*7

233 19 16
                                    

Δευτερα
Αγκάλιασα το μαξιλάρι μου.

«Matthew ξυπνά θα αργήσεις »

Άκουσα τη φωνή της μάνας μου και έγνεψα αρνητικά.

«Δεν πρόκειται να πάω»

Είπα και κοίταξα έξω από το παράθυρο μου.
Εκείνη άνοιξε κατευθείαν την πόρτα.

«Τι λες παιδάκι μου;»

Ρώτησε και δεν γύρισα καν να την κοιτάξω.

«Δεν θέλω να πάω»

Είπα και εκείνη πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Είναι ακόμα αρχές αγαπη μου»

Μου είπε και κάθισε στο κρεβάτι μου χαϊδεύοντας μου ελαφρά την πλάτη.

«Είσαι μονάχα δυο εβδομάδες στο σχολείο!Θα αρχίσεις από τώρα τις απουσίες;»

Ρώτησε και ξεροκατάπια ενώ έσφιξα το σαγόνι μου.

«Μαμά...»

Ξεκίνησα και γύρισα να την κοιτάξω.

«Μπορούμε να πάμε σπίτι;Σε παρακαλώ»

Είπα και με κοίταξε πονεμένα.

«Στο έχω ξαναπεί πως με τη γιαγιά άρρωστη δε-

Ξεκίνησε και έγνεψα αρνητικά.

«Δεν θυμάμαι ΚΑΝ πως είναι η γιαγιά!Δεν την ενδιέφερε ποτέ να έρθει να μας δει!»

Είπα και ξεροκατάπια καθώς το βλέμμα της πήγε να σοβαρέψει.

«Μου πήρατε την τελευταία χρονιά από το σχολείο μου!Θα χαθώ με τους πάντες!Με όλη μου την παρέα!Και δεν θα είμαι μαζί τους στην αποφοίτηση!Αντιθετα θα είμαι μαζί με τα ψωνισμένα καθυστερημένα εδώ πέρα...Που δεν κάνω με κανέναν παρέα!»

Είπα γνεφοντας αρνητικά και τα μάτια μου είχαν βουρκώσει.

«Είμαι μόνος μου εδώ πέρα...Και...Τα μισά μου πράγματα δεν έχουν έρθει ακόμα από το σπίτι με τη μεταφορική...Και έχει συνέχεια κρύο και ΟΛΟΙ εδώ πέρα είναι τόσο εκνευριστικοί και...Και έχουν τόσο ΑΘΛΙΕΣ απόψεις για τα πάντα σαν να είμαστε 30 χρόνια πίσω»

Είπα και με κοίταξε πονεμένα.

«Αγαπη μου είμαστε σε μια μικρή πόλη πως ήθελες να-

Ξεκίνησε και έγνεψα αρνητικά.

«Θα ήθελα απλά να είμαι σπίτι μου!Να πηγαίνω για μπάνιο με τα παιδιά...Και να βγαίνουμε το βράδυ σε διαφορετικά κλαμπ...Να μπορώ να πηγαίνω γυμναστήριο...Να...Να είμαι στο σχολείο μου!Να μην τραβάω την προσοχή πάνω μου επειδή είμαι ο «καινούργιος»

ɢᴜɪʟᴛʏ ʟᴏᴠᴇΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα