Οι Έξι Αδελφές {TYS17Winner}{...

By WonderWomanForEver

23.7K 3K 6.9K

#2 in Fantasy (7/10/2017) #3 in Fantasy (21/09/2017) ♢♢♢♢♢♢♢♢♢♢♢♢♢♢♢ Μόνο μια συμφορά κατάτρωγε τον Βασιλιά Δ... More

~*~
Preface
Epigraph
Playlist
Αφιέρωση
Trailer
~Φοίβη~
~Αντέλ~
~Ροζλύν~
~Νυμέρια~
~Υβέτ~
~Βίνας~
~Βασίλειο του Ζεφύρ~
~Βασίλειο του Γουίντεργουολ~
~Βασίλειο της Κατέρια~
~Βασίλειο του Ροσφόρ~
~Βασίλειο του Πέντοκρατ~
~Βασίλειο του Κόντορ~
~Βασίλειο του Ποσπέριους~
~Βασίλειο του Ιωδέως~
~Βασίλειο του Δάμπονις~
~Βασίλειο της Γάνδης~
~Βασίλειο του Βέργκον~
~Βασίλειο του Σαντόρουμ~
~Το παλάτι της Ρέισαν~
~Οι Ελεύθερες Γυναίκες~
~Αποκαλύψεις~
~Ο Δρόμος~
~Η Συνάντηση~
~Η Γνωριμία~
~Η Συνένωση~
~Το Τέλος Και Η Αρχή~ ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΟ
~Ο Βορράς & Η Δύση~
~Η Στέψη~
~Η Ζωή~
~Η Φυγή~
~Έυρικ~ {With Gifs}
~Η Βασίλισσα~
~Ο Οίκος~
~Το Μέλλον~
~Ανύπαρκτος Θρόνος~
~Η Συνθήκη~
~Η Ανάγκη~
~Η Τέλευση~
~Το Τίμημα~
Bonus Κεφάλαιο ~Η γέννηση ενός Θεού~
~Η Άμαξα~
Q&A
~Μητέρες~
~Αδιέξοδο~
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ

~Ο Κίνδυνος~

251 35 137
By WonderWomanForEver

Η Βασίλισσα Δάφνη, η πρώτη Βασίλισσα της Δυναστείας των Γουάιατ, γεννήθηκε το έτος 168 κι ήταν το τρίτο και τελευταίο παιδί του Βασιλέως Ντάριους του Πρώτου, που με τη σειρά του ήταν το τρίτο και τελευταίο παιδί του γενάρχη της Δυναστείας, Βασιλέως Γιούνορ του Πρώτου. Τα δυο προηγούμενα αδέλφια της ήταν αρσενικά· ο Ίνιγκον, γεννηθείς το 163 κι ο Έγκις το 165. Ο πατέρας τους πέθανε το 179, στα τριάντα έξι του χρόνια, αφήνοντας τρία παιδιά ορφανά και την κατά εφτά χρόνια μεγαλύτερη του σύζυγο, τη Βασίλισσα Μπρυάντα. Τότε, η Δάφνη ήταν έντεκα ετών και παρακολούθησε τη στέψη του Ίνιγκον του Πρώτου, που ονομάστηκε Πολεμοχαρής, διότι στα πέντε χρόνια που βασίλεψε, η μόνη του έννοια ήταν ο στρατός και μάλιστα είχε οργανώσει δυο αποτυχημένες εκστρατείες για την ανάκτηση του Θερ, στη δεύτερη δε έχασε τη ζωή του από δυσεντερία. Τον διαδέχθηκε αμέσως ο αδελφός του, ο Έγκις ο Δεύτερος, όμως, επειδή ήταν φιλάσθενος, κατόρθωσε να βασιλέψει έναν χρόνο και τρεις ημέρες, αφήνοντας την τελευταία του πνοή το 185.

Οι δυο γιοί του Βασιλιά Ντάριους είχαν πεθάνει άτεκνοι, όπως ακριβώς κι οι αδερφοί του. Το μοναδικό ζωντανό παιδί του ήταν η τότε δεκαεπτάχρονη Δάφνη, που όμως, συναντούσε ένα τεράστιο εμπόδιο, τη μητέρα της. Η Βασιλομήτωρ πλέον Μπρυάντα θεωρούσε αδιανόητο να φορά γυναίκα ένα στέμμα που για άνδρες προοριζόταν· στην πραγματικότητα, γνώριζε ότι δε θα μπορούσε ποτέ να ελέγξει την κόρη της και να κυβερνά μέσω αυτής, πράγμα που ήταν πανεύκολο μέσα από τον μικρό της αδελφό Ώρικ, τον οποίο προωθούσε για διάδοχο, καταπατώντας κάθε γραμμένο νόμο και κανονισμό της βασιλικής διαδοχής. Στο Βασιλικό Συμβούλιο που ακολούθησε, το δικαίωμα της Δάφνης στον θρόνο επισφράγισε ο Άρχοντας του Γουίντεργουολ Ουόλντεν, του οποίου η ψήφος κατέλυσε την ισοπαλία που είχε δημιουργηθεί μεταξύ μητέρας και κόρης. Αυτό η Δάφνη ορκίστηκε να μην το ξεχάσει ποτέ.

Ακόμα και μετά τη στέψη της, η μητέρα της δε σταμάτησε να της αντιτίθεται, δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα στα Βασίλεια, στην Αυλή και σκορπώντας τον διχασμό. Για να την αντιμετωπίσει, η Δάφνη επιστράτευσε τους πιο πιστούς της φίλους ως Συμβούλους της και διδάχτηκε την Τέχνη του Πολέμου από τους σπουδαιότερους πολεμιστές των Βασιλείων, τους Σερ Θιόντορ και Φάλντεν. Κατά την εξαετή της βασιλεία, έμεινε μερικούς μονάχα μήνες στο παλάτι της Ρέισαν, διότι πέρασε τον υπόλοιπο καιρό είτε πολεμώντας στασιαστές σε όλα τα Βασίλεια, είτε λύοντας εμφύλιους πολέμους, είτε επισκεπτόμενη Άρχοντες, Δούκες και Προεστούς που ήθελε να της παραμείνουν υποτελείς. Δεν κατάφερε να παντρευτεί κι αυτό για δυο λόγους· θεωρούσε δέσμευση την οικογένεια κι εμπόδιο στις συνεχείς της μετακινήσεις και δεύτερον είχε αρχίσει μέσα της να υποβόσκει ένας έρωτας για τον Άρχοντα Ουόλντεν του Γουίντεργουολ που την ψήφισε τελευταίος για Βασίλισσα. Τότε, εκείνος βρισκόταν στο παλάτι ως Κύριος του Νόμου-δηλαδή Βασιλικός Σύμβουλος για τα νομικά ζητήματα- κι αμέσως η Δάφνη τον έστειλε πίσω στο Γουίντεργουολ, για να μη βρίσκεται κοντά της και λειτουργεί ως απόσπαση.

Αυτήν όμως την επιλογή της παρθενίας η μητέρα της την αξιοποίησε στο έπακρο εις βάρος του σπλάχνου της· η Βασίλισσα Δάφνη διέλυσε τη Βασιλική Φρουρά λίγο μετά τη Στέψη της και τη γέμισε γυναίκες· έτσι όπου πήγαινε είχε κοντά της έξι πάνοπλες γυναίκες, που αγαπούσε σαν αδελφές της και τους έδειχνε εύνοια, πράγμα αδιανόητο, διότι ήταν σκληρή με τους γύρω και τον εαυτό της. Η μητέρα της, η σεβάσμια Βασιλομήτωρ Μπρυάντα, δημιούργησε τη φήμη ότι η Δάφνη ήταν μάγισσα, υποταγμένη στις σκοτεινές μαγείες του Έρθχορν και ότι όλες αυτές οι γυναίκες που τη φυλούσαν ήταν παλλακίδες της, άρα για αυτό αρνούνταν τον γάμο, επειδή επιθυμούσε συντρόφους του ίδιου φύλου.

Αυτή η κίνηση της Βασιλομήτορος, παρόλο που δεν άγγιξε τους ανώτερους του στρατού που γνώριζαν την αλήθεια, σκόρπισε οργή στους κόλπους της Πίστης κι όλοι οι κληρικοί καταδίκαζαν την Βασίλισσα ως αιρετική και βλάσφημη. Έτσι, υποκινήθηκαν και ξέσπασαν ταυτόχρονα στα Δώδεκα Βασίλεια εκατόν τριάντα επαναστάσεις εναντίον της Δάφνης, που εμφανώς αδυνατούσε να πολεμήσει σε όλα τα μέτωπα κι αυτό της τσάκισε. Έφυγε από το Ποσπέριους που βρισκόταν και γύρισε στη Ρέισαν μετά από τρία χρόνια απουσίας, όπου κλείστηκε στην Αίθουσα του Θρόνου με τη μητέρα της για μια ολόκληρη ημέρα. Τι ειπώθηκε, τι συνέβη, τι έγινε όσο έμειναν εκεί μέσα κανένας δεν γνωρίζει. Πάντως, όταν εξήλθαν, η Δάφνη, με καταρρακωμένο ηθικό, πνεύμα και σώμα, υπέγραψε την περγαμηνή όπου παραιτούνταν των δικαιωμάτων της στον θρόνο κι έφυγε με τη Βασιλική Φρουρά της μόλις έπεσε ο ήλιος. Δεν επέστρεψε ποτέ στη Ρέισαν.

Η Μπρυάντα δεν έχασε χρόνο και την επόμενη κιόλας ημέρα έστεψε τον αδελφό της Ώρικ Βασιλέα, ευτυχισμένη που πλέον θα κατάφερνε να κυβερνήσει όπως επιθυμούσε.

Η Δάφνη ήταν είκοσι δύο ετών εκείνον τον καιρό. Πορεύθηκε με τις αδελφικές της φίλες και συντρόφισσες ως τον Βορρά, διάβηκε όλο το Γουίντεργουολ κι έφτασε σε μια τεράστια πεδιάδα, ερημική και φαινομενικά άγονη, όπου ορθώνονταν ένας εγκαταλειμμένος πύργος. Εκεί, αποφάσισε να ιδρύσει ένα κράτος εν κράτει, ένα μέρος όπου οι κατατρεγμένες γυναίκες θα έρχονταν για να σωθούν και να βρουν προστασία, μα και να ζουν ανεξάρτητες από άνδρες κι από καθετί που τος δέσμευε παρά τη θέλησή τους. Η Δάφνη έγινε η μάνα των Ελεύθερων Γυναικών και η πρώτη τους Βασίλισσα.

Ένας από τους πρώτους κανόνες που καθιέρωσε ήταν η ετήσια επίσκεψη των Γυναικών σε χωριά και πόλεις, για να βρουν άνδρες της αρεσκείας τους και να τεκνοποιήσουν. Την πρώτη φορά που εφαρμόστηκε, η Δάφνη επισκέφθηκε τον Άρχοντα Ουόλντεν στο Γουίντεργουολ κι έμεινε μαζί του τέσσερις μέρες. Σε εννέα μήνες, γέννησε τον γιο της, τον Ρέινταν, που έγινε Άρχοντας του Γουίντεργουολ μετά τον θάνατο του πατέρα του και μεγάλωσε κοντά του. Τρεις μήνες μετά τη γέννα του γιου της, επισκέφθηκε ξανά τον Άρχοντα Ουόλντεν και εννέα μήνες αργότερα γέννησε την κόρη της, την Έουην, που έγινε η Δεύτερη Βασίλισσα των Ελεύθερων Γυναικών.

"Ιστορία των Ελεύθερων Γυναικών από τη Δάφνη ως τη Ραέλ"
Άλισταιρ Γκόντραν, Ιερέα στον Ναό της Θεάς Ευαδώρα

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Η Φοίβη ανακάτευε τη σούπα της νευρικά, χωρίς να μπαίνει στον κόπο να σηκώσει του κουτάλι και να φάει έστω και λίγη. Είχε πολλά νεύρα και ακόμα περισσότερο άγχος· το δεξί της πόδι έτρεμε σύγκορμο κι ήταν βέβαιη ότι ο μοναδικός άνθρωπος που έτρωγε μαζί της δεν το είχε συνειδητοποιήσει.

Ήταν η πρώτη φορά που συναντούσε τον Βενέδικτο μετά την ανακοίνωση της απόφασης της. Είχαν περάσει τέσσερις ημέρες χωρίς φωνή κι ακρόαση από εκείνον και το πρωί της πέμπτης, ένας υπηρέτης της έφερε την πρόσκλησή του σε δείπνο μαζί της. Έπαιρνε όρκο ότι η πρόσκληση δεν ερχόταν από τον Βενέδικτο μα από τον πατέρα του, σαν μια προσπάθεια γνωριμίας των μελλόνυμφων.

Εκείνος σαν την είδε να μπαίνει στη μικρή κάμαρη με το μεγάλο μπαλκόνι, τη χαιρέτησε τυπικά και της φίλησε το χέρι με την ευγένεια που άρμοζε στο όνομα και στην καταγωγή του. Έπειτα, κάθησαν στο τραπέζι, τους σέρβιραν το δείπνο και δεν αντάλλαξαν λέξη, παρά μερικές ματιές, ερευνητικές της Φοίβης και περιφρονητικές του Βενέδικτου.

Τον παρακολουθούσε όσο έτρωγε ρυθμικά και αναρωτιόταν πώς ήταν δυνατόν να τον είχε επιλέξει για σύζυγο. Τον είχε ονειρευτεί· στο κεφάλι του λύκου που δάμασε τον δράκοντα είχε δει το πρόσωπό του ολοκάθαρα κι αυτό ήταν αρκετό για να την πείσει. Στην πραγματικότητα, αυτό που την έπεισε ήταν το προαίσθημα· σαν μια φωνή μέσα της βροντοφώναζε Αυτός είναι ο άνδρας σου. Με αυτόν θα γεννήσεις τον επόμενο Βασιλιά των Δώδεκα Βασιλείων. Κι έπειτα θυμόταν τα λόγια της Γυναίκας, που είχε κλείσει στην καρδιά της σαν ιερά. Τρεις φορές θα παντρευτείς και χίλιες θα πονέσεις. Την πρώτη φορά θα είναι από το μυαλό. Και πράγματι, το μυαλό της έπαιξε το παιχνίδι του ονείρου και διάλεξε τον Βενέδικτο για άνδρα της. Όσο αλλόκοτη και παρανοϊκή κι αν ήταν η συνάντησή της με τη Γυναίκα, την είχε πιστέψει αληθινή, όχι μόνο επειδή γνώριζε κι ερμήνευσε το τραγούδι που αντηχούσε στα αυτιά της συνεχώς, αλλά και γιατί, αφού ξύπνησε μετά τη συνάντησή τους, είχε νιώσει κάτι μέσα της να αλλάζει ραγδαία, να αναπτύσσεται, να γιγαντώνεται. Ακόμα και τώρα το αισθανόταν. Ίσως πράγματι της είχε μεταβιβάσει κάποιου είδους Δύναμη. Χιλιάδες απορίες είχαν ριζώσει στον νου της, μα δεν ήξερε ποιόν να ρωτήσει για να απαντηθούν. Επιπλέον, αγωνιούσε για τον αν ο Έυρικ θα αποδέχονταν της πρόσκλησή της και θα ερχόταν στο Γουίντεργουολ, όπως είχε υποσχεθεί. Όμως, η προτεραιότητά της ήταν ο γάμος με τον Βενέδικτο και για να πραγματοποιούνταν έπρεπε κάποια στιγμή να ανταλλάξουν μια κουβέντα.

"Πώς είσαι;" Τον ρώτησε με το πιο γλυκό της χαμόγελο. "Αρκετές ημέρες τώρα δε σε έχω δει ούτε από μακριά."

"Πενθώ," ήρθε η ψυχρή του απάντηση, την οποία επέλεξε να λάβει ελαφρά κι άφησε ένα γελάκι.

"Τι ακριβώς πενθείς;"

"Τι άλλο να κάνω; Ο πατέρας μου με έχει κλειδαμπαρωμένο στο δωμάτιό μου σαν παιδαρέλλι και οι αδελφοί μου με αγνοούν, εκτός από τον μικρό που δε μετρά, γιατί έχει πάρει την ψυχή της μάνας μας κυριολεκτικά και μεταφορικά. Να πιω δεν μπορώ, να δω γυναίκες δεν μπορώ, εκτός από εσένα-που γυναίκα δε λογιέσαι-και τις γριές που συγυρίζουν το δωμάτιο. Κόντεψα να αυτοκτονήσω όταν ο πατέρας μου ανήγγειλε ότι με διάλεξες για άνδρα σου."

Η Φοίβη γέλασε ξανά, αυτή τη φορά ειρωνικά.

"Ό,τι και να πεις, δεν πρόκειται να μου αλλάξεις γνώμη. Και μη γίνεσαι τόσο δραματικός, δεν πρόκειται να αυτοκτονούσες. Τόσο πολύ θλίβεσαι τέλος πάντων που θα παντρευτείς τη διάδοχο του θρόνου της Επικράτειας;"

"Ποιά διάδοχο; Υπάρχουν άλλες πέντε που διαλαλούν αυτό ακριβώς, χώρια το μωρό της αδελφής σου και τα πιθανά παιδιά της παντρεμένης μας Βασίλισσας," αντιμίλησε αμέσως ο Βενέδικτος.

"Όλες έχουν ίδιο δικαίωμα στον θρόνο κι η αξιότερη θα τον κατακτήσει. Γιατί να μην είμαι εγώ αυτή;" Υπέμεινε τις προσβολές του η Φοίβη. Είχε έρθει προετοιμασμένη στο δείπνο, με καρδιά ατσάλινη και σφιγμένο πετσί. Ίσως πληγωνόταν από όσα άκουγε, μα τουλάχιστον ας φυλούσε τα εφηβικά δάκρυα για τη στιγμή που δε θα ήταν μπροστά του.

"Κι εν τέλει, γιατί επέλεξες εμένα; Δε σε απέτρεψε το γεγονός ότι έχω σχεδόν τα δίπλα χρόνια σου κι όμως είμαι ανύπαντρος; Δεκάδες προξενιά μου έφερε ο πατέρας μου κι όλα διαλύθηκαν. Πώς το δικό σου θα στεριώσει;"

"Σε διάλεξα, γιατί ο νους μου αποφάσισε ότι εσύ είσαι ο ταιριαστός μου σύντροφος," αποκάλυψε εκείνη άφοβα. "Δε χαίρεσαι που θα παντρευτείς επιτέλους και θα διώξεις τη ρετσινιά του μαγκούφη από πάνω σου;"

"Σπουδαίος γάμος," ειρωνεύτηκε ξανά ο Βενέδικτος με ένα προσποιητό ροχαλητό. "Ούτε καν μπορώ να φανταστώ πόσο γελοίοι θα δείχνουμε ο ένας δίπλα στον άλλον."

Ευθύς, σηκώθηκε όρθιος κι εκείνη έκανε το ίδιο. Την πλησίασε κι ανεπαίσθητα οι ματιές τους συναντήθηκαν. Η Φοίβη τον κοιτούσε περήφανα, τολμηρά, πεισματάρικα. Εκείνος, πάλι, αρνούνταν να αποδεχτεί ότι αυτό του κινούσε την περιέργεια. Της έριξε μια ματιά από πάνω ως κάτω, προσπαθώντας να διακρίνει κάτι που θα τον έπειθε ότι δεν είχε μπροστά του ένα κοριτσάκι.

"Ω Θεοί, μπορούσες να είσαι πιο ξερακιανή;" Αναρωτήθηκε φωναχτά και απροκάλυπτα έπιασε τα στήθη της στις παλάμες του και τα έσφιξε, εμφανώς για να τα επεξεργαστεί με τα έμπειρα χέρια του, που είχαν θωπεύσει τα τελειότερα στήθη του Βορρά. Ήταν βέβαιος ότι αυτή του η απρεπής κίνηση θα την τρόμαζε ή τουλάχιστον θα την τάραζε. Προς μεγάλη του έκπληξη, η μικρή έμεινε ακίνητη και ψύχραιμη, συνεχίζοντας να τον κοιτά με τα διαπεραστικά χαλαζία της μάτια στα δικά του, χωρίς καν να αλλάζει η έκφρασή της.

Η Φοίβη ήταν δεκατριών ετών και δεν είχε ποτέ της φανταστεί να βρεθεί σε τέτοια θέση. Φυσικά κι η χοντράδα του την είχε ταράξει, όμως φρόντισε να μην το δείξει και επικεντρώθηκε στο ότι σύντομα θα ήταν παντρεμένοι κι οι σύζυγοι κάνουν πολύ μεγαλύτερες χοντράδες στις γυναίκες τους ή τουλάχιστον έτσι είχε διαβάσει σε ένα βιβλίο για τις ερωτικές περιπτύξεις που είχε βρει στα Απαγορευμένα στο Νησί του Ερημίτη.

"Θα παντρευτούμε," του είπε σταθερά, χωρίς να αφήνει τα μάτια του. "Ο μόνος τρόπος να το εμποδίσεις είναι να αυτοκτονήσεις. Κι οι δυο μας ξέρουμε ότι δεν είσαι τόσο ανόητος για κάτι τέτοιο. Επίσης, μάθε ότι ο γάμος μας δε γίνεται για λόγους διευκόλυνσης."

"Για τι τότε;"

"Αυτό μπορείς να το απαντήσει μόνος σου," αποκρίθηκε η Φοίβη προκλητικά, με ένα βλέμμα γεμάτο μυστήριο, που είχε προβάρει στον καθρέφτη της για μια τέτοια περίσταση και για τον επικείμενο γάμο. Το είχε αποδεχτεί κι η ίδια· ο Βενέδικτος ήταν ένας πανέμορφος και πολλά υποσχόμενος νέος, δεν είχε λόγο να μην την ελκύει. "Άλλωστε, τόση ώρα σου παίρνει για να μετρήσεις ένα τόσο ξερακιανό και μικροσκοπικό στήθος όπως το δικό μου; Δεν έχεις παρει τα χέρια σου από πάνω μου και κανείς δε σε εμποδίζει."

Ο Βενέδικτος συνειδητοποίησε έκπληκτος ότι είχε δίκιο. Πράγματι, τόση ώρα δεν είχε κουνήσει τα χέρια του, ίσως γιατί τον αποσπούσαν τα μάτια της ή η φωνή της ή... Σταμάτησε τη σκέψη του. Παρατήρησε ότι είχαν έλθει τρομακτικά κοντά· τα πρόσωπά τους απείχαν ελάχιστα, τα σώματά τους είχαν πρακτικά κολλήσει, ένιωθε την ανάσα της πάνω του και... Άφησε το στήθος της κι ανέβασε τις παλάμες του, για να αγκαλιάσουν τον λαιμό της. Ύψωσε το κεφάλι της και πλησίασε αργά, έχοντας αφεθεί στο βαθύ γαλάζιο των ματιών της. Λίγο πριν φιληθούν, απομακρύνθηκε απότομα και άφησε τα χέρια να πέσουν στα πλευρά του, ενώ ένιωθε να λιώνει σαν το κερί μπροστά στην αγέρωχη στάση της, που ούτε καν ανησυχούσε που η στιγμή πάθους διακόπηκε τόσο στυγνά. Έμεινε μα τον κοιτάζει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο κι αυτόν τον τρόμαζε.

Της γύρισε την πλάτη, για μη βλέπει τα μάτια της, και έφυγε σχεδόν τρέχοντας από το δωμάτιο.

Μόλις έμεινε μόνη, η Φοίβη, βγήκε στο μπαλκόνι μαζί με το πιάτο της σούπας κι άρχισε να τη ρουφά με το κουτάλι, με μια πρωτοφανή όρεξη. Ήθελε να γελάσει από χαρά και να κλάψει ταυτοχρόνως. Νόμιζε ότι θα την τρόμαζε κι εν τέλει εκείνη τον είχε τρομάξει, γιατί επέδειξε για πρώτη φορά στη ζωή της το μέγεθος της αντοχής και της ψυχραιμίας που έκρυβε. Εκείνο το μεσημέρι, τον είχε νικήσει κι εύχονταν να ήταν η πρώτη από τις πολλές νίκες του μέλλοντος. Ωστόσο, ένιωσε να λυπάται που δεν είχαν προχωρήσει. Αυτή η θερμή στιγμή που είχαν μοιραστεί είχε ξυπνήσει μέσα της έναν νέο, κρυμμένο εαυτό κι ένστικτα που δε γνώριζε ποτέ πως κατείχε. Αυτή η λύπη την έσπρωχνε να κλάψει, μα δεν το έκανε, διότι προτίμησε να απολαύσει τη σούπα της, καθώς τη χτυπούσε το φθινοπωρινό αεράκι μπροστά στην υπέροχη θέα του μπαλκονιού.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Η Βίνας έτρεξε σαν μανιασμένη στην Αίθουσα του Θρόνου και διέταξε να μην αφήσουν κανέναν να περάσει, μέχρι να φορέσει τον βασιλικό μανδύα και το στέμμα. Αποφάσισε να υποδεχτεί τη μητέρα της όπως κάθε άλλο απεσταλμένο.

Μόλις έδωσε την εντολή να ανοίξουν οι πόρτες, εμφανίστηκε μια γυναίκα γύρω στα τριάντα πέντε, με στητό κορμί και μάτια βαθυγάλανα σαν τα δικά της. Το μόνο που ξεχώριζε από το λευκό μαντήλι που κάλυπτε το κεφάλι της ήταν οι φύτρες των μαλλιών της·ολόχρυσες όπως οι δικές της.

Αν η Λιάνα Καστέλ είχε έρθει λίγους μήνες νωρίτερα, θα την υποδεχόταν δακρύβρεχτη, με την ευτυχία να ξεχειλίζει. Το καλύτερο που μπορούσε να καταφέρει τώρα ήταν ένα ψυχρό βλέμμα και μια οργή που μόνο το χέρι του Πέρσιβαλ πάνω στο δικό της μπορούσε να συγκρατήσει. Ήταν μόνη, σε ένα παγερό παλάτι, με ανθρώπους που της είχαν ορκιστεί πίστη κι υποταγή και μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να της καρφώσουν το μαχαίρι στον λαιμό. Μόνο τον Πέρσιβαλ και τον παππού της εμπιστευόταν πλήρως. Στον τελευταίο μάλιστα, είχε εμπιστευτεί ολόκληρη τη διακυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες, διότι υπέφερε από στομαχικές διαταραχές και μετά βίας στεκόταν όρθια. Κι η μητέρα της ερχόταν εκείνη τη στιγμή, που η υγεία της χειροτέρευε και μόλις είχε αποκαλυφθεί μια βδελυρή προδοσία. Ερχόταν να προσθέσει άλλο ένα πρόβλημα στη συλλογή της κόρης της. Πώς τολμούσε να της το κάνει αυτό;

"Ποιά είσαι;" Τη ρώτησε, αφότου υποκλίθηκε μπροστά της, όπως όφειλε κάθε υπήκοος στη Βασίλισσά του.

"Ονομάζομαι Λιάνα Καστέλ," απάντησε εκείνη διστακτικά, με τον φόβο να αποτυπώνεται σε κάθε σημείο του προσώπου της. "Είμαι η μητέρα σου, παιδί μου."

"Αποκλείεται," ανταπάντησε αμέσως η Βίνας. "Η μητέρα μου χάθηκε. Ήμουν μωρό όταν με άφησε και μόνασε."

"Μα επέστρεψα! Επέστρεψα για εσένα!" Προσπάθησε να δικαιολογηθεί η μητέρα της κι έτρεξε ενστικτωδώς προς το μέρος της. Η Βίνας έκανε ένα σήμα με το χέρι της κι αμέσως η Νταϊάνα που καθόταν στα αριστερά της όρμησε και ορθώθηκε σαν πύργος μεταξύ εκείνης και της Λιάνα. "Δε σε άφησα επειδή το ήθελα, κορίτσι μου!" Συνέχισε εκείνη. "Το θέλησε η Θεά Δίανδρα και ποιός μπορεί να αντισταθεί στο θέλημα των Θεών;"

Η Βίνας έκλεισε τα μάτια και πήρε μια βαθιά ανάσα, προτού απαντήσει.

"Το παιδί σου έπρεπε να ήταν πάνω από κάθε θεϊκό θέλημα. Δεκαέξι χρόνια δεν ήταν αρκετά; Πόσο άλλο ήθελε η Θεά να μείνεις κοντά της;"

"Μου μήνυσες να γυρίσω κι αυτό έκανα," της υπενθύμισε σχεδόν απεγνωσμένα η Λιάνα, που δεν άντεχε την ψυχρότητα του σπλάχνου της.

"Πράγματι," παραδέχτηκε η Βασίλισσα. "Μα αυτό ήταν πριν δυο μήνες. Περίμενες την έγκριση της Θεάς για να έρθεις;"

"Σε παρακαλώ, παιδί μου, σε ικετεύω, δώσε μου μια μόνο ευκαιρία να σου αποδείξω πόσο πολύ λυπάμαι για τα χρόνια που έμεινα μακριά σου," ήρθε ένα θερμό παρακαλετό από τη μάνα, που πια είχε πέσει στα γόνατα κι η Νταϊάνα που στεκόταν σαν βράχος μπροστά της μετά βίας συγκρατούσε τη συγκίνηση.

"Θα παραμείνεις στο παλάτι ως φιλοξενούμενη του Στέμματος. Αν μη τι άλλο, είσαι κόρη του Πρωθυπουργού μου," κατάληξε η Βίνας. "Έχεις την άδεια μου να διαμείνεις όσο επιθυμείς, αρκεί να μην καταχραστείς την ανοχή και την ευσπλαχνία μου."

Η μητέρα της οδηγήθηκε έξω από την Αίθουσα του Θρόνου με συνοδεία κι αμέσως η Βίνας χτύπησε τα χέρια της δυνατά.

"Πάει κι αυτό. Ας προχωρήσουμε σε κάτι πολύ πιο σημαντικό." Στράφηκε ευθύς στη Νταϊάνα. "Αρχηγέ της Βασιλικής Φρουράς, δώσε μου πλήρη αναφορά του κακουργήματος του Άρχοντα Φάιλο Καρντ."

Η Νταϊάνα υποκλίθηκε, κλίνοντας τελετουργικά το γόνυ μπροστά στη Βασίλισσα που είχε ορκιστεί να προστατέψει με τη ζωή της.

"Μεγαλειοτάτη, όπως ενημερωθήκατε από τον Ράντμπιαν Πλαττ,  ο Άρχοντας Φάιλο κατηγορείται για εσχάτη προδοσία. Έχουμε αποδείξεις ότι πουλούσε απόκρυφα κρατικά έγγραφα και μυστικά στις γειτονικές Επικράτειες του Θερ και της Θάναγκαρτ. Ιδού γράμματα και συμβόλαια που βρέθηκαν στην κατοχή του, όπως και χρυσά νομίσματα του Θερ και της Θάναγκαρτ."

Η μόνη πλέον Αρχηγός της Βασιλικής Φρουράς, έδωσε, σύμφωνα με το πρωτόκολλο, στον Πέρσιβαλ τα αποδεικτικά στοιχεία που της είχε δώσει ο Ράντμπιαν κι εκείνος τα έδωσε στη Βασίλισσα, η οποία έριξε μια γρήγορη ματιά πάνω τους, για να πειστεί εντελώς για την προδοσία.

"Αφού, λοιπόν, είναι τόσο εμφανής η προδοσία του, βγάλτε τον από τη φυλακή. Θα αποκεφαλιστεί τώρα αμέσως στη Μεγάλη Πλατεία του Βασιλιά Κάλιερ του Πρώτου."

"Μάλιστα," ήταν η μόνη απάντηση της Νταϊάνα, που έσπευσε να πραγματοποιήσει τη διαταγή της κυράς της.

Ο Πέρσιβαλ, πάλι, που κρατούσε σφιχτά το δεξί χέρι της γυναίκας του αδιάκοπα, διαφωνούσε με την απόφασή της και δε φοβόταν να το εκφράσει.

"Καλή μου, θαρρώ βιάζεσαι πολύ. Άφησε λίγο χρόνο στη Φρουρά να τον ανακρίνει. Ίσως υπάρχει σκευωρία πίσω από τον Άρχοντα Φάιλο κι έτσι καταφέρουμε να την ξεσκεπάσουμε!"

Τότε, η Βίνας στράφηκε προς το μέρος του και τον κοίταξε κατευθείαν στα μάτια, γεμίζοντας τον τρόμο. Τα γαλαζοπράσινα στολίδια του προσώπου της έλαμπαν με έναν τρόπο επίφοβο, αλλιώτικο. Δεν ήταν από ηδονή, όπως το βράδυ στο κρεβάτι τους, δεν ήταν καν από ευτυχία, όπως κάθε φορά που έλεγαν σ'αγαπώ ο ένας στον άλλον. Κατανοούσε από τι ήταν, αλλά έτρεμε να το παραδεχτεί· ήταν από τρέλα, μια καθαρή, πρωτοφανή τρέλα, που υπέβοσκε μέσα της και τώρα είχε αφεθεί ελεύθερη να κατανικήσει οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα και να μονοπωλήσει την ψυχή της. Δεν είχε ιδέα το το είχε προκαλέσει αυτό το ξέσπασμα, όμως ορκίστηκε να το ανακαλύψει προτού ήταν πολύ αργά.

Την ίδια ακριβώς παρανοϊκή λάμψη είχαν τα πανέμορφά της μάτια και τη στιγμή του αποκεφαλισμού του προδότη. Από το χαμόγελο στα χείλη της, ο Πέρσιβαλ κατάλαβε ότι της άρεσε αυτό που έβλεπε, το διασκέδαζε κι ένιωσε μα ανατριχιάζει.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Ίθαν Άνταλον, παρόλο που ήταν ο διάδοχος του Οίκου του Γουίντεργουολ κι ο επόμενος Άρχοντας του, δε λησμονούσε ποτέ τον ρόλο του συζύγου. Είχε παντρευτεί την πανώρια Άγκνες Ροσφόρ από τα δεκαοχτώ του χρόνια και τώρα στα είκοσι εφτά περίμενε επιτέλους το πρώτο του παιδί. Εννέα χρόνια καρτερικής υπομονής απέδιδαν καρπούς και το ζευγάρι έλαμπε από ευτυχία. Φυσικά, πολλές φορές είχαν φτάσει στο όριο του χωρισμού μέσα σε αυτά τα χρόνια, αλλά είχαν παραμείνει μαζί από πείσμα, επιμονή και βαθμηδόν αγάπη.

Μόλις έλαβαν την πρόσκληση στον γάμο του Ρόιμπεν, του μικρού αδελφού της Άγκνες, με την Πριγκίπισσα Ροζλύν των Ελεύθερων Γυναικών και των Δώδεκα Βασιλείων, είχαν εκπλαγεί, διότι ποτέ δεν περίμεναν η Πριγκίπισσα των Ελεύθερων Γυναικών να επέλεγε ένα αρχοντόπουλο του Ροσφόρ για σύζυγο. Την ίδια ακριβώς άποψη είχαν κι όλα τα αδέλφια του Ίθαν κι η νύφη του η Φίλιντα Όντορ.

Στην αρχή, ο Ίθαν είχε αποφασίσει να μην παρευρεθούν στον γάμο. Κι αυτό όχι επειδή δεν τον ενέκριναν, αλλά γιατί η Άγκνες βρισκόταν στον όγδοο μήνα της εγκυμοσύνης της κι ήταν εξαιρετικά ευαίσθητη. Ένιωθε υπεύθυνος κι υπερπροστατευτικός απέναντι στη γυναίκα και στο αγέννητο μωρό τους. Ωστόσο, η Άγκνες δεν μπορούσε να αγνοήσει το γεγονός ότι επρόκειτο για τον γάμο του μονάκριβος αδελφού της. Δε θα συγχωρούσε ποτέ στον εαυτό της να λείπει από την πιο ευτυχισμένη του στιγμή. Έτσι, με λίγη πειθώ έπεισε τον Ίθαν να παρευρεθούν στον γάμο.

Η τελετή ήταν υπέροχη. Ο Ρόιμπεν, όντας εκ φύσεως πανέμορφος, άστραφτε στην κατάλευκη φορεσιά του, με μια γούνα από λευκή αλεπού στον αριστερό ώμο κι ένα άψογο χαμόγελο στα χείλη. Από την άλλη, η νύφη Ροζλύν ένοιαζε με χήρα, εξαιτίας της μελαγχολικής και θλιμμένης έκφρασης του προσώπου της, παρόλο που εντυπωσίαζε με το λιτό της δαντελένιο νυφικό και τα μαλλιά της σε μια απλή πλεξούδα, στολισμένη με γιασεμιά και ρόδα. Ένοιαζε με νεράιδα βγαλμένη από παιδικό παραμύθι, μονάχα τα αραχνοΰφαντα φτερά της έλειπαν.

Μετά το πέρας της τελετής, οι νεόνυμφοι και οι καλεσμένοι προχώρησαν στο Αρχοντικό των Ροσφόρ, όπου ο Άρχοντας Ερρίκος, πατέρας της Άγκνες και του Ρόιμπεν, παρέθεσε ένα πλούσιο δείπνο κι ένα θαυμάσιο γλέντι προς τιμήν του ζεύγους. Ο Ίθαν κι η Άγκνες συνεχάρησαν πρώτο εκείνον, έπειτα τη μητέρα της Ροζλύν, τη Βασίλισσα Ραέλ, στη συνέχεια τη μικρή αδελφή της Άγκνες, τη Γκέινορ, που στα δεκατέσσερα έτη της υπόσχονταν μια πυρόξανθη καλλονή, και στο τέλος τους νεόνυμφους. Ο Ρόιμπεν δεν έπαυε στιγμή να χαμογελά, αληθινά ευτυχισμένος, ενώ η Ροζλύν δεν μπορούσε να τους προσφέρει τίποτα παραπάνω από ένα ισχνό μειδίαμα κι ένα τυπικό ευχαριστούμε πολύ, καλώς να υποδεχτείτε το παιδί σας.

Έφυγαν σχεδόν αμέσως μετά τη λήξη του δείπνου, μέσα στη μαύρη νύχτα, διότι έπρεπε να προλάβουν εγκαίρως τον ερχόμενο γάμο, του Βενέδικτου και της Φοίβης. Ως πρωτότοκος, ο Ίθαν επιθυμούσε να βρίσκεται εκεί και να βοηθήσει στις ετοιμασίες του γάμου του αδελφού του, αν κι εκείνος δεν είχε νοιαστεί καθόλου για τον δικό του. Δεν τον πείραζε καθόλου. Θα βοηθούσε με την ψυχή του και για χάρη της αδικοχαμένης Έμπερ, που όλοι στην οικογένεια λάτρευαν. Εν τέλει, όφειλε να σταθεί ως πρότυπο και καλό παράδειγμα για τους αδελφούς του, που τον θαύμαζαν ως μεγαλύτερο και φαινομενικά σοφότερο.

Ο Ίθαν, μέσα στην άμαξα που τους μετέφερε στο Γουίντεργουολ, πήρε μια βαθιά ανάσα, κοίταξε το φεγγάρι που υψώνονταν στον ουρανό, τη γυναίκα του με τη φουσκωμένη κοιλιά που είχε γείρει το κεφάλι στον ώμο του και κοιμόταν, σκέφτηκε την επικείμενη χαρά του γάμου του Βενέδικτου κι ευχαρίστησε τους Θεούς, που χάριζαν τόση ευτυχία σε εκείνον και στην οικογένειά του, με την ευχαριστήρια προσευχή που του είχε μάθει η εκλιπούσα μητέρα του.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Μια εβδομάδα είχε περάσει από την επιστροφή της Υβέτ και του Άζριελ στο Σαντόρουμ, μαζί με τον μικρό Δάντη. Αυτή τη φορά έμεναν στο κάστρο του θείου της, του Άρχοντα Ντάνιελ Γουέλερ, διότι ήταν καλύτερα από τον γεμάτο υγρασία Πύργο του πατέρα του Άζριελ, αλλά και επειδή ο θείος και τα ξαδέλφια της θα βοηθούσαν στην οργάνωση της βάφτισης του γιου της.

Ένα πρωινό, ενώ είχε μόλις ξεκινήσει το τάισμα του Δάντη και το στήθος της πονούσε αφόρητα, γιατί ο μικρός το πίεζε και το τραβούσε με το χέρι του όσο τρέφονταν, κατέφθασε ένα τρομερό νέο στο κάστρο, που διαδόθηκε αστραπιαία. Η γριά Φάρουα, η πιο σεβάσμια, φερέγγυα και σοφή σε όλη την πρωτεύουσα του           είχε αφήσει την τελευταία της πνοή ξαφνικά, από τη μια στιγμή στην άλλη.

Αυτό το δυστυχές περιστατικό ήταν αρκετό για να υπενθυμίσει στην Υβέτ την παράξενη τελευταία τους συζήτηση, πριν φύγει για τη Ρέισαν. Για λίγο, ξέχασε εντελώς τον πόνο από τον γιο της και επανέφερε στη μνήμη όσα πρόλαβε και της είπε η γερόντισσα.

"Μάθε ποια πραγματικά είσαι. Πήγαινε στο Έρθχορν. Βρες τη Ναρνίς τη Χάλκινη. Μάθε ποια πραγματικά είσαι. Δε σου έχουν πει την αλήθεια. Η μητέρα σου ήταν περισσότερα. Το αίμα σου είναι δυνατό."

Είχε αποφασίσει να θάψει τα λόγια αυτά βαθιά στη μνήμη της και να μη τα ανασκαλέψει ποτέ. Ωστόσο, τώρα, που έμαθε τον θάνατο της πηγής τους, ένιωσε χρέος της να ανακαλύψει τι σήμαιναν. Στη σκέψη και μόνο ότι η γερόντισσα πέθανε από αγωνία και καημό που δεν εισακούστηκε από εκείνη, η αγαθή καρδιά της γέμιζε τύψεις και πόνο. Δεν άργησε να καταλήξει· θα πήγαινε στο Έρθχορν και θα έβρισκε τη Ναρνίς τη Χάλκινη, όπως ακριβώς της είχε ζητηθεί.

Ένιωσε το τσίμπημα των νυχών του Δάντη στο ευαίσθητο δέρμα της και επανήλθε στην πραγματικότητα, μακριά από τις σκέψεις και τις επιθυμίες των νεκρών. Το αγόρι της φαινόταν να είχε αποκοιμηθεί στην αγκαλιά της. Τον εναπόθεσε στην κούνια του και καθώς έστρωνε το φόρεμά της σκέφτηκε ότι δεν μπορούσε να τον αφήσει μόνο. Το Έρθχορν θα ερχόταν αφού το παιδί της περπατούσε και μιλούσε κανονικά.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Δύο εβδομάδες είχαν απομείνει για τον γάμο της Φοίβης με τον Βενέδικτο. Όλος ο Οίκος βούιζε νυχθημερόν σαν μελίσσι, αφού οι ετοιμασίες κορυφώνονταν, με τους υπηρέτες να τρέχουν αλαφιασμένοι να προλάβουν τα πάντα. Κύριος συντονιστής ήταν οι δυο νύφες του Άρχοντα Ριχάρδου, η Άγκνες Ροσφόρ κι η Φίλιντα Όντορ, διότι ο πεθερός επέμενε ότι η οργάνωση απαιτούσε γυναικεία διαίσθηση. Ο Βενέδικτος παρέμενε κλειδωμένος στο δωμάτιό του υπό συνεχή επιτήρηση και στα υπόλοιπα αδέλφια είχε απαγορευτεί να ενοχλήσουν τα κορίτσια που εργάζονταν σκληρά. Η οικογένεια βρισκόταν σε πυρετώδεις ρυθμούς προετοιμασίας.

Η Φοίβη ήταν το κέντρο της προσοχής και της επιτήρησης συνεχώς, ωστόσο, όποτε έβρισκε έστω κι ελάχιστο ελεύθερο χρόνο, διάβαζε τα βιβλία που είχε φέρει από το Νησί του Ερημίτη. Όμως, τελείωναν κι είχε αφήσει πολλά ανέγγιχτα πίσω της. Χωρίς καν να το σκεφτεί, πήρε μια περγαμηνή κι ένα φτερό με μελάνι και συνέταξε ένα γράμμα προς την κυρία Μπρίτα.

Κυρία Μπρίτα,

Βρίσκομαι στο Γουίντεργουολ, κοντά στην οικογένεια της μητέρας μου. Σε λίγες ημέρες παντρεύομαι τον Βενέδικτο Άνταλον, τον δεύτερο γιο του Άρχοντα Ριχάρδου, και είστε όλοι σας ευπρόσδεκτοι.

Δε θέλω κανένα απολύτως δώρο για τον γάμο μου, παρά μόνο όλα τα βιβλία που υπάρχουν στη Βιβλιοθήκη μας και δεν έχω διαβάσει.

Υ.Γ. Μην παραλείψεις τα Απαγορευμένα, δεν είμαι παιδί πια.

Μόλις ασφάλισε το γράμμα κι ετοιμαζόταν να το παραδώσει σε κάποιον ιερωμένο, για να φύγει ο αετός για το Νησί του Ερημίτη, χτύπησαν την πόρτα της. Ήταν μια νεαρή υπηρέτρια.

"Κυρία, ελάτε στην κάμαρα της Αρχόντισσας Άγκνες. Η μοδίστρα έφερε το νυφικό σας και πρέπει να το δοκιμάσετε."

Η Φοίβη δώσε το γράμμα για αποστολή στην υπηρέτρια, τη διέταξε να το παραδώσει αμέσως κι έτρεξε σαν ζαρκάδι για το δωμάτιο της μέλλουσας συνυφάδας της.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

"Σας έχω πει να μη με διακόπτετε όταν εκπαιδεύομαι με τον Σερ Άλφεν," γκρίνιαξε η Αντέλ, χωρίς να γνωρίζει τι της επιφύλασσαν οι δαιμόνιες ξαδέλφες της. "Πόσο μάλλον τώρα, που με περιμένει υποψήφιος γαμπρός. Τόσο πολύ βιάζεται;"

"Για εκείνον δεν είμαι σίγουρη, μα εσύ βέβαια βιάζεσαι να τον δεις," αποκρίθηκε γελώντας πονηρά η Τζόσελυν, η τέταρτη κόρη του θείου της.

"Ανοησίες!" Αρνήθηκε κατηγορηματικά η Αντέλ. "Κανέναν δε βιάζομαι να δω. Το μόνο που θέλω είναι να γίνω δινή πολεμίστρια κι εσείς με εμποδίζετε!"

"Δες πρώτα τον γαμπρό κι ύστερα μας βρίζεις όσο θέλεις," είπε η Μέλισεντ καθώς την έσπρωχναν κι οι πέντε προς το δωμάτιο που βρισκόταν ο πατέρας τους μαζί με τον υποψήφιο. Άνοιξαν ελάχιστα την πόρτα και υπέδειξαν στην ανυποψίαστη ξαδέλφη τους ποιος την περίμενε εναγωνίως.

Μόλις η Αντέλ αντίκρυσε τη γυρισμένη πλάτη του Έινταν Λάντοβερ του Πέντοκρατ, ένιωσε την καρδιά της να σκιρτά και κάτι να χοροπηδά στην κοιλιά της.

"Πιστεύετε ότι αν με πλύνετε και με ντύσετε όλες μαζί θα προλάβουμε να είμαστε έτοιμες σε δέκα λεπτά;" Αναρωτήθηκε η κοκκινομάλλα κι οι ξαδέλφες της μέταλ βίας κράτησαν τα γέλια τους καθώς έτρεχαν να την προλάβουν, καθώς έσπευσε στο δωμάτιό της για να γίνει όσο το δυνατόν ομορφότερη για τον άνδρα που είχε ερωτευτεί.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Αυτό ήταν το 21ο κεφάλαιο της ιστορίας των Έξι Αδελφών, που γίνεται όλο και πιο συνθέτη...

Περιμένω τα σχόλια σας!!!

Στο επόμενο μας περιμένει μια πολύ μεγάλη αποκάλυψη, μαζί με επανεμφανίσεις χαρακτήρων που εντυπωσίασαν και δεν τους χορταίνουμε...

Μέχρι το επόμενο κεφάλαιο, που δε θα αργήσει καθόλου, να είστε όλοι καλά και μα προσέχετε τους εαυτούς σας!!!

Continue Reading

You'll Also Like

35.1K 1.8K 14
~Sex don't sleep when the lights are off~ Και να μαι πάλι εδώ, εδω όπου ολα ξεκίνησαν. Αραγε τι θα γίνει; Θα καταφέρω να ολοκληρώσω αυτό για το οπο...
7.4K 678 22
^^Μια δυνατή αγάπη ξεκινάει για την Y/n. Αποκτάει αληθινά συναισθήματα για τον jungkook. Τι θα τους εμποδίσει όμως για να είναι μαζί??^^ •start:13.7...
7K 1.1K 38
Τα Φαντάσματα δεν είναι πλέον ένας απλός μύθος, όπως και το ξίφος που λέγεται Μαύρο Ρόδο. Και όταν η Χλόη θα βρεθεί αντιμέτωπη με την ομώνυμη οργάνωσ...
129K 14.7K 63
Τ "μέχρι το τέλος της χρονιάς θα το έχω κάνει, και αποδείξεις θα έχετε!" πήρα την πορτοκαλάδα μου και σηκώθηκα από το τραπέζι. ᴊᴋ "δεν πρόκειται να...