Tο Δέκατο Τάγμα/ part 1

459 100 65
                                    

Για δευτερόλεπτα, όλοι μας παγώσαμε, καθώς γύρω από το σώμα του Μιχαήλ είχε σχηματιστεί μία μικρή, άλικη λίμνη αίματος.

΄΄Αίμα΄΄ σκέφτηκα ΄΄Αυτό και αν φάνταζε απίθανο. Οι Άγγελοι ήμασταν ασώματοι, επομένως δεν ματώναμε. Ήταν αδύνατο, κάτι πέραν πάσης φύσεως και λογικής΄΄

Ωστόσο κατά πώς φάνηκε, ο Παράδεισος του είχε τελικά στερήσει το δικαίωμα της αγγελικής ιδιότητας. Τον είχε ρίξει για το αμάρτημα της κλοπής του σπαθιού και του ψέματος που είχε διαδώσει, προκειμένου να με βοηθήσει. Για λίγο ο χρόνος σταμάτησε απότομα γύρω μου και ένιωσα την οργή να πλημμυρίζει κάθε ίντσα του κορμιού και του μυαλού μου. Γύρισα απότομα προς τον Ασμοδαίο που χαμογελούσε αυτάρεσκα, μπρος στο θέαμα του πληγωμένου Μιχαήλ.

«Θα σε τελειώσω» μούγκρισα και ένιωσα την κτηνώδη φύση μου να γιγαντώνεται. «Θα διαμελίσω την ψυχή σου, θα την αποδυναμώσω και θα την παρασύρω για πάντα στα έγκατα της Κολάσεως. Εσένα και των υπολοίπων πριγκιπικών καθαρμάτων. Αν πάθει κάτι ο Μιχαήλ, γύρεψε το έλεός μου» πρόφερα αργά, ενώ με την άκρη του ματιού μου, είδα την Αντέϊρα να τρέχει προς το μέρος του λιπόθυμου πρώην Αρχαγγέλου και να γέρνει στο στήθος του κλαίγοντας. Η καθησυχαστική του μυρωδιά για την ψυχή της ήταν βάλσαμο. Τα χέρια της άγγιξαν το στήθος του, βρέχοντάς το με δάκρυα βουβά πόνου.

«Υπερασπίζεσαι τον Αρχιστράτηγο του Πατέρα; Αυτόν που σε πέταξε σε αυτό εδώ το μέρος γιατί διαφωνούσε με τις ιδέες σου; Τότε είσαι προδότης, γιατί πολύ απλά εμείς σε υπερασπιστήκαμε, αλλά μάλλον το ξέχασες. Έχεις βραχεία μνήμη» έφτυσε ο Μπελιάλ.

«Στην λογομαχία μου με τον Μιχαήλ και τους υπερασπιστές του, εγώ δεν μίλησα ποτέ για φόνους Μπελιάλ» γρύλισα και τότε μέσα από τους τοίχους, ξεπρόβαλαν κατώτερα δαιμόνια. Τα ουρλιαχτά τους και οι στριγκές κραυγές τους, μου προκαλούσαν πονοκέφαλο επαναφέροντας στη μνήμη μου, τα χιλιάδες μικροσκοπικά πλασματάκια που με εξυμνούσαν, στην είσοδο και έξοδό μου από τον θρόνο του Πατέρα. Τα γυαλιστερά μάτια τους, ήταν καρφωμένα πάνω μας, περιμένοντας διαταγές. Ωστόσο, εγώ ένιωθα πως δεν είχα το κουράγιο για τίποτε. Το σπαθί μου, κρεμόταν άψυχο από το χέρι μου και πλησίασα τον πεσμένο Μιχαήλ.

Στη θέα μου, η Αντέϊρα υποχώρησε, αφήνοντάς μου έστω και ελάχιστο χώρο και χρόνο με τον αδερφό μου. Γονάτισα δίπλα του και πήρα το κεφάλι του στην αγκαλιά μου. Τα καστανά μαλλιά του, ήταν μουσκεμένα από το αίμα και τα κυανά σκούρα μάτια του, μου φαίνονταν θολά. Στο άγγιγμά μου, ανταποκρίθηκε με ένα αχνό χαμόγελο. Το χέρι του βρήκε το δικό μου που έτρεμε. Ήμουν έτοιμος να λυγίσω, να παραδοθώ σε συναισθήματα πρωτόγνωρα, εκείνα του απόλυτου θρήνου και πένθους για τον επικείμενο χαμό του.

Το Άστρο που έδυσε 1 (Tys2019 winner)Where stories live. Discover now