Καταδιωξη

33 4 2
                                    

Οδήγαγα για μισή ώρα όταν πρόσεξα ένα βανάκι στην άκρη της γέφυρας κάτω από την λίμνη Μάροφ. Είδα πέντε άντρες να σταματάνε και να πετάνε μια βάρκα κάτω. Σταμάτησα και εγώ. Έβρεχε και η βροχή με έπνιγε. Αμέσως φόρεσα το πράσινο πανωφόρι μου ώστε να μπορώ να πάω κοντά τους. Ένας με είδε και έτρεξε κατά πάνω μου. Με την γροθιά μου τον χτύπησα στο πρόσωπο και τον πέταξα από την γέφυρα. Ο φίλος του από δίπλα με είδε και αμέσως έτρεξε με τους άλλους τρεις μακριά παρατώντας τα πάντα εκεί. Πήρα τις βαλίτσες με τα λεφτά και γρήγορα έφυγα. Πέρασα από την τράπεζα και τα άφησα εκεί. Πήγα σπίτι μου. Ξάπλωσα. Ένιωσα...ωραία. Γύρισα και κοιμήθηκα.

Παρασκευή

Ξύπνησα. Είχα κοιμηθεί για πρώτη φορά μετά από καιρό ύσηχα χωρίς εφιάλτες. Σηκώθηκα και είδα μια σκιά στο χώρο του δωματίου μου. Κατευθήνθηκα προς το εκεί γρήγορα και φώναξα:

"Ποιος είναι;"

Ήταν η γυναίκα μου, σχεδόν κόκκινη και αγανακτισμένη:

"Λιζ...γύρισες;"

"Όχι...Τζακ..."

Φέρνει έξω από την πόρτα του δωματίου που ήταν δύο γεμάτες βαλίτσες:

"Φεύγω γενικά."

Φρικάρω:

"Μα γιατί, είναι δύσκολες αυτές οι ώρες πρέπει να είμαστε μαζί."

"Όχι Τζακ...αυτό θα με βοηθήσει. Σε παρακαλώ δέξου το. Πως και είσαι τόσο εντάξει; Δεν έχεις συναισθήματα; Δεν στενοχωριέσαι; Το παιδί σου πέθανε!"

Τις παίρνει και φεύγει. Σκύβω κάτω. Δεν μπορώ να είμαι θλιμμένος. Δεν έχω χρόνο.

Δ

ύο βδομάδες μετά


Πάω στη γκαλερί. Ο άντρας με περιμένει εκεί:

"Τα κατάφερες!"

Μου πετάει μια εφημερίδα. Την βλέπω. Έγραψαν για εμένα. Μου έβγαλαν και παρατσούκλι. Με λένε "Φόβο". Όσες ληστείες εμπόδιζα τόσο πιο πολύ τράβαγα τις εφημερίδες. Μα το έκανα καθαρά από ένστικτο. Από πάντα με τράβαγε κάτι να το κάνω αυτό... μα στην πραγματικότητα ήθελα να μάθω ποιος έκανε σε εμένα ο,τι έκανε.

"Τώρα ήρθε η ώρα να πάρεις την απάντηση σου. Ποιος έφταιξε για το "ατύχημα". Τόσο καιρό έψαχνα. Έκανα πολλές έρευνες και...βρήκα πως το ατύχημα που συνέβη σε εσένα απλώς επαναλαμβάνεται."

"Τι εννοείς;"

"Δεν ξέρω ποιος είναι μα άμα προσπαθήσεις να βρεις πληροφορίες και για τα άλλα ατυχήματα τότε θα μπορέσουμε να τον πιάσουμε. Σε εκείνον τον δρόμο τοποθέτησε μικροβόμβες οι  οποίες με το  πάτημα  τους σκάνε αλλάζοντας την τροχιά του οχήματος εντελώς! Η νταλίκα  πάτησε  μια τέτοια..."

"Άρα μένει να συλλέξουμε πληροφορίες και να τον πιάσουμε..."

"Αν ήξερα όμως την αδυναμία σου..."

"Τι;"

"Όλοι οι σούπερ ήρωες έχουν μια αδυναμία. Ποια είναι η δικιά σου;"

Μένω κοιτώντας τον. Μα μια σκέψη μου περνάει από το μυαλό:

"Το νερό. Είναι το νερό. Όταν βρέχει δεν μπορώ να αναπνεύσω. Το να πίνω νερό δεν με ενοχλεί. Το να μπαίνει στο στόμα μου ή να χύνεται πάνω μου χωρίς την θέληση μου είναι εφιάλτης!"

Αφού έχω φτάσει σπίτι μου και έχω ξαπλώσει, ένας παράξενος ήχος ακούγεται στην πίσω αυλή μου. Με έναν φακό πάω να δω. Βλέπω την μπαλκονόπορτα μου σπασμένη και ξαφνικά ένας άντρας με μαχαίρι με αρπάζει από πίσω και είναι έτοιμος να με σκοτώσει:

"Κάνε υσηχία και θα τελειώσει γρήγορα!"

Γυρνάω και τον χτυπάω με τον αγκώνα μου στο πρόσωπο. Τον αφήνω κατω. Δεν ξέρω τι να κανω. Αφού ξυπνάει βγάζει ένα πιστόλι και πάει να με πυροβολήσει. Αμέσως γυρνάω και με πυροβολάει. Πέφτω κάτω μα η σφαίρα δεν με πέτυχε. Σηκώνεται και είναι έτοιμος να μου ρίξει την χαριστική του βολή. Τον ρίχνω κατω και ανεβαίνω από πάνω του. Τον πνιγώ:

"Τι θες από εμένα;"

"Πως...και δεν...πέθανες;"

"ΤΙ ΘΕΣ ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ?!?!?!"

"Με...έβαλαν..."

"Ποιος;"

Δεν πρόλαβε να μου πει. Τον στραγγάλισα. Γρήγορα τον πήρα και κατευθήνθηκα προς την λίμνη. Πέταξα κάτω το πτώμα αφού καθάρισα πιθανά αποτυπώματα και γρήγορα έφυγα. Τον έβαλε αυτός που σκότωσε και την κόρη μου. Είμαι σίγουρος. Μα γιατί να το κάνει αυτο; Τι θέλει από μένα; Πρέπει να τον βρω! 

FearWhere stories live. Discover now