Έχε τους φίλους σου κοντά και τους εχθρούς πιο κοντά/ part3

946 153 169
                                    

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ

Η ώρα ήταν περασμένη και στο γραφείο είχαμε μείνει μονάχα εγώ και η κουρασμένη βοηθός μου. Ο διευθυντής είχε φύγει εδώ και πέντε λεπτά, ρίχνοντάς μου ένα βλέμμα θριάμβου, στην θέση της λεκτικής επιβράβευσης για την εργατικότητά μου. Η αλήθεια ήταν πως την πραγματική δουλειά την είχα τελειώσει εδώ και τέσσερις ώρες, καθώς στο κεφάλι μου οι υπολογισμοί γίνονταν σχεδόν αυτόματα. Φυσικά είχα συγκεντρώσει έναν σεβαστό όγκο εργασίας, για να τον παραδώσω στην πολυαγαπημένη μου βοηθό, η οποία φαινόταν κυριολεκτικά πελαγωμένη και έτοιμη να αφεθεί πλήρως στην αγκαλιά του Μορφέα. Αυτό ήταν υπέρ μου φυσικά, γιατί έπρεπε να φύγω άμεσα, καθώς η αναζήτηση προσωρινής κατοικίας, ήταν ένα ακόμη φλέγον ζήτημα το οποίο έπρεπε να επιλύσω.

«Καλό σας βράδυ δεσποινίς» πρόφερα κοφτά και την είδα να με κοιτάζει, μέσα στην παραζάλη του φόρτου εργασίας της.

«Κύριε Χελ, εννοώ Λίαμ, τι θα κάνετε μετά;» με ρώτησε και ομολογουμένως ξαφνιάστηκα.

Δεν είχα συνηθίσει να περνώ χρόνο με κανέναν, παρά μονάχα με τις ψυχές των κολασμένων, τις οποίες έπρεπε να βασανίσω για κάμποση ώρα, εφευρίσκοντας παράλληλα νέες τιμωρίες για ποικιλία και ανανέωση.

«Λυπάμαι δεσποινίς, μα έχω μία πολύ σημαντική δουλειά να κάνω που δεν χωρά αναβολή» απάντησα για ακόμη μία φορά ψυχρά. ΄΄Μα γιατί ήμουν όμως τόσο ψυχρός; Συνήθως στην προσποίηση δεν αποτύγχανα ποτέ΄΄ σκέφτηκα.

«Κανένα πρόβλημα κύριε, συγγνώμη, Λίαμ ήθελα να πω. Μην με παρεξηγείτε πάντως, η ερώτησή μου ήταν εντελώς τυπική. Είμαι και εγώ αρκετά κουρασμένη. Φαίνεται εξάλλου. Θα σας δω αύριο λοιπόν» μου ανακοίνωσε πρόσχαρα και με τις ανάλαφρες, χάλκινες μπούκλες της να χοροπηδούν σε κάθε της βήμα, μάζεψε γρήγορα τα πράγματά της και αποχώρησε με το ένα της χέρι να κρύβει το αναπάντεχο χασμουρητό της.

Βρέθηκα τελικά μετά από λίγη ώρα, να κάθομαι μονάχος μου σε ένα σχεδόν σκοτεινό γραφείο. Διόλου παράξενη δεν ήταν η αίσθηση για εμένα, καθώς εδώ και αιώνες, η εικόνα της μοναξιάς και του σκότους κυριαρχούσαν στην ψυχή μου, υπενθυμίζοντάς μου την Πτώση μου. Αυτή ήταν η Κόλαση. Μοναξιά και σκοτάδι. Βγήκα στη λεωφόρο Λέξιγκτον, αναζητώντας στα τυφλά κατοικία. Η αλήθεια ήταν πως κάποιος σαν εμένα απαγορευόταν να μένει σε ένα απλό διαμέρισμα. Έπρεπε να βρω έναν χώρο φωτεινό και χλιδάτο, με θέα το κέντρο του Μανχάταν. Προχώρησα λίγο ακόμη, μέχρι το σχετικά μικρό Bryant Park, το οποίο είχε μετατραπεί σε πίστα για πατινάζ. Χιλιάδες ντόπιοι επιδίδονταν, σε ένα κατά τα άλλα ανούσιο σπορ, φορώντας κακόγουστα, αγιοβασιλιάτικα σκουφάκια. Όπως ήταν φυσικό, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό και προχωρώντας όσο πιο κοντά στην πίστα μπορούσα, ξεκίνησα να τους ρίχνω κάτω έναν-έναν, με τη βοήθεια της σκοτεινής, τηλεπαθητικής μου κίνησης και κατόπιν να παρατηρώ το έκπληκτο βλέμμα τους, λίγο πριν την πτώση τους.

Το Άστρο που έδυσε 1 (Tys2019 winner)Where stories live. Discover now