Το χάος της διασημότητας

Start from the beginning
                                    

Τα ρούχα που είχε ζητήσει να της φέρουν ήταν ακριβώς στο μέγεθος της και έδειχναν την στρόγγυλη κοιλιά της. Μόλις άνοιξε την πόρτα του γραφείου του εκείνη γύρισε να τον κοιτάξει, καυώς κοιτούσε προς την αντίθετη μεριά που ήταν η κουζίνα. 

<Φώναξες?> Την ρώτησε και εκείνη κούνησε καταφατικά το κεφάλι της.

<Ήρθε η ώρα να πηγαίνω. Μου έστειλε μήνυμα ο Φίλιπ ότι ξεκίνησε> Είπε και κατευθύνθηκε προς την εξώπορτα. Αυτός κουνήθηκε πιο γρήγορα και την άνοιξε για να περάσει.

<Τα λέμε αύριο στην δουλειά> Κράτησε το σοβαρό ύφος του και εκείνη πάλι κούνησε το κεφάλι της και βγήκε έξω. 

Ήξερε ακριβώς γιατί του είχε αρνηθεί. Πίστευε ότι μετά από τόσα πράγματα ότι και να είχε νιώσει για αυτόν είχαν καλυφθεί από το μίσος που είχε ο ένας για τον άλλον. Ακόμα θεωρούσε ότι θα την πλήγωνε και δεν τον εμπιστευόταν. Δεν την ενδιέφερε ο εαυτός της. Περισσότερο την ένοιαζε το μωρό. Αν έμπλεκε ξανά ερωτικά μαζί του φοβόταν ότι θα έβλαπτε το μωρό. Ήταν νέα, μπορούσε να φτιάξει την ζωη της με κάποιον καλύτερο που θα την έκανε να ξεχάσει  όσα είχαν προηγηθεί στο παρελθόν. Αυτές ήταν οι σκέψεις της όσο ήταν στο δωμάτιο μόνη, αλλά όταν πήγε στο σαλόνικη και της άνοιξε την πόρτα για να φύγει αισθάνθηκε ότι κάτι μεγάλο έσπαγε μέσα της. Σίγουρα το ελάχιστο τρίξιμο της πόρτας ακούστηκε πιο δυνατά από το μεγάλο κομμάτι που ράγισε μέσα της.

Την είχε αφήσει  να φύγει. Δεν προσπάθησε να την μεταπέισει. Αντιθέτως σεβάστηκε την άποψη της. Όλες αυτές οι σκέψεις άρχισαν να την τρελαίνουν μέσα στο ασανσέρ, όμως αυτή η τρέλα δεν ήταν τίποτα μπροστά σε αυτό που θα αντίκριζε μόλις άνοιγαν οι πόρτες του ασανσέρ.

Μόλις έφυγε η Λίζα ο Τζον τηλεφώνησε στους σωματοφύλακες του να την προσέχουν μέχρι να έρθει ο Φίλιπ, όμως ταυτόχρονα ενημερώθηκε για το χάος από δημοσιογράφους που επικρατούσε στην είσοδο της εταιρείας. Φοβήθηκε ότι θα την κατασπάραζαν με τις χιλιάδες ερωτήσεις, τις κάμερες, τα μικρόφωνα και τα σπρωξίματα για αυτό έκελισε αμέσως το τηλέφωνο και άρχισε να τρέχει για να την προλάβει. Όταν άνοιξε την εξώπορτα του το ασανσέρ κατέβαινε και περνούσε τον 98 όροφο. Υπήρχε μόνο ένας ανελκυστήρας που έφτανε στον όροφο του και για αυτό ξεκίνησε να κατεβαίνει όσο πιο γρήγορα μπορούσε της σκάλες. Παρέλειπε να πατήσει σε πολλά από τα σκαλοπάτι και όταν μπορούσε πήδούσε για να κατέβει όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Όοσ κατέβαινε παρακολουθούσε και το ασανσέρ. Είχαν τέσσερις ορόφους διαφορά και προσπαθούσε να μειώσει την διαφορά. 

Η Λίζα περίμενε υπομονετικά να ανοίξουν οι πόρτες, γιατί οι σκέψεις της είχαν αρχίσει να την μαστιγώνουν για την άρνηση της. Παρακολουθούσε το λαμπάκι που αναβόσβηνε και ενημέρωνε σε ποιον όροφο βρισκόταν το ασανσέρ. Είχε άλλους πενήντα ορόφους για να φτάσει κάτω. Όσο η δικιά της καρδιά χτυπούσε γρήγορα από τις σκέψεις της, τόσο η καρδιά του Τζον κόντευε να σκάσει από την ταχύτητα που κατέβαινε τις σκάλες και το άγχος αν θα προλάβει. 

Οι πόρτες δεν άργησαν να ανοίξουν και όταν βγήκε έξω κάμερες, φώτα και διάφοροι άνθρωποι την είχαν περικυκλώσει. Οι σωματοφύλακες του Τζον προσπαθούσαν να της ανοίξουν δρόμο, αλλά οι φωτογράφοι τους έσπρωχναν πεισματικά για να αποθανατήσουν την "κυρία που είχε καταστρέψει την ζωή του επιχειρηματία Γουόραλντ". Ο Τζον είχε πληρώσει και είχε τραβήξει τους δημοσιογράφους πάνω του, όταν του είχε πάρει την  εταιρεία η Λίζα, ώστε να την προφυλάξει, αλλά εκείνη την στιγμή είχε αργήσει. 

Το χαοτικό αυτό πλήθος έσπρωχνε και οι δημοσιογράφοι βάζανε τα μικρόφωνα στο πρόσωπο της Λίζας και την βομβαρδίζαν με ερωτήσεις. Εκείνη έσκυβε το κεφάλι της και προσπαθούσε να βγει από την μάζα που είχε εγκλωβιστεί. Δεν θα άντεχε για πολύ αυτήν την πίεση το ένιωθε, αλλά ευτυχώς ο Τζον την έπιασε από το μπράτσο και την κάλυψε με το σώμα του εμποδίζοντας του φωτογράφους να την τραβήξουν οποιαδήποτε φωτογραφία που αύριο θα στόλιζε τα περιοδικά της Nέας Υόρκης και όλου του κόσμου. Άνοιγε δρόμο σπρώχνοντας με την πλάτη του, άσχετα το πόσο εξουθενωμένος ήταν. Είδε τον Φίλιπ να προσπαθεί να τους ανοίξει δρόμο για να τους βγάλει έξω από την εταιρεία και ανακουφίστηκε, με αποτέλεσμα να γυρίσει και να κοιτάξει την Λίζα που είχε σκύψει το κεφάλι της στο στήθος του. 

<Σε δυο λεπτα θα έχουμε βγει από αυτό το χάος> Είπε και εκείνη σήκωσε το κεφάλι της και τα βλέμματα τους να ενωθούν.

 Ένας φωτογράφος κατάφερε να βγάλει φωτογραφία αυτήν την σκηνή που κράτησε μόνο για κάτι δευτερόλεπτα. Αύριο πουλώντας αυτήν φωτογραφία θα γινόταν πλούσιος από τα περιοδικα, επειδή μπόρεσε και σταμάτησε τον χρόνο την ώρα που οι ματιές τους ενώνονταν. Ίσως με αυτήν την φωτογραφία να άνοιγαν νέες πληγες, ίσως όμως τα πράγματα να ξεκαθάριζαν. Κάποιοι θα διακρίνουν εύκολα το πάθος που αυτοί οι δύο δεν μπορούν να δουν. Κάποιοι θα σπεύσουν να βοηθήσουν να αναδειχθεί αυτή η φλόγα που τρεμοπαίζει μέσα τους. Κάποιοι άλλοι όμως θα προσπαθήσουν να την σκεπάσουν, ώστε να μην παίρνει άλλο οξυγόνο και να σβήσει.


Κάνε με δική σου!Where stories live. Discover now