«Έφυγαν»

102 23 2
                                    

Κατά τις έντεκα το βράδυ η βροχή είχε δυναμώσει περισσότερο και το σπίτι έσκουζε από τους ανέμους. Όταν γύρισαν από το εστιατόριο, η Βίκυ ένιωσε την υγρασία να πλανάται στο χώρο, μια αίσθηση βαριά που έκανε τα κόκαλά της να πονάνε. Είχε εγκαταλείψει κάθε ελπίδα να επαναφέρει τον κήπο στην πρωταρχική κατάστασή του από τους εισβολείς που τον είχαν διαλύσει, και τώρα η καταιγίδα που μαινόταν δεν έλεγε να αφήσει τίποτε άλλο παρά μόνο κατήφεια. Ίσως το καλοκαίρι να έκανε απόπειρες να διορθώσει τις ζημιές, αλλά τώρα δεν ήθελε ούτε να πλησιάσει τον κήπο, γιατί εξάλλου, δεν της ανήκε πλέον.    
    Ο Αποστόλης έκανε το βραδινό του ντους, στέγνωσε το σώμα του και ξάπλωσε στο κρεβάτι γυμνός. Εκείνη τη στιγμή η Βίκυ δε διάβαζε τίποτα, όπως συνήθιζε να κάνει κάθε βράδυ. Είχε πέσει βαριά στο μαξιλάρι νιώθοντας πολύ κουρασμένη με όλα αυτά.    
    «Έριξα μια ματιά στην κουζίνα και ανακάλυψα κάτι», της είπε.   
    Η Βίκυ δεν ήθελε να ακούσει. Δεν ήθελε να ακούσει τίποτα άλλο που επρόκειτο να την ταράξει. Δεν απάντησε, σχεδόν έκανε πως την είχε πάρει ο ύπνος.   
    «Δεν βρήκα σαλιγκάρια», συνέχισε εκείνος, «ούτε γυμνοσάλιαγκες».
    «Σοβαρά;» εξεπλάγη, γυρνώντας σαν σβούρα προς το μέρος του.   
    «Ναι. Ούτε στον κήπο είδα κάτι, όσο τουλάχιστον μου επέτρεπε το εξωτερικό φως να δω. Στο ‘πα ότι θα τα διώξω».   
    «Μου το είπε ο γλυκός μου κι εγώ του έβαλα τις φωνές», έκανε η Βίκυ και του χάιδεψε το στήθος, ανακτώντας ξανά τη χαμένη διάθεσή της.
    Ο Αποστόλης γύρισε και την κοίταξε σοβαρός. «Θες να κάνουμε σήμερα;» ρώτησε. «Έχουμε καιρό».   
    «Θα ήταν ο ιδανικός τρόπος να το γιορτάσουμε», του είπε και έγειρε πάνω του, φιλώντας τρυφερά τα χείλη του.

***

Όταν τέλειωσαν να κάνουν έρωτα στο μυαλό της υπήρχε μια σκέψη που δεν έλεγε να την αφήσει φρόνιμη. Μολονότι ο Αποστόλης είπε ότι δεν είδε ούτε ένα απ’ αυτά στην κουζίνα, η σκέψη αυτή ήταν τόσο επικίνδυνη που κόντευε να την τρελάνει. Πώς γίνεται να εξαφανίστηκαν σε τόσο σύντομο χρόνο; Μήπως έφταιγε που ο Αποστόλης είχε ρίξει τα περισσότερα έξω από το παράθυρο; Μήπως έφταιγε ο βροχερός καιρός και η υγρασία που τα έκαναν να έρπουν γρηγορότερα;   
    Αποκοιμήθηκε μ’ αυτές τις σκέψεις.   
    Στον ύπνο της είδε ότι βρίσκονταν κρυμμένα κάπου μέσα στο σπίτι τους.

Τα εκτρώματα της θύελλας (Ολοκληρωμένο)Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin