Επιτέλους γονείς!

Start from the beginning
                                    

<Τζον δεν με βοηθάς έτσι> Είπα έχοντας τα μάτια μου κλειστά και προσπαθώντας να ανακτύσω τις δυνάμεις για την επόμενη σύσπαση την μήτρας. 

<Τι θέλεις να κάνω καρδούλα μου?> Ρώτησε γλυκά και ένιωσα έναν νέο πόνο να διαπερνά όλο μου το σώμα. 

<Δεν ξέρω! Κάνε κάτι να βγει το μωρό!> Φώναξα και έσπρωξα όσο περισσότερο μπρορούσα.

<Πες της γλυκόλογα. Γλύκόλογα!> Άκουσα τον Φίλιπ να ψιθυρίζει, αλλά εγώ συγκεντρώθηκα στον Σεμπάστιαν που έλεγε να σπρώξω κι άλλο. 

<Αγάπη μου όμορφη εσύ σε λίγο θα έχουμε τον μπέμπη μας αγκαλίτσα...>

<Μπέμπα!> Φώναξε ο Φίλιπ και ο Τζον του πέταξε το πανί που μου είχε βάλει πριν από λίγο στο μέτωπο, καθώς είχε πέσει στο πλάι όταν πήρα δύναμη και σηκώθηκα ελάχιστα για να σπρώξω. 

<Εσύ κοριτσάρα μου που σου πάει τόσο πολύ η μητρότητα...> Συνέχισε να λέει τα δικά του, χωρίς να με βοηθάνε καθόλου.

<Τζον σταμάτα σταμάτα!> Φώναξα μόλις ένιωσα τον πόνο να αποχωρεί και έπεσα πάλι στα μαξιλάρια κλαίγοντας.

<Τί έκανα?> Ρώτησε σαστισμένος τον Σεμπάστιαν και εκείνος του χαμογέλασε.

<Αααα δεν ξέρω... Μήπως γεννάει και εσύ δεν βοηθάς?> Έκανε παύση. <Λέω εγώ κάνοντας μια γρήγορη διάγνωση τόσο καλός γιατρός που είμαι> 

<Λίζα μου με συγχωρείς που θα σε ενοχλήσω λίγο> Είπε και ξεφύσιξα για το έξτρα μαρτύριο που θα περνούσα. 

Ένιωσα τα μαξιλάρια να αρχίσουν να κουνιούνται και τον κοίταξα να δω τι κάνει. 

<Κύριε Γούοραλαντ τι κάνετε?> Πήγε να επέμβει ο Σεμπάστιαν, όμως του έκανε νόημα με το χέρι του να σταματήσει. 

<Μωράκι μου τώρα τώρα τελείωνω> Είπε και τον ένιωσα να σηκώνει ελάχιστα και αμέσως μετά τον ένιωσα να μπαίνει από πίσω μου και να με βοηθάει να βολευτώ. <Τώρα δώσε μου και τα δύο σου χεράκια> Πρόσθεσαι γλυκά και πήρε τα χέρια μου και τα έβαλε πάνω στα πόδια του που βρισκόντουσαν γύρω μου και με αγκάλιαζαν. <Τώρα γιατρέ νομίζω ότι είμαστε έτοιμοι να γεννήσουμε!> Είπε αποφασιστηκά σφίγγοντας τα χέρια μου πάνω στα πόδια του και τρίβοντας γλυκά το κεφάλι του στο δικό μου προσπαθώντας να με χαλαρώσει.

Υπήρξαν πολλές συσπάσεις που με έκαναν να σφίγγω τα δόντια, να σπρώχνω και μετά να πέφτω πίσω στην αγκαλιά του Τζον. Η στάση που βρισκόμασταν ήταν σαν την καρέκλα του γυναικολόγου.  Κάθε φορά που γυρνούσα στην αγκαλιά του ένιωθα την καρδιά του να κοντεύει να βγει από το στήθος του, όπως και συνέβαινε και στην δική μου. Μου σκούπιζε τον ιδρώτα, έβαζε το καινούριο βρεγμένο πανί που είχε φέρει η νοσοκόμα στο μέτωπο μου και σκέπαζε το γυμνό μου σώμα με το σεντόνι που μου είχαν βάλει για να αισθάνομαι πιο άνετα.

Κάνε με δική σου!Where stories live. Discover now