«Νιώθω απαίσια για τον τοίχο, προσφέρθηκα να το φτιάξω αλλά ο Κεν αρνείται να με αφήσει.» λέω στον Λίαμ καθώς χτενίζω τα βρεγμένα μου μαλλιά. Το μπάνιο που μόλις έκανα δεν με βοήθησε να χαλαρώσω όπως ήλπιζα. Τίποτα δεν φαίνεται να ηρεμεί τον συνεχή πόνο μέσα μου. Φαίνεται αιώνιος.
«Μην σε ανησυχεί αυτό. Έχεις πολλά στο μυαλό σου.» ο Λίαμ κατσουφιάζει και τρίβει απαλά την πλάτη μου.
«Δεν μπορώ να καταλάβω πως έγινε έτσι η ζωή μου, πως έφτασα σε αυτό το σημείο. Πριν τρεις μήνες είχα τα πάντα σχεδιασμένα, όλα έβγαζαν νόημα. Είχα τον Νόα, που ποτέ δεν θα έκανε κάτι τέτοιο, είχα καλές σχέσεις με την μητέρα μου και ήξερα πως θα ήταν η ζωή μου και τώρα δεν έχω τίποτα. Κυριολεκτικά, τίποτα. Δεν ξέρω καν αν θα πηγαίνω στην Vance πλέον γιατί ο Χάρρυ είτε θα έρθει εκεί ή θα πείσει τον κ. Vance να με απολύσει απλά επειδή μπορεί.» τουλάχιστον τα δάκρυα μου έχουν σταματήσει.
«Κατέστρεψε τα πάντα, πραγματικά. Δεν είχε τίποτα να χάσει ενώ εγώ είχα, τον άφησα να μου πάρει τα πάντα. Η ζωή μου πριν από αυτόν ήταν τόσο απλή και σχεδιασμένη, τώρα μετά από αυτόν...είναι απλά...μετά.»
«Δεν μπορείς να παρατήσεις την πρακτική σου, σου έχει πάρει ήδη αρκετά. Μην τον αφήσεις να σου πάρει και αυτό, σε παρακαλώ.» με συμβουλεύει.
«Το καλό σε αυτήν την "μετά" ζωή χωρίς αυτόν είναι ότι μπορείς να την κάνεις ότι θέλεις, να ξαναρχίσεις από την αρχή.» προσπαθεί να με ενθαρρύνει.
«Απλά σε παρακαλώ να με ακούσεις σχετικά με την πρακτική.» με παρακαλάει.Ξέρω ότι έχει δίκιο αλλά δεν είναι τόσο απλό. Όλη η ζωή μου είναι συνδεδεμένη με τον Χάρρυ τώρα, ακόμα και η μπογιά του καταραμένου αυτοκινήτου μου. Με κάποιον τρόπο έγινε η αλυσίδα που ένωνε όλη μου την ζωή και χωρίς αυτόν έχω απλά μείνει με τον χαμό που ήταν η ζωή μου κάποτε.
«Θα σε αφήσω να ξεκουραστείς.» ο Λίαμ λέει και μου δίνει μια αγκαλιά πριν απομακρυνθεί.
«Πιστεύεις ότι θα σταματήσει ποτέ;» ρωτάω και γυρνάει να με κοιτάξει.
«Ποιο πράγμα;»
«Ο πόνος;» η φωνή μου σχεδόν ψιθυριστή.
«Δεν ξέρω... θέλω να ελπίζω πως ναι.» λέει και μου δίνει το πιο παρηγορητικό χαμόγελο.Ξέρω ότι μπορεί να σταματήσει ή μπορεί και όχι, αν όχι, ξέρω ότι δεν θα επιβιώσω.......Ξαπλώνω στο κρεβάτι και κοιτάω το ταβάνι μέχρι το ξυπνητήρι μου να χτυπήσει στις πέντε. Πρέπει να φύγω μια ώρα νωρίτερα για να μπορέσω να αγοράσω ρούχα και μέικ-απ. Επίσης πρέπει να βρω ένα μέρος να βουρτσίσω τα δόντια μου, αυτό θα έχει πλάκα. Δεν έχω ιδέα πώς να πάρω τα πράγματα μου από το... διαμέρισμα του Χάρρυ. Σκέφτομαι ότι θα ήταν ευκολότερο να αφήσω τα πάντα εκεί και να αγοράσω καινούργια ώστε να μην χρειαστεί να τον αντικρίσω.Αναγκάζω τον εαυτό μου να σηκωθεί από το κρεβάτι και να πάει στο αυτοκίνητο, αφήνοντας ένα σημείωμα στον Κεν και στην Κάρεν ζητώντας ξανά συγνώμη για την τρύπα που έκανε ο Χάρρυ στον τοίχο τους.
Τρομάζω με την αντανάκλαση μου και την σπάνια όψη μου, τα μάτια μου ακόμα κατακόκκινα και περιτριγυρισμένα από μαύρες σακούλες. Θα χρειαστώ περισσότερο μέικ-απ από όσο φανταζόμουν. Πηγαίνω στο Walmart, το μόνο ανοιχτό μαγαζί εδώ κοντά τέτοια ώρα και αγοράζω όσα χρειάζομαι. Δεν έχω την δύναμη ούτε την ενέργεια να βελτιώσω την εμφάνιση μου περισσότερο αυτή τη στιγμή.Όταν φτάνω στην Vance, η Κίμπερλυ ξαφνιάζετε μόλις με βλέπει. Προσπαθώ να της δώσω ένα ψεύτικο χαμόγελο αλλά σηκώνεται γρήγορα από το γραφείο της.
«Είσαι καλά;» ρωτάει με αγωνία.
«Φαίνομαι τόσο άσχημα;» της λέω αδύναμα.
«Όχι... φυσικά και όχι. Απλά φαίνεσαι... εξαντλημένη.» λέει ψέματα. Ξέρω ότι δείχνω χάλια.
«Είμαι εξαντλημένη.» της λέω. Δεν έχω αποφασίσει αν θα της πω την αλήθεια. Ειλικρινά, ντρέπομαι υπερβολικά πολύ να της το πω.
«Τσακωθήκατε με τον Χάρρυ;» ρωτάει και γνέφω.
«Πες μου αν θες να μιλήσεις, αλλιώς θα το αφήσω έτσι.» χαμογελάει. Είμαι ευγνώμων που δεν με πίεσε να μιλήσω για αυτό τώρα. Προσπερνάω το μπουφέ παίρνοντας μόνο έναν καφέ, δεν έχω όρεξη να φάω. Νόμιζα ότι δεν θα μπορούσα να συγκεντρωθώ στο χειρόγραφο αυτής της εβδομάδας αλλά μόλις οι σκέψεις του Χάρρυ εξαφανίζονται, εστιάζω όλη μου την προσοχή σε αυτό. Δεν είναι ενδιαφέρον ούτε καλογραμμένο οπότε με κρατά απασχολημένη καθ'όλη την διάρκεια του γεύματος μου μέχρι που κάποιος χτυπάει την πόρτα. Η καρδιά μου γίνεται ένα με το πάτωμα και κρατάω την αναπνοή μου όταν τους λέω να περάσουν μέσα. Έχω κρατήσει το κινητό μου κλειστό για να αποφύγω τυχόν προσπάθειες του Χάρρυ να μου μιλήσει.Ανακουφίζομαι όταν βλέπω τον κ.Vance στην πόρτα.
«Καλησπέρα Τέσσα.» χαμογελάει.
«Καλησπέρα.» απαντάω.
«Ήθελα να σου μιλήσω για λίγο και να σου πω πόσο εντυπωσιασμένος είμαι με την δουλειά σου ως τώρα. Κάνεις καλύτερη και πιο λεπτομερή δουλειά από τους περισσότερους κανονικούς εργαζομένους.» με κολακεύει.
«Ευχαριστώ, αυτό σημαίνει πολλά για μένα.» του λέω.
«Τώρα που το έφερε η κουβέντα, θα ήθελα να σε καλέσω σε ένα συνέδριο στο Σιάτλ αυτό το σαββατοκύριακο. Μπορεί να είναι λίγο βαρετό, θα συζητήσουμε για την ψηφιακή έκδοση βιβλίων αλλά θα μπορούσες να γνωρίσεις πολλούς ανθρώπους εκεί και να κάνεις μερικές διασυνδέσεις. Ανοίγω ένα καινούργιο υποκατάστημα στο Σιάτλ σε λίγους μήνες και χρειάζομαι μερικές διασυνδέσεις και για μένα.» γελάει.
«Λοιπόν τι λες; Όλα τα έξοδα θα είναι πληρωμένα και θα φύγουμε Παρασκευή απόγευμα, ο Χάρρυ είναι περισσότερο από ευπρόσδεκτος φυσικά. Όχι στο συνέδριο αλλά στο Σιατλ.» εξηγεί με ένα πονηρό χαμόγελο. Που να'ξερε όσα συμβαίνουν μεταξύ μας.
«Φυσικά και θα ήθελα να έρθω, εκτιμώ πολύ την πρόσκληση σας.» του λέω. Επιτέλους κάτι καλό μου συμβαίνει.
«Ωραία, χαίρομαι που θα έρθεις. Θα πω στην Κίμπερλυ να σου πει τις λεπτομέρειες.» λέει και χαμογελάει. Η ιδέα του Σιάτλ απαλύνει τον πόνο στο στήθος μου ελάχιστα, θα είμαι πιο μακριά από τον Χάρρυ. Από την άλλη, το Σιάτλ μου θυμίζει ακόμη περισσότερο τον Χάρρυ όταν ήθελε να με πάει εκεί. Αλήθεια έχει καταστρέψει κάθε πλευρά της ζωής μου. Νιώθω το δωμάτιο να μικραίνει, ο αέρας να ελαττώνεται.
«Είσαι καλά;» ο κ.Vance με ρωτάει, συνοφρυώνοντας τα φρύδια του ως δείγμα ανησυχίας.
«Αμ... ναι απλά... δεν έχω φάει τίποτα όλη μέρα και δεν κοιμήθηκα πολύ το βράδυ.» του λέω.
«Πήγαινε σπίτι τότε, μπορείς να τελειώσεις την δουλειά στο σπίτι.» μου λέει.
«Όχι εντάξει, μπορώ να μείνω.» του λέω. Δεν θέλω να νομίζει ότι τον εκμεταλλεύομαι.
«Όχι, πήγαινε σπίτι. Θα τα καταφέρουμε και χωρίς εσένα.» με σιγουρεύει και συμφωνώ.Μαζεύω τα πράγματα μου για να φύγω μόλις ο κ.Vance βγαίνει από το γραφείο μου. Όταν βγαίνω η Κίμπερλυ με φωνάζει.
«Πας στο σπίτι;» ρωτάει και γνέφω.«Ναι, χρειάζομαι λίγο ύπνο.» της λέω ξέροντας ότι αυτό δεν πρόκειται να γίνει.
«Ο Χάρρυ δεν έχει καλή διάθεση οπότε πρόσεχε.» λέει με ένα στραβό χαμόγελο.
«Πως το ξέρεις.»
«Γιατί μόλις με έβρισε επειδή δεν σου τον έδωσα.» χαμογελάει.
«Τηλεφώνησε;» ο πόνος επιστρέφει.
«Ναι, μόνο περίπου δέκα φορές. Πίστευα ότι αν ήθελες να του μιλήσεις θα είχες ανοιχτό το κινητό σου.»
«Ευχαριστώ.» της λέω. Χαίρομαι που είναι τόσο παρατηρητική, ο εύθραυστος τοίχος που έχω χτίσει τις τελευταίες ώρες θα κατέρρεε αμέσως αν άκουγα την φωνή του Χάρρυ στο τηλέφωνο.Καταφέρνω να φτάσω στο αυτοκίνητο μου πριν καταρρεύσω για άλλη μια φορά. Ο πόνος φαίνεται μόνο να μεγαλώνει όταν δεν υπάρχει κάτι να μου αποσπά την προσοχή, όταν μένω μόνη με τις σκέψεις και τις αναμνήσεις μου. Αφού συνέλθω αρκετά για να μπορέσω να οδηγήσω, κάνω αυτό που φοβόμουν να κάνω. Να πάρω την μητέρα μου.
«Ναι;» απαντάει στον πρώτο χτύπο.
«Μαμά;» λέω κλαίγοντας.
«Τι έκανε;» ρωτάει. Αυτή είναι η αντίδραση όλων, τόσο εύκολο συμπέρασμα.
«Εγώ... αυτός...» δεν μπορώ να σχηματίσω ολόκληρη πρόταση.
«Μπορώ να έρθω σπίτι, μόνο για σήμερα;» την ρωτάω.
«Φυσικά Τέσσα. Θα σε δω σε δυο ώρες.» λέει και το κλείνει. Καλύτερο από όσο νόμιζα αλλά όχι όσο θερμό ήλπιζα. Ο μικρός φάκελος εμφανίζεται στην οθόνη μου και το τηλέφωνο μου δονείτε ασταμάτητα μέχρι τελικά να διαβάσω ένα από τα μηνύματα.
*Πάρε με Τέσσα, δεν πρόκειται να σταματήσω μέχρι να μου τηλεφωνήσεις.* λέει. Απενεργοποιώ το κινητό μου πριν κάνω καμία βλακεία, όπως το να διαβάσω κι άλλο μήνυμα του Χάρρυ.