Τα Ντεπόν.

68 3 10
                                    


Η Μελίνα κοιμόταν.'Ετσι κι αλλιώς , ήταν ακομη αρκετά νωρις : μόλις ειχε χτυπήσει το ρολόι δέκα το πρωί.Ωστόσο,κάτι την ενοχλούσε ,κάνοντας την να αλλάξει πλευρα στο κρεβάτι ,να κλωτσήσει το σεντόνι της ,και τελικά να μείνει ακίνητη.'Ενας βαθύς αναστεναγμός ακούστηκε ,αφού είχε πλέον ξυπνήσει.Βρήκε τι την ενοχλούσε ,και αυτό ηταν η αφόρητη ζέστη ,που την έκανε να υδρώνει.

'''Επρεπε να είχα βάλει κλιματιστικό.'' Μουρμούρισε στον εαυτό της και με μια γρήγορη κίνηση σηκώθηκε απο το κρεβάτι της.Πέρασε τα ακροδάχτυλά της μέσα απο τα μαλλιά της και ένοιωσε υδρώτα στο σβέρκο της.Το περίμενε αυτο ,αφού τα μαλλιά της ήταν πυκνά και σπαστά.Με έναν ακόμα αναστεναγμό μπηκε στο μπάνιο του μικρού της διαμερίσματος , και κοίταξε τον εαυτο της στον καθρεύτη.Τα μεγάλα της πράσινα ματια ηταν μισόκλειστα ,πράγμα που φανέρωνε την έλειψη ύπνου μαζί με την μαυρίλα απο κάτω τους ,τα σαρκώδη χείλη της στεγνά και τα σκούρα καστανά μαλλιά της ανακατωμένα.Αμέσως ,χτένισε τα μαλλιά της ,έπλυνε το πρόσωπο της και τα δόντια της και τέλος ,έβαλε αντιηλιακή κρέμα για να προστατέψει το λευκο,ευαίσθητό της δέρμα.

Στη συνέχεια ,κατευθύνθηκε προς την κουζίνα ,περνόντας απο το σαλόνι.Κοίταξε το χάος που επικρατούσε εκεί : μαξιλάρια πεταγμένα στο πάτωμα ,πατατάκια στον καναπέ,δύο στίβες βιβλίων στο τραπεζάκι και ένα σουτιέν πανω στη τηλεόραση.Η φρίκη που αποτυπώθηκε στο πρόσωπο της μόλις διαπίστωσε πως εκείνη ,η Μελίνα Σμίθ, μια απο τις κορυφαίες φοιτήτριες της Σχολής Αγγλικής Φιλολογίας στο Λονδίνο έμενε μέσα σε αυτό το χάλι ήταν απερίγραπτη.'Εκανε μια συμφωνία με τον εαυτό της, οτι θα τα καθάριζε ολα..Αφού φάει κατι.Και κάπως ετσι, συνέχισε τον δρόμο της για τη κουζίνα.

'Εφτασε το ντουλάπι και έβγαλε ένα μπολ, το οποίο γέμισε με δημητριακά ολικής αλέσεως.Πήρε το γάλα και άρχισε να ρίχνει σιγά σιγά.Εκείνη όμως την στιγμή θυμήθηκε το όνειρο που είχε δει.Στο όνειρο της ήταν ξαπλωμένη σε ένα σιδερένιο μονό κρεβάτι με άσπρα σεντόνια.Γύρω της υπήρχαν ελάχιστα έπιπλα ,όπως μια ντουλάπα κι ένα τραπέζι με μια καρέκλα, όλα τους άσπρα.Πήγε να σηκωθεί μα διαπίστωσε πως δεν μπορούσε.'Ετσι, το επόμενο πράγμα που έκανε ήταν να ουρλιάξει για βοήθεια, μιας και πίστευε πως ήταν δεμένη η κατι παρόμοιο.Μια νοσοκόμα δεν άργησε να μπει στο δωμάτιο, προσπαθώντας να την ηρεμίσει.Και εκείνη την στιγμή, ξύπνησε.

Ωστόσο, το γάλα που είχε χυθεί εξω απο το μπολ και πάνω στο πάτωμα και παντελόνι της την συνέφερε στη πραγματικότητα. ''Γαμώτο.'' Αναφώνισε και πήγε να πάρει ένα πανί να τα καθαρίσει ,ξεχνώντας όμως πως ακόμα κρατούσε το μπουκάλι ,το οποιο λέρωνε τα παντα. ''Ε,είσαι ηλίθια τελικά.'' Είπε στον εαυτο της με ενα ενοχλημένο ύφος, και σταθεροποίησε το μπουκάλι στον πάγκο.

Το Ονειρο.Where stories live. Discover now