Μαξιλάρια γεμάτα υποταγμένα σ...

Oleh Nostalgia_Dream

44.5K 4.3K 625

Copyright © 2014. All rights reserved. Η δεκαεφτάχρονη Νεφέλη προσπαθεί να καταπνίξει τη θλίψη και τον πόνο π... Lebih Banyak

Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 23
Κεφάλαιο 24
Κεφάλαιο 25
Κεφάλαιο 26
Κεφάλαιο 27
Κεφάλαιο 28
Κεφάλαιο 29
Κεφάλαιο 30
Κεφάλαιο 31
Κεφάλαιο 32
Κεφάλαιο 33
Κεφάλαιο 34
Κεφάλαιο 35
Κεφάλαιο 36
Επίλογος
Σημείωμα συγγραφέα

Κεφάλαιο 19

953 106 9
Oleh Nostalgia_Dream

«Είσαι έτοιμη;», ακούγεται η απαλή φωνή του Αχιλλέα από το κάτω πάτωμα του σπιτιού.

«Ναι, έρχομαι», φωνάζω και αρχίζω να κατεβαίνω τις ξύλινες σκάλες.

Το απόγευμα έφτασε, με τον ήλιο να προσπαθεί να τρυπώσει ανάμεσα από τις φυλλωσιές στο μονοπάτι που ακολουθούμε για το Αρχηγείο. Περπατώ πίσω από τον Αχιλλέα ακούγοντας τα καθησυχαστικά του λόγια για το επερχόμενο τεστ, αλλά στην ουσία το μυαλό μου ταξιδεύει αλλού. Ο Μάριος κρύβει μυστικά και μάλιστα θανάσιμα. Άραγε ο τρόπος που μου συμπεριφέρεται παραμορφώνεται από την μάσκα της υποκρισίας του; Είναι το ίδιο αγόρι που με έσωσε εκείνο το βράδυ από τα δόντια μιας οδυνηρής εμπειρίας; Τι κρύβει; Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά στη θέα ενός δολοφόνου;

Χλομιάζω στην σκέψη της τελευταίας μου λέξης. Δολοφόνος; Το αγόρι με τα κατάμαυρα μάτια έχει θάψει σεντούκια τρομακτικών αναμνήσεων κι έχει καταπιεί το κλειδί; Μπορώ να τον εμπιστευτώ, όταν ο ίδιος μου ο αδερφός με προειδοποίησε να μείνω μακριά του; Η καρδιά μου σφίγγεται, μετατρέπεται σε πέτρα για να προφυλαχτεί. Πώς θα τον συναντήσω; Πώς θα τον ξανακοιτάξω ευθεία στα μάτια, όταν ξέρω πως έχει σκοτώσει, όχι μόνο μία φορά; Νομίζω ότι θα λιποθυμήσω. Κρατιέμαι από ένα κλαδί πριν πέσω στο χώμα.

Ο Αχιλλέας φτάνει γρήγορα κοντά μου και με συγκρατεί από την πτώση. Χώνομαι στα δυνατά του χέρια που μυρίζουν δάσος και ασφάλεια. Οι αναπνοές μου είναι γρήγορες και κοφτές.

«Είσαι καλά;», με ρωτάει πανικόβλητος.

«Είμαι εντάξει», αποκρίνομαι και αποχωρίζομαι την αγκαλιά του προσπαθώντας να σταθώ στα πόδια μου. Ξέχασε τον Μάριο. Έχεις ένα τεστ μπροστά σου.

«Έχεις άγχος, έτσι δεν είναι;», ρωτάει έπειτα από λίγο παρατηρώντας το πρόσωπό μου.

Νεύω ευγνώμων που δεν χρειάστηκε να σκαρφιστώ κάποια δικαιολογία για την άθλια ψυχολογική μου κατάσταση. Ο Αχιλλέας με πλησιάζει και ψιθυρίζει στο αυτί μου προκαλώντας μου ανατριχίλα και ανεξήγητη νευρικότητα:

«Αν σου υποσχεθώ πως μετά το τεστ θα σε πάω στο δάσος για κυνήγι, θα νιώσεις καλύτερα;».

Μία κραυγή χαράς ξεφεύγει από τα χείλη μου κι εκείνος χαμογελά. Ένας περίπατος στο δάσος μακριά από τις έγνοιες μου και τον Μάριο θα ήταν ιδανικός τρόπος χαλάρωσης και ψυχικής ηρεμίας. Χρειάζομαι απεγνωσμένα μια ασχολία για να με αποσπάσει από τις αρνητικές και απαισιόδοξες σκέψεις μου.

«Μάλλον ναι», παρατηρεί και το γέλιο του τυλίγεται γύρω μου σαν ζεστή αγκαλιά.

_________________________________________________________

«Λοιπόν, τώρα θα σου κάνω μια ένεση. Δεν θα πονέσει, απλά σε λίγο θα δεις σαν σε όνειρο κάποιες από τις αναμνήσεις σου. Σε λίγα λεπτά θα έχουμε τελειώσει», λέει ο κύριος Αντωνίου, ένας από του γιατρούς που ανέλαβαν το τεστ μου και πατέρας του Αχιλλέα και της Μαριλένας, με ένα καθησυχαστικό χαμόγελο.

Γνέφω και σφίγγω τα δόντια έτοιμη για τον οξύ πόνο του τσιμπήματος που θα ακολουθήσει. Είμαι ξαπλωμένη σε ένα χειρουργικό κρεβάτι, ενώ διάφορα καλώδια που συνδέονται με μία οθόνη είναι περασμένα γύρω από το κεφάλι μου. Ο γιατρός πλησιάζει με μια μεγάλη σύριγγα γεμάτη με ένα κιτρινωπό υγρό. Τη χώνει στο μπράτσο μου και το τελευταίο πράγμα που παρατηρώ πριν χάσω τις αισθήσεις μου είναι η ζεστασιά των ματιών του, τόσο ίδια με αυτή των ματιών του γιού του.

_________________________________________________________

Ξυπνάω ακούγοντας ενοχλητικά κορναρίσματα και ήχους της πόλης. Όταν η όρασή μου καθαρίζει, παρατηρώ τον χώρο γύρω μου. Είμαι σε έναν κεντρικό δρόμο γεμάτο αυτοκίνητα που πηγαινοέρχονται και βιαστικούς ανθρώπους που με προσπερνάνε ενοχλημένοι. Το χέρι μου είναι τυλιγμένο γύρω από αυτό της μητέρας μου και οι δυο μας προχωράμε αμέριμνες χαζεύοντας τις βιτρίνες των αμέτρητων καταστημάτων. Διαπιστώνω πως είμαι μικροσκοπική σε σχέση με την μητέρα μου και καταλήγω στο συμπέρασμα πως η συγκεκριμένη ανάμνηση πρέπει να είναι από μικρή ηλικία, καθώς δεν αναγνωρίζω κανένα κομμάτι της.

Ξαφνικά ακούγεται ένας εκκωφαντικός θόρυβος και μια ντουζίνα περιπολικά γεμάτα αστυνομικούς εμφανίζονται από το πουθενά. Οι αστυνομικοί εξέρχονται από τα οχήματά τους κρατώντας όπλα και διατάζουν να πέσουμε στο έδαφος. Όλοι οι πεζοί που κυκλοφορούν εκείνη τη στιγμή πέφτουν πανικόβλητοι κάτω προσπαθώντας να καλύψουν τα κεφάλια τους. Η μητέρα μου με σπρώχνει και βρισκόμαστε κι οι δυο στο έδαφος. Εγώ ουρλιάζω υστερικά ανίκανη να συλλάβω τα όσα συμβαίνουν γύρω μου κι εκείνη προσπαθεί να με παρηγορήσει χαϊδεύοντάς μου τα μαλλιά και ψιθυρίζοντας παρηγορητικά λόγια στο αυτί μου.

Οι αστυνομικοί μπαίνουν σε ένα πολυκατάστημα και βγαίνουν ύστερα από λίγα λεπτά κρατώντας έναν νεαρό με περασμένες αλυσίδες στα χέρια του. Είναι ψηλός και μυώδης και στα χείλη του διαγράφεται μια ισχυρή αποφασιστικότητα. Παρόλο που τουλάχιστον δέκα όπλα είναι στραμμένα πάνω του, δεν δείχνει φοβισμένος. Αντίθετα, φαίνεται σίγουρος, σα να περίμενε να του συμβεί κάτι τέτοιο. Οι αστυνομικοί τον σέρνουν μέχρι το πιο κοντινό περιπολικό κι ενώ είναι έτοιμοι να κλείσουν την πόρτα του οχήματος, η βροντερή κραυγή μιας κοπέλας κάνει τους πάντες να παγώσουν. Το ουρλιαχτό της είναι τόσο ανατριχιαστικό, τόσο τρομακτικό, σαν να κουβαλάει απίστευτη απόγνωση. Τρέχει μέχρι το περιπολικό και φωνάζει στους αστυνομικούς, παρακαλεί για έλεος. Προσπαθεί να αγγίξει το χέρι του νεαρού για τελευταία φορά, καθώς την σπρώχνουν μακριά του. Και όταν σχεδόν τα δάχτυλά τους αγγίζονται, μια σφαίρα στο κρανίο την σωριάζει στο έδαφος. Νεκρή. Κι ύστερα το σκοτάδι με τυλίγει.

______________________________________________________

Το σκηνικό αλλάζει. Βρίσκομαι στο δρόμο έξω από το σπίτι μου, σε μια ήσυχη και πλούσια γειτονιά στα ανατολικά της πόλης. Παίζω μαζί με άλλα παιδιά, ανάμεσά τους και τον αδερφό μου, κυνηγητό και κρυφτό. Χάρη στον Ιάσονα αναγνωρίζω την ηλικία μου. Πρέπει να είμαι περίπου οχτώ χρονών. Χαρούμενες φωνές και ξεφωνητά παιδιών γεμίζουν την ατμόσφαιρα.

Το παιχνίδι μας διακόπτεται από την προσέλευση ενός διοικητικού οχήματος. Σταματάει στο διπλανό σπίτι από το δικό μας. Άνδρες με λευκές στολές χτυπάνε το κουδούνι και ζητούν τον πατέρα της οικογένειας. Η γυναίκα που εμφανίζεται στο κατώφλι ανήσυχη τους ενημερώνει πως εξαφανίστηκε χθες το βράδυ. Αυτοί απαιτούν να ελέγξουν το εσωτερικό του σπιτιού. Ακολουθεί εξονυχιστική έρευνα κι όταν δεν εντοπίζουν τίποτα, φεύγουν. Η γειτόνισσα μας ανασάνει ανακουφισμένη και τα παιδιά της τρέχουν να την αγκαλιάσουν κλαίγοντας. Μπαίνουν στο σπίτι και κλείνουν την πόρτα πίσω τους, ενώ οι αναστεναγμοί χαράς και ανακούφισής τους αντηχούν σε όλο το δρόμο. Λίγο αργότερα, το σπίτι τυλίγεται στις φλόγες λόγω πυροδότησης εκρηκτικού μηχανισμού. Κανένας επιζόντας. Το σκοτάδι με τυλίγει για δεύτερη φορά.

_______________________________________________________   

Αυτή τη φορά όταν ξυπνάω είμαι κουλουριασμένη στον καναπέ του σπιτιού μας μπροστά από την οθόνη της τηλεόρασης. Δίπλα μου κάθεται ο αδερφός μου, ενώ η μητέρα μου πηγαινοέρχεται νευρικά στον χώρο. Στην τηλεόραση εμφανίζεται το σήμα των ειδήσεων. Η μητέρα μου πλησιάζει και σωριάζεται στον καναπέ τρώγοντας τα νύχια της. Η παρουσιάστρια του κεντρικού δελτίου κάνει λόγο για έκρηξη στο Υπουργείο Άμυνας με απολογισμό εξήντα τεσσάρων νεκρών ως τώρα. Η μητέρα μου τηλεφωνεί για χιλιοστή φορά τον πατέρα μου, αλλά εκείνος δεν το σηκώνει. Βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού και σπεύδω να την καθησυχάσω.

«Ηρέμησε, μαμά. Μπορεί να είναι ζωντανός και απλά να μην το σηκώνει σε όλη αυτή την αναστάτωση», της λέω χαϊδεύοντας τα μαλλιά της καθησυχαστικά.

Εκείνη κλαίει και τα δάκρυά της μουσκεύουν την μπλούζα μου, όταν ξαφνικά η πόρτα ανοίγει κι εμφανίζεται ο πατέρας μου.

«Αντώνη», φωνάζει η μητέρα μου και τρέχει να τον αγκαλιάσει μαζί με εμάς. «Θεέ μου, είσαι ζωντανός».

«Υπήρχε περίπτωση να μην ήμουν, Αλίκη;», λέει αυτός με την σκληρή του φωνή.

«Μάθαμε για την έκρηξη στις ειδήσεις και…», αποκρίνεται εκείνη ανάμεσα στα αναφιλητά της.

«Γνωρίζαμε κι εμείς για την έκρηξη πριν αυτή συμβεί», την διακόπτει εκείνος.

«Και τότε πώς…; Και τότε… αφού σκοτώθηκαν πάνω από εξήντα άνθρωποι, Αντώνη», μουρμουρίζει μπερδεμένη.

«Κατώτερο προσωπικό», απαντάει αυτός με ένα σκληρό χαμόγελο να ξεπροβάλλει στο πρόσωπό του. «Έπρεπε να τους κάνουμε να πιστέψουν ότι η απόπειρά τους πέτυχε πριν τους αιφνιδιάσουμε με νέα μας κίνηση».

Η μητέρα μου παγώνει και απομακρύνεται από κοντά του κι έπειτα η σκηνή μαυρίζει.

________________________________________________________

«Πάντα θα είμαι δίπλα σου! Να το θυμάσαι…».

Τα μάτια του αδερφού μου δυο πράσινες λίμνες από την θλίψη πριν με αποχαιρετήσει οριστικά. Κι ύστερα η αγωνία και η απόγνωση να με κυριεύουν, ο βόμβος του ηλεκτρικού ρεύματος στον φράχτη, οι ισχυρισμοί της αστυνομίας, το επαναλαμβανόμενο όνειρό μου, το σφίξιμο στο στομάχι μου, δυστυχία. Όλα περνούν σαν ταινία από μπροστά μου. Κι ύστερα το σκοτάδι που γέμιζε την ψυχή μου, σκορπάει γύρω μου και θολώνει την όρασή μου.

________________________________________________________

Ξυπνάω απότομα, αυτή την φορά όμως στο παρόν. Αναγνωρίζω τους λευκούς τοίχους και το λευκό φως του Ιατρείου από πάνω μου, καθώς επίσης και τα καλώδια που είναι περασμένα στο κεφάλι μου. Ο γιατρός με πλησιάζει και τα αφαιρεί από πάνω μου. Τρέμω. Τρέμω ανεξέλεγκτα. Ο φόβος με έχει τυλίξει σαν μανδύας. Ρουφάει το αίμα μου και με αφήνει παγωμένη. Η καρδιά μου χτυπάει ανεξέλεγκτα. Η εισβολή όλων αυτών των τρομακτικών αναμνήσεων με έχει παραλύσει.

«Νόμιζα ότι… ότι είπατε αναμνήσεις γενικά. Όχι τρομακτικές αναμνήσεις», λέω με τρεμάμενη φωνή μαζεύοντας το θάρρος μου.

«Ναι, γιατί δεν έπρεπε να ξέρεις ότι θα ξαναζούσες τέτοιες στιγμές. Αυτό θα επηρέαζε τα αποτελέσματα όλου του τεστ», αποκρίνεται ψύχραιμα ο γιατρός.

«Και γιατί έπρεπε τέλος πάντων να ξαναζήσω κάτι τέτοιο; Με ρωτήσατε αν θέλω να θυμάμαι; Μερικά από αυτά που είδα τα είχα θάψει για χρόνια. Έπρεπε να τα ξαναφέρετε στην επιφάνεια;», λέω αγανακτισμένη, καθώς η οργή κοχλάζει στις φλέβες μου.

«Νεφέλη, ξέρεις πώς λειτουργούν οι ουσίες που μας αποχαυνώνουν;», ρωτάει εκείνος.

Γνέφω αρνητικά θέλοντας να του τονίσω ότι υπεκφεύγει, αλλά ύστερα λέει κάτι που δεν περίμενα:

«Επηρεάζουν το τμήμα του φόβου στον εγκέφαλό μας. Φέρνουν στην επιφάνεια τρομακτικές αναμνήσεις μας. Δημιουργούν την αίσθηση του φόβου εκεί που δεν υπάρχει. Και μας υποτάσσουν. Γιατί απλά φοβόμαστε να αντιδράσουμε».

Μένω αμίλητη για λίγο προσπαθώντας να κατανοήσω τα λόγια του. Φαντάζομαι πώς θα ήμουν έχοντας συνεχώς στο μυαλό μου οδυνηρές εμπειρίες που με σημάδεψαν. Πόσο τρομακτικό θα ήταν να δρω συνεχώς υπό τις προσταγές του φόβου μου. Πώς θα ήταν αν μου υπαγόρευαν κάθε μου κίνηση κι εγώ απλά φοβόμουν να αντιδράσω.

«Κι εγώ; Τελικά όντως έχω ανοσία;», ρωτάω χαμηλόφωνα.

 «Φυσικά κι έχεις», απαντάει αυτός κι ένας αναστεναγμός ανακούφισης ξεφεύγει από τα χείλη μου. «Κάτι άλλο μου κάνει εντύπωση», συμπληρώνει κοιτώντας τον φάκελό του.

«Τι;», αναφωνώ.

«Κατά την διάρκεια του τεστ σου, είχες σπασμούς. Κατάφερα να σε συνεφέρω, αλλά ομολογώ πως δεν μου έχει ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό πες μου: οι εμπειρίες σου ήταν τόσο οδυνηρές;».

«Εσείς δεν τις βλέπατε στην οθόνη σας;», λέω δύσπιστα, αρνούμενη να επαναλάβω αυτά που είδα.

«Εγώ παρατηρούσα μόνο τους καρδιακούς σου παλμούς και τα ημισφαίρια του εγκεφάλου σου που διενεργούσαν την εργασία. Μόνο εσύ ξέρεις τι πραγματικά είδες», αποκρίνεται εκείνος.

«Δεν ξέρω για ποιο λόγο αντέδρασα έτσι», απαντώ συλλογίζοντας. «Απλά όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα. Η εξαφάνιση του Ιάσονα, η αποκάλυψη της αλήθειας για το τι γίνεται στην πόλη…».

«Καταλαβαίνω», λέει ο γιατρός. «Εσύ σε σχέση με οποιονδήποτε έχω εξετάσει κουβαλάς τις πιο οδυνηρές εμπειρίες. Όλοι οι άλλοι είχαν χρόνο να επεξεργαστούν την αλήθεια. Εσύ μπήκες μόνη σου στο δάσος χωρίς να ξέρεις τίποτα. Γι’ αυτό πιθανώς να αντέδρασε με αυτόν τον τρόπο ο οργανισμός σου».

«Μάλλον», μουρμουρίζω.

«Πάντως, μην ανησυχείς. Όλα είναι καλά. Καλώς ήρθες κι επισήμως στους επαναστάτες!», λέει και για πρώτη φορά αισθάνομαι πραγματικά ευπρόσδεκτη.

Lanjutkan Membaca

Kamu Akan Menyukai Ini

52.5K 2.6K 23
Μια κοπέλα μοναδική από όλες της άλλες, μια μέρα όλα αλλάζουν γυρω της όταν μαθαίνει πως πρεπει να παντρευτει έναν Θεο και αυτό χωρίς η ίδια να μπορε...
59.8K 2.5K 28
"Είσαι πολύ γλυκουλα όταν το κανεις αυτό" Με είπε κοιτώντας τον ουρανό "Ποιο αυτό;" Τον ρώτησα "Που τραυλίζεις και κοκκινηζεις" Ολοκληρωμένη 1...
304K 15.6K 41
O Baris και η Ερατώ, δύο νεαροί εκπρόσωποι της πιο διάσημης Αρχιτεκτοκινής εταιρείας στην Ελλάδα, πρέπει να μετακομίσουν στην Τουρκία ώστε να εργαστο...
378K 13.4K 52
- Τι στο διάολο θες και ανακατευεσε εσύ μωρη; - Άσε την κοπέλα ήσυχη ζώων! Μωρη να λες εκείνες που πηδάς -Ρε άντε στο διάολο από δώ καθυστερημένη - Τ...