10 Days

By Pastel-Lucifer

3.4K 373 540

Το τέλος έρχεται. Κάθε ελπίδα έχει χαθεί,εκτός από μια μικρή φλόγα. Ο θάνατος είναι πολύ κοντά. Τι γίνεται... More

⚠️Worning⚠️
Χρήσιμα τηλέφωνα
🎵Playlist🎧🎤
0 Μέρα
1 Μέρα
2 Μέρα
3 Μέρα
4 Μέρα
6 Μέρα
7 Μέρα
8 Μέρα
9 Μέρα
10 Μέρα

5 Μέρα

148 21 33
By Pastel-Lucifer

-Παρασκευή 9:56-

Ξυπνάω με έναν αφοριτο πόνο στο κεφάλι. Ξαυνικά θυμάμαι τι έγινε εχθές. Συκονομαι από το κρεβάτι απότομα στραβοπατοντας με αποτέλεσμα παραλίγο να πέσω από την ζαλάδα και πιανομαι από κάτι προχορωντας αργά προς την πόρτα. Προσπαθώ να την ανοίξω όμως καταλαβενω ότι είναι κλειδωμένη. "Τι; Όχι όχι δεν μπορεί!" φωνάζω πανικόβλητος. "ΘΕΊΕ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΏ ΆΦΙΣΕ ΜΕ ΝΑ ΒΓΩ ΈΞΩ!" Ουρλιάζω και κάνω μερικά βήματα πίσω. Αυτό δεν θα οδηγήσει σε καλό, ποτέ δεν το κάνει. Πρέπει να βγω από εδώ μέσα!

Η βροχή χτυπάει με μανία το παράθυρο μου. Το σενάριο να αποδρασω ξανά από παράθυρο δεν υπάρχει καν, δεν ξέρω καν πως ζω ακόμα μετά από αυτή την πτώση την Τετάρτη. Θα έπρεπε τουλάχιστον να σπάσω ένα κόκαλο. Ο αέρας διναμονει κάνοντας τις κολώνες ρεύματος να τρίζουν. Κάθομαι στο κρεβάτι και αφουγκραζομαι τους ήχους γύρω μου προσπαθώντας να ηρεμισω. Όμως δεν μπορώ έτσι ξανά ορμαω στην πόρτα ουλιαζιντας.

<<Είμαι παγιδευμένος εδώ... >>

Την κοπαναω ενώ είμαι πεσμένος πάνω στην πόρτα. Δεν με ενδιαφέρει που πονάει το σώμα μου! Δεν με νοιάζει τίποτα έχω χάσει την ψυχραιμία μου. "Βοήθεια! Κάποιος να με βοηθήσει! Έχω παγιδευτεί!" φωνάζω παρόλο που ξέρω ότι είναι ανοφελο. Κάνεις δεν θα με ακούσει...

Τότε θυμάμαι ότι μου είχε δώσει ένα κινητό. Αρχίζω να το ψάχνω απεγνωσμένα, το βρίσκω και βλέπω ότι είναι σχεδόν 10. <<Οχ άρα αυτό σημαίνει ότι ο Phil θα έχει ανισιχησει.>> Βλέπω ότι μου έχει αφήσει 6 μηνύματα, κακό σημάδι.

Philly 💓:

[Χεϊ υναρα ώρα να ξυπνήσεις ❤️.]

Philly 💓:

[Keldy; Είναι 8:55 δεν θα έρθεις; Δεν σε συνάντησα στον δρόμο. Πότε θα έρθεις αγάπη μου;"

Philly 💓:

[Keld είσαι καλά; Είναι 9 ακριβώς μόλις χτύπησε.]

Philly 💓:

[Οκ δεν ήρθες πες μου τον λόγο τουλάχιστον για να μην ανησυχώ.]

Philly 💓:

[... Τι έχεις πάθει και δεν απαντάς!]

Philly 💓:

[ΣΟΥ ΈΚΑΝΕ ΤΊΠΟΤΑ ΑΥΤΌΣ Ο ΜΑΛΆΚΑΣ!? ΈΤΣΙ ΚΑΙ ΑΠΛΟΣΕ ΤΑ ΒΡΟΜΟΧΕΡΑ ΤΟΥ ΠΆΝΩ ΣΟΥ ΣΤΟ ΟΡΚΊΖΟΜΑΙ ΌΤΙ ΘΑ ΤΟΝ ΣΚΌΤΩΣΩ! Ερχομαι... Σε παρακαλώ μα τον Θεό πες μου πως είσαι καλά γιατί έχω τρελαθεί από την ανισιχια μου.]

<<πρέπει να επικοινωνήσω με τον Phil.>> Σκέφτομαι και αυτόματα πατάω το εικονίδιο οστε να κάνω κλίση όμως μου λέει κάτι ότι δεν έχω κάρτα ή κάτι τέτοιο. <<Γιατί δεν δουλεύει το κολοπραγμα!>> Σκέφτομαι και τα χέρια μου τρέμουν κάνοντας πιο δύσκολο να κρατήσω αυτό το άχρηστο κουτί. Θα έπρεπε να μπορώ να καλέσω! Αφού έχω τον αριθμό του Phil γιατί μου λέει ότι δεν μπορώ; και ποια ακριβώς είναι αυτή η κυρία που μιλούσε;

Χάνω το μυαλό μου κάθε λεπτό που είμαι εδώ μέσα. Πετάω το κινητό στο κρεβάτι και αρχίζω να βαράω την πόρτα μπας και ανοίξει ή με ακούσει κανείς. Όμως τίποτα... Νοιώθω ότι πνηγομαι σε αυτό το δωμάτιο.

Οι ώρες περνάνε και κάθε δευτερόλεπτο είναι μακρύτερο από το άλλο. Άλλες φορές ήθελα να κλιδωθω εδώ όμως τώρα πνηγομαι. Η εξώπορτα τρίζει κάνοντας με για πρώτη φορά χαρούμενο που είναι εδώ. "Θείε! Άφισε με να βγω! Άνοιξε μου!" Φωνάζω χτιπιντας με της γροθιές μου την πόρτα. Μπορώ να ακούσω τα βήματα του έξω από την πόρτα όμως σταματάει. Δεν ακούγεται τίποτα όμως ξέρω ότι είναι εκεί, απλά στέκεται απ' έξω.

[***]

<<Γιατί ρε γαμοτο δεν έχει έρθει;>> Σκέφτηκε ο Phil κοιτώντας επίμονα έξω από το παράθυρο. Δεν συνηθίζε να αργεί τόσο πολύ ο Keld, έχει περάσει η μισή μέρα και ούτε στα μηνύματα δεν απαντάει. Το μόνο σενάρια που μπορούσε να σκεφτεί είναι ότι κάτι του έχει κάνει ο θείος του. Βγάζει το κινητό του και ξεκινά να γράφει άλλο ένα μήνυμα.

"Phil δεν ξέρεις ότι τα κινητά απαγορεύονται μέσ' την τάξη;" Λέει η καθηγήτρια που δεν πρόσεξε πιο πριν. "Κυρία αφιστε τον δεν βλέπετε ότι μιλάει με τον γκομενακο του;" Λέει ο Dan με κοροϊδευτική φωνή κάνοντας όλοι την τάξη να γυρίσει να με κοιτάξει. "Αϊ στο διάολο Dan!" φώναξε χωρίς να το πολύ σκεφτεί ο Phil. Ήταν λογικό να μην καταλάβαιναν την κομικοτραγικοτιτα της κατάστασης. Για αυτό και κάναν αστεία. "Παιδιά σταματιστε δεν καταλαβενετε ότι μιλούσαν για κάτι πολύ σοβαρό; Μιλούσαν για το ποιος θα είναι από 'πάνω και ποιος από κάτω." Λέει η Έμμα με την ψοναριστικη φωνή της. Ο Phil δεν έμαθε ποτέ τον λόγο που ήταν τόσο κακία με όλους. "Φυσικά θα είναι ο Phil από πάνω! Δεν νομίζω το φρικιό να μπορέσει να γαμησει ποτέ." Λέει ο Chris και η παρέα του γελάει. Το αγόρι με τα πράσινα μάτια είχε γίνει κόκκινο από την οργή του. Τότε ευτιχως η κυρία Σκοπελιτη τους απειλεί ότι θα τους βάλει οριεα αποβολή αν δεν ηρεμισουν. "Αυτό θα το πάρεις στο τέλος του σχολείου." Λέει και για ένα δευτερόλεπτο το βλέμμα της έπεσε στο όνομα. 'Keld' <<που άραγε να είναι;>> Σκέφτηκε όμως έπρεπε να επιστρέψει στο μάθημα. <<που είναι ο Keld;>> Το μόνο που μπορούν να σκεφτούν η Rose και ο Phil.

[...]

Η μέρα φανταζε ατελείωτη όμως να που ήρθε στο τέλος της. Όμως αυτή ήταν μόνο η σχολική τώρα όμως ήρθε η ώρα για σοβαρότερα προβλήματα από βαθμούς. Όλοι φεύγουν όμως ένα άτομο παραμένει πίσω. Ο Phil δεν περιμένει μόνο το κινητό του. Νοιώθει κάπως εξουθενομενος "τι να κάνω;" Λέει κοιτώντας τον ουρανό για κάποια θια φώτιση.

"Phil έλα λίγο εδώ; "
" Ναι κυρία Rose;"
"να μην σε ξανά πιάσω με το κινητό." Λέει δίνοντας το κινητό πίσω στον Phil όμως πάνω που είναι έτοιμη να φύγει ρωτάει. "ξέρεις που είναι ο Keld ;"
"Όχι" απαντάει με την απογοήτευση να του στέκεται σαν φαρμακι στον λαιμό. Θα μπορούσε να είναι ακόμα και νεκρός αυτή την στιγμή.

Στιν δρόμο για το σπίτι του το μάτι του νεαρού αγοριού συναντάει τον θείο του Keld, ο οποίος με πλισιαζει. "οπ Phil τι κάνεις;" Λέει με ένα φιλικό ύφος και μόνο που τον ακούει θέλει να του ορμισει και να τον πλακώσει στο ξύλο. Να του κάνει το δέρμα στα ίδια χάλια με του Keld ή και χειρότερη κατάσταση από του Keld. "Μια χαρά είμαι, τώρα πήγαινα στο σπίτι." όμως εκείνη την στιγμή το λεωφορείο ξανά ξεκινάει. Έχασε την στάση όμως μπορεί να μην ήταν καν σημαντικό να κατέβει. <<τελικά δεν χάθηκαν όλα>> Σκέφτηκε και πήρε την απόφαση να μείνει. Φοβάται όμως έφτασε τόσο κοντά. "ξέρετε γιατί δεν ήρθε ο Keld; " Λέει με τα μάτια του να πετάνε σπιθες κρατώντας όμως απόσταση. Κανονικα θα έτρεχε μακριά όμως έπρεπε να μάθω τι έχει γίνει. Όλα ήταν πολλά για αυτόν. Καθώς ο ήλιος δυει τόσο και ο φόβος μεγαλώνει. Το μικρό αγόρι είχε βγει κατά πολύ από την ζώνη ασφάλειας του.

Και να που τώρα περπατάει στους δρόμους της Leon Park. Το πότε ήταν στο λεωφορείο και το πότε ξεκίνησε να περπατάει με τον Liu σε μια από τις πιο επικίνδυνες γειτονιές. Όμως εκείνη την στιγμή δεν σκεφτόταν τι θα απογινει. Μια φωνή του έλεγε να τρέξει να φύγει μακριά. Όμως το μικρό αγόρι συνέχισε χωρίς να ξέρει που ακριβώς πήγαινε. <<Είναι σκέτη αυτοκτονία όλο αυτό.>> από την αρχή ήταν σκέτη τρελά.

"για πες μου τι ξέρεις ακριβώς;" Λέει ξαφνικά σταματοντας. "τι εννοείτε; ξέρω ιστορία, μαθήματα..." Λέει ο Phil με ένα κάπως αφελής τόνο. "σου μιαζω για ηλιθιος!" φωνάζει νευριαμενος αρπαζιντας από τον λαιμό του αγοριού. "για τον Keld μιλάω." Λέει μέσα από τα δόντια του. "δεν ξέρω τίποτα!" φωνάζει μέσα στον πανικό του. "δεν καταλαβαίνω γιατί πράγμα μιλάτε. Αφήστε με να φύγω!" ουρλιάζει όμως κάνεις δεν ακούει. Ο Liu τον έχει παρασύρει σε ένα στενό.

Χωρίς να δώσει τον απαραίτητο χρόνο να σκεφτεί ποια θα είναι επόμενη κίνηση του μια δυνατή μπουνιά προσγιονεται στο πρόσωπο του αθωου αγοριού. <<Γιατί το κάνει αυτό;>> Σκέφτηκε το αγόρι την ώρα που ήταν στο βρώμικο πατομα. Μια γάτα τότε βγαίνει από τον κάδο αποσπώντας την προσοχή του αγοριού.

Η επαναφορά στην πραγματικότητα ήταν σκληρή και απότομη, όπως το πάτημα του χεριού. Αργά ο μεγαλύτερος άντρας ασκούσε πίεση βλέποντας το μικρό αγόρι να υποφέρει ακριβώς όπως ο Keld. Προσπαθεί να τσιριξει όμως ο Liu κρατάει το στόμα. "Άκου εδώ! Δεν ξέρω τι ακριβώς ξέρεις ή σου είπε αυτό το μπάσταρδο όμως είναι οκ δεν θα αρνήθω είναι αλήθεια και θα του κάνω και χειρότερα." Λέει με ηρεμω τόνο κοιτώντας κάτι αόριστο. "Όμως δεν θα μιλήσεις σε κανένα γιατί αν το κάνεις την επόμενη φορά που θα μιλήσεις σε κάποιον θα είναι στον προπαπου σου." συνεχίζει τον μονόλογο του. Τότε συκονεται και αρχίζει να προχωράει φεύγοντας από το στενακι. "Ούτε στον Keld θα πεις ότι μιλήσαμε. Κατάλαβες;" Λέει με ψυχοτικο τόνο στην φωνή του. Με γουρλωμενα τα μάτια του και με ατσαλη αναπνοή το αθώο αγόρι δεν είχε δύναμη να συκοθει. Πρέπει να είχε στραμπουλιξει κάτι. Όμως περισοτερο από όλα στα αλήθεια φοβάται, θα πρέπει να μείνει γενεος, έτσι έλεγε κάθε μέρα στον εαυτό του. <<για να βοηθήσω όσο μπορώ τον Keld.>> Τελικά απλά γνέφει καταφατικά. "Καλό αγόρι..." Λέει ο Liu αφήνοντας τον στο πάτωμα. Ακόμα να αναπνεύσει κανονικά, το μόνο πράγμα που κατάφερε να αρθρώσει ήταν "Πες μου τουλάχιστον αν είναι καλά... "

"Μια χαρά είναι... Προς το παρόν." Λέει και φεύγει. Τότε σταματάει ξανά. "Ααα πριν το ξεχάσω... Μην έρθεις θέλω να του μιλήσω ιδιερερως." Λέει και βάζει ένα τσιγάρο στο στόμα του. Ήθελε να αρχίσει να τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορούσε, μακριά να πάει σπίτι.

Κάνεις δεν θα πιστεύε με τι τέρας έχει μπλέξει. Και ο Phil και ο Keld. Η ώρα είχε περάσει μέχρι να πάρει την απόφαση να συκοθει από το υγρό έδαφος από την βροχή. Ήταν η δεύτερη φορά που θα έβρεχε σήμερα. Αργά σταγόνες αρχιζαν να πέφτουν καθώς το αγόρι σακατεμένο αρχίζει το ταξίδι για το σπίτι του.

<<Δεν πρέπει να πω τίποτα... >> οι μύες του Phil δεν αντέχαν <<...δεν μπορώ όσο και να το θέλω...>> η ανάσα του είχε κοπεί <<...όσο και να έχω την ανάγκη...>> δάκρυα κολουσαν από τα μάτια του. <<να με βοηθήσει δεν μπορώ!>> δεν ήξερε τι ώρα ήταν, δεν ήξερε που πήγαινε δεν ήξερε τι να κάνει. Σταμάτησε για μια στιγμή και κοίταξε τον σκοτεινό μοβ ουρανό γεμάτο σύννεφα. Το μουντο πορτοκαλί αναμιγνιοταν με το σκοτεινό μοβ σε απόλυτη ισορροπία. <<Αν τολμήσω να κάνω κάτι και εγώ και ο Keld θα είμαστε νεκροί...>> Σκέφτηκε το αγόρι πριν συνεχίσει τον δρόμο του.

[***]

"Σε υκετεβω άνοιξε μου..." Λέω αδιναμα και πευτω κάτω στο πάτωμα. Έχει ώρες που παρακαλαω "Θέλω να βγω..." Δίνω μια αδιναμη γροθιά στην πόρτα και ξαπλώνω στο πατομα.
Ο λαιμός μου έχει ξεραθει. Αυτό ήταν, ήρθε το τέλος μου... Ήθελα να πεθάνω όμως... Όχι έτσι. Ήθελα να να αποχερετισω τον Phil και να πω στην κυρία Helen ότι δεν θα μπορέσω να την βοηθήσω με το πάρτι της εγκονης της. <<Οστε αυτή είναι η εσθιση να αργοπεθαίνεις ε;>> σκέφτομαι ενώ ζαλιζομαι, δεν έχω ενέργεια. Πονάει να καταπιω. Νομίζω ότι το ταβάνι ξαυνικά αρχίζει να γεμίζει με μαύρες κηλίδες. Προσπαθώ να συγκεντροθω.

Ενώ είμαι έτοιμος να κλείσω τα μάτια μου και να παραδώσω στον θάνατο η πόρτα ξεκλειδώνει. Μέσα από το μικρό άνοιγμα βλέπω ένα χέρι να μου αφινει ένα ποτήρι νερό. Σέρνομαι μέχρι εκεί, και κρατώντας το σαν να είναι ότι πιο πολιτιμο υπάρχει. Ακουμπαω τα ξερά χείλη μου στο γιαλυ νοιωθοντας τόσο ευγνώμων που θα πιω λίγο νερό. Πίνοντας νοιωθω την αναζωογόνηση σε όλα μου τα όργανα, όμως θέλω κι άλλο.

Βγαίνω από το δωμάτιο μου και μένω ακινήτος με αυτό που συναντάω ακριβώς μπροστά μου. Έχω αρχίσει να φοβάμαι περισσότερο από ποτέ άλλοτε στην ζωή μου. Τα χέρια μου τρέμουν ανεξέλεγκτα που τώρα δεν μπορώ να τα ελέγξω καθόλου και ξαυνικά το βάρος μου, μου φενεται παρά πολύ που δεν μπορώ να στερεοποιηθώ στα πόδια μου. Με κοιτάει αυστηρά και ενώ τον κοιτάω στα μάτια. <<ποιος είναι αυτός ο άντρας;>> Σκέφτομαι, φένεται γνωστός σαν να τον έχω ξαναδεί. Μου δίνει μια σφαλιάρα όμως δεν πευτω κάτω. Δεν είναι ο θείος μου, όμως ποιος είναι; "Αυτό που έκανες θα έχει συνέπειες βρώμα!" Λέει και με αρπάζει από το μαλλί σερνοντας με βιεα μέχρι το μπάνιο. "ξέρεις όμως τι είναι μεγαλύτερη βρώμα από εσένα;" Λέει κοιτώντας την τουαλέτα. "Τ-τι κάνεις; Οτιδήποτε εκτός από αυτό!" Λέω ενώ με έχει γονατίσει μπροστά από την λεκάνη και σμπροχνει το κεφάλι μου οστε να μπεί μέσα. Δεν προλαβαίνω να κλείσω το στόμα μου, καταφέρνει να ελενξει το κεφάλι μου με ε αποτέλεσμα να πιω νερό. Κάτι λέει όμως δεν μπορώ να ακούσω καθαρά. Όταν με βγάζει μπορώ να ακούσω καθαρά τα λόγια του. "Δεν θα χαλάσουν τα σχέδια μου χάρις ένα μπάσταρδο που αποφάσισε να πει τα μυστικά του στον γκομενο του!" φωνάζει όμως δεν δίνω σημασία. Το μόνο που αναρωτιέμαι είναι ποιος είναι. Γιατί μου το κάνει αυτό; "ΜΕ ΑΚΟΎΣ; ΠΡΌΣΦΑΤΑ Η ΑΣΤΥΝΟΜΊΑ ΈΠΑΨΕ ΝΑ ΜΟΥ ΕΊΝΑΙ ΚΟΛΙΤΣΙΔΑ! ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΑΦΉΣΩ ΝΑ ΤΑ ΓΑΜΗΣΕΙΣ ΌΛΑ!" Λέει και με ξανά βουτάει μέσα. "Συγγνώμη!" Ουρλιάζω κάθε φορά που παίρνω ανάσα. Δεν ξέρω γιατί πράγμα μιλάει απλά εύχομαι να σταματήσει.

"Να είσαι συγουρος ότι θα υπάρξουν και πολύ χειρότερα." Λέει και με ρίχνει στο καπάκι της λεκάνης. Μόλις φεύγει πιάνω μέτωπο μου που έχει ματώσει. Ζαλισμένος προσπαθώ να συκοθω να φρόντισω την πληγή. Ρίχνω λίγο νερό και βλέπω στον καθρέφτη το σκησιμο. Εντάξει δεν είναι και τόσο σοβαρό έχω χτυπήσει και πολύ χειρότερα. Ανοίγω το ντουλάπη και βγάζω το μπενταντιν και βαμβάκι.

Κοιτάω τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Αξιολιπιτος, απεσιος, ακόμα με βρεγμένα μαλλιά από το νερό της τουαλέτας. Τα μάτια μου πρισμενα και αψυχα σαν να έχω πεθάνει ήδη. Γιατί να είμαι ακόμα εδώ; αφού καθαρίσω την πληγή ψάχνω επιδεσμο για το κεφάλι. Αφού βρίσκω έναν τον βάζω να καλύψει την πληγή. Με ζιλοτεηπ προσπαθώ να στερεωσω τον επιδεσμο. Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω τίποτα από όλα αυτά που γίνανε. Βγαίνω από το δωμάτιο και πάω στην κουζίνα που διστιχως είναι κι αυτός... Ο Θείος μου

" Λοιπόν δεν θα φας Keld;" Λέει και σέρνει προς την μεριά μου ένα πιάτο φαΐ. Όταν πάω να το πάρω το ρίχνει στο πατομα. "Τώρα καθάρισε τα, δεν έχω άλλο και σήμερα θα έχουμε έχουμε έναν ξεχωριστό επισκέπτη." Λέει και πάει στο σαλόνι.

<<τουλάχιστον θα φάω...>>Αναγκάζομαι αφού δεν υπάρχει άλλη λύση να φάω από το πάτωμα. Κάνω ότι μπορώ και τρώω όσο μπορώ καθαρίζοντας το υπόλοιπο. Δεν σιχαίνομαι, το έχω ξανακάνει. Απλά μπορεί να πάθω καμία μόλυνση ξανά.

"Keld έλα εδώ." Λέει και πάω κατευθείαν στο σαλόνι από όπου τον άκουσα. "Τι θέλεις θεέ;" Λέω ενώ η καρδιά μου κοντεύει να σπάσει από τον φόβο. "Όπως σου είπα θα έχουμε έναν ξεχωριστό επισκέπτη." Λέει και διχνει στην πολυθρόνα έναν άντρα να κάθεται. Νοιώθω την καρδιά μου να σφίγγεται, είναι ο άντρας από πριν. Δεν μπορώ να πάρω ανάσα, φοβάμαι... Φοβάμαι πολύ. Ο τόπος βρωμάει αλκοόλ, τσιγάρο και... Μαριχουανα! Προσπαθώ να μην το αναπνέω. "Δεν θα συγκρίσεις;" Λέει και όμως εγώ αδυνατώ να συγκεντροθω. Μια σφαλιάρα προσγιονεται στο πρόσωπο μου κάνοντας με κάπως να συνέλθω. Με τρεμαμενα χέρια ξεκινάω να καθαρίζω τις βρομιες και τα απομεινάρια των ναρκωτικών. Θέλω εμετό να κάνω...

Ο ξένος εξακολουθεί να κάθεται και να με παρακολουθεί. Το βλέμμα του με φοβίζει... Κάθετε με τον Liu και κοιτάνε σαν αρπακτικα. Μετά από αρκετή ώρα έχω τελειώσει και φένεται πιο ανθρώπινο.

Βλέποντας τον χορό γύρω μου μου διμιουργιτε ένα περίεργο εσθιμα. Σαν να μην είμαι σπίτι μου, όμως ακόμα νοιώθω αλυσίδες να κρατάνε εδώ μέσα. Δεν ξέρω πόση ώρα έχει περάσει όμως έχουν εξαφανιστεί και οι δύο τους. Τότε το κινητό χτυπάει φέρνοντας με πίσω στην πραγματικότητα. Στην οθόνη βλέπω το όνομα του Phil. Όμως τώρα που το σκέφτομαι αυτό είναι αδύνατο. Ή δεν είναι ; αφού δεν του έδωσα τον αριθμό μου, δεν τον ξέρω καν. Ο ήχος του κινητού με βγάζει από τις σκέψεις μου.

Κοιτάω δεξιά και αριστερά για τον Liu. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και πατάω το πράσινο τηλεφωνακι. Είναι σαν να ακούω... <<σαν να μην συμβαίνει τίποτα. >>

"Έλα Phil." Λέω όσο πιο ψύχραιμα μπορώ. "Keldy είσαι καλά; Γιατί δεν ήρθες σήμερα;" Λέει με ανισιχο τόνο όμως διακρίνω στην φωνή του πόνο και ένα ελαφρύ λαχανιασμα. "Μια χαρά είμαι, απλά δεν ενοιωθα καλά το πρωί... Νομίζω την άρπαξα. Την Δευτέρα θα έρθω μάλλον." Λέω και κάθομαι στον καναπέ κοιτώντας συνέχεια γύρω μου. "Όλα καλά εκεί;" ρωτάει πίνοντας με απροετιμαστω. "Ναι..." Λέω κοιτοντας το κενό. Κάτι κακό θα συμβεί, το εσθανομαι. "Συγουρα;" ρωτάει καχιποπτα. "Ναι Philly στο υπόσχομαι είμαι μια χαρά." Λέω και από μέσα μου με βρίζω που του είπα ψέματα. Γιατί να αναγκάζομαι να λέω ψέμματα;

"Ηληθιε δεν του αξίζεις ούτε λίγο! Μην δίνεις υποσχέσεις που δεν ισχύουν." είναι σαν να ακούω μια φωνή στο κεφάλι μου. Έχει καιρό που μιλάει, ποτέ δεν λέει κάτι καλό

Με μισώ, είμαι ψεύτης! Γιατί πλιγωνω αθώα άτομα; "δεν αξίζει Phil..." Λέω ξεψιχισμενα ενώ ένα δάκρυ νοιώθω να κυλάει. "τι; δεν καταλαβαίνω Keld, τι δεν αξίζει;" Λέει όμως εγώ δεν έχω την δύναμη να μιλήσω. "Keldy... Μην τα βλέπεις έτσι τα πράγματα..." ξεκινάει να λέει όμως ξαφνικά σταματάει. "ένα πράγμα να ξέρεις Keld... Όλοι λέμε ψέματα όμως μερικοί αναγκαζονται. Και αυτό το κατανοώ..." Λέει και επικρατεί ισιχια. "Phil αυτό τι σχέση έχει-" πριν ολοκληρώσω την πρόταση μου με διακόπτει ξανά. "Είσαι πανέμορφος από μέσα και αυτό είναι που σε κάνει ξεχωριστό. Σ'αγαπω επειδή είσαι ξεχοριστος." Λέει με την απαλή φωνή του και με αφήνει αναβδο. Τι τον έπιασε έτσι ξαφνικά; "Τ-το ενωεις στα αλήθεια;" Είναι το μόνο που καταφέρνω να πω. "Κάθε μία λέξη που άκουσες." Λέει έχοντας βάλει τα κλάματα. <<Γιατί κλαίει;>> είμαι μπερδεμένος. "Γιατί κλαίς;

"Μπορείς να μου τραγουδήσεις κάτι;" Λέει ξαφνικά και εγώ σκευτομαι τι να του τραγουδήσω. "Ναι ποιο τραγούδι θέλεις;" Λέω λίγο μπερδεμένος από την ξαφνική αλλαγή "το αργοποριμενο αντίο" Λέει και ακούω από την άλλη μεριά της γραμμής που καταπιεί. "Οκ επειδή δεν το ξέρω αυτό..." Λέω όμως με διακοπτει. "είναι δικό σου τραγούδι Keld θυμάμαι το είχες γράψει σε ένα κενό που είχαμε. Και το είχα διαβάσει." Λέει και διακρίνω έναν ενθουσιασμό στην φωνή του. Ξεφισαω και πάω στο δωμάτιο μου. Ψαχουλευω κάτω από το στρομα και βγάζω ένα ξεσκισμενο τετράδιο. "στο είχα δώσει ή το είχες πάρει μόνος σου ;" Λέω και αρχίζω να ψάχνω. "εσύ το έδωσες." Λέει όμως δεν το θυμάμαι. Το ανοιγω και αρχίζω να διαβάζω με ριθμο.

"σε χερετω φωτεινό φεγγάρι που ακούς τις λυπες,
Ξυμεροσες σκοτινε ηλιε όμως εγώ θα ξεφύγω.
Που είσαι πουλί της ελευθερίας
Θέλω να πετάξω και ας αργήσω να σου πω αντίο.
Θέλω να σπάσει αυτή η υπολευκη μάσκα της μιζέριας..."

Ο Phil δεν ακούγεται καθόλου.

"... Η ζωή μια αναπιρη καρέκλα τι κι αν ξεχάσω να πω αντίο όταν πέσω; η κουφια γη όλους μας περιμένει. Όταν θα χαρούμε θα ξανά βρεθούμε για το καθυστερημένο αντίο. Κρύα τα μάτια σαν την ψυχή και την σελήνη. Τι κι αν με κλέψει ο Θεός ακόμα δεν θα πω αυτό το αντίο"

Δεν το θυμόμουν έτσι... Πότε το έγραψα αυτό; τι στο διαολο έκανα! Νόμιζα ότι ήταν πιο ελαφρύ. "Keld; Keld με ακούς;" ακούω τον Phil να λέει και με βγάζει από τις σκέψεις μου. "Ναι;" Λέω και σκέφτομαι πως θα διορθώσω την κατάσταση. "υπέροχο! Δεν ξέρω πότε έκανες αυτές τις αλλαγές όμως είναι απλά καταπληκτικό!" Λέει με ενθουσιασμό μικρού παιδιού. Με μπέρδευε πάντα το πως άλλαζε ξαφνικά. Τώρα πια δεν άκουγα καθόλου πόνο ή λαχανιασμα.

"το σαββατοκύριακο θες να έρθεις σπίτι μου;" Λέει ακόμα πιο ενθουσιασμενος και το σκέφτομαι λίγο. "δεν γίνεται. Έχω μια δουλειά το Σαββατοκύριακο..." Λέω και χαμογελάω στην σκέψη της κυρίας Helen. "Οου τι δουλειά;" Λέει εξακολουθοντας να είναι ενθουσιασμενος. <<Είναι περίεργος ώρες ώρες>> σκέφτομαι. "θα πάω να βοηθήσω την κυρία Helen με το πάρτι της εγκονης της." Λέω ρίχνοντας άλλη μια ματιά γύρω μου. <<που έχουν εξαφανιστεί;>> σκέφτομαι ανισιχος. " Νομίζω είναι και το πάρτι που θέλει να πάει η μικρή αδερφή μου. Δεν νομίζεις ότι γίνεται σε πολύ επικίνδυνη γειτονιά; λέει όμως δεν μπορώ να καταλάβω ακριβώς. Πάντα εδώ έμενα δεν φοβάμαι πια."Ναι; είναι εξαρτάται πως συνηθίζεις." Λέω αδιάφορα κοιτώντας το παράθυρο μου. Κάθεται ένα πουλί είναι μικρό και όμορφο. Μακάρι να ήμουν πουλί, θα ήμουν ελεύθερος. Θα τραγουδουσα στα δέντρα. Τότε το μικρό πουλί πέταξε μακριά. " Keld ακούς;" Λέει ο Phil βγάζοντας με από τις σκέψεις μου πάλι. Ζαλιζομαι για έναν ανεξιγιτο λόγο. "Ναι-ναι αφερεθηκα λίγο." Λέω και με πιάνει μια ανατριχιλα στο σβέρκο. <<Ερχονται!>> "Τελικά τι λες;" Λέει και ακούγονται τα κλειδιά στην πόρτα. " Καλά καλά θα το σκεφτώ." Λέω και αλλάζω πλευρό κλείνοντας το τηλέφωνο.

Φοβάμαι. Τι θα γίνει τώρα; λες να ήρθε και ο άλλος άντρας; "Keld έλα εδώ." Φωνάζει ο Liu όμως εγώ τρέμω να πάω. "είπα τσακισου και έλα εδώ!" Λέει και αμέσως πετάγομαι από το κρεβάτι, τρέχω και πάω στο χολ που είναι ο Liu με τον άλλο άντρα. Τώρα που τον παρατηρώ καλύτερα είναι μαυρομαλλης, είναι μακριά τα μαλλιά του, σίγουρα πιο κάτω από τον λαιμό. Φοράει ένα άσπρο φούτερ και ένα μαύρο στενό τζιν.

"Γεια σου Keld. Ουαου την τελευταία φορά που σε είδα ήσουν ένα σκατό και μισό... Όχι για την ακρίβεια εγώ σε μαζέψα τις προάλλες." Λέει κοιτοντας με από πάνω μέχρι κάτω. "Εμ... Ποιός είσαι;" Λέω και το χαμόγελο του μεγαλώνει. "Είμαι ο πατέρας σου Keld. O Jeff Tomshon." Λέει σαν να μην έγινε τίποτα. Ζαλιζομαι ξανά, πως γίνεται αυτό; έχω τόσες πολλές ερωτήσεις. Όμως θυμάμαι τι έγινε πριν λίγο, απεσιος άνθρωπος. Και είναι πατέρας μου ; δεν γίνεται!

Προχοραμε προς το σαλόνι και καθόμαστε. "Jeff αναλαμβάνεις πάω να κάνω μπάνιο." Λέει ο Liu και φεύγει ενώ αυτός που λέει ότι είναι πατέρας μου ούτε που τον κοιτάει."Έχω τόσες πολλές ερωτήσεις όπως..." Πάω να πω όμως με διακόπτει. "Δεν σε ήθελα και ούτε τώρα θέλω να βλέπω την φάτσα σου. Απλά για να ξεκαθαρισουμε μερικά πράγματα." Λέει ανέκφραστος, τα μάτια του είναι γεμάτα μίσος. Με μισεί, τα εσθιματα είναι αμιβεα λοιπόν. "Δεν ήθελα να σε πάρω απλά έπρεπε αναγκαστικά να είσαι εδώ. Και πριν παραπονεθεις στα αρχιδια μου ότι και να πάθεις." Λέει με απόλυτη αηδία όμως κάτι δεν πάει καλά. Συκονει το κεφάλι του και ξερό αυτό το ύφος, αυτό το κενό στα μάτια. <<είναι μεθυσμένος...>> όμως κάτι με πονάει παρόλα αυτά, να ξέρω ότι ο μπαμπάς μου δεν νοιάζεται. Πάντα έβρισκε δικαιολογίες στους γονείς του. Τους φανταζοταν καλούς, ότι θα τον επερναν μακριά από τον 'κακό θείο' όπως γινόταν και στις ταινίες. " Άρα ξέρεις... Μα γιατί δεν νοιάζεσαι; Αφού είμαι γιός σου!" Λέω νοιωονας προδομένος. Δεν ξέρω γιατί πόνεσε τόσο πολύ. "Ξέρεις κάτι; Δεν δίνω δεκάρα για το τι σου συμβαίνει." Λέει και με πιάνει από τα μαγουλα. "Πως σου φαίνεται; Ιλικρινα νόμιζες ότι θα ερχόμουν και σαν ιππότης θα σε έβγαζα από το βάσανο σου; Όχι Keld αυτό δεν είναι σαπουνόπερα, αυτό​ είναι η πραγματική ζωή." Λέει και μου τσιμπάει το μάγουλο, με σμπροχνει κάνοντας με να πέσω κάτω. Δάκρυα αρχίζουν να τρέμουν στα μάγουλα μου, συκωνομαι και τρέχω στο δωμάτιο μου. <<έχει δίκιο. Ήμουν τόσο ηλιθιος να σκεφτώ κάτι τέτοιο! >> Τρέχω στο δωμάτιο μου.

Κλείνω την πόρτα πίσω μου και κλαίω ακόμα παραπέρο. Παίρνω το τετράδιο στα χέρια μου και αρχίζω να γράφω στίχους. <<Αυτό ίσως βοηθήσει>> σκέφτομαι ανασένοντας βαριά, νοιωθω απίστευτα προδομένος, νόμιζα ότι θα ήταν διαφορετικός από τον θείο μου. Όμως είναι το ίδιο άκαρδοι. Απεσιοι! Μετά από πολύ ώρα ο Jeff φεύγει. "Δεν το πιστεύω ότι αυτός είναι ο μπαμπάς μου..." Λέω ψυθιριστα και άλλο ένα δάκρυ κιλά από τα μάτια μου.

Κοιτάω το ρολόι... Σχεδόν 11, πάω στο κρεβάτι μου και ανοίγω το παράθυρο. Ο υγρος αέρας γεμίζει το δωμάτιο, αχ πόσο χαλαρωτικό. Πήρα το πακέτο με τα τσιγάρα και έβγαλα ένα. Πρέπει να χαλαρωσω, να κάνω ένα διάλειμμα.

Ησυχία. Τώρα μόνο το καρδιοχτυπι μου ακούγεται. Δεν θα κοιμηθώ σήμερα, δεν θέλω. Φισαω τον καπνό φτιάχνοντας ένα συννεφακι. Είμαι μόνος μου... Όπως πάντα. Τιναζω την στάχτη έξω από το παράθυρο. Πόσο μισώ αυτό το σκληρό εσθιμα... Στεναχορια, απογοήτευση. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο. <<πόσο εύκολο θα ήταν να πέσω τώρα...>> η ιδέα φένεται τόσο δελεαστικη. Βγάζω την μπλούζα μου και παρατηρώ όλα τα σημάδια που μου έχει αφήσει. Σβήνω το τσιγάρο πάνω σε ένα από τα σημάδια στο χέρι μου. Πονάει όμως δεν βγάζω αχνα, πετάω την γοπα έξω ενώ κοιτάζω το καμένο δέρμα σιγά σιγά να σβήνει αφήνοντας ένα μικρό κυκλικό εγκαυμα. Κάνεις δεν πρέπει να δει τίποτα. Ούτε αυτά που κάνω μόνος μου ούτε αυτά που μου κάνει. Έχω χάσει τον έλεγχο εδώ και χρόνια. Ανοίγω την τσάντα μου βγάζοντας άλλο ένα πακέτο με τσιγάρα. <<Τι θα έκανα αν δεν μου αγοραζε τσιγάρα; ο Phil;>> σκέφτομαι και χασκογελαω. Στο τζάμι του παραθύρου καθρευτιζομαι, δεν φενομαι πολύ καλά, απλά τα μάτια.

Πόνος, μόνο πόνο μπορεί κανείς να δει σε εμένα. Θέλω να τελειώσει ο πόνος... Θέλω να κοιμηθώ, για πάντα όμως. Όμως το επόμενο πρωί πάλι θα ξύπνησω. Πόσο θα ήθελα να τα παρατήσω... Όμως υπομονή! 5 μέρες ακόμα.

1,2,3...24 πάει όλο το πακέτο. 25 νέα εγκαύματα. Το κεφάλι μου είναι βαρύ. Κάνεις δεν ακούει που φωνάζω από μέσα μου. Μέρα με την μέρα ο πόνος γίνεται μόνο πιο μεγάλος! Με δάκρυα στα μάτια και τέρμα μαστουρομενος με πέρνει ο ύπνος.

Μόνο και μόνο για να ξυπνήσω αργότερα με τον πιο περίεργο τρόπο.

Continue Reading

You'll Also Like

Truth or Death? By rikasaleh

Mystery / Thriller

7.2K 828 42
Τέσσερις νεαροί: η Λυδία, ο Νίκος, η Νάντια και ο Στέφανος. Άγνωστοι μεταξύ τους, που, όμως, η μοίρα τους επιφυλάσσει τη γνωριμία τους. Ο θάνατος της...
255K 25.3K 51
Όλοι έχουμε γείτονες. Καλούς,κακούς,σπαστικούς,γελοίους , φιλόξενους. Όμως οι δικοί μου γείτονες άνηκαν σε μία κατηγορία που δεν μπορούσα να φανταστώ...
138K 11.2K 55
Η Νόρα ταξιδεύει στο μαγικό νησί της Σύρου έχοντας μια πληγή στη καρδιά, τον Μάνο. Ένα ταξίδι που ξεκινάει σαν μια οικογενειακή επανένωση, σύντομα θα...