Smile Again For Me [BOOK 2]

By -marswrites

35.8K 2.5K 3.1K

[ΒΟΟΚ 2] ♡ You are kinda, sorta, basically, pretty much always on my mind. ♤ I don't care how complicated thi... More

|0| Smile Again For Me ~ Characters
|0 pt2| Smile Again For Me ~ Prologue
|01| Smile Again For Me
|02| Smile Again For Me
|03| Smile Again For Me
|04| Smile Again For Me
|05| Smile Again For Me
|06| Smile Again For Me
|07| Smile Again For Me
|08| Smile Again For Me
|09| Smile Again For Me
|10| Smile Again For Me
|11| Smile Again For Me
|12| Smile Again For Me
|13| Smile Again For Me
|14| Smile Again For Me
|15| Smile Again For Me
|16| Smile Again For Me
|17| Smile Again For Me
|18| Smile Again For Me
|19| Smile Again For Me
|20| Smile Again For Me
|21| Smile Again For Me
|22| Smile Again For Me
|23| Smile Again For Me
|24| Smile Again For Me
|25| Smile Again For Me
|26| Smile Again For Me
|27| Smile Again For Me
|28| Smile Again For Me
|29| Smile Again For Me
|30| Smile Again For Me
|31| Smile Again For Me
|32| Smile Again For Me
|33| Smile Again For Me
|35| Smile Again For Me
|36| Smile Again For Me
|37| Smile Again For Me
|38| Smile Again For Me
|39| Smile Again For Me
|40| Smile Again For Me
|41| Smile Again For Me
|42| Smile Again For Me
|43| Smile Again For Me
|44| Smile Again For Me
|45| Smile Again For Me
|46| Smile Again For Me
|47| Smile Again For Me ~ Epilogue
|48| Bonus Chapter
|49| Bonus Chapter 2

|34| Smile Again For Me

609 47 45
By -marswrites

Zoe's POV

Κατεβαίνω τις σκάλες και προχωράω μέχρι την κουζίνα για να βάλω ένα ποτήρι νερό.

Πιάνω ένα ποτήρι από το ντουλάπι και παίρνω ένα μπουκάλι από το ψυγείο, γεμίζω το ποτήρι νερό και το πίνω σιγά σιγά.

Ξαναγεμίζω το ποτήρι και βάζω το μπουκάλι πίσω στην θέση του, ξεφυσώντας.

"Ζωή; Ξύπνα."

Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου όταν δύο δάχτυλα χτυπάνε μπροστά μου και γυρνάω το κεφάλι μου κοιτώντας την μαμά μου παραξενεμένη.

"Είσαι καλά, γλυκιά μου;"

Ρωτάει με ενδιαφέρον και αγκαλιάζει τους ώμους μου.

"Ναι, μια χαρά, απλώς αφαιρέθηκα."

Μου χαμογελάει γλυκά, αφήνοντας ένα φιλί στον κρόταφό μου και απομακρύνεται ανοίγοντας το ψυγείο.

Παίρνει τον χυμό και βάζει σε ένα κοντό ποτήρι, πριν βάλει τον χυμό ξανά μέσα στο ψυγείο.

"Μαμά;"

Ρωτάω για να τραβήξω την προσοχή της και γνέφει, ώστε να συνεχίσω να μιλάω.

"Είναι αναγκαίο να κάνω ιδιαίτερα μαθήματα το καλοκαίρι;"

Θέτω την ερώτηση που τριγυρίζει στο μυαλό μου κι με πλησιάσει, αφού αφήσει το ποτήρι της στον πάγκο.

"Κοριτσάκι μου, δεν ξέρουμε πότε θα επανέλθει η μνήμη σου..."

Λέει, αλλά την διακόπτω πριν συνεχίσει.

"Αν επανέλθει."

Ανασηκώνει το φρύδι της και στριφογυρίζει τα μάτια της, ενώ πιάνει τους ώμους μου.

"Μην με διακόπτεις, παρακαλώ. Δεν ξέρουμε πότε θα επανέλθει η μνήμη σου και εκτός από το χρυσό αγόρι, έχεις ξεχάσει και την ύλη που έδωσες εξετάσεις πάνω. Καμία από τις δυο μας δεν θέλει να επαναλάβεις την τάξη, οπότε τα μαθήματα θα σε βοηθήσουν να θυμηθείς και απ' ό,τι έμαθα αυτό ήδη συμβαίνει."

Ολοκληρώνει τον λόγο της και κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου.

"Ναι, όταν ο καθηγητής μου εξηγεί την θεωρία, έχω αναλαμπές από τους καθηγητές μου να τα λένε στην τάξη και απαντάω σωστά στις ερωτήσεις."

Χαμογελάει ευχαριστημένη και τρίβει τους ώμους μου.

"Είδες; Η μνήμη σου επανέρχεται σιγά σιγά."

Λέει χαρούμενη και την κοιτάζω ανασηκώνοντας το φρύδι μου, ενώ γνέφω αρνητικά.

"Όχι, μαμά, δεν επανέρχεται. Αν επανερχόταν, θα είχα αρχίσει να θυμάμαι τον Αχιλλέα, αλλά δεν το κάνω. Κι εσείς δεν μου λέτε τίποτα σχετικά με αυτόν και κάθε φορά που τον αναφέρω, αλλάζετε το θέμα της συζήτησης."

Απομακρύνεται από κοντά μου και περπατάει μέχρι το σαλόνι, κάνοντάς με να την ακολουθήσω.

"Δεν αλλάζουμε το θέμα συζήτησης, απλώς δεν έχουμε να προσθέσουμε κάτι πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Το μόνο που ξέρουμε είναι πως είχατε αρχίσει να γίνεστε φίλοι. Οτιδήποτε άλλο είναι ανάμεσα σε εσένα και τον Αχιλλέα, οπότε ρώτα εκείνον για το μεταξύ σας. Εγώ δεν γνωρίζω κάτι παραπάνω."

Πιέζω τα χείλη μου μεταξύ τους και κουνάω το κεφάλι μου συμφωνώντας μαζί της.

Πιάνει το κινητό της στα χέρια της και κοιτάζει κάτι, ενώ μετά το πετάει ξανά στον καναπέ με νεύρο.

"Όλα καλά;"

Ρωτάω κι εκείνη με κοιτάζει στα μάτια, τινάζοντας τα χέρια της.

"Απ' ότι φαίνεται, αύριο το βράδυ θα κάνουμε τραπέζι στον παππού σου και την σκρόφα την γυναίκα του."

Την κοιτάζω παραξενεμένη, αφού δεν καταλαβαίνω.

Η μαμά λατρεύει τον παππού και την γιαγιά, αποκλείεται να αποκαλούσε την γιαγιά σκρόφα.

"Δεν καταλαβαίνω. Πού είναι το κακό σε αυτό;"

Σμίγω τα φρύδια μου μπερδεμένη κι εκείνη ξεφυσάει.

"Όταν λέω παππούς και σκρόφα, δεν αναφέρομαι στους γονείς του μπαμπά σου, αλλά στον δικό μου πατέρα και την σκρόφα γυναίκα του."

Ανοίγω το στόμα μου έκπληκτη κι εκείνη στριφογυρίζει τα μάτια της.

"Δεν μιλάς ποτέ για τον παππού."

Αναφέρω κι εκείνη κάθεται στο μπράτσο του καναπέ πίσω της.

"Δεν είχα κάτι να πω."

Την πλησιάζω και κάθομαι στο μπράτσο της πολυθρόνας δίπλα της.

"Οι γονείς μου γνωρίστηκαν όταν η μαμά μου ήταν 20 και ο πατέρας μου 18. Όταν έκλεισαν τους οχτώ μήνες σχέσης, η μαμά μου έμεινε έγκυος σε εμένα. Τότε άρχισαν τα προβλήματα, γιατί ο μπαμπάς μου ήταν το γνωστό ανώριμο 18χρονο αγόρι. Δεν θυμάμαι πολλά γιατί ήμουν μωρό, αλλά οι μεγάλοι τσακωμοί άρχισαν όταν εγώ ήμουν τέσσερα και ο Άγγελος δύο. Ο πατέρας μου έλειπε για ώρες από το σπίτι και γυρνούσε αργά το βράδυ για αρκετό καιρό. Όταν έκλεισα τα έξι, η μαμά μου ζήτησε διαζύγιο και τότε της αποκάλυψε πως την απατούσε. Το ίδιο βράδυ την έκανε με την γραμματέα του πατέρα του."

Πιάνει τα μαλλιά της μία πρόχειρη κοτσίδα και γυρνάει να με κοιτάξει.

"Ο πατέρας μου χώρισε με την γραμματέα του πατέρα του, αλλά δεν προσπάθησε να μας πλησιάσει ποτέ. Όταν ο παππούς μου πέθανε, πήρε εκείνος την εταιρεία στα χέρια του και τα βρήκε με την νέα γραμματέα του. Όπως καταλαβαίνεις, έχει ένα φετίχ για τις γραμματείς μην χέσω... Τέλος πάντων, ας αλλάξουμε θέμα."

Λέει ξεφυσώντας και ακουμπάω τις παλάμες μου στα γόνατά μου.

"Αφού δεν τους συμπαθείς, γιατί τους κάλεσες για φαγητό;"

Ρωτάω επιμένοντας στο θέμα και σηκώνει το βλέμμα της από το πάτωμα για να με κοιτάξει.

"Γιατί ό,τι κι αν συμβαίνει μεταξύ εμένα και του πατέρα μου, δεν έχει σχέση με εσάς. Εσύ και η Αγγελική έχετε κάθε δικαίωμα να θέλετε να γνωρίσετε τον παππού σας. Οπότε, θα αποφασίσετε εσείς οι ίδιες αν τον θέλετε στις ζωές σας, δεν μπορώ να πάρω εγώ αυτή την απόφαση για εσάς. Εξάλλου, παππούς σας είναι."

Απαντάει και εγώ σηκώνομαι αγκαλιάζοντας την σφιχτά.

"Είσαι η καλύτερη μαμά του κόσμου!"

Χαϊδεύει την πλάτη μου χαμογελώντας και αφήνει ένα φιλί στα μαλλιά μου.

"Πήγαινε πάνω να διαβάσεις δεσποινίς κι εγώ πάω να βρω το τηλέφωνο του catering, που συνεργάζεται η εταιρεία."

Την κοιτάζω σμίγοντας τα φρύδια μου και εκείνη ανασηκώνει τους ώμους της.

"Τι; Σιγά μην σπαταλήσω εγώ τον χρόνο μου για να μαγειρέψω στην κοντεσίνα σκρόφα. Δεν σφάξανε!"

Γελάω, ενώ ανεβαίνω τις σκάλες και μπαίνω στο δωμάτιό μου.

[...]

*the next day*

Κατεβαίνω τις σκάλες φορώντας ένα όμορφο πουά αέρινο γαλάζιο φόρεμα με ένα φραμπαλά μπροστά κι έναν φιόγκο στο πλάι και τα σανδάλια μου

Στέκομαι δίπλα στην Αγγελική και την παρατηρώ που παίζει candy crush στο κινητό της.

"Λοιπόν, το τραπέζι είναι έτοιμο και τώρα περιμένουμε τις μεγαλειότητές τους να εμφανιστούν."

Ανακοινώνει η μαμά μου ξινισμένα και γελάω ελαφρά, ενώ εκείνη την ώρα χτυπάει το κουδούνι.

Πλησιάζει την πόρτα και την ανοίγει, ενώ από πίσω στέκονται μία ξανθιά γυναίκα και ένας άνδρας κουστουμαρισμένος.

"Γεια σου μπαμπά."

Λέει η μαμά σφιγμένα όταν εκείνος την κλείνει στην αγκαλιά του για μερικά δευτερόλεπτα και μετά απομακρύνεται, ενώ μπαίνει μέσα στο σπίτι.

Η ξανθιά κάνει κίνηση να πλησιάσει την μαμά μου, αλλά εκείνη την σταματάει δείχνοντας την με το δάχτυλό της.

"Ούτε να το σκέφτεσαι."

Ψιθυρίζει η μαμά μου, αλλά καταφέρνω να την ακούσω, ενώ εκείνη κάνει άκρη για να περάσει η σύζυγος του παππού.

Κλείνει την πόρτα και μας πλησιάζουν με την μαμά να στριφογυρίζει τα μάτια της.

"Μπαμπά, από εδώ η Ζωή και η Αγγελική. Κορίτσια, από εδώ ο παππούς σας ο Παναγιώτης και η γυναίκα του η Άννα."

Μας συστήνει η μαμά μου και η ξανθιά σφίγγει τα δόντια της.

"Με λένε Ιωάννα."

Γρυλίζει και η μαμά μου την κοιτάζει αδιάφορα, ενώ βάζει το χέρι της στην μέση της.

"Γιατί, εγώ τι είπα;"

Την ειρωνεύεται διασκεδάζοντας με την αντίδραση της και κοιτάω αμήχανη το φωτιστικό στο ταβάνι.

"Ζωή, αν δεν θυμάσαι, ο παππούς σου ήταν αυτός που σε πήγαινε βόλτες στην παραλία εν αγνοία μου."

Γυρνάω απότομα να τους κοιτάξω έκπληκτη κι εκείνη ανασηκώνει τους ώμους της.

"Φυσικά και το έμαθα. Για πόσο νόμιζες πως δεν θα καταλάβαινα ότι η ανήλικη κόρη μου εξαφανίζεται σε μία παραλία με έναν άγνωστο;"

Ο παππούς Παναγιώτης με πλησιάζει και κοιτώντας με διστακτικά, τυλίγει τα χέρια του γύρω μου αγκαλιάζοντάς με σφιχτά.

Ανταποδίδω στην αγκαλιά και κλείνω τα μάτια μου, ενώ όταν τα ανοίγω ξανά, βλέπω την μαμά μου να μας κοιτάζει με ένα αχνό χαμόγελο.

Απομακρύνομαι από την αγκαλιά και του χαμογελάω, ενώ εκείνος πλησιάζει την Αγγελική αγκαλιάζοντάς την.

"Τι λέτε να κάτσουμε στο τραπέζι πριν κρυώσει το φαγητό;"

Λέει ο μπαμπάς μου και καθόμαστε γύρω από το τραπέζι, ενώ η μαμά μου φέρνει την πιατέλα με το φαγητό.

"Κατερίνα μου, 'γειά στα χέρια σου. Πεντανόστιμο είναι το φαγητό."

Σχολιάζει ο παππούς και βλέπω την μαμά μου να χαμογελάει.

"Ευχαριστώ, στην δουλειά όταν πρόκειται για εκδηλώσεις προτιμάμε το συγκεκριμένο catering, γιατί είναι το καλύτερο στο είδος του."

Απαντάει η μαμά μου κάνοντας τον μπαμπά μου να πνίξει ένα γέλιο, που ακούστηκε σαν να του βγαίνει το φαΐ από την μύτη.

"Μην πνιγείς αγάπη μου, ηρέμησε."

Τον χτυπάει στην πλάτη απαλά και εκείνος πίνει λίγο νερό για να μην ξεσπάσει σε γέλιο.

Όταν τελειώνουμε και με το γλυκό, καθόμαστε λίγο στους καναπέδες συζητώντας μέχρι που είναι ώρα να αποχαιρετήσουμε τον παππού και την ξανθιά, που κατάλαβα γιατί η μαμά δεν την πάει καθόλου και δεν την αδικώ.

Χτυπάει το κουδούνι και κατευθύνομαι προς την πόρτα για να ανοίξω.

"Καλησπέρα."

Λέει η μαυρομάλλα γυναίκα με τα γκρίζα μάτια απέναντι μου και την χαιρετάω πίσω.

"Μήπως τυγχάνει εσύ ή ένα μέλος της οικογένειάς σου να γνωρίζει την Ιωάννα Βασιλειάδου;"

Ρωτάει και την κοιτάζω παραξενεμένη, γνέφοντας καταφατικά.

"Ναι, είναι η σύζυγος του παππού μου. Σήμερα την γνώρισα."

Απαντώ κι εκείνη κοιτάζει προς το εσωτερικό του σπιτιού.

"Να περάσουμε;"

Κουνάω το κεφάλι μου και κάνω στην άκρη, αφήνοντας εκείνη και τους δύο αστυνομικούς να περάσουν μέσα.

"Μαρία Καραμάνου, συλλαμβάνεσαι. Έχεις το δικαίωμα να παραμείνεις σιωπηλή. Οτιδήποτε πεις θα χρησιμοποιηθεί εναντίον σου στο δικαστήριο, οπότε σου προτείνω να το βουλώσεις. Αν δεν μπορείς να πληρώσεις δικηγόρο για την υπεράσπισή σου, θα σου παρέχουμε εμείς έναν."

Λέει η μαυρομάλλα όσο ένας από τους δύο αστυνομικούς περνάει χειροπέδες στην ξανθιά και εγώ μένω να τους κοιτάζω μπερδεμένη.

"Παρακαλώ, τι συμβαίνει; Ποια είστε; Απαιτώ να μου πείτε γιατί συλλαμβάνετε την γυναίκα μου."

Η μαυρομάλλα κοιτάζει τον παππού μου από την κορυφή ως τα νύχια και μετά παρατηρεί όλους τους υπόλοιπους.

"Ισμήνη Μαυρομιχάλη, υπαστυνόμος Α'. Να φανταστώ εσύ είσαι ο πλούσιος αφελής τύπος, που παντρεύτηκε την 'Ισπανίδα' από εδώ."

Λέει, ενώ στο τέλος δείχνει την ξανθιά, που την κρατάνε οι αστυνομικοί.

"Ισπανίδα;"

Αναρωτιέμαι κι εκείνη γυρνάει να με κοιτάξει.

"Έτσι την αποκαλούμε στο τμήμα. Εδώ και τέσσερα χρόνια την κυνηγάμε. Η αγαπητή σύζυγός σου είναι προικοθήρας, κύριε. Έχει παντρευτεί άλλους τρεις σαν εσένα, πλούσιους αφελής βλάκες, που μετά τους παίρνει από χρήματα και γυαλικά μέχρι σώβρακα. Ένας γάμος και διαφορετικό όνομα."

Εξηγεί και ο παππούς στηρίζεται στον καναπέ, πιάνοντας τον καναπέ.

"Άσε με να μαντέψω, για να είσαι τόσο ήρεμη, πρέπει να είσαι η κόρη που δεν χώνεψε ποτέ την μητριά και τώρα οι υποψίες της βγήκαν αληθινές."

Η μαμά μου ανασηκώνει τους ώμους της και η κυρία Ισμήνη χαμογελάει.

"Αγόρια, προχωράτε. Ας αφήσουμε τους ανθρώπους στην ησυχία τους."

Λέει η υπαστυνόμος και οι αστυνόμοι παίρνουν την 'Ισπανίδα' και βγαίνουν από το σπίτι.

"Αν η ξανθιά είναι έξυπνη και συνεργαστεί, οτιδήποτε κλεμμένο θα επιστραφεί σε εσάς και όσο για τα μετρητά και ό,τι άλλο έχει αγοράσει με τα χρήματά σας, θα επιστραφούν κι αυτά όταν έρθουν στην κατοχή της αστυνομίας. Ό,τι θέλετε, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου. Τώρα, με συγχωρείτε αλλά πρέπει να γυρίσω στο σπίτι μου, που με περιμένει η οικογένειά μου. Καληνύχτα σας."

Η μαμά μου την ξεπροποδίζει και μετά γυρνάει πίσω.

"Παππού, είσαι καλά;"

Τον ρωτάει η Αγγελική και εκείνος γνέφει θετικά.

"Ναι, μια χαρά, λίγο ξαφνιασμένος μόνο."

Του φέρνω ένα ποτήρι νερό από την κουζίνα και το πίνει αργά.

"Πφτ, μπορείς να μείνεις εδώ απόψε να ηρεμήσεις και αύριο πρωί φεύγεις."

Προτείνει η μαμά και την κοιτάζουμε όλοι έκπληκτοι, κάνοντάς την να στριφογυρίσει τα μάτια της.

"Κορίτσια, πηγαίνετε για ύπνο. Θα σου στρώσω στον ξενώνα."

Καληνυχτίζω τον παππού και τους γονείς μου και ανεβαίνω τις σκάλες με την Αγγελική να με ακολουθεί.

Λέμε καληνύχτα η μία στην άλλη και μπαίνουμε στα δωμάτιά μας.

Βγάζω το φόρεμά μου και φοράω τις δροσερές πιτζάμες μου, ενώ ξαπλώνω στο κρεβάτι μου κουρασμένη.

[...]

Ανοίγω τα μάτια μου και ανασηκώνομαι στο κρεβάτι μου, ενώ προσπαθώ να καταλάβω από πού προέρχεται αυτός ο θόρυβος.

Τρίβω τα μάτια μου νυσταγμένα και σηκώνομαι από το κρεβάτι, ανοίγοντας το φωτιστικό πάνω στο κομοδίνο μου.

Πλησιάζω το παράθυρο και το ανοίγω, αφήνοντας το δροσερό αεράκι της νύχτας να χτυπήσει το πρόσωπό μου.

Όταν πάω να κλείσω ξανά το παράθυρο, ακούω έναν ψίθυρο και γυρίζω το κεφάλι μου προς εκείνη την κατεύθυνση.

"Ποιος είναι εκεί;"

Ρωτάω, ενώ προσπαθώ να εντοπίσω κάποια φιγούρα στο σκοτάδι μέχρι που εμφανίζεται ο Αχιλλέας κάτω από το φως μιας λάμπας.

"Αχιλλέα; Τι κάνεις εδώ τέτοια ώρα παιδάκι μου;"

Ρωτάω γελώντας και ανασηκώνει τους ώμους του ανήξερος.

"Δεν μπορούσα να κοιμηθώ και λέω δεν περνάω από την Ζωίτσα να δω τι κάνει;"

Απαντάει και χαμογελάω, ενώ στηρίζω τα χέρια μου στο περβάζι.

"Θα μπορούσες να πάρεις τηλέφωνο ή να στείλεις μήνυμα να ειδοποιήσεις."

Λέω περνώντας μία τούφα μαλλιών πίσω από το αυτί μου.

"Είμαι αυθόρμητος εγώ. Στην βράση κολλάει το σίδερο, που λέμε."

Ανασηκώνω το φρύδια μου χαμογελώντας και δαγκώνω το κάτω χείλος μου.

Ξαφνικά, πηδάει πάνω στο δέντρο και ανεβαίνει στο παράθυρο κάνοντάς με να πισωπατήσω από την τρομάρα μου.

Τον βοηθάω να μπει στο δωμάτιο και στέκομαι απέναντι του.

Βγάζει τα παπούτσια του και ξαπλώνει στο κρεβάτι μου, ενώ μου κάνει νόημα να ξαπλώσω δίπλα του.

"Πώς ήταν η μέρα σου;"

Με ρωτάει και γελάω στην θύμηση όλων των γεγονότων.

"Τρελή."

Δηλώνω και με κοιτάζει με ενδιαφέρον.

"Δηλαδή;"

Ξεκινάω να του διηγούμαι τι συνέβη πριν λίγες ώρες κι εκείνος με ακούει με προσήλωση, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να κρύψει το γέλιο του.

"Έι, μην γελάς. Ο παππούς κόντεψε να μας μείνει στον τόπο."

Τον χτυπάω στον ώμο και κρύβει το πρόσωπό του στο μαξιλάρι γελώντας.

"Συγγνώμη, αλλά πολύ θα ήθελα να είμαι από μια γωνιά και να βλέπω τις φάτσες σας."

Λέει ανάμεσα στα γέλια του και χωρίς να μπορώ να το συγκρατώ άλλο, γελάω μαζί του.

"Εσύ πώς πέρασες την μέρα σου;"

Τον ρωτάω όταν πλέον έχουμε ηρεμήσει από το γέλιο και τον κοιτάζω στα μάτια.

"Βαρετά."

Απαντάει μονολεκτικά περνώντας τα δάχτυλα του μέσα από τα ανακατεμένα μαλλιά του.

"Λοιπόν, τι σε εμπόδιζε από το να κοιμηθείς;"

Με κοιτάζει στα μάτια διστακτικά και μετά γυρνάει να κοιτάξει το ταβάνι.

"Τα λάθη μου."

Μουρμουράει και αφήνει μία ανάσα, κάνοντάς με να τον κοιτάξω παραξενεμένη.

"Τι λάθη μπορεί να έχει κάνει ένα 18χρονο αγόρι;"

Αναρωτιέμαι, ενώ παρατηρώ το πρόσωπό του.

"Πολλά."

Ξεφυσάει και κλείνει τα μάτια του, τρίβοντας το μέτωπο του.

"Όπως;"

Στηρίζω το σώμα μου στον αγκώνα μου, ώστε να μπορώ να βλέπω τις εκφράσεις του και γέρνει το κεφάλι του προς το μέρος μου, ενώνοντας τα βλέμματά μας.

"Πλήγωσα την πιο αγνή καρδιά."

Τον κοιτάζω έκπληκτη, χωρίς να ξέρω τι να απαντήσω και δαγκώνω το κάτω χείλος μου αμήχανη.

"Έβαλα στοίχημα να την κάνω να με ερωτευτεί, να κοιμηθώ μαζί της και μετά να την παρατήσω ρεζιλεύοντάς την."

Ανοίγω το στόμα μου σοκαρισμένη κρατάω την ανάσα μου.

"Αλλά δεν είχα υπολογίσει πως θα την ερωτευτώ στην πορεία. Ξέρω πως αυτό δεν δικαιολογεί τις πράξεις μου και πως είμαι πολύ μαλάκας που δέχτηκα εξαρχής, αλλά ήθελα να φύγω από το σπίτι της μάνας μου. Δεν άντεχα άλλο μέσα σε εκείνο το μπουρδέλο."

Γέρνει το κεφάλι του από την άλλη αποφεύγοντας να με κοιτάζει και πιάνω το πρόσωπό του, γυρνώντας το κεφάλι του προς το μέρος μου.

"Όλοι κάνουμε λάθη, Αχιλλέα. Μην σταυρώνεις τον εαυτό σου. Μπορώ να καταλάβω πόσο πολύ την αγαπάς αυτή την κοπέλα και θα έπρεπε να το ξέρει κι εκείνη. Μία κακή πράξη δεν σε κάνει κακό άνθρωπο."

Χαϊδεύω το μάγουλό του, ενώ του χαμογελάω γλυκά κι εκείνος με κοιτάζει στα μάτια.

"Αν εκείνη σ' αγαπάει πραγματικά, τότε θα σε αφήσει να της εξηγήσεις τους λόγους που σε οδήγησαν στο να δεχτείς το στοίχημα και θα σε συγχωρήσει. Γιατί αυτό κάνουμε όταν αγαπάμε, συγχωρούμε."

Του λέω κι εκείνος αναστενάζει, κλείνοντας τα μάτια του για μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου.

"Αν εκείνη πιστεύει πως έχεις αφήσει έγκυο μια κοπέλα και σε ακούσει να της λες να ρίξει το παιδί;"

Γουρλώνω τα μάτια μου αυθόρμητα στο άκουσμα των λέξεων του και τον κοιτάζω ξαφνιασμένη

"Άφησες έγκυο μία τυχαία, της είπες να ρίξει το παιδί και εκείνη ήταν μπροστά;"

Ρωτάω σοκαρισμένη κι εκείνος κουνάει αντιφατικά το κεφάλι του.

"Η τύπισσα έλεγε ψέματα. Δεν ήταν έγκυος. Αλλά δεν πρόλαβα ποτέ να το πω σε εκείνη."

Συνοφρυώνομαι και τον κοιτάζω ερωτηματικά.

"Είχε ένα ατύχημα και είναι σε κώμα."

Νιώθω έναν κόμπο στο στομάχι μου και κατεβάζω το κεφάλι μου.

"Λυπάμαι."

Ψιθυρίζω και ακουμπάει το πηγούνι μου με τον αντίχειρά του, αναγκάζοντάς με να τον κοιτάξω.

"Δεν υπάρχει λόγος να λυπάσαι. Δεν φταις εσύ πουθενά."

Λέει στον ίδιο τόνο και το βλέμμα κατηφορίζει στα μισάνοιχτα χείλη του.

"Δεν είπα πως φταίω κάπου, απλώς νιώθω άσχημα που έχεις περάσει τόσα πολλά."

Εξηγώ ανεβάζοντας το βλέμμα μου στα πράσινα μάτια του και ξεφυσάω.

"Δεν έχεις ακούσει τίποτα ακόμα."

Ξεροβήχει και τον κοιτάζω παραξενεμένη, έτοιμη να τον ρωτήσω τι εννοεί.

"Όχι, σήμερα. Άλλη φορά. Τώρα, πρέπει να κοιμηθείς, έχει πάει πολύ αργά."

Λέει, ενώ σηκώνεται από το κρεβάτι για να βάλει τα παπούτσια του.

"Κοιμήσου εδώ απόψε."

Ζητάω αυθόρμητα και γουρλώνω τα μάτια μου, ενώ εκείνος γυρνάει να με κοιτάξει με σμιγμένα φρύδια.

"Εννοώ, είναι αργά, οπότε μπορείς να μείνεις εδώ. Αν θέλεις, φυσικά."

Μιλάω γρήγορα κάνοντας τον να γελάσει και προσπαθώ να κρύψω το κοκκίνισμα μου.

"Καλά, λοιπόν, αφού με θέλεις τόσο πολύ στο κρεβάτι σου."

Απαντάει χιουμοριστικά και τον χτυπάω στον ώμο, ενώ νιώθω όλο μου το πρόσωπο να ζεσταίνεται και να κοκκινίζει.

Εκείνος συνεχίζει να γελάει, ενώ τραβάει την μπλούζα του πάνω από το κεφάλι του με αποτέλεσμα να την βγάλει τελείως.

"Αμ, τι κάνεις;"

Ρωτάω αμήχανη, ενώ τον βλέπω που ανασηκώνεται και ξεκουμπώνει το παντελόνι του.

"Ζωίτσα, το τζιν δεν είναι και το πιο βολικό πράγμα για να κοιμηθεί κανείς. Επίσης, είναι καλοκαίρι και ζεσταίνομαι το βράδυ."

Λέει, ενώ ξαπλώνει ξανά δίπλα μου και προσπαθεί να βολευτεί, κάνοντάς με να τραντάζομαι από τον τρόπο που κουνούσε το κρεβάτι.

"Σταμάτα! Το κρεβάτι μου δεν είναι τραμπολίνο!"

Λέω κι εκείνος γελάει, ενώ γυρνάει άλλη μια φορά, ώστε να είμαστε πρόσωπο με πρόσωπο.

"Καληνύχτα Αχιλλέα."

Ψιθυρίζω κλείνοντας τα μάτια μου και ακούω τον διακόπτη του φωτιστικού, ενώ μετά το ενοχλητικό φως δεν με ενοχλεί πλέον.

"Καληνύχτα Ζωίτσα."

Τον ακούω να μουρμουρίζει λίγο πριν αποκοιμηθώ με συντροφιά την ήρεμη ανάσα του.

__

Hello ice creams🍧🍦🍨

Τι κάνετε;

Ελπίζω να είστε όλοι καλά!

Πώς σας φάνηκε το σημερινό κεφάλαιο;

Εύχομαι να απολαύσατε τις 2.973 λέξεις, που συνέθεταν το τοσοδούλικο κεφαλαιάκι μου!

Πολλά έγιναν σε αυτό το κεφάλαιο, δεν μπορείτε να πείτε... Ποικιλία μεγάλη...

Είχαμε και έναν unexpected guest...

Δεν νομίζω να περιμένατε το Ισμηνάκι να εμφανιστεί σε αυτό το βιβλίο, ε;

Ναι, ούτε κι εγώ, η αλήθεια είναι... Ήταν αυθόρμητο, σαν τον Αχιλλέα... 🤦‍♀️😂

Για όσους αναρωτιούνται, η Ισμήνη είναι η πρωταγωνίστρια σε ένα άλλο βιβλίο μου, το «Τhe Not So Good Girl Changes Everything»... Nαι, μην μου πείτε, μικροσκοπικός τίτλος το ξέρω...

Τέλος πάντων, πείτε μου γνώμες για το σημερινό κεφάλαιο, θέλω πολύ να μάθω τις σκέψεις σας...

Εγώ γέλασα σε αυτό το κεφάλαιο κι ελπίζω κι εσείς το ίδιο!

Αν σας άρεσε λοιπόν το κεφάλαιο, μην ξεχάσετε να ψηφίσετε και να σχολιάσετε! Δωρεάν είναι!

Αυτά από εμένα για σήμερα!

Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο!

See ya💕

Continue Reading

You'll Also Like

101K 6.9K 63
"Κι εσύ με εθίζεις αλλά δεν σε βγάζω από την ζωή μου, αντιθέτως σε θέλω όλο και περισσότερο κάθε μέρα." Δεν μπορούσα να απαντήσω σε αυτό. Χαμογέλασα...
879K 61.9K 72
[ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΈΝΗ] "Για που νομίζεις ότι το έβαλες;" Με ρώτησε, ενώ εγώ εστίασα το βλέμμα μου στα καταγάλανα μάτια του που ξεπρόβαλαν μέσα από την μαύρη...
444K 20.6K 62
Η Αμέλια ή αλλιώς Λία είναι ένα κορίτσι καλόψυχο, ευγενικό και όμορφο εσωτερικά και εξωτερικά, αλλά Δυστυχώς τα δύσκολα τα περνάνε οι καλοί άνθρωποι ...
620K 20.4K 70
Η Μελίνα, μια 18 χρόνη μαθήτρια Τρίτης λυκείου, οι γονείς της δεν παντρεύτηκαν ποτέ , μια εφηβική τρέλα , η μητερα της μόλις την γέννησε εφυγε και απ...