Οι κόρες της

97 17 8
                                    

Πολύ κλισέ τίτλος, σκέφτηκα. Σε τόσα διηγήματα υπάρχει παρόμοιος, σκέφτηκα. 

Μα, αυτό είμαστε. Για πάντα θα μας κυνηγά η καταραμένη αγάπη της όπου κι αν πάμε. Όπου κι αν κρυφτούμε, όσα ονόματα, όσες ηπείρους, όσα συναισθήματα κι αν αλλάξουμε, εκείνη θα συνεχίσει να λέγεται μάνα μας και εμείς κόρες της. Με φοβίζει λίγο αυτό, ξέρω πως με βλέπει να το γράφω αυτό. 

Παρατηρεί το κάθε πλήκτρο να πατιέται και τρομάζει με τη σκέψη του τι επρόκειτο να πω ή να γράψω, φοβάται για την γνώμη που σχημάτισα για εκείνη. Όχι μαμά, δεν κατέβηκες στα μάτια μου, σε καμιά μας τα μάτια, απλώς κάνω μια εισαγωγή στον κόσμο. Η εισαγωγή είναι αυτό που μένει στους πάντες, αυτή και το τέλος. Οπότε νομίζω τράβηξα το ενδιαφέρον. Εντούτοις, ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή. Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, μας έλεγε.

 
Ήταν τα τελευταία Χριστούγεννα που θα κάναμε με την μαμά. Μας είχε προετοιμάσει από πριν πως στα επόμενα δεν θα είναι μαζί μας, για την ακρίβεια αμφέβαλλε ακόμη και για τη φετινή Πρωτοχρονιά. Εγώ, μαζί με τις πέντε αδελφές μου ετοιμάζαμε το μικρό μας Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Η μαμά έλειπε σε ταξίδι, θα ήταν εδώ αύριο και μας παρακάλεσε να βρει το σπίτι έτοιμο, για να έχουμε κάτι σα γιορτινή ατμόσφαιρα. 

Εκείνη πάντα απέφευγε ακόμη και να κοιτάζει το δέντρο. Το σπίτι ποτέ δε μύριζε κανέλα ή γαρύφαλλο με ένα ίχνος από ροδόνερo. Ποτέ δεν έζησα αυτό το αίσθημα, το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα που λένε. Τα φωτάκια σπάνια έλαμπαν - είχαν καεί τα περισσότερα -, και η μαμά δεν ήθελε να πάρουμε άλλα, δεν το θεωρούσε αναγκαίο. Νομίζω πως πάντα ήξερε πως θα φύγει σε αυτήν την εορτή, μας προετοίμαζε έμμεσα. 

«Έλλη, μη βάζεις αυτή τη μπάλα ψηλά! Είναι βαριά, δε το βλέπεις; Άσε που δεν ταιριάζει με το δίπλα στολίδι» μου φώναξε η Ιουλία, η μικρότερη, αρπάζοντας την μπλε μπάλα από τα χέρια μου με βία. Πάντα νευρίαζε άμα δεν ήταν όλα στην εντέλεια, ειδικά μέσα στο σπίτι.
Η Λίλα υπό άλλες συνθήκες, θα έπαιρνε το μέρος της μικρής, αντί αυτού την άρπαξε πίσω, λες και το στολίδι δεν ήταν γυάλινο. Σίγουρα αν ήταν εδώ η μαμά θα τους φώναζε να μη τσακώνονται πάνω από εύθραυστα αντικείμενα.

«Παντού ταιριάζει το μπλε, ας τη να το βάλει όπου θέλει» πέρασε στην αντεπίθεση υπερασπιζόμενη το αγαπημένο της χρώμα. 

«Λίλα δεν θα κάνουμε κάθε χρόνο το δέντρο μπλε, τόσα στολίδια πήραμε. Τελείωνε και δως το μου!» Ξεκίνησαν να τσακώνονται για το αν το δέντρο θα είναι και φέτος μπλε-ασημί ή κόκκινο-χρυσό. Καμία μας δεν ήθελε να στενοχωρήσει ούτε μία από τις αδελφές, συνεπώς έπρεπε να τους βρω μια μέση λύση μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτων. 

Οι κόρες τηςWhere stories live. Discover now