Monstrum

By Psyxanthi

16.4K 683 396

Δύο οικογένειες πνιγμένες στο αίμα. Μια σκιά την ταλάνιζε, την τιμωρούσε και αδίστακτα την τριγυρνούσε. Η σκι... More

Vultus est index animi.
Fronti nulla fides
Res, non verba.
altera pars
Ubi nihil vales, ibi nihil velis.
Oderint, dum metuant
Veni, vidi, vici.
Vincit qui se vincit.
Fortuna vitrea est: tum cum splendet frangitu.
Vide et credere.
.Natus est mori
Her exitium
Proditio
Erga Omnes
Timendi causa est nescire.
Nos aut nullus
In praeteritum colit me
Mors
Inveni et ego amissis you
Si vis pacem para bellum.
Rue Matt
Vita vel mors
Tenebrae nos destruit
Persona non grata
Interfectorem revelationum
Zehirli aşk| Poisoned love|
Dum spiro, spero
Mors ultima ratio
Pacta sun servanda
Cor ad cor loquitur.
Lavenia
Erebus
Angel of death (1.1)
Angel of death (1.2)
The tough apocalypse

Vires acquirit eundo.

381 20 8
By Psyxanthi

Δεν υπάρχει πιο άγριο θηρίο από τον άνθρωπο, όταν κατέχει δύναμη ίση με τα πάθη του.
Πλούταρχος
Αρχαίος Έλληνας ιστορικός  (47-120 μ.Χ.)
______________________________________________

ΚΡΊΣΤΙΑΝ

«Μη με σκοτώσεις, σε παρακαλώ» οι άντρες του Άρτεμ, είναι αξιολύπητοι. Έχω έναν στο μπουντρούμι μου και βροντοφώναζε για βοήθεια, με ικέτευε να τον αφήσω να ζήσει. Ήμουν ξεκάθαρος από την αρχή απ'οταν μπήκα στην Ιταλική Μαφία. Δεν χαρίζω σε κανέναν τους.

Ύψωσα το όπλο μου και το ακούμπησα στον κρόταφο του άγνωστου άντρα. Ο Αρτεμ προσπαθεί εδώ και καιρό να με βγάλει από τη μέση, να με πονέσει σε σημεία που ούτε εγώ ήξερα ότι είχα. Τον καταστροφέα κανένας δεν τον ρίχνει, μονάχα αν θελήσω ο ίδιος να το κάνω. Ήμουν σαφέστατος σε όλους πως δεν δέχομαι πουστιές, και εκείνος από τη στιγμή που ξεκίνησα τις δουλειές μου στη Ρωσία δεν έχει σταματήσει να προσπαθήσει να με εκδικηθεί.

«Κοίτα επειδή είμαι και καλός άνθρωπος, ο θάνατος σου δεν θα είναι τόσο επώδυνος» σάρκασα και πριν προλάβει να απαντήσει πάτησα την σκανδάλη και αμέτρητες σφαίρες κάρφωσαν την ταλαιπωρημένη του μορφή. Τα ξεκαθαρίσματα που κάνω είναι μονάχα με αίμα,αίμα και αποτελείται από εκδίκηση. Έχω ένα σύμβολο όταν σκοτώνω κάποιον, σφραγίζω τον νεκρό με το όνομα μου. Το Α. Δεν κάνω τίποτα εμμέσως ούτε ύπουλα, κάνω την δουλειά μου και δείχνω ποιος το έκανε. Φανερώνομαι από την αρχή. Αυτός είμαι.

Εκτελώ τους εχθρούς μου, τους πατάω στην Αχίλλειο πτέρνα τους, και καταστρέφω τη ζωή τους με το έτσι θέλω.

«Το αρχίδι ο Giuseppe, ο αδερφός του Φάμπιο ξεκίνησε συνεργασία με τον Άρτεμ» εισακούστηκε ο Ματέο, ενώ ο Αλεσσάντρο μαζί με κάποιους άντρες μου τακτοποιούσαν τον νεκρό άντρα μπροστά μας. «Καλά αυτός είναι γαμιόλης, πολύ πάνω του το πήρε για τον αδελφό του. Και πάει και κάνει τώρα βρωμοδουλειές με τον άλλον τον μαλάκα» γρυλισα και τοποθέτησα το όπλο στην θήκη μου.

Τα χέρια μου είχαν λερωθεί από το αίμα του νεκρού άντρα του Αρτεμ. Ήταν μήνυμα λοιπόν, και τι έχουμε μάθει να κάνουμε στους ανθρώπους που προσπαθούν να μας στείλουν ένα μήνυμα; Τους σκοτώνουμε. Είτε με αργό και βάναυσο τρόπο είτε τους βγάζουμε από τη μιζέρια τους και τους σκοτώνουμε μονάχα με μια κίνηση χωρίς να τους "κουράσουμε"

Μετά όμως; Μετά στέλνουμε το πτώμα στο Αφεντικό. Στην δική μας περίπτωση τον άντρα του Αρτεμ τον βάλαμε σε ένα κουτί και του τον στείλαμε πακέτο. Δεν γνωρίζω την επόμενη του κίνηση, το μόνο που ξέρω είναι πως θα με εκδικηθεί για αυτό που του έκανα. Θα τον περιμένω όμως με ανοιχτές αγκάλες.

Συνεχίσαμε την συζήτηση μας στο σαλόνι της έπαυλης με τον Ματέο και τον Αλεσσάντρο, εφόσον μας σέρβιρε η υπηρεσία της έπαυλης τον καφέ μας. «Έχει κάποιον αδερφό; Η γυναίκα μήπως;» ο Ματέο εσκασε ένα γέλιο καθώς έπινε χαλαρός τον καφέ του. «Γιατί μήπως έχεις σκοπό να πηδήξεις και τη γυναίκα του;» σάρκασε ο Ματέο. Σήκωσα το φρύδι μου επιδεικτικά και έφαγα ατσαλα το κομμάτι κέικ που είχα μπροστά μου.

«Κόψε τις μαλακίες ε, θέλω να τελειώνω μαζί του» γρύλισα και χαλάρωσα το κορμι μου στην πλάτη της καρέκλας. Με κοίταξαν με έναν αλλόκοτο τρόπο μα δεν έδωσα σημασία, παίζουμε κάποιο παιχνίδι; Εδώ δουλεύουμε, δεν μπαίνουν συναισθηματισμοι και μαλακίες. Δεν γουστάρω τα ειρωνικά τους σχόλια ούτε τα βλέμματα. Αν τους ενοχλεί κάτι να μου το πούνε στα μούτρα.

«Η άλλη που είναι; Κοντεύει μεσημέρι» δεν μου απάντησαν μα είδα μια καμαριέρα να τρέχει στον διάδρομο της έπαυλης και κατέβηκε βιαστικά τα σκαλιά ώστε να φτάσει γρήγορα κοντά μας. «Απο το δωμάτιο της βγαίνει καπνός μα-» τι στο διάολο; Έσυρα ατσαλα την καρέκλα και ξεκίνησα να κατευθύνομαι προς το δωμάτιο της. Κοπανησα με δύναμη την παλάμη μου στην πόρτα της μα δεν άνοιγε, χτύπησα ξανά και ξανά μα τίποτα. Έκανα στην άκρη και κοπανησα απότομα το πόδι μου στην πόρτα του δωματίου της με σκοπό να ανοίξει.

Με το που η πόρτα άνοιξε διάπλατα την είδα έξω στο μπαλκόνι της, όλες οι φωτογραφίες που μου είχε δείξει στο άλμπουμ της, τις έκαιγε. Άρα από εκεί προκλήθηκε η φωτιά. Γαμώ το ξεροκέφαλο της. Ετριψα τα μάτια μου και την πλησίασα. Αυτή η γυναίκα δεν πάει καλά μιλάμε, με ανησύχησε.

«Πας καλά κοπέλα μου; Νόμιζα πήραμε φωτιά»
Σήκωσε το ένα της φρύδι προκλητικά, ακούμπησε την παλάμη της εκεί που χτυπάει η καρδιά της και σούφρωσε τα χείλη της. «Αχ τι ρομαντικό, νοιάζεσαι» είπε ειρωνικά, έσφιξα τις γροθιές μου και πήγα να κάνω ένα βήμα μπροστά μα το μετάνιωσα. Δεν μπορώ να ασχοληθώ μαζί της έχω πιο σημαντικές δουλειές.

Γύρισα επιδεικτικά την πλάτη μου και προχώρησα ώστε να κατευθυνθώ στον κάτω όροφο της έπαυλης. Οι δουλειές μου τρέχουν συνεχώς και δεν έχω την όρεξη ούτε την υπομονή να ασχοληθώ με την Ρέινα. Τοποθέτησα στην άκρη του χείλος μου ένα φιλτράκι ενώ με όση ψυχραιμία μου είχε μείνει τοποθέτησα τον καπνό στο χαρτάκι. Η Ρέινα έσυρε άτσαλα την καρέκλα της, λίγη γαμημενη ησυχία να φτιάξω το τσιγάρο μου δεν μπορεί να κάνει;

«Πόσο πιο ηλίθια μπορείς να γίνεις;»
«Τόσο ώστε να σου σπάω τα νεύρα » συνέχισε εκείνη με τη σειρά της, εγλυψα το χαρτάκι και αφού το τοποθέτησα στο στόμα μου εκείνη έτεινε τον αναπτήρα της ώστε να μου ανάψει το τσιγάρο. Είχε αναψοκοκκινήσει στο πρόσωπο ενώ είχε φτιάξει τα μαλλιά της σε μια χαμηλή κοτσίδα. Η φλόγα μεταξύ μας άναψε από το πουθενά και άφησα ένα περιπαιχτικό γέλιο.

«Κρίστιαν, πλάκωσαν οι μπάτσοι»

Τι στο διάολο; Αυτή ήταν η εκδίκηση του τώρα; Να μου στείλει την γαμημενη αστυνομία σπίτι μου; Δεν θα τα πάμε καλά. Καθόλου όμως!

«Μη τολμήσει και κουνηθεί κανείς, αλλιώς θα σας πάρω τα κεφάλια» φώναξα νευριασμένος και βάδισα γρήγορα ώστε να φτάσω στην πόρτα της έπαυλης. Την άνοιξα διάπλατα και ένα μάτσο αστυνομικοί με πλησίασαν. «Καλησπέρα σας»

«Καλησπέρα, η Δεσποινίδα Ρέινα Κασάνο μένει εδώ;» κούνησα το πρόσωπο μου καταφατικά και ένας έβγαλε τις χειροπέδες και έκανε βήμα να με προσπεράσει και να μπει στο εσωτερικό της έπαυλης μα σήκωσα ελαφρώς την παλάμη μου για να τον σταματήσω. «Υπάρχουν κατηγορίες; Δεν γίνεται να μπουκάρεις στο σπίτι μου έτσι στο ξαφνικό» ο αστυνομικός σήκωσε προκλητικά το φρύδι του και με κοίταξε με ένα υπεροπτικό βλέμμα.

Αισθάνθηκα την παρουσία της από πίσω μου, έτσι και συμβαίνει αυτό που φαντάζομαι ήρθε το τέλος μας. «Η Δεσποινίδα κατηγορείται για κάποιους φόνους» Όχι ρε πούστη μου. Όχι. «Πάνω από το πτώμα μου θα την πάρετε από εδώ μέσα» βροντοφώναξα και κοπανησα την παλάμη μου με δύναμη στην πόρτα. Η πόρτα τρανταχτηκε ενώ παραπάτησα τον αστυνομικό να κλείνει τα μάτια του ώστε να συγκεντρωθεί.

Δεν καταλαβαίνω που βρήκαν τα αναθεματισμένα στοιχεία και τώρα την κατηγορούν. Έτσι και βγουν οι σκέψεις μου σωστές από πού βρήκαν τα στοιχεία θα τους σκοτώσω όλους. Έκανα κίνηση να βγάλω από τη θήκη μου το όπλο μου μα αισθάνθηκα την παλάμη της να με εμποδίζει από το να βγάλω το όπλο μου και να προκληθεί πανικός. «Άστο» μου σιγομουρμουρισε, δάγκωσα το εσωτερικό από το μάγουλο μου και στριφογύρισα τα μάτια μου ενοχλημένος. Έκανα στην άκρη και την είδα να τείνει το χέρι της ώστε να της περάσουν τις χειροπέδες. 

Έτεινε και το άλλο της χέρι μα την στιγμή που ο αστυνομικός έκανε κίνηση να περάσει γύρω από τους καρπούς της, τις χειροπέδες έσπρωξα ατσαλα το χέρι της και αντί να περάσει τις χειροπέδες στο χέρι της, τύλιξε το δικό μου.

Η Ρέινα με αγριοκοίταξε και με έσπρωξε, καταλαβαίνω ότι δεν έπρεπε να το κάνω αλλά δεν πρόκειται να την αφήσω μαζί τους. Ούτε κατά διάνοια. «Πας καλά; Τι κάνεις; Όλο μαλακίες είσαι γαμώτο σου» μου φώναξε και προσπαθούσε να με διώξει μα ήταν άδικος κόπος. Ο αστυνομικός δεν λογάριασε και μας έσπρωξε προς το περιπολικό.

Μας έβαλε μέσα και αφού βολεύτηκα καλύτερα στη θέση μου αισθάνθηκα το αγριεμένο βλέμμα της. «Με το που βγούμε θα σε σκοτώσω» έγυρα το πρόσωπο μου προς τα πίσω και εσκασα ένα γέλιο. Δεν την μπορώ άλλο αυτή την γυναίκα. «Ευδαιμονώ να σε δω να το κάνεις πράξη» της ψιθύρισα δίπλα από το αυτί της, παρατήρησα που απηύδησε με την στάση μου, δεν μπορώ να κρυφτώ. Ικανοποιούμαι που έχω μια τόση επίδραση πάνω της. Τα χείλη της τρεμοπαιζαν μεταξύ τους ενώ είχε σφίξει τα νύχια της στην παλάμη του χεριού της. Φοβόταν, φοβόταν και φαίνεται.

Άφησε ένα μειδίαμα και προσπάθησε να κρύψει ένα χαμόγελο που επρόκειτο να χαραχτεί στο πρόσωπο της. Άφησα έναν βαρύ αναστεναγμό και με τη βοήθεια του δεξιού χεριού μου ετριψα τα μάτια μου. Ίσως χρειαστεί να επισκεφθώ τον πολυπόθητο άντρα της Ρωσίας.

Με το που φτάσαμε ο ένας αστυνομικός ξεκλείδωσε τις χειροπέδες και αφού μου έριξε ένα απαξιωτικό βλέμμα γεμάτο ειρωνία την άρπαξε άτσαλα από το μπράτσο και την έσυρε προς το κτήριο.

ΡΕΙΝΑ

Ο αστυνομικός με έσπρωξε άτσαλα προς το κελί μου. Ετριξα τα δόντια μου και προσπάθησα να απομακρυνθώ από τη λαβή του μα δεν του άρεσε ιδιαίτερα η κίνηση μου. «Έλα κόψε τις μαλακίες σου»

Αφού με κλείδωσε μέσα στο κελί κοπανησα απότομα το τακούνι μου στο έδαφος και έβγαλα μια κραυγή. Σε εμένα βρήκαν να το κάνουν; Ακούμπησα τα δάχτυλα μου στο κούτελο μου και προσπάθησα να βρω τις ανάσες μου εφόσον σύγχιση με κυριαρχούσε από την ώρα που μου το ανακοίνωσαν. Δεν είμαι καμία Αγία, ξέρω τι έχω κάνει.. και δεν μετανιώνω απολύτως τίποτα. Το θέμα που με απασχολεί είναι το γεγονός πως σε κάθε άντρα που σκότωσα, τα στοιχεία τα κάλυπτα. Ποιος θα μπορούσε να με αποκαλύψει έτσι;

Πηγαινοερχόμουν συγχισμενη μέσα στο κελί και μούγκριζα μόνη μου. Και ο άλλος ούτε κατά διάνοια να με βοηθήσει να βγω έξω. Ξέρω πως είναι προσωρινό, είναι εφήμερο όλο αυτό μα δε μπορώ μέσα στο βρώμικο κελί τους. «Θα σκάσεις μου τα έχεις πρήξει»

«Δεν έχεις ιδέα που μπλέκεις»
«Ναι μαθεύτηκε ποια είσαι και τι κάνεις.» έσκασα ένα ειρωνικό γέλιο να ειπωθεί ανάμεσα μας, μα κατευθείαν νεκρική σιγή μας σκέπασε εφόσον το σοβαρό ύφος μου έτρεξε καταπάνω του και τον είδα να με κοιτάζει εμβρόντητος. «Φοβασαι μήπως έρθει και η δική σου σειρά;» έπειτα την φράση μου ήταν ανήμπορος να με κοιτάξει κατάματα. Συνήθως τους προκαλώ ρίγος και τρέμουλο, ειδικά όταν δεν σταματάω στο να τους κοιτάζω.

Ο ίδιος αστυνομικός ξεκλείδωσε το κελί μου και αφού τοποθέτησε ξανά τις χειροπέδες γύρω από τους καρπούς μου με πήγε προς το γραφείο του διοικητή. Ωστόσο, η προδοσία έμελε να καρφωθεί πάνω μου, η μαχαιριά του έσφαζε το πίσω μέρος της πλάτης μου όταν τον άκουσα να συνομιλεί με τον διοικητή, μα το θέμα της συζήτησης ήμουν εγώ.

«Δεν περίμενα πως μπόρεσες και μάζεψες τόσα στοιχεία για εκείνη. Πως τα κατάφερες;»

Το δηλητήριο του διοικητή αντί να πέσει πάνω του αλλαξοδρόμισε και έτρεξε καταπάνω μου. Αντί να τον δηλητηριάσω η ίδια με το μέλι μου με δηλητηρίασε εκείνος. Τι ηλίθια που είμαι θεέ μου, δεν έπρεπε στιγμή να τον εμπιστευτώ. «Τι πήγες και έκανες; Τι έκανες ρε;!» φώναξα και πήγα να κάνω ένα βήμα ώστε να τον πλησιάσω μα ο αστυνομικός μπήκε μπροστά μου ώστε να μην τον πλησιάσω. Αυτός μας έλειπε.

Το ένοχο βλέμμα του με έκανε να αηδιασω πατόκορφα. Δεν μπορούσα στιγμή να τον κοιτάξω, ήταν αδύνατον, αποκλείεται να με προδώσει με έναν τέτοιον τρόπο δεν.. δεν. Δεν μου έβγαινε να ξεστομίσω κάποια λέξη, στο μυαλό μου τα καμπανάκια της προδοσίας μου προκαλούσαν ζάλη και τα πόδια μου ήταν έτοιμα να λυγίσουν.

«Βγάλε μου τις χειροπέδες, τώρα. Τώρα είπα!» φώναξα και αγριοκοίταξα τον αστυνομικό, τα μάτια μου γυάλιζαν από τον μόχθο και εκείνος στεκόταν απέναντι μου χωρίς να υπερασπιστεί τον ευατο του. Όπως το διανοθηκα. Τελικά ότι μου είχε πει στην αρχή της γνωριμίας μας το κατόρθωσε. Να μου καταστρέψει τη ζωή.

Ο διοικητής έκανε νόημα στον αστυνομικό να με αφήσει ελεύθερη. Ελεύθερη; Το μόνο που έπαιζε στο μυαλό ήταν πως θα τον καταστρέψω τώρα εγώ με τη σειρά μου.

«Ρεινα..» ξεστόμισε με δυσκολία μα τον πλησίασα και η παλάμη μου βρέθηκε στο πρόσωπο του. Γύρισε προς την αριστερή μεριά ενώ αντανακλαστικά τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τις πτυχές του σακακιού του και τον έσπρωχνα. «Πως μπόρεσες γαμώτο, πως, πως.. ΜΊΛΑ» το μαχαίρι το πίεζε ακόμη περισσότερο από τη στιγμή που δεν με κοιτούσε. Δεν τόλμησε, μα όταν τα βλέφαρα του τρεμοπαιξαν και σήκωσε το πιγουνι του ελαφρώς ώστε να με κοιτάξει δεν έβλεπα τίποτα παραπάνω από έναν ξένο.

«Με πρόδωσες, με πρόδωσες γαμώτο και εγώ..εγώ.» έκανα μια παύση και τα βλέφαρα μου τρεμοπαιξαν εφόσον αισθάνθηκα να βουρκωνω. Δεν θα κλάψω για εκείνον όχι. Τα χέρια του βρέθηκαν γύρω από τους καρπούς μου ώστε να με σταματήσει, μα προσπαθούσα να απομακρυνθω από πάνω του. Τον σιχαίνομαι. Με αηδιάζει ανάθεμα.. πίστευα πως.. πίστευα πως ίσως τύχαινε να είχαμε μια διαφορετική σύνδεση μεταξύ μας αλλά στην τελική έκανα λάθος.

«Εγω δεν θα σε πρόδιδα ποτέ με ακούς; Ποτέ!» φώναξε εκείνος με τη σειρά του. Για ηλίθια με περνάει γαμώτο; Τι ήταν αυτό που του έλεγε τότε; Ξέσπασε μια αδιανόητη φλόγα μεταξύ μας και ανάθεμα.. μακάρι να μπορούσα να τη σβήσω μια για πάντα. Μα με κατέστρεψε.. με κατέστρεψε με το αναθεματισμένο φιλί του χθες το βράδυ. Το βλέμμα του πια ήταν γνοφερό και σκοτερό δεν έβλεπα μπροστά μου πια τον άνθρωπο που μοιράστηκα μια όμορφη στιγμή χθες βράδυ μα έναν προδότη.

«Αυτα τα στοιχεία τα είχα μαζέψει πριν έρθεις στο μαγαζί μου, πριν δουλέψεις για εμένα Ρέινα.. πριν πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον» δεν αναιρούσε το γεγονός πως με κατέστρεψε. Με διέλυσε σε τεράστια κομμάτια. «Μου καταστρέφεις τη ζωή καθημερινώς, σε μισώ Αλκάρντο, σε μισώ με όλη τη σημασία της λέξης» ετριξα τα δόντια μου οργισμένη, το πρόσωπο μου είχε κοκκινήσει ελαφρώς. Δεν άντεχα την οπτική επαφή μαζί του, ανακατεύομαι.

«Δεν με μισείς, gulum»
«Δεν είμαι το μέλι σου.. δεν σου είμαι τίποτα!» έσμιξα τα φρύδια μου σε μια ίσια γραμμή και τον έσπρωξα τελείως από πάνω μου. Το γεγονός που με πλήγωσε ακόμη περισσότερο ήταν πως παρέμεινε ατάραχος και αχείμαστος. Ένα κομμάτι μέσα μου, φώναζε πως μου έλεγε την αλήθεια αλλά.. αλλά ανάθεμα δεν μπορούσα να σκεφτώ καθαρά.. η όραση μου θόλωνε από την οργή και δεν μπορούσα να τον κοιτάξω και να συνομιλήσω μαζί του την προκειμένω στιγμή.

Ο διοικητής μαζί με τον αστυνομικό έφυγαν από την αίθουσα έπειτα από ένα αγριεμενο νόημα του Κρίστιαν. «Σε έχω χαραγμένη πάνω μου, δεν υπάρχει κανένας άλλος. Μονάχα εγώ και εσύ» μου ψιθύρισε αόργητος και με ήπιο τόνο. Αν τον πιστέψω, αν τον εμπιστευτώ το ξέρω πως θα χάσω. Θα χαθώ μαζί του αν φύγει, το σκοτάδι μου με πνίγει και αν χαθώ στο δικό του σκότος τότε είναι που θα χαθώ εξολοκλήρου.

«Άσε με» του φώναξα και αφού απομακρύνθηκα από κοντά του, του έριξα μια κλέφτη μάτια και έφυγα μακριά του. Όσο μακριά μπορούσα διότι πνιγομαι, καταστρέφομαι στην ιδέα να πιστεύω πως με πλήγωσε εκείνος. Γύρισα με τα πόδια στην έπαυλη και ώσπου να φτάσει βράδυ για να πάω στο μαγαζί δεν έλεγα να βγώ από το δωμάτιο μου. Ούτε καν να δοκιμάσω στο να μετακινηθω και να βγω έξω στο μπαλκόνι του δωματίου μου.

°~~~°

Ξεφυσούσα διαρκώς ενώ το βλέμμα μου είχε κολλήσει πάνω του. Είχε αγκαλιά αυτή την κοκκινομάλλα που φέρνει διαρκώς στο σπίτι τις τελευταίες μέρες. Εντάξει..εντάξει και επειδή μαλώσαμε; Και επειδή έγινε ότι έγινε δεν τον δικαιολογεί να πηγαινοέρχεται με αυτήν! Έχει σπάσει το κεφάλι μου από την ώρα που μπήκε στο μαγαζί μαζί της χέρι χέρι.

Καταπίνω τα σφηνάκια διαρκώς τις τελευταίες δύο ώρες, ζαλίζομαι κάπως μα έχω ακόμη τις αισθήσεις μου. Με έχει πιάσει τρέμουλο και πανικός όταν τον παρατήρησα να την φιλάει και να κοιτάζει εμένα.. θα τον σκοτώσω. Αυτό είναι, και αρκετά το καθυστέρησα. Είναι αρκετά θαλερός το να κάνει μια τέτοια κίνηση μπροστά μου αλλά το γνώριζε, γνώριζε πως θα αντιδρούσα και αυτό είναι που με εκνευρίζει αφόρητα. Πως με καταλαβαίνει σαν ανοιχτό βιβλίο.

Συνέχισα να τους κοιτάζω διηνεκώς χωρίς σταματημό ειδικά όταν έπινα το ποτό μου. Έπειτα από λίγη ώρα τον είδα να την τραβάει από το χέρι και να πλησιάζουν προς το μέρος μου. Εκείνη μου χαμογέλασε βεβιασμένα αλλά ποσός που με νοιάζει η συγκεκριμένη γυναίκα αυτή την στιγμή. «Γεια σου, είμαι η Ρενάτα» ύψωσα το σαγόνι μου ως μια τρανή Βασίλισσα και της έριξα ένα απαξιωτικό βλέμμα έτοιμο να την κατασπαράξει.

Το βλέμμα που της έριξα ήταν άκρως θανατηφόρο ειδικά όταν έτεινε το χέρι της. Σήκωσα το φρύδι μου επιδεικτικά και έσκασα ένα γέλιο. «Σε γνωρίζω γλυκιά μου, δεν χρειάζονται οι επισημότητες» της γύρισα την πλάτη μου και αφού ήπια μονορούφι το σφηνάκι μου ξεκίνησα να συζητάω με τον μπάρμαν. Δεν την είδα ξανά δίπλα του, δεν με ενδιαφέρει κι όλας, σιγά τα μούτρα.

«Ζηλεύουμε κι όλας;»
«Εγω; Να ζηλέψω; Δεν σου τα είπανε καλά πρόεδρε» τα δάχτυλα μου τρεμόπαιζαν στο πάσο του μπαρ. Να ζηλέψω ποια εγώ; Αυτήν.. την.. πως την είπαμε; Σιγά.. «Σου εχω ξαναπεί πως δεν κοντεύεις στα γούστα μου, μην είσαι τόσο εγωλάτρης» αισθανόμουν ελάχιστα το άγγιγμα του στην άκρη της μέσης μου, ήταν αρκετό από το να μου προκαλέσει αδιανόητα συναισθήματα. Συναισθήματα οργής.. και μίσους.

«Άλλα μου έλεγες χθες στην πισίνα» ψιθύρισε δίπλα από το αυτί μου και ακούμπησε την παλάμη του γύρω από τον αυχένα μου και με έσπρωξε ώστε να τον κοιτάξω στα μάτια. Γαμημένε αντρα. Έσφιξα τα χείλη μου σε μια ίσια γραμμή και τον κοιτούσα οργισμένη. «Δεν θυμάμαι να έγινε κάτι χθες βράδυ, είσαι παράλογος» του είπα χωρίς να του δείξω πόσο ευάλωτη νιώθω.

Πίεσε ακόμη περισσότερο την παλάμη του γύρω από τον αυχένα μου ώστε το πρόσωπο του να αγγίζει το δικό μου σε σημείο αναπνοής. «Εκτός.. αν θες να το ξανά επαναλάβουμε» είναι αρκετά πεισματάρης και το γνωρίζω πως όταν βάζει κάτι στο μυαλό του πάντα το καταφέρνει μα αποκλείω το γεγονός το να γίνω έρμαιο του.

Άρπαξα το χέρι του και το απομάκρυνα τελείως από πάνω μου, οποιαδήποτε επαφή μαζί του ήταν εντελώς ριψοκίνδυνη. «Δεν σου έδωσα την άδεια να με αγγίζεις» σύριξα και ήπια μια ακόμη γουλια από το ποτό μου. Κάνει ότι κάνει φέρνει την άλλη στο μαγαζί την φιλάει μπροστά μου και τώρα τι προσπαθεί να κάνει; Θέλει να με τρελάνει τελείως; Γιατί το έχει καταφέρει με απόλυτη επιτυχία.

«Μέθυσες; Άστο μην πίνεις άλλο» άρπαξε το ποτό μέσα από τα χέρια μου και το απομάκρυνε τελείως από κοντά μου. Θα τον πνίξω,δεν μπορώ άλλο, ζαλίζομαι. Ξεροκατάπια όταν τον παρατήρησα με τον τρόπο που με κοίταζε, το στομάχι μου έγινε κόμπος.. ενδεχομένως να με επηρεάζει αυτός ο άντρας και αυτό δεν είναι καλό σημάδι.. καθόλου όμως. Όχι ότι υπάρχει περίπτωση να τον ερωτευτώ αλλά έχει επιρροή πάνω μου.

Απλά με ελκύει, τίποτα παραπάνω.

«Δεν είσαι πατέρας μου, θα πιω όσο θέλω εγώ » βαριανάσαινε και οι γωνίες του προσώπου του σφιχτηκαν ενώ μερικές φλέβες πετάχτηκαν σε σημείο να τον κάνουν ακόμη πιο θελκτικό. Γύρισε ατσαλα το κορμί μου και αφού πέρασε τα χέρια μου γύρω από τον αυχένα του με αγαρμπο τρόπο με σήκωσε και με τοποθέτησε στους ώμους του. «Δεν είμαι μεθυσμένη σταμάτα, άφησε με κάτω, άσε με είπα» η μυϊκή του μάζα δεν με διευκόλυνε ανάθεμα. Και σε όλη τη διαδρομή ώσπου να φτάσουμε στην έπαυλη απλά του φώναζα.

Με το που μπήκαμε μέσα στην έπαυλη προσπάθησα να συνέλθω, το φόρεμα μου τσαλακώθηκε και τα μαλλιά μου ανακατεύτηκαν. Τον παρατήρησα που ακούμπησε τον κορμό του στην άκρη του καναπέ ενώ σταύρωσε τα χέρια του και ένα ακαταμάχητο πονηρό χαμόγελο είχε χαραχτεί στο πρόσωπο του. «Μην με κοιτάζεις έτσι» το βλέμμα του πήρε μια άλλη μορφή που δεν μπορούσα να δικαιολογήσω, σκούρηναν ακόμη περισσότερο ενώ τον παρατήρησα που ανασαίνει με δυσκολία.

Εγυρε ελαφρώς το πρόσωπο του προς το μέρος μου και μου χαμογέλασε διάπλατα «Πως σε κοιτάζω;» αναθεματισμένε άντρα. Στριφογύρισα τα μάτια μου ενοχλημένη και μούγκρισα εκνευρισμένη. Δεν έχω την υπομονή να ασχοληθώ μαζί του, πέρασα μερικές τούφες που έπεφταν στο πρόσωπο μου πίσω από το αυτί μου και απλά τον καληνύχτησα. Είναι άκρως ριψοκίνδυνο να παρευρίσκομαι στον ίδιο χώρο μαζί του.

°~~~°

Στριφογύριζα συνεχώς στον ύπνο μου, δεν μπορώ να κοιμηθώ με ησυχία εδώ και ώρες. Άρπαξα στα χέρια μου το πακέτο με τα τσιγάρα μου μα ο αναπτήρας έλειπε. Του τον είχα δανείσει το πρωί, γαμώτο. Άφησα έναν αναστεναγμό και με δυσκολία κατέβηκα στον πρώτο όροφο της έπαυλης. Άκουγα φασαρία από το γυμναστήριο, υπολογίζω πως θα γυμνάζεται όπως κάνει συνήθως τα βράδια.

Άνοιξα ελάχιστα την πόρτα και τον παρατήρησα να αγκομαχεί, φορούσε στα χέρια του γάντια του μποξ και χτυπούσε ανελέητα τον σάκο. Φορούσε μια μαύρη βερμούδα ενώ από πάνω ήταν γυμνός. Το κορμί του ήταν καταιδρωμένο μα δεν τον σταμάτησε από το να χτυπάει με μοχθηρό τρόπο τον σάκο.

Γύρισε το κορμί του και άρπαξε από την καρέκλα δίπλα του μια πετσέτα, ξεκίνησε να σκουπίζει το κορμί του ενώ φαινόταν πως το κορμί του τον καταπονούσε. Φαινόταν εκδήλως πως όταν ήθελε να ξεσπάσει γυμναζόταν επί ώρες, γύρω από το σκοτάδι φαινόταν αμαρτωλά γοητευτικός όπως οι μαύρες τούφες των μαλλιών του έπεφταν στο κούτελο του από την ένταση που ασκούσε ώστε να γυμναστεί.

«Θες κάτι;» έβγαλε το πακέτο με τα τσιγάρα του και τοποθέτησε ένα ανάμεσα από τα καλοσχηματισμένα χείλη του. Τον παρατήρησα που κρατούσε στα χέρια του τον αναπτήρα μου και με τολμηρό τρόπο έκανα ένα βήμα μπροστά. Να καπνίσω θέλω με την ησυχία μου. «Τον αναπτήρα μου θέλω» τα βλέφαρα του τρεμοπαιξαν κάπως και έτεινε τον αναπτήρα προς τα εμένα.

«Αν τον θέλεις έλα πάρτον» τράβηξε μια τζούρα και έκλεισε τα μάτια του από την απόλαυση που τον διακατείχε. Δεν τον φοβάμαι, ένας αναπτήρας είναι. Έκανα κίνηση ώστε να τον αρπάξω από τα χέρια του μα δεν φάνηκε να πτοείται. Για τον Αλκάρντο μιλάμε. Με τράβηξε προς το μέρος του και έπεσα άτσαλα πάνω του. Τοποθέτησε το τσιγάρο ανάμεσα στα δάχτυλα του και το κρατούσε σταθερά. Μου έκανε νόημα αν θέλω να καπνίσω και αφού κούνησα το πρόσωπο μου καταφατικά ο ίδιος μου το τοποθέτησε στο στόμα μου.

Με ορμητικό τρόπο με έβαλε να καθίσω πάνω στα πόδια του ενώ ο ίδιος με παρατηρούσε να καπνίζω. Φύσηξα τον καπνό προς το μέρος του και άφησα ένα άηχο χαμόγελο. Μπορούσες να ακούσεις τις ανάσες μας η μία ενάντια στην άλλη. Έριξα το τσιγάρο και το πάτησα με το τακούνι μου έτσι λοιπόν είχε την ευκαιρία να πλησιάσει το πρόσωπο μου με ποθητό τρόπο.

Τύλιξε τα δάχτυλα του γύρω από τα μαλλιά μου και με πίεσε ώστε να τον πλησιάσω και εγώ με τη σειρά μου. Παράλληλα διαπέρασε το χέρι του μέσα από την μπλούζα μου και ξεκίνησε να χαϊδεύει το δέρμα μου. «Θέλω να σε γευτώ» μου ψιθυρισε ενω μισάγγιζε το στόμα μου και αισθανόμουν την ανάσα του να καίει το δέρμα μου.

«Το θέλεις πολύ;»

Έσκασε ένα χαμόγελο με την φράση μου και με τη βοήθεια των χεριών του με βοήθησε να βολευτώ καλύτερα πάνω του. Μισάνοιξα το στόμα μου και ένιωσα τα χείλη του να αγγίζουν τα δικά μου με απαλές κινήσεις. Ψιλοκοκκίνισα ενώ εκείνος από κάτω μου θώπευε το κορμί μου με τα χέρια του με εξωνυχιστικό και λεπτομερή τρόπο. «Κριστιαν, πρέπει να μιλήσουμε» του είπα και προσπάθησα να απομακρυνθώ απο πάνω του. Από το στόμα του, μα ήταν μάταιο.

Ήταν λιτός και όμορφος γύρω από το σκοτάδι μου, ήταν ο ίδιος ξεχωριστός με τον τρόπο του σε σημείο να μην μπορώ να το διευκρινίσω με φράσεις, με λόγια. Ο καταστροφέας προκαλούσε φθορά και όλεθρο πάνω στο μικροσκοπικό κορμί μου μα και στην ψυχή μου. Το φιλί του ήταν εξοντωτικό και καταστρεπτικό, όση ώρα ταλάνευε το κορμί μου. Το άγγιζε και γιατρεύε τις πληγές μου. Πως μπορούσε;

«Θέλεις να συζήτησουμε για το πώς σε κάνω να αισθάνεσαι; Πόσο σε ποθώ;» μούγκρισα χωρίς να του απαντήσω μα εκείνος με τη σειρά του άφησε ένα φιλί στη βάση του λαιμού μου. Ήταν ανεμωλίως να συζητήσω μαζί του διότι οι λέξεις την προκειμένω στιγμή δεν έβγαιναν απλά λαχταρούσα τον ίδιο. Έπειτα όσα είχαν συμβεί μεταξύ μας δεν υπήρχε επιστροφή, δεν υπαρχει γυρισμός. Απλά οδεύουμε προς την καταστροφή.

Ήταν μοιραίο και ολέθριο να βρεθώ αντιμέτωπη δίπλα του, όχι εναντίον του αλλά να σταθώ στο πλάι του. Εγώ και εκείνος. Ο Κρίστιαν και εγώ, εναντίον τους.

«Μην τολμήσεις και μου ξαναπείς πως σε πρόδωσα» έκανε μια παύση και το σκούρο χρώμα τον ματιών του μπλέχτηκε με έναν αποτρόπαιο τρόπο με το κυπαρίσσι δικό μου. Τύλιξε τις παλάμες του γύρω από το πρόσωπο μου, χωρίς να αισθανθώ το άγγιγμα του μα τον ένιωθα να αγγίζει την ψυχή μου. Εσμιξα τα φρύδια μου σε μια ίσια γραμμή και στριφογύρισα τα μάτια μου, έγυρα το πρόσωπο μου ώστε να μην τον κοιτάζω. Ήταν ανάγκη να το πει;

Τύλιξε το χέρι του στον λαιμό μου και με πρόσταξε να τον κοιτάξω. «Σου το λέω και θα στο ξαναπώ μέχρι να το χωνέψεις» έκανε μια παύση ενώ τον παρατήρησα που αγριεψε μαζί μου και το βλέμμα του ήταν μουντό και μαυροδερό. Μπορούσε ανά πάσα στιγμή να γίνει χαιρέκακος και μοχθηρός, δεν μπορώ να δικαιολογήσω την στάση του μα μήτε να τον ψυχολογήσω. Είναι παράξενος άντρας.

«Ο,τιδήποτε κι αν γίνει, όπως κι αν καταλήξουμε οι δύο μας. Ένα πράγμα να θυμάσαι. Είσαι χαραγμένη μέσα μου, το μέλι σου με δηλητηριάζει μα εγώ το εκπορθώ καθημερινώς.» έκανε μια παύση και τοτε συνέχισε με έναν πιο ήπιο τόνο.

«Είμαστε.. εγώ και εσύ ενάντια σε ολόκληρο τον κόσμο»

Εκείνος ο έρωτας που θα γκρέμιζε τα τείχη μας. Εκείνος θα μας σκότωνε. Τα τείχη του κάστρου θα διέλυε.. και θα καταστρεφόμασταν χέρι χέρι. Και με έναν τόσο άκομψο τρόπο θα πεθαίναμε ο ένας στην αγκαλιά του αλλουνού.

Πως μου είστε;; Τι κάνετε;
Πως περνάτε;
Για τα δεδομένα μου ήταν χαλαρό το κεφάλαιο διότι στο επόμενο θα ξεσπάσει τρικυμία. Σε πολλούς τομείς!
Ο καταστροφέας ονόματι Κρίστιαν είναι έτοιμος να καταστρέψει την ψυχολογία μας. ΑΛΛΑ ΠΑΝΑΘΕΜΑ ΤΟΝ, ΕΙΝΑΙ ΑΠΊΣΤΕΥΤΟΣ ΟΤΑΝ ΘΕΛΕΙ.

Πως σας φάνηκε; Ακούω γνώμες 🫶🏻

Να πίνετε νεράκι και να προσέχετε τον ευατο σας.

Φιλάκια ρουφηχτά
Χριστίνα 🤍

Continue Reading

You'll Also Like

30.5K 2.4K 45
Ναταλία , ευγενική , καλόκαρδη, γλυκιά, ανέμελη, ατίθαση, ανεξάρτητη, σπούδασε για να γίνει νταντά αλλά δουλεύει σε μία καφετέρια προσωρινά μέχρι να...
30.8K 1.3K 38
- όχι , δεν πρέπει -πρεπει μωρό μου αφού το θέλουμε και οι δύο Αυτή η ιστορία έχει από όλα μισοί , έχθρες ,αντιπαλότητα ,μυστήριο , λύπη και πάνω α...
16.4K 683 36
Δύο οικογένειες πνιγμένες στο αίμα. Μια σκιά την ταλάνιζε, την τιμωρούσε και αδίστακτα την τριγυρνούσε. Η σκιά των αναμνήσεων. Όλα γύρω της με αίσθησ...
4K 279 23
Ενα μήνυμα σε εκείνο το άτομο που σκέφτεσαι...ένα μήνυμα για όσα νοιώθεις ..μηνύματα γεμάτα αγάπη ,μηνύματα λυπημένα..μηνύματα από την καρδιά βγαλμέν...