Κεφάλαιο 1 (Υπό επεξεργασία)

45 13 14
                                    

    Ο επιβλητικός άντρας έπειτα από μια ελάχιστα κουραστική μέρα στην εταιρεία μπορούσε να σχεδιάσει το πρόγραμμα του για τη νύχτα που περιλάμβανε νυχτερινές διαδρομές στους φωτεινούς δρόμους του κέντρου της πόλεως και εκτός...

Μια μελαχρινή γοητευτική γυναίκα ντυμένη κάπως ελαφρά για τόσο ψύχος, περπατούσε ανέμελη χωρίς σαφή προορισμό μέχρι που το αμάξι σταμάτησε δίπλα της. Το τζάμι του παραθύρου της ακριβής Μερσεντές άνοιξε και ο όμορφος νέος άντρας της έκανε νόημα να μπει στο αυτοκίνητο του. Εκείνη υπάκουσε παρότι της ήταν παντελώς άγνωστος και έπαιζε αρκετά με την τύχη της ρισκάροντας για κάτι απρόβλεπτο και επικίνδυνο. Όμως ο οδηγός που προσέφερε να την πάει στη διεύθυνση που του ζήτησε αποδείχτηκε πολύ φιλικός, άνετος, σίγουρος, ελκυστικός και την μαγνήτιζε κάθε τόσο με τη δύναμη των ματιών του που τόσο πολύ την παρατηρούσαν και προσπαθούσαν να εισχωρήσουν μέσα της. Μέχρι που...συνέβαινε το απρόσμενο τελικά. Μια σύντομη αλλά παθιασμένη ξεπέτα περίπτυξης ή μια τιμωρία εις βάρος της κοπέλας.


[...]

Και να τώρα ο Βικέντιος είδε μπροστά του την συμπαθητική ολομόναχη κοπελίτσα στο δρόμο της γέφυρας. Περιφρονημένη από πολλούς οδηγούς και πεζούς. Εκείνη πουλούσε λουλούδια, καρδούλες και διάφορα δωράκια ερωτευμένων ελπίζοντας να προσελκύσει κάποιους αγοραστές ανάμεσα τους και έτσι να βγάλει ένα ικανοποιητικό εισόδημα. Την πρόσεξε κανα δυό φορές τη κοπέλα και δεν έδωσε σημασία όμως σήμερα δεν μπορούσε να την αγνοήσει και να αρνηθεί το γεγονός ότι η νεαρή θα πέθαινε στο κρύο αν δεν την έπαιρνε κάποιος μέσα στο αμάξι του.

Η κοπέλα δίστασε αλλά ο Βικέντιος επέμενε: « Έλα μπες στο αυτοκίνητο μου. Θα σε πάω όπου επιθυμείς φτάνει να μην μένεις άλλο εδώ στο ψύχος ». Το κορίτσι συμφώνησε και τελικά άνοιξε τη πόρτα και μπήκε  στο αμάξι του.

«Το ξέρεις οτι η μυτούλα σου  πάγωσε πιο πολύ κ απ του χιονάνθρωπου; Τουρτουρίζεις μες στο κρύο, πως γυρνάς έτσι; »τη ρώτησε  μισοσοβαρά μισοαστεία.

« Ναι ωστόσο δεν γίνεται αλλιώς, έπρεπε κάπως να επιβιώσω. Πουλάω λουλούδια καρδούλες και διάφορα είδη για ερωτευμένα ζευγάρια που περιδιαβαίνουν τη γέφυρα ή κάθονται στα παγκάκια στο πάρκο που βρίσκεται κάτω από αυτή. Καμιά φορά ξεκινώ από το κέντρο της πρωτεύουσας και πραγματοποιώ και εκεί τις πωλήσεις των ανθών» του εξήγησε η Ίριδα. Τα καθαρά μάτια της έτσι όπως τον κοιτούσαν προσεκτικά και λίγο φοβισμένα τρύπωναν και άγγιζαν τρυφερά την καρδιά του. 

« Βγάζεις καλό μεροκάματο από την πώληση λουλουδιών; »

«Τα λουλούδια δεν προσφέρουν μεροκάματο, αλλά είναι αρκετά όμορφα και καλαίσθητα για να γεμίσουν ευδαιμονία στις καρδιές των ανθρώπων και να διεγείρουν τον έρωτα στις φωλιές της καρδιάς τους επίσης » απάντησε με σιγουριά και ειλικρίνεια για την γνώμη της.

« Αγοράζω όλα τα λουλούδια σου »

« Όλα; Δεν γίνεται εγώ είχα σκοπό να τα πουλήσω τις επόμενες βραδιές »

« Βέβαια όλα και αφού κατάλαβα πως έχεις ανάγκη τα χρήματα για αυτο προθυμοποιούμαι να τα αγοράσω όλα από εσένα. Δεν έχω πρόβλημα με την τιμή » Φυσικά δεν θα είχε πρόβλημα ο κύριος από οικονομική άποψη εφόσον είχε τέτοιο πολυέξοδο και εντυπωσιακό αυτοκίνητο σκέφτηκε λίγο σαρκαστικά η Ίριδα...



Την βροχερή  βραδιά στην γέφυρα των αντιθέσεων(Μελλοντική ιστορία)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα