Απώλεια {TYS17}

By angelalala88

16.6K 3.1K 1.2K

Λεμεσός, Μάρτιος 2012 Κάποιος τη βρήκε στο λιμάνι. Ήταν πεσμένη και διπλωμένη στα δύο, ενώ το αίμα κυλούσε απ... More

Εισαγωγή
Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 23
Κεφάλαιο 25
Κεφάλαιο 26
Κεφάλαιο 27
Κεφάλαιο 28
Κεφάλαιο 29
Κεφάλαιο 30
Κεφάλαιο 31
Κεφάλαιο 32
Κεφάλαιο 33
Κεφάλαιο 34
Κεφάλαιο 35
Κεφάλαιο 36
Κεφάλαιο 37
Κεφάλαιο 38
Κεφάλαιο 39
Κεφάλαιο 40
Κεφάλαιο 41
Κεφάλαιο 42
Κεφάλαιο 43
Κεφάλαιο 44
Κεφάλαιο 45
Κεφάλαιο 46
Κεφάλαιο 47
Κεφάλαιο 48
Κεφάλαιο 49
Κεφάλαιο 50
Κεφάλαιο 51
Κεφάλαιο 52
Κεφάλαιο 53
Κεφάλαιο 54
Κεφάλαιο 55
Κεφάλαιο 56
Κεφάλαιο 57
Κεφάλαιο 58
Κεφάλαιο 59

Κεφάλαιο 24

260 54 17
By angelalala88

-Πάλι έκλαιγες;, ρώτησε η Λήδα την αδερφή της, μόλις μπήκε στο σπίτι. Η Ρεβέκκα, είχε δυο μάτια κατακόκκινα που ταίριαζαν παράξενα με το καπέλο της. Άλλο ένα πράγμα που έκανε εντύπωση στη Λήδα. Ενώ φορούσε μαύρα ρούχα, το καπέλο με το έντονο χρώμα σου τραβούσε τη προσοχή. Η Ρεβέκκα κατάλαβε τι σκεφτόταν, μόλις είδε το βλέμμα της.

-Ήταν το αγαπημένο του χρώμα, ξέρεις. Έλεγε: πόσο πολύ σου πάνε τα έντονα χρώματα. Εκείνος μου είχε πάρει αυτό το καπέλο, από ένα ταξίδι μας στη Βαρκελώνη. Μου φάνηκε τόσο γλυκιά, αυτή η χειρονομία. ,  ψυθίρισε.

-Έκλαιγες., πιο πολύ ήταν διαπίστωση,παρά ερώτηση αυτό.

-Όχι, πως σου ήρθε;, απάντησε η αδερφή της και σκούπισε βιαστικά τα κατακόκκινα μάτια.

-Άσε τα ψέματα, σε μένα Ρεβέκκα. Καταλαβαίνω πολλά.Κι εσύ έκλαιγες, το βλέπω δεν χρειάζεται καν να μου το πεις. Εντάξει, το καταλαβαίνω κι αυτό, έχεις ανάγκη να ξεσπάσεις και να είσαι μόνη σου, ποτέ δεν έκλαιγες μπροστά σε άνθρωπο μόνο και μόνο από περηφάνια. 

-Ας το αφήσουμε καλύτερα αυτό...

-Όπως θέλεις. Εγώ ήρθα για να δω τι κάνεις, πως αισθάνεσαι σήμερα;

-Πως αισθάνομαι σήμερα; Θες αλήθεια να μάθεις; Χάλια είμαι, θέλω να πεθάνω. Μου λείπει πολύ, μου λείπει όταν ξέρω πως δεν θα ανοίξει η πόρτα, πως δεν θα με πάρει τηλέφωνο, δεν θα μου στείλει κανένα μήνυμα. Δεν θα μου ξαναπεί σ΄ αγαπώ.

-Σε καταλαβαίνω. Κουράγιο Ρεβέκκα μου. Η ζωή συνεχίζεται, τι άλλο να πω; Μια μέρα θα γλυκάνει ο πόνος, θα μπει κάποιος άλλος...

-Σταμάτα! Κανένας άλλος δεν θα μπει στη ζωή μου! Δεν θέλω κανέναν άλλον!

-Καλά μην αρπάζεσαι τόσο πολύ. Προσπαθώ κάπως, να σε κάνω να νιώσεις καλύτερα, συγγνώμη αν σε πείραξαν αυτά που είπα. Εγώ θέλω πάνω απ' όλα να είσαι εσύ καλά και να βγάλεις τις ιδέες αυτοκτονίας που έχεις μέσα στο μυαλό σου.

-Εύκολο να το λες... τέλος πάντων αδερφή. Η Αλμπέρτα μαγείρεψε, θες να φάμε παρέα;, ρώτησε η Ρεβέκκα με ένα δειλό χαμόγελο.

-Ναι, φυσικά. Πάω να πλύνω τα χέρια μου.

Το κινητό της Λήδας χτύπησε και στην οθόνη εμφανίστηκε το όνομα του Αλέξανδρου. Εκείνη αναστέναξε, προφανώς δεν είχε καμία όρεξη να του μιλήσει.

-Έλα, τι θέλεις;

-Να έρθεις στο σπίτι, πριν πας για κατάθεση στο αστυνομικό τμήμα. Έχω κάτι να σου δώσω.

-Τι;

-Δεν μπορούμε να τα πούμε αυτά από το τηλέφωνο. Απλά έλα στο σπίτι., της  απάντησε ο Αλέξανδρος και έκλεισε.

-Τι έγινε Λήδα; Τι σου είπε ο Αλέξανδρος;, ρώτησε η Ρεβέκκα.

-Τίποτα, το ιδιαίτερο. Θα περάσω από το σπίτι να πάρω κάτι μετά, πριν παω στην αστυνομία. 

-Α, καλά. Να σου πω, να περάσω μετά από το σπίτι, για να δω τι κάνει η μικρή;

-Φυσικά! Έλα το απόγευμα, θα σε περιμένουμε, η Ερωφίλη θα χαρεί πολύ. Πάω μια στιγμή στο μπάνιο κι έρχομαι να φάμε.

-Εντάξει.

                                                                                                 ***

-Δεν ξέρω και πολλά πράγματα, για τον κύριο Δημήτρη. Φαινόταν καλός, ευγενικός άνθρωπος. Πρέπει να αγαπούσε πολύ την δεσποινίς Ρεβέκκα, έδειχναν αγαπημένοι, αν και τον τελευταίο καιρό, δεν τους έβλεπα πολύ μαζί. Μάλλον εκείνος είχε πολλές δουλειές., είπε ο Παύλος στον Αναστασίου.

-Πως ήταν η σχέση σου με τη Λήδα;

-Επαγγελματική και καθαρά τυπική. Η κυρία Θεμιστοκλέους, από το ατύχημα της, δεν είχε σχεδόν καθόλου επαφή με το προσωπικό, ήταν πολύ ψυχρή. 

-Πριν όμως; Πως ήταν σαν άνθρωπος;

-Πολύ καλή, κεφάτη, ευγενική. Έχει αλλάξει αρκετά, κατά τη γνώμη μου, είναι μια άλλη γυναίκα. Μέχρι και με το παιδί της, δεν είχε πολλά πολλά.

-Για ποιον λόγο θα μπορούσε να σκοτώσει τον Δημήτρη;

-Για κανέναν! Η κυρία Θεμιστοκλέους δεν είναι τέτοιος άνθρωπος, δεν είναι εγκληματίας! Τη ξέρω εδώ και έξι χρόνια, μπορώ να σας βεβαίωσω γι' αυτό.

-Καλά, θα δούμε, πρώτα θα μας δώσει κι αυτή κατάθεση. Λοιπόν, είχατε μιλήσει καθόλου, το τελευταίο διάστημα με το θύμα;

-Όχι, μόνο ένα 'γεια' λέγαμε. Ήταν ευγενικός μας, χαιρετούσε, έκανε αστεία. Με την οικογένεια Θεμιστοκλέους έβγαιναν συχνά και θα έλεγα πως είχαν τις καλύτερες σχέσεις. Ειδικά μετά από αυτό που έγινε... με τη δεσποινίς Ερωφίλη. Ενώθηκαν ακόμα πιο πολύ.

-Μάλιστα. Και το θύμα, έδειχνε να ανησυχεί για κάτι;

-Τι να σας πω; Τις τελευταίες μέρες ήταν κακόκεφος, δεν φαινόταν καλά. Εμείς, το προσωπικό μιλάμε μεταξύ μας και είχα ακούσει πως υπήρχε πιθανότητα να χωρίσει το ζευγάρι. Ο κύριος Δημήτρης με τη Ρεβέκκα δηλαδή. Όχι ότι το ζεύγος Θεμιστοκλέους ήταν σε καλύτερη φάση.

-Δηλαδή;

-Δεν τα πήγαιναν καλά μεταξύ τους.

-Ο λόγος; Ξέρετε;

-Ε, δεν τα ξέρω και όλα. Πάντως μετά το ατύχημα της κυρίας Θεμιστοκλέους, ψυχράθηκαν πολύ. Σαν ξένοι γίνανε, μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. Υποψιάζομαι ότι, του έριχνε τις ευθύνες για την αναπηρία της, γενικά η κυρία Θεμιστοκλέους του έριχνε τις ευθύνες για τα πάντα.

-Εντάξει, ευχαριστώ πολύ Δεν θα σας χρειαστούμε άλλο, για την ώρα κύριε. Είστε ελεύθερος να φύγετε. Καλή σας μέρα.

Ο Παύλος σηκώθηκε με αργές κινήσεις.

-Ελπίζω να βρείτε σύντομα τον ένοχο, για να αναπαυθεί η ψυχή του κύριου Δημήτρη., είπε μόνο.

                            ***                                                                                     
Η Λήδα μπήκε στο γραφείο του Αλέξανδρου. Σε λίγη ώρα θα πήγαινε στην αστυνομία να δώσει κι εκείνη κατάθεση, αλλά έδειχνε  πολύ χαλαρή, σαν μην την απασχολούσε καθόλου αυτό. Το μόνο που ήθελε ήταν να τελειώνει γρήγορα με ότι είχε να της πει ο Αλέξανδρος και να φύγει από το γραφείο του. Πάντα όταν έμπαινε εκεί μέσα, ένιωθε κάτι να την πνίγει, ίσως να ήταν αυτή η ματιά του, που είχε ένα 'κατηγορώ' συχνά όταν τη κοιτούσε.

-Λέγε, τι θες να μου δώσεις., είπε.

-Δεν θα σε κρατήσω πολύ, απλά θέλω να σου πω, να προσέχεις. Είδες τι έγινε με τον Δημήτρη.

-Ναι, ξέρω. Κάθε μέρα η Ρεβέκκα πηγαίνει στον τάφο του και κάθεται εκεί με τις ώρες. Δεν νομίζω ότι θα συνέλθει ποτέ, ούτε ελπίζω πως θα ξαναφτιάξει τη ζωή της. Είναι τόσο νέα ακόμα, έχει τόσα χρόνια μπροστά της, να παντρευτεί να κάνει παιδιά. Δεν θέλει όμως.

-Ας αφήσουμε λίγο τη Ρεβέκκα στην άκρη. Τώρα θέλω να μιλήσω για σένα, αυτό με απασχολεί. Παρ' το., είπε ο Αλέξανδρος και την ίδια στιγμή άφησε κάτι πάνω στο γραφείο. Η Λήδα έμεινε να το κοιτάζει περίεργα. Όπλο.

-Είναι για την ασφάλεια σου. Ο δολοφόνος αμα θέλει να χτυπήσει, θα χτυπήσει ακόμα κι αν έχεις δίπλα σου τον Λέανδρο ή τον Παύλο. Δυο σωματοφύλακες δεν μπορούν να σε προστατεύσουν από τα πάντα. Πάρε το όπλο έχω κι εγώ ένα, σε περίπτωση ανάγκης. Μη πεις κάτι παραπάνω, μην μου φέρεις καμία αντίρρηση, σε παρακαλώ. Θα πεθάνω αν πάθεις κάτι εσύ, ή το παιδί μας.

-Εντάξει, αφού πιστεύεις ότι πρέπει να το πάρω. Με τρομάζεις όμως.

Ο Αλέξανδρος σηκώθηκε και έτσι ξαφνικά την αγκάλιασε. Σφιχτά.

-Όσο ζω εγώ, δεν θα πάθεις τίποτα, μ' ακούς; Μη τρομάζεις, θα κάνω τα πάντα για να είσαι ασφαλής, για να μην ακουμπήσει ούτε μια τρίχα απ' τα μαλλιά σου αυτό το κάθαρμα. Έχεις το όπλο, άρα δεν υπάρχει κανένας λόγος να φοβάσαι. Εγώ απλά σε προειδοποιώ, για να προσέχεις.

-Αλέξανδρε, σ' ευχαριστώ. Σ' ευχαριστώ που φροντίζεις για τα πάντα και που νοιάζεσαι για όλους. Δεν ξεχνάω, μη νομίζεις. Ξέρω πως μας αγαπάς, πως θα έδινες τη ζωή σου,για να μην πάθουμε τίποτα εμείς. Και όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, θέλω να σου πω πως... σ' αγαπάω.

Εκείνος έμεινε ακίνητος, σαν να τον πυροβόλησε κάποιος, ξαφνικά.

-Το εννοείς;

-Ναι.

-Πήγαινε στην αστυνομία, να καταθέσεις. Αν μείνεις περισσότερο, φοβάμαι πως δεν θα σ' αφήσω να μου φύγεις.

Η Λήδα χαμογέλασε.

-Δεν θέλω έτσι κι αλλιώς να φύγω. Αλλά πρέπει. Θα τα πούμε πιο μετά όμως, πρέπει να συζητήσουμε για πολλά πράγματα.

-Φυσικά... 

Εκείνη τον φίλησε στο μάγουλο. Ύστερα έφυγε βιαστικά, έτσι όπως είχε έρθει...

                                                                                                   ***

Ο Άγγελος Αναστασίου κοιτούσε το ταβάνι, νευριασμένος. Όλα απ' το πρωί, πήγαιναν ανάποδα, σαν τους είχε καταραστεί κάποιος. Ακόμα δεν είχε βγάλει κάποια άκρη, με την υπόθεση κι ο διοικητής τον πίεζε. Ίσως έπρεπε να στραφεί σε άλλες μεθόδους, πιο αποτελεσματικές, όπως αυτή που είχε ακολουθήσει στη κατάθεση της Ρεβέκκας Θεμιστοκλέους. Την είχε κατηγορήσει ευθέως, πως εκείνη ήταν ο δολοφόνος, χωρίς να έχει κάποια στοιχεία, μόνο και μόνο για να δει την αντίδραση της, το λεγόμενο 'ψάρεμα', στη κοινή ελληνική.

Την ίδια μέθοδο επρόκειτο να ακολουθήσει και με την Λήδα Θεμιστοκλέους, μήπως κατάφερνε να βγάλει λαβράκι.

Σταύρωσε τα χέρια του πάνω στο γραφείο και περίμενε υπομονετικά το χτύπημα της πόρτας.

Η Λήδα με παρέα τον Παύλο, μπήκε στο τμήμα, μιλώντας ταυτόχρονα στο κινητό της.

-Μαρία, θέλω όταν γυρίσω να έχετε φύγει. Όλοι. Πες τον Λέανδρο, να πάει τη μικρή στη Κάτια, που την περιμένει στο ιατρείο της, να μιλήσουν. Σήμέρα το προσωπικό, παίρνει ρεπό και μην πεις τίποτε άλλο εντάξει;

Η Λήδα δεν περίμενε απάντηση. Έκλεισε το τηλέφωνο και ο Πάυλος χτύπησε τη πόρτα του Αναστασίου.

-Περάστε.

-Χαίρετε αστυνόμε. Ήρθα για να δώσω κατάθεση.

-Ναι, το ξέρω, περίμενα να σας δω. Περάστε.

Η Λήδα έκανε νόημα στον Παύλο να φύγει και ύστερα στάθηκε απέναντι από τον αστυνόμο.

-Λοιπόν, κυρία Θεμιστοκλέους. Σ' εσάς έχω να κάνω αρκετές ερωτήσεις.

Εκείνη τον κοίταξε με βλέμμα ειρωνικό.

-Κι από που αρχίζουμε;

-Από την αρχή! Κατ' αρχάς, θέλω στις απαντήσεις σας να είστε ειλικρινείς και να περιγράψετε τα γεγονότα, με όση περισσότερη ακρίβεια μπορείτε, για να μας βοηθήσετε.

-Εντάξει, λοιπόν. Σας ακούω.

-Πρώτα απ' όλα πείτε μου, ποια ήταν η σχέση σας με το θύμα.

-Τον Δημήτρη, τον εκτιμούσα πολύ, ήταν κάτι σαν αδερφός μου. Πραγματικά, λυπήθηκα πολύ όταν έμαθα πως πέθανε με τέτοιον τρόπο, δεν του άξιζε. Ήταν τόσο νέος και καλός, αδυνατώ να καταλάβω, γιατί υπήρχαν άτομα που ήθελαν το κακό του.

-Δηλαδή;

-Δηλαδή, είχε εχθρούς, αφού τον σκότωσε κάποιος. Τώρα δεν ξέρω ποιοι ήταν, μόνη μου βγάζω συμπεράσματα από αυτά που βλέπω.

-Δεν σας είχε ανοιχτεί καθόλου;

-Όχι, δυστυχώς.

-Είστε σίγουρη; Μήπως θέλετε να το σκεφτείτε περισσότερο;

-Τι να σκεφτώ, δεν χρειάζεται! Ο Δημήτρης δεν μου είχε πει κάτι, για κανέναν εχθρό του.

-Εντάξει, τότε. Κάτι άλλο: πως ήταν οι σχέσεις του Δημήτρη και της Ρεβέκκας.

-Καλές, θα έλεγα, ήταν αγαπημένοι. Δεν ξέρετε τι περνάει η αδερφή μου τώρα, που πέθανε. Κάθε μέρα πάει στον τάφο του.

-Μηπως είχαν διαφωνίες, ή υπήρξε τρίτο πρόσωπο στη σχέση του;, ρώτησε ο Δημήτρης και η Λήδα στη στιγμή κοκκίνησε.

-Απ' όσο ξέρω, όχι!, απάντησε με απότομο ύφος.

-Που βρισκόσασταν στις εννέα παρά πέντε;

-Ε...

-Μήπως στο ραντεβού με τον δολοφόνο;

-...

-Ή μήπως ήσασταν εσείς... ο δολοφόνος;

Η Λήδα τον κοίταξε κατάπληκτη, προσπαθώντας να ανακτήσει τη ψυχραιμία της.

-Τι είναι αυτά που λέτε; Πως είναι δυνατόν, εγώ να θέλω να σκοτώσω τον Δημήτρη; Τι λόγο έχω;, φώναξε εκτός εαυτού.

-Ας ηρεμήσουμε λίγο. Μην εξάπτεστε.

-Μα, με κατηγορείτε για φόνο! Εγώ...ε... εγώ δεν τον σκότωσα,  δεν έκανα τίποτα! Στις εννέα παρά πέντε γύριζα στο σπίτι μου. Αλήθεια, που ξέρετε ότι με απειλούσε ο δολοφόνος;

-Μα μου το είπε η αδερφή σας! Τελικά τι έγινε, με το ραντεβού;

-Τίποτα. Περίμενα με τις ώρες, αλλά δεν ήρθε κανείς. Ε και στο τέλος αφού βράδιασε, γύρισα πίσω στο σπίτι μου, κουρασμένη. 

-Και μετά;

-Ε... μετά μου τηλεφώνησε ο Αλέξανδρος, έτσι έμαθε για τον θάνατο του Δημήτρη. Με τον χειρότερο τρόπο, στη χειρότερη στιγμή. Το πτώμα του το βρήκε η Ρεβέκκα και λίγο μετά λυποθύμησε. Ήταν πολύ, για να το αντέξει και μόλις της είπα τι έγινε, χρειάστηκε να της κάνουν ηρεμιστική γιατί έπαθε κρίση.

-Μάλιστα. Ωραία. Πείτε μου και κάτι ακόμα: πως ήταν ο Δημήτρης; Θέλω να πω, είχε αλλάξει καθόλου η διάθεση του τώρα τελευταία;

-Όχι, δεν θα το 'λεγα. Ήταν, όπως πάντα, με το κέφι του, τ' αστεία του. Αισιόδοξος, μας έδινε δύναμη να παλέψουμε και να αντιμετωπίσουμε αυτό που μας συμβαίνει. Ξέρετε... με την Ερωφίλη.

-Κατάλαβα. Πολύ καλά, κυρία Θεμιστοκλέους, μπορείτε να πηγαίνετε, τελειώσαμε με τις ερωτήσεις. Ελπίζω να πάνε όλα καλά και να μην έχουμε τίποτα απρόοπτα.

-Ευχαριστώ. Κι εγώ το ελπίζω...

Σε λίγο ανεβαίνει το κρίσιμο κεφάλαιο...

Continue Reading

You'll Also Like

16.6K 3.1K 60
Λεμεσός, Μάρτιος 2012 Κάποιος τη βρήκε στο λιμάνι. Ήταν πεσμένη και διπλωμένη στα δύο, ενώ το αίμα κυλούσε από τα πόδια της. Ένα κοριτσάκι, μόνο δεκα...
36.7K 2.2K 48
Βικτωρ και Αρια.. Αυτη μια δεκαεξαχρονη αναρχικη που απο τα δωδεκα της ζει χωρις τους γονεις της μαζι με μια ομαδα αναρχικων που της εχουν φερθει μ...
185K 6K 53
Δύο διαφορετικοί αλλά και δυναμικοί χαρακτήρες... Από την μια η Νικόλ Παπαδημητρίου, από την άλλη ο Massimo Rossi.... Μια και όχι τυχαία συνάντηση θ...
385K 31K 54
Εχοντας ενα ασχημο παρελθον, παραδομενη στην παραβατικοτητα και τις επικινδυνες παρεες, η Αμαρρυλις πεφτει στα διχτυα του...νομου. Τι θα γινει οταν α...