ΜΙΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Börja om från början
                                    

Καθώς συνέχιζε να πλησιάζει αργά την πλατεία με τη βοήθεια της μαγκούρας του, στο αριστερό του χέρι, μισοκρυμμένο κάτω από το μανίκι τού πράσινου μανδύα που φορούσε, διαγραφόταν η πλευρά ενός παραλληλόγραμμου κουτιού. Μόλις έφτασε ανάμεσα στα Τινκ και στάθηκε μπροστά από την ξύλινη επιβλητική πολυθρόνα που είχαν τοποθετήσει προς τιμήν του, οι φωνές και οι κουβέντες άρχισαν σταδιακά να μειώνονται, μέχρις ότου σιωπή σκέπασε το χώρο. Όλοι περίμεναν με αγωνία να ακούσουν τα λόγια του Θούραντιν.

«Φίλοι μου!» αναφώνησε. «Απόγονοι του Τίνκερλορντ, του σπουδαιότερου των Τινκ! Εσείς που κατοικείτε στα δέντρα, κάτω από τις σκιές των φυλλωμάτων, εσείς που ζείτε δίπλα στα γάργαρα νερά του μεγάλου μας ποταμού! Σας κάλεσα απόψε όλους εδώ, κάτω από την προστασία του αρχαίου μας δέντρου, για να σας μιλήσω για κάποια πράγματα που πλέον δεν μπορούν να μείνουν κρυφά. Απόψε, η για πολλούς σας άγνωστη ιστορία του πρώτου και τελευταίου βασιλιά μας θα αποκαλυφθεί. Γιατί δύσκολες αποφάσεις πρέπει να παρθούν και ήρωες να αναδυθούν. Ο αγώνας του Τίνκερλορντ και των συντρόφων του έχει ξεχαστεί για αιώνες και η διαβρωτική δύναμη του χρόνου, δεν άφησε πίσω της κανένα σημάδι όσων διαδραματίστηκαν στις μέρες του...»

«Ίσως μονάχα λίγα ενθύμια...», μονολόγησε κοιτώντας τα οκτώ αγάλματα της πλατείας.

«...Γι' αυτό, αφήστε κατά μέρος τα γέλια, τους χορούς και τους γρίφους και κρατήστε τις δυνάμεις σας γιατί θα τις χρειαστείτε. Πρέπει όλα σας να μάθετε γι' αυτά που έγιναν και γι' αυτά που έρχονται».

Τα Τινκ αντίκριζαν ανήσυχα το σκεπτικό, προβληματισμένο βλέμμα του Θούραντιν αφού δεν τα είχε συνηθίσει σε τέτοιους προλόγους. Οι πρώτοι ψίθυροι δεν άργησαν να ακουστούν. Σύντομα πολλαπλασιάστηκαν και μετατράπηκαν σε βουητό που σκέπασε ολόκληρη την πλατεία.

«Ησυχάστε!» τους φώναξε αυστηρά σηκώνοντας τη μαγκούρα του. «Δεν υπάρχει χρόνος για ανούσιες κουβέντες μεταξύ σας! Τεντώστε τα αυτιά σας σε αυτά που έχω να σας πω, γιατί δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα βρίσκομαι κοντά σας».

Γυρνώντας το βλέμμα του στον Κυπάρισσο και στο άγαλμα του Τίνκερλορντ, το πρόσωπό του σκυθρώπιασε.

«Ο αειθαλής χλόμιασε, τα φύλλα του κιτρίνισαν και άρχισαν να πέφτουν. Η γη μάς προειδοποιεί! Μας φωνάζει να προετοιμαστούμε γι' αυτό που έρχεται! Γι' αυτό που παλεύει να βγει στον κόσμο μας».

ΙρίντιλDär berättelser lever. Upptäck nu