολύ ξύλο και υπέστησα πολλά για να έχω πίστη Εύα... Όταν με έδιωξε ο Ορέστης κακήν κακώς, το λεωφορείο με κατέβασε στην άλλη άκρη του νησιού. Το πρώτο πράγμα που είδα ήταν ένα μαύρο ψηλό μοναστήρι. Ήμουν τόσο απελπισμένη που χτύπησα τη πόρτα και μόλις μου άνοιξε η καλόγρια, λιποθύμησα. Το επόμενο που θυμάμαι, είναι το θυμίαμα και τα λόγια της..."

"Τι σας είπε;"

Η Ξανθίππη χαμογέλασε γεμάτη νοσταλγία

"Μου είπε πως όποια κι είμαι, ότι κι έγινε, ο θεός στο τέλος δίνει στο κάθε ένα, ότι του αξίζει..."

Δύο μικροί αγγέλοι.. (Υπό Επιμέλεια)Where stories live. Discover now