~ part 11 ~

163 18 11
                                        



Άνθρωποι
Για να μπουν στην ζωή μας πρέπει να ανοίξουμε της πόρτες της ψυχής μας. Αλλά για να το κάνουμε αυτό δεν θα πρέπει να έχει φύγει κάποιος άλλος θέλω να πω μπορεί να έχουμε μόνο 10 πόρτες και να είναι όλες πλήρης τότε τι κάνουμε βάζουμε δυο άτομα μαζί ή διώχνουμε κάποιον;


Η Μάιρα τον τελευταίο καιρό είχε ανοίξει ένα παράθυρο που επέτρεπε να μπεί μέσα η Νίκη δεν της έδωσε ολόκληρη την πόρτα ήτανε δύσκολο να εμπιστευτεί να ξανά νιώσει οικεία
Υπάρχουν πολλές πόρτες που κρύβουνε ενδοιασμούς και αόρατες πληγές. Μπορεί να έχανε μια μια τις πόρτες στον πόλεμο αλλά είχε ακόμα κάποιες ελπίδες για την μάχη.

Φτάνουν στο κλαμπ πληρώνουν την είσοδο και κατευθύνονται προς ένα απομακρυσμένο τραπέζι. Η μουσική είναι σχεδόν εκκωφαντική με αποτέλεσμα
τα αυτιά της να θέλουν να γράψουν αιματοβαμμένα απομνημονεύματα. Κορμιά κουνιούνται μεθυσμένα βουτηγμένα στα ναρκωτικά και στην διασκέδαση τους. «Πάμε να πάρουμε κανένα ποτό» λεει τραβοντας την από το μπράτσο απαλά. Κατευθύνονται στο μπαρ «τι θα πάρουν οι όμορφες» σίγουρα εννοούσε μόνο την Νίκη σκέφτηκε αστραπιαία «Ένα bacardi cola» είπε περήφανα η κοκκινομαλα με σιγουριά «Εσύ;»
Κάτι που να μην έχει πολλά νούμερα αλλά
δεν πρέπει να μεθύσω σκατα ΟΧΙ δεν πρέπει να πιω αλλά ξέρω ότι εάν δεν το κάνω ΔΕΝ θα περάσω καλά     άρα μου αξίζει ΝΑ περάσω καλά;
«Μια βότκα λεμόνι» ο μπάρμαν γνέφει αλλά πριν βάλει τον χυμό τον διακόπτει « Μισώ»
«δες τις θερμίδες που έχει ο χυμός» ζητά ευγενικά εννοείτε πως την κοίταξε περίεργα δεν ήτανε και μόνος άλλωστε. Την ίδια στιγμή στο μπαρ έφτασε ο Άλεξ με τον Κώστα. Την κοίταξε από πάνω έως κάτω και ασυναίσθητα χαμογέλασα «δεν ήρθε μόνη της» λέει ψιθυριστά στο αυτή του ο Άλεξ. Το χαμόγελο σβήνεται και αντικαθιστάτε με ζήλεια ίσως και λίγο μίσος. «Ορίστε» προφέρει αισθησιακά ο μπάρμαν πέρνει το ποτό της και χάνετε μέσε στο μεθυσμένο πλήθος μαζί με την κοκκινομαλα.

Φέρνει το δεύτερο ποτό βότκα λεμόνι στο στόμα της. Το καταπίνει γρήγορα σχεδόν χωρίς καμία έκφραση μορφασμού. Ο οργανισμός της είχε να γευτεί αλκοόλ εδώ και μήνες οπότε ήτανε δύσκολο να το επεξεργαστή. Χαζές μεθυσμένες συζητήσεις αιωρούνται πάνω στο ξύλινο τραπέζι μέχρι που η κοκκινομάλλα έπρεπε να δουλέψει. Σηκώθηκε άγαρμπα απο τον καναπέ. Έκανε νόημα στον Δημήτρη ότι πάει να πουλήσει της έδωσε ένα θετικό βλέμμα και είπε σοβαρά «πρόσεχε» του έγνεψε και εξαφανίστηκε κατευθείαν.
Οι τουαλέτες του μαγαζιού ήτανε το πλέον κατάλληλο μέρος για να πουλήσεις. Είχε λιγότερη βαβούρα και περισσότερη μοναξιά. Ένας φανερά φτιαγμένος αλλά και μεθυσμένος Άλεξ βρέθηκε μπροστά της. «Δώσε μου επιτέλους την κόκα μου» είπε σαν στερημένος , έψαξε γρήγορα τις τσέπες του τζιν της μάλλον θα ξέχασε το σακουλάκι στο τραπέζι γκαντεμιά. «Ίσως να την ξέχασα στο τραπέζι» προφέρει γρήγορα  και κάνει αυτόματα ένα βήμα πίσω από φόβο. Μπορεί να είχε τσαμπουκά μέσα της αλλά δεν ήτανε και ο ίδιος ο Θεός για να τα βάλει με έναν εξαρτημένο. «Φεύγεις και έρχεσαι τώρα» πρόσταξε φωνάζοντας και εξαφανίστηκε στο λεπτό.
Φέρνει τα χέρια του μέσα από  τα μαλλιά  του και κοιτάει την μεθυσμένη αντανάκλαση του.
Πέρνει όλο και ποιο γρήγορες-κοφτές ανάσες
Το θέλω το χρειάζομαι δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτό πρέπει επείγοντος να σνιφάρω 3 γραμμές.

Δηλητηριώδης καταστροφήWhere stories live. Discover now