Υπέρηχος...

Start from the beginning
                                    

<Τι να την κάνω!> Πήγα πίσω από το γραφείο και μπήκα στο email μου να δω αν είχαν έρθει οι προσκλήσεις. 

<Δεν σου είχα κάνει πρόταση γάμου. Θυμάσαι?> Μόλις άκουσα τα λόγια του έκανα στην άκρη και τον κοίταξα. 

<Όχι. Όταν έμαθα ότι παντρεύομαι λιποθύμησα και αν δεν κάνω λάθος βρισκόσουν από πάνω μου και έλεγες ότι όλα θα πάνε καλα! Αυτή ήταν η πρόταση γάμου που μου έκανες!> Είπα και ξαναγύρισα στον υπολογιστή. <Τι έπαθες?> Τον ρώτησα όταν άρχισε να γελάει μόνος του και τον ξανακοίταξα.

<Όταν λιποθύμησες σκεφτόμουν από μέσα μου "Ωχ μάνα μου τι θα πάρω για γυναίκα!"> Είπε και συνέχισε να γελάει.

<Χα χα χα...> Γέλασα ψεύτικα. <Αυτό το τι που πήρες κατάφερε να σε πετάξει έξω από την εταιρεία σου όμως!> Το γέλιο του κόπηκε απότομα και του χαμογέλασα έχοντας την νίκη από αυτήν την μικρή μάχη.

<Σε δύο ώρες να είναι έτοιμα> Στηρίχθηκε στον τοίχο για να σηκωθεί και εκείνη την στιγμή ακούστηκε ο ήχος του ασανσέρ και κοιτάξαμε να δούμε ποιος είχε έρθει.

<Να 'σαι καλά!> Είπε  η Κρίστιν όταν της έκανε νόημα ο Ντέρεκ να περάσει.

 Βγήκε από το ασανσέρ κουνώντας τους γοφούς τις αριστερα και δεξία αδιαφορώντας για το σκούντιμα που έδωσε στον Ντέρεκ. Μέχρι να βγει από το ασανσέρ ο καημένος προσπαθούσε να ισιάξει τον δίσκο, αλλά μάταιος ο κόπος. Η κυρία που ερχόταν προς το μέρος μας είχε καταφέρει να αναστατώσει όλη την εταιρεία, αλλά ακόμα περισσότερο τον Τζον. Είχε έρθει μπροστά στο γραφείο μου και τον άκουγα που ξεφυσούσε από τα νεύρα του. Από ότι είχα καταλάβει τα νεύρα δεν ήταν από αυτό που είχε προηγηθεί μεταξύ μας, αλλά την παρουσία της, κάτι που δημιούργησε και σε εμένα μια εσωτερική φουρτούνα. Έβαλε διακριτικά το χέρι του πίσω από την μολυβοθήκη και άφησε ήρεμα την βέρα μου.

<Γίεντερ!!!> Φώναξε ο Τζον και ο Ντέρεκ από εκεί που είχε σκύψει να μαζέψει τα φαγητά και τα γυαλιά από το ποτήρι με τον χυμό σήκωθηκε γρήγορα και κοίταξε τον Τζον. <Μάζεψε τα γρήγορα και πάνε να πάρεις τα χαρτιά απόλ...> 

<Τα χαρτιά αύξησης σου καλέ μου, που με έκανες να γελάσω!> Τον διέκοψε η Κρίστιν και κούνησε το χέρι της κάνοντας νόημα στον ντέρεκ να φύγει. <Πάλι σε βρίσκω στα κέφια σου> Τσίμπησε το μάγουλο του και μόλις έφτασε μπροστά στο γραφείο μου σταμάτησε και με κοίταξε. <Οοο... για δες εδώ! Λίζα κορίτσι μου τι κάνεις?> Με ρώτησε αφήνοντας τα λευκά δόντια της να λάμψουν πίσω από τα σαρκώδη χείλη της.

Κάνε με δική σου!Where stories live. Discover now