00:01

1K 130 13
                                    

  «Valerie, κατέβα να χαιρετήσεις τους καινούριους μας γείτονες!»

 

 Κατέβηκα. Ήταν ένα σχετικά νέο ζευγάρι. Όχι πάνω από σαράντα· ή τουλάχιστον έτσι φαίνονταν. Η γυναίκα είχε διαπεραστικά μπλε μάτια και ο άντρας δύο γεμάτα μανίκια με χρωματιστά τατουάζ. Ενδιαφέρον.

 Και μετά σε είδα.

 Στεκόσουν στο κάσωμα της κεντρικής πόρτας με τα χέρια στις τσέπες και κοιτούσες βαριεστημένα την οθόνη του κινητού σου. Αναρωτήθηκα τι ήταν πιο ενδιαφέρον από εμένα. Ένιωσα περίεργα, σαν επιτέλους κάποιος να με δοκιμάζει. Μου άρεσε· με έκανε εξωφρενών.
 

  «James, αγόρι μου, σταμάτα να παίζεις με το κινητό σου και έλα να γνωρίσεις τα ανίψια των Van Der Graaf,» τον μάλωσε η μητέρα του.

 Ρουθούνισες πριν βάλεις το κινητό στη τσέπη σου και σηκώσεις το κεφάλι σου. Διαπεραστικά μπλε μάτια. Έπρεπε να το καταλάβω.

 Και μετά με κοίταξες.

  «Συγχωρέστε τον, ξέρετε πώς είναι η εφηβεία,» σε δικαιολόγησε η μητέρα σου και η θεία μου γέλασε ακολουθώντας τον θείο μου ο οποίος είχε ήδη καλέσει τους γονείς σου μέσα για τσάι.
 

 Ο Ben σε χαιρέτησε γρήγορα πριν ανέβει ξανά στο δωμάτιο του. Είχε αφήσει το League of Legends στην παύση, νομίζω.

  «Είμαι η Valerie,» πέταξα χωρίς να το σκεφτώ.
 

  «Προφανώς,» αποκρίθηκες σαρκαστικά. Χαμογελούσες όμως.

 Ήταν τόσο αμήχανα μετά και για τα επόμενα δύο λεπτά που στεκόμασταν κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο, θέλοντας να πούμε κάτι (οτιδήποτε) αλλά μην μπορώντας να το εκφράσουμε. Μου άρεσε αυτό, ήταν αληθινό.

 

 Ημέρα Παρασκευή, 3/10.

 Isabel, νομίζω βρήκα κάποιον καλό. Θέλω να τον κρατήσω.

.

 Προσπάθησα να αγνοήσω το γεγονός του ότι έφερνες κι από ένα διαφορετικό κορίτσι κάθε βράδυ στο δωμάτιο σου και προσπάθησα να αγνοήσω ότι η αδερφή μου ήταν ακόμα νεκρή.
 Συνεχίσα να φέρνω τον Adrian σπίτι όταν δεν ήταν κανείς και αγνόησα το βαρύ συναίσθημα στο στομάχι μου κάθε φορἀ που τα σκοτεινά μπλε μάτια του κοίταζαν τα δικά μου. Δεν θα μπορούσα ποτέ να τον ερωτευτώ, συμπεραίνω, καθώς φιλάει τον λαιμό μου. Ίσως επειδή είναι όλα όσα θα έπρεπε να αποφύγω. Όλα όσα πρέπει να απομακρύνω από μένα μετά τον θάνατο την Isabel. 

Νομίζω θα μπορούσα να ερωτευτώ εσένα. Όμως εσύ είσαι σαν μία λέξη που ξέρω όμως δεν μπορώ να πω. Το παρά λίγο, το καλύτερα όχι.

  «Εκείνο το αγόρι από απέναντι δεν σου ξαναμίλησε;»
 

  «Όχι.» Μπορεί να κατάλαβε τι είμαι. Αυτό με τρομοκρατεί λίγο.

.

 Μου μίλησες τελικά. Δύο εβδομάδες αργότερα, όταν με είδες να καπνίζω έξω από το club που συχνάζω. Είχες γίνει και εσύ τακτικός από όταν το ανακάλυψες. Εγώ σε έβλεπα, εσύ όχι. Προφανώς.
 

 Είδες ότι δεν φορούσα κατάλληλα ρούχα για να στέκομαι ακίνητη έξω με τέτοια θερμοκρασία, και έριξες το δερμάτινο τζάκετ σου γύρω από τους ώμους μου. Έκατσα στο κρύο πεζοδρόμιο και συνέχισα να καπνίζω.

  «Γιατί είσαι έτσι; Δεν σου υποσχέθηκα τίποτα, Valerie.» Με κοίταξες σαν να ήμουν τρελή. Ίσως και να είμαι.
 

 Ένιωσα προσβεβλημένη και ήξερα ότι ήταν λάθος γιατί δεν μου είχες δώσει καν δικαίωμα να νιώθω έτσι.

  Όμως το ένιωθες και εσύ, έτσι; Έτσι;

  Έγνεψα, αλλά δεν σε κοίταξα. Είχες εκνευριστεί. Περίμενα τον τύπο με τον οποίο είχα έρθει να βγει για να φύγουμε. Δεν είχα όρεξη για να τσακωθώ μαζί σου. Δεν είχα όρεξη για τίποτα, βασικά.
 

  «Είσαι τόσο κακομαθημένο,» είπες ξαφνικά και αυτό ήταν.

  «Έι, δεν σου υποσχέθηκα τίποτα, James.» Σηκώθηκα και σου πέταξα το τζάκετ πριν περπατήσω μέσα στο στενό για να μπω από την πίσω πόρτα.
 

  «Δεν το πιστεύω ότι ασχολήθηκα.»

 «Μόλις και μετά βίας, θα έλεγα,» απάντησα.

 Αργότερα, όταν έφευγα με τον Liam (αυτό ήταν το όνομα του, τελικά) στεκόσουν ακόμα εκεί. Σχεδόν σαν να με περίμενες.
 

  «Τον γνωρίζεις;» Με σταμάτησες και σχεδόν έπεσα. Είχα μεθύσει.

  «Εσύ τις γνωρίζεις;» ξεφούρνισα. Είμαι τόσο ηλίθια.
 

 Τα μπλε του μάτια σκούρυναν. «Από αντίδραση το κάνεις;»

  «Άντε γαμήσου, James.»

 

 Ημέρα Παρασκευή, 17/10.

 ηλίθιε ηλίθιε ηλίθιε ηλίθιε ηλίθιε ηλίθιε

___________________________________________

Ψηφίστε, σχολίαστε. Πώς σας φάνηκε; 
ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ ΌΣΕΣ ΤΟ ΔΙΑΒΆΖΟΥΝ. :)
  

 

Song FifteenWhere stories live. Discover now