App Double Trouble | On Hold

By GreekCompe

13.3K 2.3K 4.9K

Λεγόταν «The Cheater App» ** «Έχετε βαρεθεί να γίνεστε θύματα αγοριών ή κοριτσιών που σας απατούν; Θέλετε να... More

Περίληψη
Κεφάλαιο 1ο
Κεφάλαιο 2ο
Κεφάλαιο 3ο
Κεφάλαιο 5ο
Κεφάλαιο 6ο
Κεφάλαιο 7ο
Κεφάλαιο 8ο
Κεφάλαιο 9ο
Κεφάλαιο 10ο
Κεφάλαιο 11ο
Κεφάλαιο 12ο
Κεφάλαιο 13ο
Κεφάλαιο 14ο
Κεφάλαιο 15ο
Κεφάλαιο 16ο
Κεφάλαιο 17ο
Κεφάλαιο 18ο
Κεφάλαιο 19ο
Κεφάλαιο 20ο
Κεφάλαιο 21ο
Κεφάλαιο 22ο
Κεφάλαιο 23ο + αλλαγή ονόματος
Κεφάλαιο 24ο
Κεφάλαιο 25ο
on hold - Διαβάστε.

Κεφάλαιο 4ο

680 117 318
By GreekCompe

Αυτό το Σαββατοκύριακο θα είναι το πιο βαρετό του κόσμου. Εννοώ, ποιο 17χρονο κορίτσι θα ήθελε να περάσει ένα ολόκληρο σαββατοκύριακο με την οικογένειά της στο Παρίσι; Έχω πάει ήδη τρεις φορές.

Κάθομαι στο κρεβάτι μου και απλά κοιτώ το βομβαρδισμένο δωμάτιο γύρω μου. Το μόνο πράγμα που έχω κάνει μέχρι τώρα είναι να αδιάσω σχεδόν όλη μου την ντουλάπα πάνω στο κρεβάτι μου χωρίς όμως να έχω φτιάξει την βαλίτσα μου.

Ακούω δύο χτύπους στην πόρτα πριν αυτή ανοίξει και δω τη μητέρα μου. Τα ξανθά μαλλιά της είναι όπως πάντα πιασμένα σε αυτόν τον αυστηρό κότσο και το ακριβό φόρεμά της σιδερομένο στην εντέλεια. «Έχω κάποια καλά και κάποια άσχημα νέα» σουφρώνει τα περιποιημένα χείλη της και επιχειρεί να κάτσει στο κρεβάτι. Τελικά δεν τα καταφέρνει λόγω των ρούχων μου και στέκεται μπροστά μου.

«Προτιμώ τα άσχημα πρώτα» ανακοινώνω.

«Ωραία...» φτιάχνει το δαχτυλίδι στο χέρι της. «Δεν θα πάμε στο Παρίσι».

Ο εαυτός μέσα μου πανηγυρίζει για αυτό το "άσχημο" νέο. Ο εαυτός μου έξω πάλι, κάνει μία λυπημένη φατσούλα. Πολύ καλύτερα, τουλάχιστον θα είμαι συνέχεια έξω με τους φίλους μου. «Αχ μαμά... Αυτά είναι τόσο άσχημα νέα...» λέω σχεδόν λυπημένα. Αν είναι να ζητήσω το κινητό που λέγαμε, νομίζω πως πρέπει να είμαι καλή.

«Το ξέρω γλυκιά μου όμως, άκου τα καλά νέα» προσπαθεί να με ενθαρρύνει και μπορώ να πω πως είμαι έτοιμη να κλάψω. Αλήθεια πρέπει να δοκιμάσω μία ομάδα υποκριτικής. Αν αυτά είναι τα άσχημα νέα, τότε τα καλά πρέπει να είναι άπεχτα.

«Ελπίζω να είναι καλά» κάνω την φωνή μου να σπάσει ώστε να φανώ πιο πειστική και νομίζω πως τα καταφέρνω. Ναι, πραγματικά πρέπει να δοκιμάσω μία ομάδα υποκριτικής.

«Είναι τέλεια! Εσύ έλεγες πως δεν είχες παρέα στη γειτονιά μας και πως ήταν πολύ βαρετά...»

«Όταν ήμουν πέντε» την συμπληρώνω ελάχιστα ειρωνικά.

«Ναι. Λοιπόν, απ' όσο ξέρεις, δίπλα μετακόμισε μία νέα οικογένεια» ξεκινά και την κοιτάω δολοφονικά. «Τους καλέσαμε για φαγητό, ο μπαμπάς θέλει να μιλήσει με τον κύριο Αλεξίου για επαγγελματικά ζητήματα».

«Έλα τώρα μαμά. Μπορούν να το κάνουν και στο γραφείο του, να βγουν για καφέ ή κάτι τέτοιο» γκρινιάζω.

Έχω διαβάσει πολλά βιβλία, γιατί σε όλα γίνεται ακριβώς το ίδιο πράγμα; Το ηλίθιο αγόρι μετακομίζει δίπλα στο  κορίτσι, μισιούνται, μετά τα βρίσκουν, τα φτιάχνουν, μαλώνουν όλη την ημέρα γιατί βαριούνται και καταλήγουν να παντρεύονται και να κάνουν πέντε παιδιά. Ίου.

«Τους καλέσαμε, θα έρθουν και θα φτιάξουμε και πίτα» λέει περήφανα.

«Θα φτιάξεις εσύ πίτα;» σηκώνω έντονα το φρύδι μου.

«Όχι αλλά θα φτιάξει η Μάρθα. Τι εγώ τι αυτή» ανασηκώνει τους ώμους της. «Μπορείς να γνωρίσεις καλύτερα και-»

Την διακόπτω. «Έχω ήδη γνωρίσει τον Γιάννη» κάνω μία γκριμάτσα αηδίας.

«Τη Ζωή ήθελα να πω».

«Ποια είναι η Ζωή;» παίζω με τα νύχια μου.

«Η αδελφή του Γιάννη —την γνώρισες!»

«Μπα» λέω χωρίς να την κοιτάξω.

«Ναι! Όταν γνώρισες και τον Γιάννη. Όταν δεν ήταν ο Γιώργος!» επιμένει.

Τελικά την κοιτάω λες και της δίνω ελπίδες πως θυμάμαι την κοπελιά. «Μπα, δεν την θυμάμαι» γυρνάω ξανά στα νύχια μου.

«Δεν είναι στην ηλικία σου. Είναι ίσα με τον Γιώργο» με πληροφορεί.

«Δεν υπάρχει περίπτωση να κάνω παρέα με ένα άτομο στην ηλικία του Γιώργου» ανασηκώνω τους ώμους μου και σηκώνομαι στο ύψος της.

«Όπως θέλεις. Σήμερα είναι το δείπνο. Πες και στον Γιώργο. Ετοιμάσου» μου λέει αδιάφορα και κάνει να βγει από το δωμάτιο.

«Ίου» είναι η μόνη μου αντίδραση πριν πέσω στο κρεβάτι μου.

~~~~

«Πρέπει να είμαι εδώ;» γκρινιάζω και πηγαίνω τη σαλάτα στο τραπέζι.

«Ναι» μου απαντά μονολεκτικά η μητέρα μου και φέρνει τα πιάτα.

«Μα ο Ζήσης πεθαίνει!» η δικαιολογία μου είναι αρκετά ηλίθια για να την πιστέψει έστω και λίγο.

Το κουδούνι χτυπά και αυτή αρχίζει να τρέχει πάνω κάτω προσπαθώντας να μεταφέρει όσα πιο πολλά πιάτα μπορεί. «Γιατί δεν λες στην Σούλα να τα μεταφέρει;» λέω ήρεμα δείχνοντας την οικιακό βοηθό έτοιμη να βοηθήσει.

«Σωστά» λέει ήρεμα τελικά και δίνει τα πιάτα που κρατούσε στα χέρια της. Φτιάχνει τα μαλλιά της. «Μάρθα, άνοιξε!» διατάζει και η πόρτα ανοίγει.

«Γειά σας, καλώς ήρθατε» ακούω τη μαμά μου να λέει όταν οι καλεσμένοι μπαίνουν στο σπίτι και αποφασίζω να επέμβω.

Βρίσκονται στη μέση του χολ κοιτάζοντας έντονα γύρω τους, πιθανά θαυμάζοντας τον πλούτο. Σιγά το πράγμα, ποιος δεν έχει χρυσές κολώνες στο σπίτι του;

«Γειά σας» χαιρετώ τελικά και με κοιτούν με ένα βλέμμα.

Η κυρία Αλεξίου, είναι πολύ πιο περιποιημένη από τότε που την γνωρίσαμε στον κήπο της. Μπορώ να πω πως το φόρεμα γραμμής άλφα της πάει καλύτερα από την φόρμα κηπουρικής. Ο κύριος Αλεξίου, φορά ένα μαύρο απλό κουστούμι και συστήνεται με τον μπαμπά όταν επιτέλους αυτός έρχεται. Ο Γιάννης σφυρίζει στρατιωτικά, λες και θέλει να κρύψει κάτι. Φορά ένα από τα συνηθισμένα τζιν του και μία ροζ μπλούζα. Καλή επιλογή, αν και δεν τεριάζει με την περίπτωση.

«Η Ζωή θα έρθει σε λίγο» ανακοινώνει η κυρία Αλεξίου χαμογελαστή.

Κάτι δεν πάει καλά, το νιώθω. Κάτι έχω ξεχάσει να κάνω, μα δεν μου έρχεται καθόλου. Όλα είναι στην εντέλεια, μάλλον είναι απλά ένα προαίσθημα.

Πριν το καταλάβω, μία φωνή ακούγεται από τον πάνω όροφο. Ο Γιώργος βρίσκεται στην σκάλα φορώντας μόνο ένα μποξεράκι και μία μπέρτα από τραπεζομάντιλο ενώ φωνάζει «Είμαι ο Σούπερμαν!».

Όλα τα πρόσωπα στο σπίτι —ακόμα και η Μάρθα με την Σούλα— κοιτούν  προς το μέρος του έντονα. Το πρόσωπό του γίνεται κόκκινο σαν τριαντάφυλλο και το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να καλύψει το στήθος του με την μπέρτα.

Ξέχασα να πω στον Γιώργο πως θα έρθουν οι δίπλα.

«Νομίζω πως είναι καλύτερα να αλλάξεις. Τώρα» του λέει έντονα η μαμά μου και προσπαθώ να μην γελάσω.

Αυτός τρέχει πάνω και η Σούλα αποφασίζει να σπάσει τη σιωπή. «Λοιπόν, καλώς ήρθατε» χαμογελάει ζεστά παρασύροντάς τους. «Πώς είναι το όνομά σου;» ρωτάει τον Γιάννη θερμά.

«Εμ, Γιάννης» απαντά κάπως άβολα, αν και η στιγμή είναι ακόμα πιο άβολη.

«Φαίνεται πως είσαι στην ίδια τάξη με την Χρύσα μας. Πάτε στο ίδιο σχολείο;» τον ρωτάει και αναστενάζω ενοχλημένη κάνοντάς τον να γελάσει σιγανά.

«Ναι, είμαστε κολλητάρια» χτυπά το μπράτσο μου με τη μπουνιά του.

«Άου» λέω έντονα και τον κοιτώ δολοφονικά. «Δεν μιλάμε καν, πανίβλακα» μουρμουρίζω χαμηλά ώστε να με ακούσει μόνο αυτός χαμογελώντας ψεύτικα στους υπόλοιπους.

«Να, ήρθε και η Ζωή» ακούω τη μαμά του Γιάννη να λέει και κοιτάω το κοριτσάκι.

Τα ξανθά μαλλιά της είναι πιασμένα σε δύο κοτσίδες στις πλευρές του κεφαλιού της. Από τα αυτιά της κρέμονται μεγάλα σκουλαρίκια —μεγαλύτερα και από τα τακούνια μου— κρατώντας δύο μεγάλα παγωτά. Στο λαιμό της κρέμεται επίσης ένα μεγάλο παγωτό ενώ τα παπούτσια της είναι χρυσά. Η μπλούζα της είναι ροζ με χρωματιστά στρασάκια σε σχήμα καρδιάς και η φούστα της μία τουτού σε ροζ χρώμα.

Μόλις κατέστρεψε κάθε νόμο ωραίου στυλ με μία βαριοπούλα.

«Γειά σας» γελάει χαρωπά. Δηλαδή αυτό το μικρό είναι 10 χρόνων;

«Ήρθα και εγώ» ακούω τον Γιώργο να λέει από τις σκάλες. Κατεβαίνει και κοιτάει τα άτομα γύρω του, μέχρι που το βλέμμα του πέφτει στη Ζωή. «Σε παντρεύει η μάνα σου;» το σαγόνι του πέφτει μέχρι το πάτωμα και κρατιέμαι πολύ σκληρά από το να γελάσω. «Εννοώ... Γιώργος».

«Ζωή» του χαμογελά το παρδαλό 10χρονο και ο Γιώργος προσπαθεί να σηκώσει το σαγόνι του.

«Το τραπέζι στρώθηκε. Παρακαλώ, ακολουθήστε με στη τραπεζαρία» λέει η Μάρθα και όλοι υπακούν.

«Θες να σε βοηθήσω με τα σάλια σου; Μην πέσεις και έχουμε κανένα ατύχημα» κοροϊδεύω τον Γιώργο και αυτός με κοιτά επιθετικά.

«Λοιπόν. Εγώ θα κάτσω δίπλα στον μπαμπά» λέει η μαμά μου. «Γιώργο, δίπλα μου. Κύριε Αλεξίου, παρακαλώ καθίστε απέναντί μου, από την άλλη μεριά του τραπεζιού. Κυρία Αλεξίου, δίπλα του, παρακαλώ» τους διατάζει και χαμογελάει. Παρατηρώ ότι έχει μείνει μόνο μία θέση και κοιτώ τον Γιάννη λες και θα κάνουμε μονομαχία για αυτή.

«Μην ανησυχείτε, υπάρχει λύση!» ακούω την Μάρθα να λέει και φέρνει μία καρέκλα. «Χρύσα, κάτσε σε αυτή. Εσύ Γιάννη μπορείς να κάτσεις στη κορυφή του τραπεζιού» λέει και κάθομαι δίπλα στον Γιώργο.

Από τη στιγμή που κάνουμε τον σταυρό μας, όλοι πλακώνονται στο φαγητό. Μιλάνε μεταξύ τους και προσπαθούν να συμμετέχουν σε κάθε συζήτηση που πέφτει στο τραπέζι, εκτός από εμένα. Σκαλίζω το φαγητό μου —δεν έχω καθόλου όρεξη.

Μέσα στη φασαρία και τον σαματά, ένας ήχος ακούγεται και τα πάντα σταματούν. Ίου Γιώργο. Απλά ίου.

Όλη η οικογένειά μου γυρνά στον Γιώργο ο οποίος υποτίθεται πως μόλις ρεύτηκε. «Συγγνώμη» ακούω μία φωνή και σίγουρα δεν είναι του Γιώργου. Η Ζωή αναψοκοκκινίζει.

Ο Γιώργος την κοιτά απορροφημένος. «Είμαι ερωτευμένος» μουρμουρίζει κοιτώντας την με λαμπερά ματιά.

Ίου.

«Να κάτσω δίπλα σου; Για να μιλάμε πιο εύκολα» ακούω την φωνή της κυρίας Αλεξίου και μετά ο σαματάς συνεχίζεται.

Τελικά κάθεται δίπλα στη μαμά μου, ανταλλάζοντας θέση με τον Γιώργο όπου κάθεται δίπλα στην Ζωή. Μόνο εγώ και ο Γιάννης μένουμε στην ίδια θέση, ήρεμοι και αμίλητοι.

«Ναι» μουρμουρίζει ο Γιάννης σε απάντηση προς μία ερώτηση και τον κοιτώ για λίγο πριν επιστρέψω στο σκαλισμένο φαγητό μου.

«Λοιπόν παιδιά, ακούστε τι γίνεται τώρα!» ακούω τη φωνή του μπαμπά μου —είναι από τις λίγες φορές που τον βλέπω τόσο ενθουσιασμένο και χαρούμενο. Εγώ, ο Γιάννης, ο Γιώργος και η Ζωή κοιτάμε τους γονείς μας. «Παιδιά, ξέρετε πως την Δευτέρα φεύγουμε για την κρουαζιέρα, έτσι;» απευθύνεται σε εμένα και στον Γιώργο.

Γουρλώνω τα μάτια μου. Το είχα ξεχάσει εντελώς. Μετά από όλα τα ζητήματα της εβδομάδας, είχα ξεχάσει εντελώς την κρουαζιέρα στα νησιά της Ελλάδας. Τζάμπα διάβασα για την επόμενη βδομάδα. Το καλό είναι πως δεν έχω πολλές απουσίες, και η χρονιά σε λίγες εβδομάδες μόνο τελειώνει.

Τελικά απλά γνέφω και τους παροτρύνω να συνεχίσουν. «Και όπως και εσείς ξέρετε, θα πάμε και εμείς κρουαζιέρα» μιλάει ο κύριος Αλεξίου στα παιδιά του. Μη μου πεις.

«Θα είμαστε στο ίδιο καράβι!» λένε όλοι μαζί και γελάνε με τον συγχρονισμό τους.

Ο Γιώργος πιάνει το χέρι της Ζωής χαμογελώντας και χαίρονται πολύ. Ο Γιάννης και εγώ πάλι κοιτάζουμε τα πιάτα μας.

«Ίου» λέω την ίδια στιγμή με αυτόν.

Το κινητό μου δονείται στην τσέπη του τζιν μου και το βγάζω.

Ο πρώην σας μόλις βρέθηκε! Παρακαλώ-

«Χρύσα, όχι το κινητό στο τραπέζι» μου μιλά η μαμά μου και το βάζω ξανά στη θέση του.

** **


Helloooooo! τι κάνετε;🙈

Λοιπόν νομίζω περιττό να σας πω ότι μου λειψατε πολύ ε;😢

Αυτή τη στιγμή είμαι κάτω από ένα πλατανι στην Ίο, κάπου στο Αιγαίο😂 επιτέλους βρήκα ίντερνετ🌈

Το ξέρω πως δεν ανεβάζω και τόσο συχνά πλέον, αν και θέλω, όμως δεν έχω ίντερνετ εδώ και δεν θα έχω μεχρι το τέλος της εβδομάδας😭

Τι πιστεύετε ότι θα γίνει στην κρουαζιέρα; Θα πάνε όλα καλά ή δεν θα έχουμε καλά ξεμπερδέματα;

Ψηφίζετε και σχολιάσετε παρακαλώ😎🙊

Ily πιτσουλιτσεεεες💓

Continue Reading

You'll Also Like

54.4K 7.7K 41
"Ειλικρινά τι υπέροχο έχω δεσποινίς Ντέιζι? Πάντα καταλήγετε να ξεστομίζετε ανοησίες!"
2.7K 240 36
Η Ρενάτα Ιάκωβου ετοιμάζεται να πάει στην Αμερική να σπουδάσει business management και marketing. Η απόφαση της όμως είναι αντίθετη με τα θέλω της μ...
34.4K 3.8K 40
- Θα σου αλλάξω την ζωή, πίστεψέ με! είπε με απόλυτη σιγουριά. - Ναι. Κάπου εδώ πρέπει να σε ενημερώσω για το ότι δεν μου αρέσουν οι αλλαγές. Καθόλο...
2.6M 181K 69
"Σταμάτα να τρέχεις, αστυνομία!" άκουσα μια ανδρική φωνή πίσω μου. Σκατά!Άρχισα να τρέχω πιο γρήγορα. Τελικά ,ο μπάτσος με έφτασε και με άρπαξε. Τα...