ravishing darkness.

By francoholist

6.2K 451 31

•••ℛℯℊ𝓇ℯ𝓈𝓈𝒾ℴ𝓃 𝓉ℴ 𝓉𝒽ℯ 𝓂ℯ𝒶𝓃: 𝒩ℴ 𝓂𝒶𝓉𝓉ℯ𝓇 𝒽ℴ𝓌 𝒷𝒶𝒹 𝓉𝒽𝒾𝓃ℊ𝓈 ℊℯ𝓉 ℴ𝓇 𝒽ℴ𝓌 ℊℴℴ𝒹... ℐ𝓉 𝓌... More

#01
#02
#03
#04
#05
#06
#07
#08
#09
#10
#11
#13
#14
#15
#16
#17
#18
#19
#20
#21
#22
#23
#24
#25
#26
#27
#28
#29
#30
#31
#32
#33
#34
#35
#36
#37
#38
#39
#40
#41
#42
#43
#44
#45
#46
#47
#48
#49
#50
#51

#12

136 8 0
By francoholist

«Θες να μου πεις πως κυνηγούσατε μια ολόκληρη οικογένεια εδώ και 300 χρόνια;» ρώτησα μόλις τελείωσε την ιστορία του.

«Είναι μικρό χρονικό διάστημα για εμάς, αλλά ναι» είπε.

«Γιατί;» ρώτησα περίεργη.

«Ήταν κυνηγοί. Ένας προς έναν. Λειτουργούσαν ύπουλα. Ήταν οι καλύτεροι κυνηγοί που έχω γνωρίσει. Με όπλα που δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου. Και άτομα όλων των ηλικιών ήταν μπλεγμέμα. Από 10 έως και 90 χρόνων. Η παράδοση τους πήγαινε από γενιά σε γενιά. Οι πρώτοι, που γνώρισα, ήταν το 1487. Ένα ζευγάρι. Φαινόντουσαν ακίνδυνοι, αλλά δεν ήταν. Αυτοί που σκοτώσαμε, ήταν χειρότεροι, όμως. Εκτός του ότι μας κυνηγούσαν, όλους μας, είχαν σκοτώσει και τον αδερφό μου. Δεν ήξεραν, βέβαια, ότι το όπλο τους δεν θα τον κρατούσε νεκρό για πάντα» είπε.

«Ποιον από τους δύο;» ρώτησα.

«Τρεις αδερφούς έχω, για την ακρίβεια. Τον Kol είχαν σκοτώσει. Ερχόντουσαν και για τους υπόλοιπους μας, αλλά, όταν είδαν ότι δεν πέθανε μόνιμα, έτρεξαν. Κρύφτηκαν. Κατάλαβαν πως το να σκοτώσεις έναν από εμάς, είναι μεγάλη υπόθεση. Όσο εξελιγμένοι κι αν ήταν. Έτσι, γίναμε εμείς οι διώκτες τους. Δεν είχαμε ακούσει νέα τους, βέβαια, εδώ και χρόνια. Ο Peter, όμως, μου είπε για κάποιους που είχαν έρθει εδώ. Δεν μπορούσαν να ξέρουν που είμαστε, μετακινούμαστε συχνά. Δεν χάσαμε ευκαιρία, λοιπόν, και λύσαμε το θέμα, μια και καλή» είπε.

«Δεν κατάλαβα, όμως. Ο Kol, τι εννοείς δεν πέθανε 'μόνιμα';» ρώτησα και χαχάνισε.

«Υπάρχει μόνο ένα συγκεκριμένο δέντρο που μπορεί να μας σκοτώσει, αν καρφωθεί ένα παλούκι, φτιαγμένο από αυτό το ξύλο, στην καρδιά μας. Αυτό το δέντρο, όμως, δεν υπάρχει πλέον. Το κάψαμε. Οι στάχτες, όμως απέμειναν. Έτσι, με ένα μικρό ξίφος που μπορούσε να ενωθεί με την στάχτη του δέντρου, είναι πιθανό να πεθάνουμε. Όχι όμως μόνιμα. Αν το ξίφος αφαιρεθεί από την καρδιά μας, ερχόμαστε πάλι στην ζωή» εξήγησε.

Έχω κάτσει εδώ και ώρα και τον παρακολουθώ μαγεμένη, με όλα όσα μαθαίνω.

«Αφού δεν πέθανε ο Kol τελικά, γιατί τους σκοτώσατε;» ρώτησα και με κοίταξε σοβαρός.

«Όποιος τολμάει να τα βάλει μαζί μας, δεν έχει καλό τέλος. Η οικογένεια, είναι το παν για εμάς» είπε.

«Τους Hale, τότε, γιατί τους αφήνετε;» ρώτησα και γέλασε λίγο.

«Αγάπη μου, οι Hale δεν είναι εχθροί μας. Υπήρχαν, βέβαια, διαμάχες λόγω των διαφορετικών ειδών. Οι λυκάνθρωποι δεν τα πήγαιναν ποτέ καλά με τους βρικόλακες. Είναι στην φύση μας να ανταγωνιζόμαστε. Ωστόσο, όταν συνεργαζόμαστε, είμαστε ό,τι χειρότερο μπορείς να δεις, με την καλή έννοια» είπε και κούνησα το κεφάλι μου, πίνοντας λίγο ακόμα από το τσάι μου.

Αυτός τελείωσε το αίμα του και ακούμπησε το ποτήρι του στο τραπέζι.

«Θες να σου φέρω άλλο;» ρώτησα.

«Όχι, γλυκιά μου. Λίγο whiskey βάλε μου, καλύτερα, αν μπορείς» είπε και σηκώθηκα.

Πήρα ένα μπουκάλι, από το αγαπημένο του Damon και του έβαλα σε ένα άλλο ποτήρι.

Του το ακούμπησα στο τραπέζι.

«Ευχαριστώ» είπε χαμογελαστός και χαμογέλασα επίσης.

Πήγα πίσω στην θέση μου.

«Και δηλαδή έχετε τελειώσει με αυτή την οικογένεια εντελώς; Δεν υπάρχουν άλλοι συγγενείς;» ρώτησα.

«Με τους Argent; Για την ώρα είμαστε εντάξει. Αν κάποιος, όμως, θελήσει να μας κάνει επίσκεψη και μας εναντιωθεί, ευχαρίστως να του δείξω τι πάει να πει Mikaelson» είπε και ήπιε λίγο από το Whiskey.

Argent. Κάτι μου θυμίζει.

«Είστε άγριοι εσείς οι Mikaelsons, εε;» ρώτησα ειρωνικά.

«Δεν θες να ξέρεις» είπε χαχανίζοντας.

«Ελπίζω να κατάλαβες γιατί έγιναν όλα. Δεν είμαστε δολοφόνοι. Κυνηγοί. Είναι στην φύση και των βρικολάκων και των λυκανθρώπων. Όταν κάποιος μας κυνηγάει, δεν δίνουμε ιδιαίτερη σημασία. Αν όμως μας επιτεθούν, πρέπει να πληρώσουν. Πες το εκδίκηση, εμείς το λέμε αντεπίθεση» είπε.

«Καταλαβαίνω. Και εγώ θα έκανα τα πάντα για να προστατέψω την οικογένεια μου» είπα και χαμογέλασε.

«Χαίρομαι που καταλαβαίνεις» είπε και χαμογέλασα και εγώ.

Το κουδούνι χτύπησε και με κοίταξε περίεργος.

Ποιος να είναι τέτοια ώρα;

Σηκώθηκα και άνοιξα την πόρτα.

«Καλημέρα. Πρέπει να σου πω» είπε η Maria βιαστικά και μπήκε μέσα.

«Elijah. Δεν το ήξερα ότι ήσουν εδώ» σταμάτησε μόλις τον είδε.

«Γειά σου Maria» της είπε.

«Καλύτερα να έρθω κάποια άλλη στιγμή» είπε αμήχανα δείχνοντας την πόρτα.

Ο Elijah σηκώθηκε.

«Ααα όχι, κάθισε. Μπορώ να συνεχίσω άλλη στιγμή την συζήτηση με την αγαπητή Klarisa. Φαίνεται το θέμα σου να επείγει» είπε σαρκαστικά, αφού φαινόταν πως ήταν αγχωμένη.

Ήρθε μπροστά μας και έπιασε το χέρι μου σοβαρός.

Το πλησίασε στα χείλη του και το φίλησε απαλά, κοιτώντας με. Καιρό είχε να το κάνει αυτό.

Χαμογέλασα και το άφησε σιγά σιγά.

«Θα μιλήσουμε. Πες στους άλλους πάνω χαιρετίσματα. Αν δεν κάνω λάθος, είναι δύο Hale και ένας Salvatore» είπε γελώντας και άνοιξα την πόρτα.

«Γειά σου Elijah» είπα χαμογελαστή.

«Γειά σου, γλυκιά μου. Raeken» είπε σαν χαιρετισμό, και στις δύο, και έφυγε.

Έκλεισα την πόρτα και η Maria με κοιτούσε περίεργη.

«Τι έπαθες εσύ;» ρώτησε περίεργη.

«Είναι μεγάλη ιστορία. Άλλη στιγμή αυτά. Εσύ πες μου, τι έχεις;» ρώτησα.

«Βάλε αίμα να σου πω» είπε και κάθισε σε έναν καναπέ, βιαστικά.

Δεν το πιστεύω ότι το ακούω αυτό και μου φαίνεται και φυσιολογικό.

[...]

«Μπορείς να το παίζεις διπλό ταμπλό. Και Derek και Isaac» είπα.

«Νομίζω δεν με παρακολουθείς τόση ώρα» είπε ενοχλημένη και ήπιε λίγο αίμα.

«Σε παρακολουθώ!» φώναξα.

«Δεν θέλω πλέον τον Derek. Τελικά, τον ήθελα μόνο για το σεξ. Και μ' άρεσε το one night stand μας, δεν λέω, αλλά ως εκεί. Μου έφυγε το ενδιαφέρον. Αυτός, όμως, δεν σταματάει να με παίρνει τηλέφωνο και να μου στέλνει μηνύματα, επειδή έφυγα από το σπίτι του ενώ κοιμόταν» είπε.

Τα επίπεδα άγχους της πρέπει να έχουν φτάσει πολύ ψηλά αυτή την στιγμή.

Στην σκάλα, είδα την Martha να κατεβαίνει, ζαλισμένη.

«Καλημέρα» είπε με την αγουροξυπνημένη της φωνή και κάθισε σε μια πολυθρόνα, φτάνοντας κοντά μας.

«Τι λέτε;» ρώτησε, ξαπλώνοντας σχεδόν.

«Η Maria πηδήχτηκε με τον Derek και τώρα δεν τον θέλει, αλλά αυτός την ζητάει σε γάμο» είπα απόλυτα σοβαρή και με κοίταξαν και οι δύο με γουρλωμένα μάτια.

Η καθεμία για τον λόγο της.

«Τι πράγμα!?» είπε η Martha ξαφνιασμένη.

«Δεν είπα ποτέ για γάμο, οκ; Απλά με έχει πρήξει. Το κινητό μου δεν σταματάει να δονείται» είπε ενοχλημένη και άρχισα να γελάω.

Η Martha δεν της έδωσε πολύ σημασία και έδειξε, απλά, το ποτήρι της.

«Αίμα είναι αυτό;» ρώτησε σαν λυσσασμένη.

«Ναι» απάντησε η Maria ήρεμα.

«Έχω και άλλο αν θες» είπα.

«Φέρε!» φώναξε και σηκώθηκα γελώντας.

Πήγα στον καταψύκτη, που ήταν στον διάδρομο προς το υπόγειο.

Πήρα ένα, από τα πολλά, σακουλάκια με αίμα.

Να θυμηθώ να μην δώσω ποτέ αίμα σε αυτή την πόλη. Θα πάει τσάμπα. Τα κλέβουν όλα.

Πήγα στο σαλόνι και της το πέταξα.

Άνοιξε ένα μικρό καπάκι και άρχισε να πίνει.

«Πείτε τώρα καμιά δικαιολογία για να τον ξεφορτωθώ» είπε η Maria και σήκωσε και τα πόδια της στον καναπέ, κρατώντας τα με τα χέρια της.

«Πήγαινε με τον Isaac» είπε η Martha χαλαρά.

«Νομίζεις δεν το θέλω; Ο Isaac, όμως, δεν είναι για ένα απλό one night stand. Τον έχετε δει; Είναι κούκλος, έχει βρετανική προφορά και έχει και εκπληκτικό χιούμορ. Μην σχολιάσω το ότι είναι σαν Έλληνας θεός, με αυτά τα καστανόξανθα μπουκλάκια, και τα γαλάζια μάτια. Και είναι και ηλίθιος, αλλά όχι σε σημείο που δεν υπάρχει συνεννόηση. Απλά είναι γλυκούλης από την αφέλεια του» είπε μαγεμένη.

Όσο τον περιέγραφε, το χαμόγελο της γινόταν όλο και πιο πλατύ.

«Νομίζω είσαι ερωτευμένη» είπα και με κοίταξε σοβαρή.

«Και εγώ το νιώθω, που είμαι και βρικόλακας» είπε η Martha.

[...]

Ο Damon κατέβηκε την σκάλα και ξάπλωσε πάλι στον καναπέ.

«Που είναι οι άλλες;» ρώτησε αγουροξυπνημένος.

«Έφυγαν πριν λίγο» είπα.

«Η γοργόνα Stefan που είναι;» ρώτησε έπειτα.

«Στους Hale» απάντησα.

Δεν φαίνεται να τον ένοιαζε και πολύ.

Το κουδούνι χτύπησε.

«Περιμένουμε κάποιον;» ρώτησε και σηκώθηκα ανήξερη.

Άνοιξα την πόρτα, αλλά κανείς δεν ήταν πίσω της.

Βγήκα λίγο έξω και κοίταξα τριγύρω.

Τίποτα όμως.

Παρατήρησα πως, κάτω, υπήρχε ένα γράμμα.

Πάνω έγραφε “Salvatore” με καλλιγραφικά και ήταν σφραγισμένο με κερί.

Το πήρα μέσα διστακτικά και έκλεισα την πόρτα.

«Τι είναι αυτό;» ρώτησε ο Damon.

Έφτασε μπροστά μου και το πήρε, πριν το ανοίξω.

Το άνοιξε και έβγαλε μια κάρτα από μέσα.

Άρχισε να την διαβάζει σοβαρός.

«Τι είναι;» ρώτησα.

«Πρόσκληση από τους Mikaelsons για δείπνο. Μας καλούνε και τους τρεις» είπε.

«Πότε;» ρώτησα.

«Σήμερα το βράδυ, αλλά δεν θα πας. Αν είναι να πάει κάποιος, αυτοί είμαστε εμείς. Εσύ κινδυνεύεις. Θα πάρουμε τηλέφωνο να έρθει εδώ η Maria, η Martha, η Malia και δεν ξέρω και εγώ ποιος άλλος. Ή απλά θα πας στους Hale για το βράδυ» είπε.

Όχι ότι τρελαίνομαι να δω τους Mikaelsons, αλλά με κρατάνε ως φυλακισμένη.

Θέλω να βγω, ακόμα κι αν είναι να πάω σε σπίτι, πάλι.

«Θα έχω εσάς μαζί μου. Θα έρθω» είπα και έσφιξε το σαγόνι του, αφού ακόμα δεν συμφωνούσε.

Το κινητό μου χτύπησε. Ήταν η Martha.

«Έλα αγάπη. Πάνω στην ώρα είσαι. Μας έστειλαν μια πρόσκληση για δείπνο, κάτι τέτοιο, οι Mikaelsons, αλλά ο υπερπροστατευτικός μου ξάδερφος δεν με αφήνει να πάω. Λέει θα πάνε αυτοί οι δύο μόνο. Οπότε, μπορείς να έρθεις να με προσέχεις; Υποτίθεται χρειάζομαι και babysitter» είπα ενοχλημένη.

Άκουσα ένα γελάκι, από την άλλη γραμμή.

«Martha; Θα έρθεις;» ρώτησα, αφού δεν απάντησε στην ερώτηση μου.

«Δεν νομίζω, γλύκα» άκουσα την φωνή του Kol και τα μάτια μου πετάχτηκαν λίγο.

Από που κι ως που μιλάω μαζί του;

Ο Damon ξαφνιάστηκε, επίσης.

«Kol; Τι κάνεις με το κινητό της Martha; Που την έχεις;» φώναξα.

«Ηρέμησε, πριγκίπισσα. Δεν έχω το κινητό της, ούτε ξέρω που είναι» είπε ήρεμος και συνειδητοποίησα τι γίνεται.

«Άλλαξες το όνομα στις επαφές, έτσι δεν είναι;» ρώτησα και γέλασε.

«Είσαι έξυπνο κοριτσάκι εε; Το ήξερα ότι δεν θα το σήκωνες αν σε έπαιρνα κανονικά. Καιιιι ήθελα να σιγουρευτώ ότι θα έρθεις και εσύ στο δείπνο. Θέλω να μιλήσουμε» είπε πιο σοβαρός.

«Δεν έχουμε να πούμε τίποτα» απάντησα αυστηρά.

Μπορεί να μου έχει περάσει ο θυμός, που είχα εχθές, ειδικά μετά από όλα όσα μου είπε ο Elijah.

Συνεχίζω, όμως, να μην νιώθω άνετα να είμαι κοντά του.

«Σε παρακαλώ, μην μου το κάνεις αυτό. Έχω τύψεις. Και χρειάζεσαι μια συγγνώμη, πρόσωπο κατά πρόσωπο» είπε, λίγο πιο χαμηλόφωνα.

Ξεφύσηξα, κοιτώντας τον Damon.

Μου έκανε νόημα πως δεν θα πάω και πάλι.

«Kol, δεν γίνεται. Έχω και bodyguards βλέπεις» είπα.

«Δωσ' μου τον Damon» είπε σοβαρός και του έδωσα, διστακτικά, το κινητό μου.

«Kol...» αναφώνησε στην αρχή.

Κάτι του έλεγε και, όσο και να ήθελε να μιλήσει ο Damon, αυτός τον διέκοπτε.

Μετά από λίγη ώρα, ξεφύσηξε.

«Εντάξει, θα έρθουμε... Ναι, θα φέρω και την μικρή» είπε και το έκλεισε.

«Τι σου είπε;» ρώτησα ξαφνιασμένη.

Δεν το περίμενα να τον πείσει τόσο εύκολα.

«Δεν σε ενδιαφέρει. Φόρα κάτι ωραίο και ένα πλατύ χαμόγελο. Έχουμε να πάμε σε ένα δείπνο».

[...]

Τελείωσα με το απαλό μου μακιγιάζ και έβαλα το κόκκινο, στενό φόρεμα που είχα επιλέξει.

Τα μαλλιά μου τα έπιασα μια ψηλή, αυστηρή αλογοουρά.

Έβαλα χρυσούς κρίκους και μια απλή αλυσίδα με ένα μαργαριτάρι.

Τα αγαπημένα μου δαχτυλίδια, επίσης, και ένα βραχιόλι, στο ίδιο σχέδιο με το κολιέ.

Ψέκασα πολύ κολόνια και φόρεσα τα μαύρα μου πέδιλα.

Κοιτάχτηκα μια τελευταία φορά στον καθρέφτη και πήρα μια ανάσα.

Κατέβηκα κάτω.

Ο Stefan ήταν ήδη έτοιμος, φορώντας ένα μαύρο κουστούμι με μια μαύρη, εξίσου, γραβάτα και άσπρο πουκάμισο.

«Βρε βρε ομορφιές για τα αδέρφια Mikaelsons» είπε πονηρά, για πλάκα.

«Ούτε εσύ είσαι άσχημος» είπα γελώντας.

Ο Damon κατέβηκε, φορώντας περίπου το ίδιο κουστούμι με τον Stefan, αλλά με μαύρο παπιγιόν αντί για γραβάτα.

«Είστε έτοιμοι;» ρώτησε, ενώ έφτιαχνε το ρολόι του.

«Ναι» απάντησα.

«Τέλεια. Το κολιέ σου γιατί δεν το έβαλες;» με ρώτησε έπειτα.

«Δεν ταιριάζει με το φόρεμα» είπα λες και ήταν ξεκάθαρο.

«Το θέμα είναι η ασφάλεια, όχι να ταιριάζει με τα ρούχα σου» είπε σοβαρός.

«Λύνεται αυτό» είπε ο Stefan και έφυγε γρήγορα, μη μπορώντας να καταλάβω που.

Επέστρεψε με ένα μπουκαλάκι νερού, ήταν όμως κάπως κίτρινο.

«Τι είναι αυτό;» ρώτησα.

«Ιεροβότανο διαλυμένο σε νερό. Πιες το» είπε και μου το έδωσε.

Άρχισα να το πίνω μέχρι τελευταίας σταγόνας.

Όχι και η καλύτερη γεύση, αλλά το πάλεψα.

«Τέλεια. Πάμε τότε» είπε.

Πήρα το κινητό μου από το τραπεζάκι και προχώρησα προς την πόρτα, που την είχε ανοίξει ο Damon.

Βγήκα έξω και ακολούθησαν.

Μπήκαμε στο αυτοκίνητο, αυτοί μπροστά και εγώ πίσω.

Ο Damon άρχισε να οδηγεί.

Έχω πολύ άγχος για αυτό το δείπνο.

Μετά από λίγα λεπτά, είχαμε φτάσει έξω από το σπίτι των Mikaelsons.

Βγήκαμε από το αυτοκίνητο. Ο Stefan στάθηκε στα δεξιά μου και ο Damon στα αριστερά.

Μου έδωσαν τους αγκώνες τους και τους έπιασα.

Προχωρήσαμε ως την είσοδο και ο Stefan χτύπησε το κουδούνι.

Την πόρτα άνοιξε ο Klaus.

Ντυμένος με ένα μαύρο κουστούμι, επίσης, παπιγιόν και άσπρο πουκάμισο.

«Καλώς ήρθατε» είπε χαμογελαστός.

Έκανε χειραψία και με τον Damon και με τον Stefan.

Μου έτεινε, έπειτα, το χέρι του και του έδωσα το δικό μου.

Το φίλησε απαλά, με το μικρό του χαμογελάκι να παραμένει στα χείλη του.

«Παρακαλώ, περάστε» είπε, συνεχίζοντας να κρατάει το χέρι μου.

Έφυγα από το σάντουιτς των ξάδερφών μου και μπήκα μέσα, με την μικρή του βοήθεια.

«Ευχαριστώ» είπα χαμηλόφωνα, χαμογελώντας.

Δύο μέτρα μακριά, στεκόντουσαν ο Elijah και ο Kol.

Και οι δύο με μαύρα κουστούμια, ο Elijah με γραβάτα και ο Kol με παπιγιόν.

Νιώθω λες και βρίσκομαι ανάμεσα σε πιγκουίνους.

Χαμογέλασαν και οι δύο και πλησίασαν.

Τα ξαδέρφια μου ήταν, και πάλι, δίπλα μου, πλέον.

Ο Elijah μου έτεινε το χέρι και του έδωσα το δικό μου και το φίλησε και μπλα μπλα μπλα, η ίδια ιστορία συνέχεια.

«Είσαι υπέρλαμπρη» είπε και χαμογέλασα.

Ο Kol πλησίασε επίσης.

Μου έδωσε το χέρι του χαμογελαστός αλλά, εγώ, κάθισα σοβαρή για κάποια δεύτερα να τον κοιτάω.

Του έδωσα το δικό μου διστακτικά και το πλησίασε σιγά σιγά στο στόμα του, σκύβοντας λίγο.

Ακούμπησε τα χείλη του στο δέρμα μου και μου άφησε ένα απαλό φιλί, κοιτώντας με στα μάτια.

Σήκωσε πάλι το σώμα του και τράβηξα λίγο το χέρι μου. Το άφησε να κυλήσει από τα χέρια του.

«Είσαι πανέμορφη» είπε λίγο χαμηλόφωνα και χαμογέλασα.

Κοίταξε, έπειτα, τους ξάδερφούς μου, που τον είχαν καρφώσει με τα βλέμματα τους.

«Damon, Stefan. Καλώς ήρθατε στο σπίτι μας» τους είπε χαλαρά, ενώ συνέχιζε να χαμογελάει.

Πως γίνεται να είναι πάντα τόσο άνετος;

«Να περάσουμε στο τραπέζι;» πρότεινε ο Elijah.

«Φυσικά» απάντησε σοβαρός ο Damon και ο Elijah άνοιξε τον δρόμο.

Ο Klaus προχώρησε μπροστά, μαζί με τον Damon και τον Stefan.

Ο Elijah μου έκανε νόημα, με το χέρι του, να προχωρήσω μπροστά.

Ο Kol εμφανίστηκε δίπλα μου και μου έδωσε το χέρι του.

Κοίταξα τον Elijah, πρώτα, και έπειτα τον Kol που περίμενε, χαμογελαστός, να το πιάσω.

Ξεφύσηξα και έπιασα το χέρι του.

Αρχίσαμε να προχωράμε μπροστά.

«Μην κατσουφιάζεις, πριγκίπισσα. Θέλω να σε κάνω να νιώσεις άνετα» ψιθύρισε και έβαλε το χέρι μου στα χείλη του, φιλώντας το και πάλι, χωρίς οπτική επαφή αυτή την φορά, αφού βρισκόταν δίπλα μου.

«Δεν νομίζω πως μπορείς να το καταφέρεις αυτό, μετά από όλα όσα έκανες» είπα με ένα ειρωνικό χαμόγελο.

«Πολλά μπορώ να καταφέρω, μην με δοκιμάζεις. Και πρέπει να καταλάβεις πως ήταν ένα λάθος της στιγμής, και το μετάνιωσα αμέσως. Για αυτό και θέλω να σε κάνω χαρούμενη απόψε» είπε χαμηλόφωνα.

«Δεν ήθελα καν να είμαι εδώ» είπα.

«Επειδή εγώ είμαι εδώ;» ρώτησε και ένιωσα το βλέμμα του να με διαπερνάει.

Δεν μίλησα και ξεφύσηξε.

«Δεν είμαι κακός, Klarisa. Και ούτε θα σε χτυπούσα ποτέ ξανά. Ήταν ένα λάθος, πίστεψέ με. Δεν το ήθελα. Απλά, παρασύρομαι όταν έχω νεύρα. Έγινα ράκος, όμως, όταν σε είδα στο πάτωμα χτυπημένη» είπε.

Σταμάτησε να περπατάει, σε μια μεγάλη αίθουσα, και με κοίταξε.

Δεν είναι η τραπεζαρία εδώ.

Σήκωσε το χέρι του και χάιδεψε, απαλά, το μάγουλο μου με το πάνω μέρος της παλάμης του.

«Σε έχω σώσει ήδη δύο φορές» είπε και πλησίασε το πρόσωπο του στο δικό μου.

«Πραγματικά πιστεύεις ότι θέλω το κακό σου;» ψιθύρισε και έσκυψα το κεφάλι μου.

Έχει δίκιο σε αυτά που λέει.

Έπιασε το πιγούνι μου και σήκωσε το κεφάλι μου, για να τον κοιτάω.

Η ζεστή του ανάσα ήταν κόφτη και με χτυπούσε στο πρόσωπο.

«Kol, πρέπει να πάμε στην τραπεζαρία».

Continue Reading

You'll Also Like

1.8K 376 31
(BOOK 1) Ένα μυστηριώδες βράδυ με πανσέληνο...στην είσοδο του Mystic Falls μια γυναικεία σιλουέτα που είχε χρόνια να επιστρέψει σε αυτή την πόλη, επι...
416 50 12
μια κοπελα η μαρινα πηρε μεταθεση για να δουλεψει σ ενα νησι ως καθηγητρια γαλλικων σενα σχολειο .Παρ ολο τον ενθουσιασμο της ,οταν μπηκε να κανει μ...
27.2K 1.7K 56
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ.. Η ΑΛΙΣ ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΠΟΥ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΑΠΟ ΠΙΣΩ ΤΗΣ..
69.7K 8.1K 95
«Έχετε αναλογιστεί άραγε, πώς θα ήταν να πεθάνετε από το χέρι εκείνου που αγαπάτε; Πώς θα νιώθατε καθώς σας έμπηζε το μαχαίρι πιο βαθιά στην πληγή; Π...