Κεφάλαιο 5α-5β

122 33 149
                                    

5. Είκοσι χρόνια πριν

5α. Η αρχή ενός εφιάλτη

Τα νέα στο Φόριαν κυκλοφόρησαν γρήγορα. Ξεκίνησαν από το παλάτι του βασιλιά Φάρκας, διαδόθηκαν στην αγορά, έφτασαν σιγά-σιγά σε κάθε δρόμο και κάθε στενό. Το παλάτι είχε χαρά. Ο γιος και διάδοχός του, ο πρίγκιπας Ζάρεκ είχε βρει την εκλεκτή της καρδιάς του. Εκείνη που η βασιλική του καταγωγή άρμοζε για να είναι η εκλεκτή που θα κάτσει δίπλα του στο θρόνο ως πριγκίπισσα και ως επίδοξη βασίλισσα. Ήταν η κόρη ενός πλούσιου γαιοκτήμονα από ένα άλλο γειτονικό τους βασίλειο, πέρα από τα βουνά. Μια όμορφη λυγερόκορμη κοπέλα. Η Άλμπα, κόρη του Ντάνμαρ.

Το πρώτο άκουσμα της είδησης έφτασε στην Αρμάντια σε ένα μεσημεριανό τους γεύμα καθώς ο πατέρας της έφερε τα νέα.

"Θα έχουμε σύντομα γάμους και χαρές στο βασίλειο" ανακοίνωσε στο σπιτικό του. Οι απλοί άνθρωποι του Φόριαν πάντα έλπιζαν ότι ένα καλό γεγονός στον κύκλο των αρχόντων θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά και τη δική τους ζωή.

"Ποιος παντρολογιέται;" τον ρώτησε η γυναίκα του έχοντας δίπλα της την κόρη της που άκουγε σιωπηρή αλλά με ενδιαφέρον.

"Ο βασιλιάς ανακοίνωσε ότι παντρεύει το γιο του, τον Ζάρεκ..."

Το ποτήρι γλίστρισε από τα χέρια της κόρης του όπως γλιστράει το φως του ήλιου σαν κρύβεται πίσω απ τα μεγάλα βουνά της Δύσης. Οι δικοί της δεν έδωσαν σημασία στην απροσεξία της, όπως νόμισαν και συνέχισαν.

"Ποια θα είναι η εκλεκτή πριγκίπισσα άντρα μου;"

"Άκουσα τη λένε Άλμπα! Είναι κόρη ενός Ντάνμαρ, ηγεμόνα στο βασίλειο πίσω απ τα Βουνά"

Η κόρη τους άρχισε να τρέμει.

"Που το έμαθες πατέρα μου;" ρώτησε με φωνή ίσα που έβγαινε από το στόμα της.

"Μα το ανακοίνωσαν απ' το παλάτι κόρη μου αλλά.... Τι έπαθες εσύ; Τι έχεις;"

"Κόρη μου είσαι καλά; Σου συμβαίνει κάτι;" ρώτησε και η μάνα της πανικόβλητη βλέποντας την κόρη της κατάχλωμη δίπλα της.

Η Αρμάντια ένιωσε τον κόσμο να χάνεται γύρω της. Ήταν μια είδηση που δεν μπορούσε να διαχειριστεί. Ένα πλήγμα που πρώτη φορά το ένιωθε στη νεανική ζωή της. Ένα μαύρο πέπλο που ερχόταν να κηλιδώσει τα όνειρά της. Μια προδοσία. Δεν ήθελε να το πιστέψει. Δεν μπορούσε! Όχι ύστερα από όσα είχαν γίνει με εκείνον. Όχι ύστερα από εκείνη τη μέρα που έγινε γυναίκα στην αγκαλιά του στο δικό τους δάσος. Γιατί έτσι το πίστευε εκείνη. Οι δικοί της δεν μπορούσαν να εξηγήσουν το συναισθηματικό της σοκ και ήταν προβληματισμένοι απ' την κατάστασή της. Έπρεπε να βρει τρόπο να τον συναντήσει. Με κάθε θυσία έπρεπε να βρει. Γιατί η Αρμάντια δεν ήταν μόνο το ότι ένιωθε να χάνει την αγάπη της, τον έρωτά της. Ήταν και κάτι παραπάνω που είχε μάθει εδώ και μέρες από την πιστή της Μπρέντα, τη γυναίκα που την είχε σαν γιαγιά της, που είχε μεγαλώσει στα χέρια της και εκείνη την ένιωθε σαν εγγονή της. Κάτι που έκανε τη γη να χαθεί κάτω από τα πόδια της. Κάτι που δεν τολμούσε να συζητήσει με τη μητέρα της.

Το Δάσος της λήθηςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα