Monstrum

Por Psyxanthi

16.4K 683 396

Δύο οικογένειες πνιγμένες στο αίμα. Μια σκιά την ταλάνιζε, την τιμωρούσε και αδίστακτα την τριγυρνούσε. Η σκι... Más

Vultus est index animi.
Fronti nulla fides
Res, non verba.
altera pars
Ubi nihil vales, ibi nihil velis.
Oderint, dum metuant
Veni, vidi, vici.
Vincit qui se vincit.
Fortuna vitrea est: tum cum splendet frangitu.
Vide et credere.
.Natus est mori
Her exitium
Proditio
Vires acquirit eundo.
Erga Omnes
Timendi causa est nescire.
Nos aut nullus
In praeteritum colit me
Mors
Inveni et ego amissis you
Si vis pacem para bellum.
Rue Matt
Vita vel mors
Tenebrae nos destruit
Persona non grata
Interfectorem revelationum
Zehirli aşk| Poisoned love|
Dum spiro, spero
Mors ultima ratio
Pacta sun servanda
Cor ad cor loquitur.
Lavenia
Angel of death (1.1)
Angel of death (1.2)
The tough apocalypse

Erebus

207 9 11
Por Psyxanthi

Απλωμένη μέσα στο κορμί του, σαν τις φλέβες όπου βουίζει το αίμα
Γ.Σεφέρης.

Ρωσία, Μάϊος 2023

«Έλα γυναίκα της φωτιάς, ξύπνα, θα καείς»

«Πόσες φορές σου έχω πει να μη με φωνάζεις έτσι; έχω όνομα ξέρεις» έτριψε τα μάτια της καθώς τα άνοιγε εφόσον οι αναζωογονητικές μα φλογέρες ακτίνες του ήλιου έκαιγαν το γυμνό της δέρμα εφόσον είχε αποκοιμηθεί στην πολυαγαπημένη της αιώρα παρέα με το βιβλίο της. Ακούμπησε την παλάμη του στο πρόσωπο της κρύβοντας τον ήλιο, στάθηκε από πάνω της όπως μια σκιά προωθώντας ένα απαλό δροσερό αεράκι πάνω στην σάρκα της κάνοντας την να ριγήσει από την αρχή της ραχοκοκαλιάς της έως το τέλος της σπονδυλικής στήλης.

«Μιλάει η γυναίκα που κάθε φορά που σκότωνε κάποιον τον έκαιγε μετέπειτα, οπότε, ένας λόγος παραπάνω να σε φωνάζω έτσι»

«Ότι πεις, Κρίστιαν» στριφογύρισε τα μάτια της και στυγερά σηκώθηκε από την αιώρα της και προχώρησαν μαζί προς το μπαρ του ξενώνα όπου τους είχε φέρει λίγες μέρες πριν. Σήμερα θα έπαιρνε μέρος στο πολυτελέστατο ξενοδοχείο του Αρτεμ, η συνάντηση με κάθε μαφιόζο απ'όλη την Ευρώπη και θα γινόταν απολογισμός για κάθε δουλειά όπου είχε αναλάβει ο καθένας τους. Ο Κρίστιαν Αλκάρντο, έβαλε το χέρι του στην φωτιά και είχε την βαθιά πεποίθηση πως απόψε θα γινόταν Η επίθεση, στην οποία περίμεναν μήνες και μήνες όλοι τους ώστε να βγάλουν επικίνδυνες σπείρες από τη μέση.

«Ακούω το σχέδιο για απόψε»

«Βλέπω κατευθείαν στο θέμα»

«Δεν παίζουμε, ήρθαμε για κάποιον λόγο εδώ πέρα» του χαμογέλασε καθώς έπινε μια γουλια από το μαρτίνι της, της έκαψε τα σωθικά γεύοντας το καυτερό υγρό του ποτού της μετατρέποντας την σε κυνική και σφιγμένη καθεστώς, να στηρίξει τον κορμό της στο σκαμπό μπροστά της. «Πάνω στο γραφείο μου έχω τον χάρτη με τις συντεταγμένες του κτηρίου, όπως θα είμαστε θα υπάρχουν σχετικές καρέκλες σε ολόκληρο το κτήριο ώστε να κάτσουμε, ωστόσο, πρέπει να κερδίσουμε χρόνο όταν θα γίνει η επίθεση για να βγάλουμε τους περισσότερους από τη μέση»

«Οπλοστάσιο έχει;»

«Ναι, τραγικό θα έλεγα που το οπλοστάσιο του Ρώσου είναι δίπλα από τους διακόπτες με τον πίνακα ασφαλείας» ακούστηκε το γέλιο του ώσπου διαπέρασε κάθε άτρωτο σημείο πάνω της και την μαστίγωνε καθώς ο ήχος της φωνής του ηχούσε στο μυαλό της ξανά και ξανά δίχως να σταματάει. Τα καστανά μαλλιά της ήταν μαζεμένα σε ένα ατημέλητο κώτσο πιασμένα με το αγαπημένο της κοκαλάκι με την Ρέινα να χαμογελάει γοητευτικά ξεσηκώνοντας τον άντρα δίπλα της.

«Ρωσία έχεις ξανά έρθει;» την ρώτησε.

«Μπα, όχι» ψέματα. Σήκωσε αθώα το βλέμμα της στο δικό του με τον Κρίστιαν όχι μόνο να τη κοιτάζει μα να βλέπει στο βλέμμα της τα μυστικά που του έκρυβε. Να ανεμοδέρνεται από τα βράχια της και να λεηλατεί την όψη της επιτακτικά, γέλασε ξανά, ειρωνικά και δεσποτικά με τα καρφιά του αυτή τη φορά να κατευνάζουν την δική της ψυχή.

«Για αυτό είμαι σίγουρος»

«Θες να μου πεις κάτι;»

«Σε έχω μάθει αρκετά καλά για να ξέρω πότε μου λες ψέματα και πότε την αλήθεια»

Προχώρησαν προς την πισίνα αφήνοντας αρτιμελώς τον ήλιο για μια τελευταία φορά να ζεστάνει τα πρόσωπα τους προτού επιστρέψουν στις δουλειές τους. «Δεν λέω ψέματα, αλλά και να λέω, ίσως είναι κάτι που δεν θέλω να μάθεις» είπε υπερήφανα και συνέχισε να περπατάει δίπλα του.

«Έχει η γυναίκα της φωτιάς μυστικά από εμένα;»
«Πίστεψε με ναι, ούτε εγώ γνωρίζω ποιος ήσουν πριν με γνωρίσεις ούτε εσύ εμένα.» κούνησε τους ώμους της αδιάφορα και κοντοστάθηκε μπροστά του, η απόχρωση του άλικου και του σκαρλάτου πάνω στα γεμάτα χείλη της έκανε το στομάχι του Κρίστιαν να σφιχτεί. Διότι συνειδητοποίησε πως την γυναίκα που είχε μπροστά του όσο την γνώριζε άλλο τόσο ήξερε πως υπήρχαν κομμάτια για εκείνη που ακόμη έστεκαν ελλιπές.

«Άρα, έχεις έρθει στη Ρωσία»

«Εσύ δεν μου έχεις πει πως εκπαιδεύτηκες Αλκάρντο διότι αποκλείεται να τα κατάφερες μόνος σου τόσο καλά. Η δουλειά που κάνεις είναι ακραία επαγγελματική»

«Δεν μου απάντησες»

«Ούτε εσύ εμένα» ανταπάντησε αμέσως η Ρέινα αφήνοντας την χωρίς ανάσα.

«Τι, μήπως θέλεις να παίξουμε το παιχνίδι με τις 10 ερωτήσεις για να μάθουμε τον άλλον;» κάγχασε ο Κρίστιαν με την Ρέινα να στριφογυρνάει τα μάτια της εκνευρισμένη όσο οι παλάμες της βρέθηκαν στο στέρνο του και τον έσπρωξε δυνατά προς το εσωτερικό της πισίνας. «Ξεκινάω πρώτη, που εκπαιδεύτηκες;» έκανε το μεγαλύτερο λάθος της ζωής της όταν τον έριξε μέσα στα κρύα νερά της πισίνας μπροστά της, το άσπρο πουκάμισο που φορούσε είχε κολλήσει δαιμόνια πάνω στο γεροδεμένο σώμα του έχοντας θέα κάθε τατουάζ πάνω του και σε συνδυασμό με τα υγρά μαλλιά του, θύμιζε με δαίμονα. Μαύρο άγγελο.

«Γλυκιά μου, ήμουν στις ειδικές δυνάμεις για χρόνια» ακούμπησε την παλάμη του στον καρπό της, έπεσε μαζί του στην πισίνα και γέλασε άηχα με αυτή του την κίνηση.

«Ειδικές δυνάμεις; Που;» ρώτησε με αφέλεια εκείνη και κολύμπησε προς το μέρος του δίχως να παίρνει το απορημένο ύφος της από πάνω του. Ακούμπησε τους αγκώνες του στα πλακάκια πίσω και για μια στιγμή την κοίταξε αυστηρά μα βλοσυρά. Είχε σφίξει τα ροδαλά του χείλη σχηματίζοντας ένα πονηρό γελάκι.

«Θες να μάθεις τι έκανα στις ειδικές δυνάμεις, γυναίκα της φωτιάς;»

«Ναι»

«Δεν μου αρέσουν οι πολλές ερωτήσεις όμως, είναι η σειρά μου να σε ρωτήσω» έτριξε τα δόντια της, ανασήκωσε το κορμί της και το ακούμπησε αυτή τη φορά στο πλακάκι καθώς ο Κρίστιαν είχε με ευπρέπεια θέα τα γυμνά καλλιγραμα πόδια της. Είχε παρατηρήσει πόσο απαλό όπως ένα βελούδο ήταν το δέρμα της. Το σκοτεινό βαθυπράσινο χρώμα των ματιών της είχε σκουρήνει εφόσον όλο το κορμί της είχε βραχεί από την αναπάντεχη βουτιά της.

«Ωραία, σε ακούω»

«Ποια ήσουν πριν με γνωρίσεις;» ανοιγόκλεισε τα μάτια της νωθρά λόγω της ερώτησης του. Ποια ήταν; θυμόταν; Ή, μήπως εκείνο το κομμάτι της το είχε θάψει βαθιά μέσα της;

«Μια γυναίκα που πάλευε να βρει τους δολοφόνους της αδερφής της»

«Ρέινα Κασσάνο, θα μου πεις επιτέλους την αλήθεια σου;»

«Δεν υπάρχει κάποια αλήθεια που χρειάζεται να ομολογήσω» συνέχισε εκείνη μηχανικά, ξεκίνησε να κουνάει τα πόδια της απαλά κάτω από το νερό νιώθοντας ξανά παιδί. Λίγο πριν πεθάνει η αδερφή της, συνήθιζαν να χάνονται στους ωκεανούς της θάλασσας, κολυμπούσαν, γελούσανε, εξερευνούσαν και έπαιζαν με τα κοχύλια που έβρισκε η Ρέινα και παίζανε στην αμμουδιά ανεξαρτήτως αν είχανε μεγαλώσει. Όσο ήταν με την αδερφή της πάντοτε ένιωθε παιδί μέσα της, κι ας καθημερινώς οι γονείς της έκαναν τα πάνδεινα να το σκοτώσουν.

«Δεν παίζεις δίκαια όμως»

Η δική μου αλήθεια δεν έχει όνομα, έχει πρόσωπο. Το δικό μου ψέμα έχει μια αδιάφθορη μορφή. Έχεις ακούσει για την θεωρία μου; Την θεωρία της ψυχής; τι συνέβη πράγματι όταν μέσα σου πεθαίνεις; Όταν αφήνεις την ψυχή σου να αποχωρήσει από τη μορφή σου και τη θάβεις στο χώμα;!. Είναι δυνατό να παραμείνει θαμμένο εκεί κάτω;

Παίρνεις την ψυχή στην αγκαλιά σου, την κρατάς τόσο σφιχτά που ασφυκτιά από την ένταση. Στάθηκες μπροστά στο έδαφος, στο χώμα, ακόμη χειρότερα στην λάσπη. Γονάτισες και εθαψες βαθιά, τόσο βαθιά αυτή την ψυχή αδιαφορώντας πως ακόμη κι αν εφευγες μακριά του, εκείνο θα γυρνούσε πίσω.

Ότι θάβουμε εν τέλει επανέρχεται ξανά στην επιφάνεια, ζωντανό. Σαν φάντασμα, σαν μια ψυχή. Ο δρόμος της καταλήγει στην πόρτα σου, χτυπάει το κουδούνι του σπιτιού σου και όταν εσύ του επιτρέπεις να προχωρήσει μέσα στην κατοικία σου, αφήνεις το περιθώριο να μπει μέσα σου, στην ψυχή σου. Στο κορμί σου. Με τρόπο άκαρδο, πικρό, και δυσοίωνο.

Και γέλασες πίκρα όταν βρέθηκες στο δωμάτιο σου, κλαμμένη με το πακέτο από τα χαρτομάντιλα, διότι νόμιζες πως όταν θάβουμε κάτι εκείνο θα παραμείνει εκεί μέχρι τέλους. Όμως θυμήθηκες πως και σαν παιδιά, θαβαμε τα παιχνίδια μας, θαβαμε γράμματα και παλιά αντικείμενα όμως ακόμη κι αν πέρασαν τα χρόνια το μυαλό σου ταξίδευε εκεί. Άραγε, τι να κάνει η ψυχή που άφησα εκεί;
Και γυρίζεις πίσω, και η ψυχή γυρνάει ξανά σε εσένα.

«Είχα έρθει στη Ρωσία, έξι χρόνια πριν Κρίστιαν, αλλά αυτή είναι μια ιστορία που χρειάζεται ένα ποτήρι ουίσκι»

«Ξέρω πολύ καλά ποια είσαι, ξέρω ακόμη και κομμάτια δικά σου που εσύ η ίδια δεν γνωρίζεις» αποκρίθηκε εκείνος σοβαρά και άτεγκτα.

«Ότι θάβουμε, στο τέλος εμφανίζεται προς την επιφάνεια, ότι μας αφήνει επανέρχεται ξανά σε εμάς» συμπλήρωσε μετά από λίγο ο Κρίστιαν και την παρατήρησε που το βλέμμα της προδήλωνε ενοχή, κάτι που δεν μπορούσε να προσδιορίσει. Υπήρχαν δύο μεριές όταν κοιτούσες την Ρέινα Κασσάνο στα μάτια, είτε θα μπορούσες να δεις τα πάντα, να δεις την ζωή σου να βαδίζει μπροστά από τα μάτια της είτε, δεν θα έβλεπες τίποτα. Εκείνη ήταν τα δύο άκρα.

Ή όλα, ή τίποτα.

«Τελικά, στις ειδικές δυνάμεις τι έκανες;»

«Έκοβα πατάτες» γέλασε εκείνη και κοπάνησε τη γροθιά της στο μπράτσο του.

«Δεν είσαι αστείος»

~
Φόρεσε τα μακριά σε μετάξι μαύρα γάντια της και είδε την μορφή της μπροστά στον ολόσωμο καθρέφτη. Το μαύρο φόρεμα της αγκάλιαζε ομοιόμορφα το κορμί της και της πρόσφερε αίσθημα αδημονίας και ευχαρίστησης ιδίως όταν αισθάνθηκε τις παλάμες του γύρω από την μέση της. Άφησε ένα φιλί στη βάση του γυμνού λαιμού της, έγειρε το κορμί της στο δικό του και άρπαξε την γραβάτα του και την έσφιξε λίγο παραπάνω από το κανονικό.

«Ο λαιμός σου είναι αρκετά γυμνός, κάτι του λείπει»

«Τι να του λείπει; Έχεις κάτι στο νου σου;» χαμογέλασε η Ρέινα και ακούμπησε τις παλάμες της στους ώμους του αφήνοντας το κορμί της στην αγκάλη του, με την δύναμη που είχε να την εγκαταλείπει και να επιστρέφει στον άντρα που την κρατούσε σφιχτά πάνω του.

Άνοιξε το συρτάρι από το γραφείο του και έβγαλε ένα εξίσου μαύρο κουτί, όταν το άνοιξε και το ακούμπησε στην παλάμη του ένα κολιέ με διαμάντια τεράστιων καρατίων άγγιζαν το τέλειο, από μακριά γυάλιζαν και θαμπώθηκε από την ομορφιά τους. Τύλιξε το δώρο του γύρω από τον λαιμό της και χαμογέλασε στην όψη της. Είναι η πιο όμορφη γυναίκα, και αυτή η γυναίκα είναι δική μου, σκέφτηκε.

«Τα διαμάντια δεν τα παρέδωσες στον Κολομβιανό;»

«Με έχεις για άντρα που θα είχα διαμάντια στην κατοχή μου και δεν θα τα εκμεταλλευόμουν;»

Ακούμπησε τις παλάμες του μέσα από το σκίσιμο του φορέματος της και τις ανέβασε έως τους μηρούς της, επιβεβαίωσε πως πάνω της κρατούσε το μαχαίρι της και χαμογέλασε διάπλατα. «Το έχεις το όπλο σου βλέπω»

«Δεν το αποχωρίζομαι»

Έκανε δύο βήματα πιο πίσω και ακούμπησε το κορμί του στην ξύλινη επιφάνεια του επίπλου, από το γραφείο του. «Τι έχεις;» ρώτησε εκείνη και τον πλησίασε αφήνοντας ένα απαλό χάδι με τα ακροδαχτυλα της στο πρόσωπο του. «Τίποτα, δεν ξέρω, ελπίζω να μη πάει κάτι λάθος απόψε»

«Φοβάσαι για κάτι;»

«Νιώθω πως αυτή την στιγμή βρίσκομαι σε θέση που τα πιόνια του παιχνιδιού μου είναι έτοιμα να πέσουν»

«Εσύ ορίζεις τους κανόνες σου, και πως θα παίξεις σε αυτό το παιχνίδι, μην αφήσεις τους κανόνες που έχουν ορίσει εκείνοι να καθορίσουν τις κινήσεις σου»

«Ρέινα, θα γίνει επίθεση απόψε και δεν νομίζω πως θα είμαι ικανός να αποτρέψω από το να συμβεί κάτι κακό»

«Ωραία, τότε γιατί πάμε; Αν έχεις το άγχος πως κάτι κακό θα συμβεί τότε γιατί πάμε;»

«Γιατι έχω μια θέση εκεί μέσα, γιατί θέλω μια καλή ζωή»

«Η καλή ζωή προαπαιτεί και θανάτους;»

«Η καλή ζωή για εμένα σημαίνει πολλά. Δεν είχα κανένα κίνητρο σε σύγκριση με τους υπόλοιπους. Είχα στα χέρια μου ολόκληρη αυτοκρατορία χάρις του πατέρα μου, μα δεν τη δέχτηκα, και έχτισα τη δική μου. Πάω εκεί μέσα για να τους αποδείξω ποιος είμαι πράγματι Ρέινα.»

«Γιατί κάνεις αυτή τη ζωή;»

«Εσύ γιατί την κάνεις;»

«Γεννηθήκαμε για αυτή τη ζωή γυναίκα της φωτιάς, γεννηθήκαμε να υπάρξουμε εκεί μέσα. Στον κίνδυνο, στον πόνο, στην αδρεναλίνη. Να καταστρέφουμε και να μας καταστρέφουν. Τέρατα είμαστε, μα εμείς..» σιωπή, τύλιξε το μαύρο τους η σελήνη και τους συνόδευσε σε ένα σμίξιμο ασυστολης καταστροφής. «Εμείς δεν είμαστε όπως οι άλλοι, τον ζούμε τον πόνο και τον καταδιώκουμε μα τον αγαπάμε, τον αφήνουμε να διαλύσει κάθε ιστό της ψυχής μας για να αναγεννηθουμε στην αγκάλη του. Τέρατα είμαστε, που πεθαίνουμε και γινόμαστε πιο δυνατοί μέσω αυτού»

Η ψυχή είχε αφήσει τα κορμιά τους, σε διαφορετικές περιόδους της ζωής τους. Μα σε παρόμοιες καταστάσεις. Την έθαψαν ώσπου κατέληξε στον κάτω κόσμο. Έκανε τα πάνδεινα να ανέβει προς τα πάνω μα μάταια κουράστηκε εκείνη για να γυρίσει πίσω σε εκείνους. Ούτως ώστε, να στείλει δύο σκοτεινά φεγγάρια μεταξύ τους και να ενωθούν πεισματικά. Διαφορετικοί μα και εκείνοι έμοιαζαν. Είχανε το δικό τους μαύρο, εκείνο που δεν τολμούσες να αγγίξεις, το έτρεμες διότι αν κολυμπούσες μέσα του δεν θα είχες την ικανότητα να πλέεις πάνω πάνω.

Θα πνιγόσουν.

Ήτανε παράξενο και παραδόξως αδύνατον να πραγματοποιηθεί. Κάθε χρώμα έχει το δικό του άλλο μισό. Φτάνουμε στην θεωρία του χρώματος. Το μαύρο μπορεί να ταιριάζει με το άσπρο, με το φωτεινό, με εκείνο που καθαρίζει κάθε κατακάθι και αγκάθι όπου υπάρχει στο μαύρο. Το μαύρο μπορεί να ταιριάζει με το κόκκινο, με το απαλό πράσινο και με κάθε χρώμα όπου μπορεί να έρθει στον νου σου αυτή τη στιγμή που το διαβάζεις.

Γίνεται το μαύρο να καταλήξει με το μαύρο;

Να πεις πως ένα μαύρο συνδέεται με ένα άλλο
μαύρο;

Κάθε μαύρο έχει την δική του όψη και έννοια.
Ακόμη και το φεγγάρι δεν αντέχει τον μαύρο του ουρανό με αυτά τα αστέρια που θαμπώνουν την όψη του. Η μαύρη σελήνη, εν πάση περιπτώσει, δεν θα μπορούσε να σμίξει με τον μαύρο ουρανό. Ο ένας απομακρύνεται από τον άλλον και τρέχουν μακριά με φοβία πως αν σμίξουν τόσο δυνατά δεν θα αντέξουν την επερχόμενη απώλεια. Μα σμιξανε. Το ένα μαύρο κάλυπτε το άλλο, ο καθένας με διαφορετικό σκοπό.

Η σελήνη γέμιζε τον ουρανό, και ο ουρανός όσο κι αν γέμιζε με τη σειρά του τη σελήνη, εκείνη καταστρεφόταν και αναγεννιόταν.
Φοβάσαι πως είμαι τόσο σκοτεινός και σε καταστρέφω; Είπε ο ουρανός και συνέχισε να πασπαλίζει τη μορφή της με ανήκουστες, επιπόλαιες σχισμές από το μαύρο του.

Όχι, γιατί και εγώ σκοτεινή είμαι. Δεν φοβάμαι το σκοτάδι σου, ποτέ μου δεν το φοβήθηκα. Συνεπώς, για αυτό γλυκέ μου ουρανέ δεν μπορούμε να αποχωριστούμε. Εμείς συμπληρώνουμε το σκυθρωπό, το μαύρο, το σκοτεινό. Αγγίζουμε το μοχθηρό, εκείνο που δεν μπορείς να αγγίξεις μα μπορείς να γευτείς την πίκρα του.

Και εσύ μου εφευγες από τα χέρια, γλιστρούσες και με εγκατέλειπες. Είπε θλιμμένη η σελήνη. Όχι γλυκιά μου, ποτέ δεν έφυγα, από την αρχή της γέννησης σου εδώ ήμουν σε περιτριγύριζα και σε φρόντιζα.
Η σκοτεινή σου ομορφιά ποτέ δεν με φόβισε σελήνη μου, ούτε στο ελάχιστο δεν με τρόμαξε, μα με εξόργισε που υπήρχαν τόσες θεωρίες για να μας χωρίσουν. Δεν μπορούσαμε να βρεθούμε αντικριστά, μονάχα ενωμένα. Θυμίζαμε μαζί άγριο μέλι, όχι χωριστά. Μη ξεχνάς πως μονάχα μαζί μπορούσαμε να φτάσουμε στην κορυφή.

~

Άνοιξε τα χαρτιά του μπροστά τους. Γύρω από το ξύλινο διάπλατο τραπέζι άφησε τον μεγάλο χάρτη με τις συντεταγμένες του χώρου όπου σε λίγη ώρα θα τύχαινε να παρευρεθούν με όλους τους υπόλοιπους και μόλις σε λίγα δεύτερα θα τους ανακοίνωνε το σχέδιο του. Ο βασιλιάς του έρεβος, κάθισε μεγαλοπρεπώς στον θρόνο του και κοίταξε αυταρχικά τους ανθρώπους που τον περιτριγύριζαν. Δεν μπορούσε να αισθανθεί παρά δέος με στάλες ενός νοιάξιμου για τους άνδρες που μαζί με εκείνους μεγάλωσε και αυτός.

«Το οπλοστάσιο βρίσκεται δίπλα από το κέντρο άσφάλειας, οπότε, το κυρίαρχο σχέδιο μας είναι πως ο,τιδήποτε κι αν συμβεί μπορούμε να μπούμε μέσα να προμηθευτούμε όπλα και να κλείσουμε τα φώτα από παντού»

«Και αυτό πότε θα γίνει;» ρώτησε ο Ματέο και ήπιε μια ικανοποιητική γουλια από το ουίσκι του.

«Όταν θα μπορέσουμε να πάρουμε τα διαμάντια από τον δεύτερο όροφο»

«Το ξέρεις όμως πως θα έχει παντού άνδρες έτσι;» συνέχισε ο Αλεσσάντρο και κούμπωσε το μεσαίο κουμπί από το μαύρο σακάκι του. Άφησε στην άκρη το τάμπλετ του όπου παρακολουθούσε τις κάμερες από την έπαυλη του Ρώσου και έγειρε αρρενωπά τον γεροδεμένο κορμό του στην πλάτη παρατηρώντας τους υπόλοιπους άνδρες από την ομάδα του μαζί με την Ρέινα η οποία έστεκε παρατηρητήρια σε όλη την συζήτηση.

«Σας είπα, απόψε θα βγάλουμε από την μέση όσους μπορούμε, ακόμη κι αν χρειαστεί να τους σκοτώσουμε όλους»

«Θέλεις να τους βγάλουμε όλους από τη μέση ή να βγάλουμε από την μέση τον Άρτεμ;» συμπλήρωσε η Ρέινα και όλοι γύρισαν να την κοιτάξουν.

«Δεν θα με χάλαγε να του έβγαζα ο ίδιος τα σπλάχνα, αλλά εν πάση περιπτώσει, δεν με απασχολεί ποιος θα τον σκοτώσει αρκεί αυτός ο πούστης να πεθάνει» γρύλισε αναθεωρώντας για τον άντρα που θύμιζε τύραννο. Έσφιξε τα δάχτυλα του ακούγοντας η ηχώ ενός "κρακ" και σταύρωσε τα χέρια του μπροστά από το στομάχι του έχοντας το βλέμμα του στερεωμένο στον χάρτη όπου είχε ακουμπήσει ο ίδιος προ λίγου. Τίποτα άλλο δεν τον απασχολούσε αυτή τη στιγμή παρά εκείνα τα διαμάντια που για τα οποία κίνησε γη και ουρανό ώσπου όλα να καταλήξουν στην κατοχή του.

«Τα συγκεκριμένα διαμάντια είναι τεράστιων καρατίων, μέσα και έξω θα έχει άντρες και αποκλείεται να έχει αφήσει το χρηματοκιβώτιο με λεφτά και διαμάντια έτσι» σχολίασε ο Ματέο γέρνοντας τον κορμό του προς την επιφάνεια του τραπεζιού σφίγγοντας τα δάχτυλα του νευρικά. Η αποψινή αποστολή εδώ και μέρες τον έκανε να κινείται μηχανικά έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του για μια επερχόμενη καταστροφή.

«Το έψαξα και αυτό μην ανησυχείς, έχει ενεργοποιήσει ένα όπλο οπότε όποιος τολμήσει να πάρει τα διαμάντια από εκεί να πατηθεί η σκανδάλη και να σκοτωθεί από τρείς σφαίρες»

«Άρα, οποίος από εμάς το κάνει, μέσα σε τρία δευτερόλεπτα θα πρέπει να σκύψει κατιδίαν.» είπε η Ρέινα με το βαθυπράσινο χρώμα των ματιών της να γυαλίζει κάτω από τις παγερές ακτίνες του ήλιου της Ρωσίας και ανοιγόκλεισε νωχελικά τα μάτια της ώστε να επεξεργαστεί τα δεδομένα όπου της είχε αναφέρει μόλις ο Αλκάρντο.

«Ας ελπίσουμε να μην το γνωρίζει κάποιος άλλος και όταν θα το κάνει να πέσει κάτω νεκρός. Τα διαμάντια είναι δικά μου, αυτή η δουλειά είναι δική μου και κανένας δεν παίρνει ότι είναι δικό μου.. ας τους βάλουμε φωτιά απόψε» η τελευταία του φράση δημιούργησε στην γυναίκα με τα σμαραγδένια μάτια ένα αίσθημα απόλυτης έκστασης το οποίο ξεκίνησε να αναβιώνει αθέμιτα προς την επιφάνεια.

Με ένα νεύμα από την μεριά του Κρίστιαν, σηκώθηκανε όλοι τους. Βολέψανε τα όπλα τους στην θήκη από το παντελόνι τους και κίνησαν να προχωρήσουν προς την κεντρική πόρτα του ξενώνα και επιτέλους να αποχωρήσουν. Η Ρέινα κοντοστάθηκε όρθια και κοιτούσε ραγδαία τον άντρα με τα γκρι και σκυθρωπά μάτια. Ατρόμητα εκείνος, αντιλήφθηκε πως η Ρέινα στάθηκε μονάχη της πίσω και γύρισε τον κορμό του και οι σκιές τους συγκρούστηκαν, το μαύρο τους ενώθηκε μια τελευταία φορά και δέσποζε στο αίμα τους ανανεωτικά.

«Έλα γυναίκα της φωτιάς, έχουμε μια θεαματική είσοδο να κάνουμε»

Οι εμβριθώς εχέμυθες σκιές που ούρλιαζαν στα κρυφά απομεινάρια του μυαλού της έκαναν την γυναίκα με τα σκίστά μάτια να πιει μια ικανοποιητική γουλια από το μαρτίνι που της είχε προσφέρει ο μπάρμαν της έπαυλης. Δίπλα της στεκόταν η φίλη της με τα χρυσαφένια μαλλιά και κοιτούσαν σιωπηλές τον κόσμο που μπαινοέβγαινε βιαστικά. Το γαλάζιο σε υφή σατέν φόρεμα που αγκάλιαζε σκανδαλωδώς την άψογη κορμοστασιά της Αντζελίκας έκανε την Ρέινα να χαμογελάσει στην όψη της και να την σκουντήξει.

«Λάμπεις απόψε» την σκούντηξε η Ρέινα και γελάσανε μαζί.

«Πάψε»

«Δεν είπα κάτι που δεν ισχύει, εσύ σκάσε»

«Εντάξει Κασσάνο, πιες το μαρτίνι σου τώρα»

«Αξία ανεκτίμητη» ψιθύρισε η Ρέινα και συνέχισαν να παρατηρούν το κόσμο χαζεύοντας κάθε σημείο της πολυτελέστατης έπαυλης που τους είχαν φέρει. Πολυέλαιοι κρεμόταν από το ψηλό ταβάνι του χώρου, κρυστάλλινα κωλονάτα ποτήρια έλαμπαν από τους δίσκους των σερβιτόρων που κινούνταν μηχανικά ανάμεσα τους και σε κάθε σημείο υπήρχαν ψηλά τραπέζια με μαυροφορεμένους άντρες στους οποίους ανάμεσα τους υπήρχε και ο Κρίστιαν με τους υπόλοιπους.

«Καρφώνεσαι»

«Δεν κάνω κάτι»

«Όχι ότι θες να δεις αστεράκια μαζί του»

«Αντζελίκα!» σύριξε η Ρέινα και μαγκωμένη ταλάνιζε την ελιά από το μαρτίνι της γέρνοντας τον κορμό της προς το μέρος του μπαρμαν ώστε να της γεμίσει ξανά το ποτήρι της. Η Αντζελίκα γέλασε πονηρά και τσίμπησε το μπράτσο της Ρέινας. Κάτι που είχανε οι δύο τους απ'όσο ήταν μικρες, σε ότι κι αν συνέβαινε, σε χαρές και λύπες, η σιωπή τους αρκούσε. Χαμογελούσαν, αντάλλασσαν βλέμματα. Μα εκείνη η σιωπή που κοιτάζεις τον άνθρωπο που μεγάλωσες μαζί και σε καταλαβαίνει, σου αρκεί.

Ο Φερνάντο Μιγκουελ Πάμπλο, μόλις είχε εισέλθει στην αίθουσα με τους υπόλοιπους Κολομβιανούς. Ο Αρτεμ Ρασκόλνικωφ χαιρέτισε εγκάρδια τον Φερνάντο ο οποίος μόλις αντίκρισε στο διπλανό τραπέζι τον Κρίστιαν Αλκάρντο έχασε για μια στιγμή το χρώμα του και ξεροκατάπιε, ιδίως όταν αντίκρισε την Ρέινα Κασσάνο απέναντι της να τον κοιτάζει μοχθηρά και ανελέητα. Τράβηξε το κωλονάτο ποτήρι με την σαμπάνια από τον σερβιτόρο που περνούσε κατά τύχη από δίπλα του και το ήπιε μονομιάς.

«Συγχαρητήρια Φερνάντο, τα πήγες υπέροχα για να τους βγάλεις από τη μέση. Είναι τώρα εδώ μέσα και κυριαρχούν αντί να κυριαρχούμε εμείς εδώ μέσα»
«Δεν σε είδα όμως εσένα να τους βγάζεις από τη μέση, τέτοιες μαλακίες όχι σε εμένα»

«Η Κασσάνο, έχει στην κατοχή της όπλο που μπορεί να καταστρέψει οποιονδήποτε την απειλεί. Είμαστε σχεδόν χαμένοι»

«Αν δεν την σκοτώσω εγώ αυτήν να μη με λένε Φερνάντο»

«Η Ρέινα Κασσάνο, είναι η πιο εκδικητική γυναίκα που έχει υπάρξει μέχρις στιγμής» γρύλισε ο Αρτεμ και κοίταξε με απέχθεια την γυναίκα που έπινε ενοχικά το dry martini της. Καθόταν στην ψηλή καρέκλα της σταυροπόδι και γελούσε με την κατάσταση τους όσο την κοιτούσαν με μόχθο και δολόπλοκα συναισθήματα να ακρωτηριαζουν την μορφή τους.

«Κι όμως, είναι αδιαμφισβήτητα όμορφη γυναίκα»

«Αν δεν θέλεις να την σκοτώσεις εσύ μπορώ να το κάνω εγώ»

«Τετοιες μαλακίες να μη πετουσες Ρασκόλνικωφ, αλήθεια» έτριξε τα δόντια του ο Φερνάντο.

Η απαλή τζαζ ηχούσε από τα μεγάφωνα, το κεφάλι της Ρέινας κουνιόταν σύμφωνα με τον ρυθμό και ανακάτευε συνεχόμενα την ελιά της μέσα στο εσωτερικό του ποτηριού της καθώς η ζέστη του χώρου, της δημιουργούσε μια ανυπόφορη θερμή πάνω στο αψεγάδιαστο κορμί της. Οι μαύρες τούφες από τις αφέλειες έπεφταν στο κούτελο της εμποδίζοντας την να δει καθαρά απέναντι της,βέβαια, τις απομάκρυνε και ξαφνικά είδε τον Άρτεμ να την πλησιάζει με ένα υπερήφανο γεμάτο ζήλια βλέμμα.

«Καλώς τα μάτια μας τα δύο»

«Ρέινα Κασσάνο, με εκπλήσσεις κάθε φορά»

«Επειδή δεν μπόρεσες να με βγάλεις από τη μέση; Και εγώ έτσι θα ένιωθα»

«Μην φοβάσαι καλή μου, η καταιγίδα θα πέσει πάνω σου εξ' απροόπτου.» γρύλισε εκείνος και έκανε ένα βήμα κοντά της.

«Δεν με απασχολεί ιδιαίτερα» συνέχισε εκείνη κοφτά.

«Θα σε απασχολήσει όμως όταν μαθευτεί παντού τι ζημιά προκάλεσες στους Ρώσους το 2017» το πρόσωπο της χλώμιασε. Ξεκίνησε να κοπανάει ρυθμικά τα νύχια της στην κρυστάλλινη επιφάνεια του ποτηριού της μα τα χαρακτηριστικά της συνέχισαν να στέκουν άτεγκτα και αυστηρά. Σήκωσε επιδεικτικά το καλοσχηματισμένο φρύδι της και ξεκίνησε να γελάει.

«Εσένα θα σε απασχολήσει όταν θα γραφτεί στην ιστορία για το πώς θα σου φύγουν από τα χέρια τα διαμάντια που έχεις κρυμμένα στο χρηματοκιβώτιο σου»

«Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος Κασσάνο, ο κωδικός που έχω βάλει είναι από την μεγαλύτερη καταστροφή που υπέστη η Ρωσική μαφία και εσύ..» το πρόσωπο του χλώμιασε ώσπου αισθάνθηκε μια βαριά παλάμη γύρω από τον ώμο του. Γύρισε έντρομος και είδε τον Κρίστιαν Αλκάρντο να τον σφίγγει. Τα μάτια του ήταν σκυθρωπά, τα δόντια του έτριζαν από την οργή και πίεζε με τρόπο φρικτό και ακαριαίο τον Άρτεμ ο οποίος μόλις αντίκρισε ενα εξαγριωμένο λιοντάρι έτοιμο να χυμήξει στο θήραμα του.

«Υπάρχει κάποιο θέμα;»

«Όχι Αλκάρντο, μόλις σύγχαρα την γλυκιά Ρέινα»

«Δεν ήταν ανάγκη, με εμένα κανονίζεις τις δουλειές όχι μαζί της»

«Καλά δεν με δάγκωσε κι όλας» γρύλισε η Ρέινα στον Κρίστιαν.

«Πολλά φίδια μαζεύτηκαν δίπλα μας» κοίταξε με περιφρόνηση τον Άρτεμ και απομάκρυνε αμέσως την λαβή του από το σακάκι του το οποίο είχε τσαλακωθεί και αναθεμάτισε κάτω από την ανάσα του οργισμένος.

Η Ρέινα απομακρύνθηκε από κοντά τους και ξεκίνησε να προχωράει προς τον δεύτερο όροφο όπου υπήρχε το χρηματοκιβώτιο. Μόλις είχε μάθει τον κωδικό, ήταν η μοναδική που θα μπορούσε να το ανοίξει και να πάρει τα διαμάντια που τόσο ήθελε να πάρει ο Κρίστιαν βέβαια, η σκιά του την έκανε να σταματήσει για μια στιγμή. Στερέωσε τις παλάμες της στην μέση της και γύρισε κοιτάζοντας τον Κρίστιαν δηκτικά.

Με γοργά βήματα έφτασε κοντά της, τύλιξε την παλάμη του γύρω από τον λαιμό της με τα διαμάντια του κολιέ που φορούσε να πιέζουν ανελέητα το δέρμα της ωστόσο, εκείνη έσκασε ένα χαμόγελο με αφορμή της κίνησης του. «Ποια στον διάολο είσαι;»

«Καμία»

«Μίλα!» ούρλιαξε και έσφιξε ακόμη περισσότερο την παλάμη του πάνω της. Η όραση της ξεκίνησε να θολώνει μα δεν νοιαζόταν. Η ιστορία που είχε γραφτεί έξι ολόκληρα χρόνια πριν στα βουνά της Ρωσίας για εκείνη ήταν απλά παρελθόν. Το παρελθόν όμως συνέχιζε να της χτυπάει την πόρτα και η ψυχή που είχε θάψει σε εκείνο το μέρος πολεμούσε να μπει ξανά μέσα της.

«Τι έκανες στην Ρωσία τότε;»

«Τίποτα»

«Θέλεις να μου βγάλεις την πίστη και να με κάψεις ζωντανό μέχρι να ανοίξεις το στοματάκι σου; Ή, θέλεις καλύτερα να σκίσω αυτό το ηλίθιο φορεματάκι που φοράς και να σε πηδήξω στο γραφείο του μαλάκα που πριν λίγο σου την έπεφτε;» εκείνη γέλασε καχεκτικά, ακούμπησε την παλάμη της πάνω στη δική του όπου την έσφιγγε και προσπάθησε να απελευθερωθεί από τη λαβή του.

Η σφαίρα όμως που πέρασε ξυστά από το σώμα της, έκανε τον Κρίστιαν να την τραβήξει πιο κοντά του καλύπτοντας την ολόκληρη με την άπλερη πλάτη του.

Άνοιξε μια εύκαιρη πόρτα και μπούκαραν μέσα. Το κορμί της έπεσε απότομα πάνω στην ξύλινη επιφάνεια της πόρτας, οι μικροσκοπικές παλάμες της ξέπεσαν στους ώμους του με την παλάμη του να αγγίζει σκληρά το στόμα της ώστε να μην ακουστούν. Άνοιξε προσεκτικά την πόρτα και ξεχύθηκαν στον διάδρομο. Έβγαλε το όπλο του και όσο το έσφιγγε στην παλάμη του προχωρούσαν προς το δωμάτιο με το χρηματοκιβώτιο κρατόντας την παλάμη της Ρέινας.

Ο ένας άντρας είχε γυρισμένη την πλάτη του οπότε η Ρέινα πρόλαβε να βγάλει το μαχαίρι της, τύλιξε το χέρι της γύρω του και έσκισε μονομιάς τον λαιμό του πεφτοντας νεκρός μπροστά της. Ο άλλος άντρας με το που παρατήρησε την Ρέινα έκανε κίνηση να βγάλει το όπλο του μα με βιαστικές κινήσεις η σφαίρα από το όπλο του Κρίστιαν βρέθηκε δυσοίωνα και χαραγμένα πάνω στο κούτελο του δημιουργώντας μια λίμνη αίματος.

«Μπαίνω μέσα» η παλάμη του την σταμάτησε από το να προχωρήσει. Προσπαθούσε να καταλάβει κάθε κρυφό μυστικό της, για την Ρωσία, για το ποια ήταν πράγματι έξι χρόνια πριν και για το πώς θα άνοιγε το χρηματοκιβώτιο εφόσον κανένας τους δεν γνώριζε τον κωδικό του.

«Που ξέρεις εσύ τον κωδικό;»

«Αντί να μου κάνεις ανάκριση, πήγαινε κάτω προμηθεύσου όπλα με τους υπόλοιπους και κλείσε τα φώτα παντού. Σε λιγότερο από πέντε λεπτά θα έχω τα διαμάντια»

«Και θα σε αφήσω μόνη σου, εδώ, μόνη;! Δεν θα με κοροϊδέψεις εμένα Κασσάνο.» η δυσαρέσκεια που πλάκωσε το στήθος της την έκανε να στριφογυρίσει τα μάτια της. Έβαλε την παλάμη της στο πόμολο της πόρτας και προτού μπει μέσα του είπε τα εξής λόγια.

«Κάνε αυτό που σου είπα και θα σου πω ότι θέλεις, θα σου πω για την Ρωσία. Απλά πήγαινε να τελειώνουμε ήδη κινδυνεύουμε να μας πιάσουν»

Ωστόσο, αντί να της απαντήσει την τράβηξε απότομα από την μέση και την φίλησε. Γεύτηκε τον πόθο του μέσω του φιλιού του με την ηδονή να εισβάλλει με επιτήδειο τρόπο στο κορμί της και να καταλαμβάνει κάθε λογική της.

Τον είδε να απομακρύνεται από το οπτικό της πεδίο. Άνοιξε διάπλατα την πόρτα όμως η σκληρή επιφάνεια ενός όπλου πάνω στο κούτελο της την έκανε να συρθεί ημιλιπόθυμη στο πάτωμα με σταγόνες αίματος να κυλάνε στο μέτωπο της. Προτού κλείσει τα μάτια της διαπίστωσε πως ήταν οι άντρες του Κολομβιανού από πάνω της και γελούσαν ειρωνικά όσο έκλεινε η Ρέινα τα μάτια της.

Τα μάτια του Αλεσσάντρο άνοιξαν διάπλατα καθώς παρατηρούσε τις κάμερες ασφαλείας. Με την άκρη του ματιού του είδε τον Κρίστιαν να κατευθύνεται προς το οπλοστάσιο και δίχως να λογαριάσει τίποτα ξεκίνησε να τρέχει πανικόβλητος προς το μέρος του.
«Μη τολμήσεις και κλείσεις τα φώτα» ο Κρίστιαν γύρισε να τον κοιτάξει με απορία καθώς βόλευε το όπλο στην θήκη του. «Την πιάσανε ρε, την πιάσανε» του έδειξε την οθόνη από το τάμπλετ του με το πρόσωπο του να παίρνει την απόχρωση του ωχρού. Κοπάνησε με δύναμη το πόδι του στο ξύλινο τραπέζι όπου υπήρχε δίπλα του και ούρλιαξε από θυμό και από οργή.

«Το ήξερα ότι θα γίνει μαλακία, το ήξερα ρε πούστη»
«Χαλάρωσε, τον κωδικό θέλουν, λογικά έμαθαν πως ξέρει τον κωδικό»

«Ναι θα το μάθουν και θα την σκοτώσουν εν ψυχρώ, αυτό μου λες;»

«Μην είσαι μαλάκας δεν γνωρίζουν για το όπλο μέσα στο χρηματοκιβώτιο, θα τους παίξει στα δάχτυλα» σχολίασε ο Αλεσσάντρο και παρακολουθούσαν προσεχώς την οθόνη με την δεμένη Ρέινα. Το κούτελο της με τα ακριανά του κροτάφου της είχε γεμίσει με πηχτό αίμα.
Ένας από τους άντρες του Κολομβιανού έσκυψε πάνω από τη μορφή της και μισάγγιζε το όπλο του στον κρόταφο της. Χτυπούσε το μάγουλο της με την παλάμη του για να ξυπνήσει όσο τα ανήθικα γέλια από τους υπόλοιπους άντρες έκαναν τον Κρίστιαν να γρυλίζει. Το αίμα του έβραζε και το λιοντάρι που παρέμενε φυλακισμένο στο κλουβί πάλευε μετά βίας να απελευθερωθεί από εκεί μέσα και να τους ορμήξει.

«Έλα βασίλισσα, ξύπνα»

Άνοιξε τα μάτια της μα όταν κουνήθηκε για να σηκωθεί συνειδητοποίησε πως ήταν δεμένη. «Τι στον διάολο; Τι θέλετε;»

«Έλα Κασσάνο, πες μας επιτέλους τον κωδικό να τελειώνουμε»

«Για να με βγάλετε από τη μέση μήπως; Καλά μαλάκας είσαι;» γέλασε ειρωνικά, βέβαια, το γέλιο της κόπηκε αμέσως όταν το όπλο του συγκεκριμένου άντρα ήρθε σε επαφή ξανά στην ήδη τραυματισμένη της πληγή.

«Πες τον κωδικό είπα πριν κόψω τα δαχτυλάκια σου και τα στείλω πακέτο στον άντρα σου που μας βλέπει αυτή τη στιγμή» έγειρε το πρόσωπο της προς τα πίσω, κούνησε δεξιά και αριστερά το κεφάλι της με το υποχθόνιο χαμόγελο που χαραζόταν στο σφριγηλό πρόσωπο της να δημιουργεί στους άνδρες πίσω από την οθόνη ένα τρέμουλο.

«Εντάξει θα σου πω, αλλά έλα κοντά μου» του είπε με νάζι. Το πουκάμισο που φορούσε ο Κρίστιαν τον έπνιγε, δεν μπορούσε να βρει τρόπο να εξωτερίκευσει την οργή που τον διακατείχε αυτή τη στιγμή ιδίως όταν την παρατηρούσε γεμάτη αίματα. Θα την σκότωνε με το που θα βρισκόταν ξανά μαζί της. Το μόνο σίγουρο.

«Μονάχα νεκρή θα πάρεις τον κωδικό» γέλασε μανιακά με την παλάμη του Κολομβιανού να πέφτει με δύναμη στο μάγουλο της και να την χαστουκίζει.
«Προσπαθει να τους αποσπάσει τον χρόνο» τα μάτια του Κριστιάν γυάλισαν με την ανάσα του να κόβεται. «Έχουμε πετρέλαιο στο πορτμπαγκάζ;»

«Πάντα κουβαλάμε μαζί για παν ενδεχόμενο»

«Φώναξε τους άλλους, τώρα, τρέξε, τρέξε είπα!» ούρλιαξε στο τέλος και τράβηξε την οθόνη κτητικά από την λαβή του Αλεσσάντρο καθώς εκείνος έτρεχε να μαζέψει τους υπόλοιπους μαζί με την Αντζελικα για να συναντηθούν στο οπλοστάσιο. Η φλέβα του εξείχε στο κούτελο του με τα δάχτυλα του να τρέμουν απροκάλυπτα με τον λαιμό του να ξεραίνεται καθώς τους παρατηρούσε να την χτυπάνε.

Μπήκαν γοργά όλοι τους μέσα αλαφιασμένοι. Ο Μίχαελ μαζί με τον Ματέο γύρισαν με δύο μπετόνια πετρέλαιο και τα άφησαν απότομα στο παρκέ. Ο Κρίστιαν ετριψε απροσδιόριστα το μούσι του και έκλεισε τα μάτια του ώστε να ηρεμήσει και επανήλθε αμέσως στην πραγματικότητα. Την κρατούσαν ακόμη δεμένη, η ώρα όμως περνούσε και έπρεπε να λάβει δρακόντεια μέτρα.

«Έχουμε στην διάθεση μας το πολύ ένα τέταρτο για να γεμίσουμε στο σύστημα ανίχνευσης καπνού, με πετρέλαιο»

«Τι στο καλό θα κάνεις;»

«Θα τους κάψω ζωντανούς όσο θα παλεύουν εκείνοι να αλληλοσκοτωθούν σαν τα σκυλιά που είναι» είπε αυταρχικά με τα μάτια του να γυαλίζουν από μόχθο.

«Αντζελίκα εσύ θα είσαι στον πίνακα ασφαλείας, θα περιμένεις μήνυμα μου και όταν θα σου το πω θα κλείσεις κάθε φως που υπάρχει εδώ μέσα»

«Εσείς ελάτε, έχουμε να τους ποτίσουμε πετρέλαιο»

~

«ΜΊΛΑ! Ποιος είναι ο κωδικός; Έχω αφήσει ολόκληρο μπουκάλι σαμπάνιας για να περιμένω μέχρι να ανοίξεις το βρωμόστομα σου» μισάνοιξε το στόμα της και γέλασε λίγο πιο αδύναμα αυτή τη φορά. Κούνησε το πρόσωπο της καταφατικά και αναφώνησε ένα "θα σας πω" καθώς έκοβε με το μαχαίρι της το σκοινί όπου την είχανε δέσει.

«2017»

Ο Κολομβιανός βρέθηκε με γοργά βήματα μπροστά από την μεταλλική επιφάνεια του χρηματοκιβωτίου. Πληκτρολόγησε εσπευσμένα τον κωδικό που προ λίγου η Ρέινα είχε προφέρει και πρόσμενε αγωνιωδώς να ανοίξει η πόρτα και να πάρει τα διαμάντια που του αναλογούσαν. Το όπλο όπου είχε στερεώσει ο Άρτεμ, ενεργοποιήθηκε με τις τρεις ζοφερές σφαίρες να εγκαταλείπουν τη θέση τους και να τρυπάνε τα κορμιά τους.

Η Ρέινα χαμογέλασε άηχα και νικητήρια, έκοψε άτεγκτα τα σκοινιά γύρω από τους αστραγάλους της και με μια δρασκελιά μεταφέρθηκε μπροστά από το χρηματοκιβώτιο.

Τα μάτια της έλαμψαν, γυάλισαν και θαμπώθηκαν από την αψεγάδιαστη όψη και υφή από τα ρουμπίνια που υπήρχαν στο εσωτερικό του. Το ακούμπησε προσεκτικά στην παλάμη της και γέλασε παρορμητικά καθώς περιεργαζόταν το ρουμπίνι όπου ήταν εφαρμοσμένο σε ένα πολυτελέστατο κολιέ.

Έγειρε το κορμί της και κοιτάχτηκε στον ολόσωμο καθρέφτη όπου ήταν στερεωμένος στον τοίχο απέναντι της. Το μαύρο φόρεμα της είχε τσαλακωθεί και σε μερικά σημεία σκίστηκε με το αίμα στην αριστερή μεριά του προσώπου της, την καθιστούσαν φθονερά επικίνδυνη από απομακρύνοντας αμέσως το αίμα από το πρόσωπο της.

«Έλα kraliçe, η αποστολή μας τελείωσε» ακούστηκε η φωνή του Μίχαελ και του χαμογέλασε στοργικά. Δίχως να το περιμένει ήρθε και την πήρε μια αγκαλιά, μια αγκαλιά που την καθησύχασε μέχρις που βρέθηκε να περπατάει γρήγορα στο πλάι του ώσπου να φτάσουν στον όροφο όπου ο Κρίστιαν Αλκάρντο παρατηρούσε τα θηράματα τους να αλληλοσκοτώνονται. Με το που αντίκρισε την γυναίκα που είχε παραδώσει την ψυχή του σε εκείνη, έστειλε το μήνυμα στην Αντζελίκα.

Τα φώτα έκλεισαν.

Έβγαλε τον ασημένιο αναπτήρα του και άναψε το τσιγάρο του που ήταν στερεωμένο στα πλούσια χείλη του. Ο συναγερμός ξεκίνησε να ηχεί κατά συνέπεια σταγόνες πετρελαίου να κυλάνε ψυχρά στα σώματα απ'όλους εκείνους που πάλευαν να σκοτωθούν όσο οι σφαίρες έτρεχαν ξέφρενα στο εσωτερικό του χώρου. Γέλασε μοχθηρά καθώς η φλόγα του αναπτήρα του έστεκε μπροστά του με μια διέγερση να αναδιπλώνεται στα λαθραία και σκοτεινά σημεία του μυαλού του ιδίως όταν άφησε τον αναπτήρα να γλιστρήσει από τα χέρια του και να πέσει στο παρκέ.

Ο βασιλιάς του έρεβος, προχωρούσε ανάμεσα στις φλόγες υπερήφανος. Ο σκοτεινός και υποχθόνιος ευατός του ευεργετούσε ανήκουστα πάνω του παρακολουθώντας την βασίλισσα του να στέκει στο πλάι του. Εκεί που πραγματικά ανήκε.

Μαζί με την ομάδα του ξεκίνησαν να ανεβαίνουν γρήγορα την σκάλα της ταράτσας και κοντοστάθηκαν στην άκρη του χώρου έχοντας την ευκαίρια να ανταμώσουν με τη θέα της Ρωσίας. Η Αντζελίκα γατζώθηκε στην αγκαλιά του Ματέο καθώς συναμορλογούσαν ένα ειδικό σύστημα με σκοινιά τα οποία χρησιμοποιούσε ειδάλλως στις ειδικές δυνάμεις ο Κρίστιαν.

Όλοι τους ξεκίνησαν να πέφτουν με βοήθεια των σκοινιών στο έδαφος βέβαια, δύο άτομα είχανε ξεμείνει πίσω. Η Ρέινα μια κοιτούσε τον Κρίστιαν, μία την απόσταση από την ταράτσα έως το έδαφος καθώς θα έπεφταν.

Τύλιξε τον μηχανισμό γύρω από τον γυμνασμένο κορμό του και αντάμωσε με την δεινή μορφή της βασίλισσας του. Τύλιξε τα χέρια του γύρω από την αδάμαστη και σκυθρωπή μορφή της και την φίλησε απότομα και άγαρμπα με το αίσθημα της έλλειψης οξυγόνου. Στερούμενος από το ναρκωτικό του. Η μαύρη σελήνη του αγκάλιασε τον ουρανό του και αισθάνθηκε να ημερεύει στην αγκάλη της.

«Κρατησου από πάνω μου» πρόσταξε ο Κρίστιαν με την Ρέινα να τυλίγει τα χέρια της αμέσως γύρω από τον λαιμό του. Ακούμπησε την παλάμη του στο μάγουλο της και το χάιδεψε.

Γεύτηκα την υφή του φεγγαριού σου, ζωντάνεψες μέσα στα χέρια μου. Φοβήθηκα για την φυγή σου, πως θα έτρεμες το σκοτάδι μου, τον μαύρο μου ουρανό. Μη με αφήνεις, είπε ψιθυριστά η σελήνη, και χάιδεψε με τη σειρά της το γειωμένο πρόσωπο του ουρανού. Για εσένα ζω, για εσένα πεθαίνω, για εσένα υπάρχω.

«Σου το είχα πει γυναίκα της φωτιάς. Μια μέρα θα έκαιγα ολόκληρο τον κόσμο για εσένα» το μαύρο τους για άλλη μια φορά ενώθηκε. «Και μόλις το έκανα»

Seguir leyendo

También te gustarán

87.8K 2.7K 53
Του είχα πει να μην με πληγώσει... Και όμως το έκανε. Η λύση είναι μια. Εκδίκηση. Καλή μας αρχή μωρό μου.... Καλή απόλαυση!🔥 #3 ζήλεια 26/4/20 #5...
10.7K 1K 15
Συγγραφείς της εφαρμογής που έχουν εκδόσει, συγγραφείς που σκοπεύουν να εκδόσουν, συγγραφείς που γράφουν τα βιβλία τους με πολύ μεράκι και αγάπη μας...
11.3K 484 31
"εσυ είσαι ο αρχηγός της famiglia?" "θα σας απογοητεύσω κύριε Ferrari αλλά ο αρχηγός της οικογένειας μας είναι το άτομο που πριν λιγο χλευασατε" γύρι...
96.7K 3K 30
Η Περσεφόνη κόρη ενός από τις μεγαλύτερες και καλύτερες μαφιες.Ο πατέρας της σκληρός αλλά η αδυναμία του είναι η κόρη του. Σκέφτεται να ενώσει με ένα...