Κεφάλαιο -2-

1.2K 83 6
                                    

  Στο σχολείο.

  Η Ελίζα έφτασε με το φαγητό. Μας πλησίασε και μας κοίταξε στραβά. Κάθισε δίπλα μας. 

  «Συμβαίνει κάτι;» Ρώτησε κοιτάζοντας μας περίεργα.

  «Όχι τι να συμβαίνει;» Απάντησε ο Ζέιν. Τι άλλο θα έλεγε; Δεν νομίζω να άρχιζε να της λέει για τις ‘‘φοβίες’’ μου. Να της έλεγε τι δηλαδή; Η Μια φοβάται τον αδερφό μου;

  «Κάπως σας βλέπω.» είπε σηκώνοντας το φρύδι της με τρόπο που μόνο αυτή μπορούσε να κάνει. 

  «Πως δηλαδή;» Ρώτησε. Εγώ δεν μίλησα, ούτε ρώτησα κάτι. Ήξερα τι εννοούσε. Είναι κολλητή μου. Με ήξερε καλύτερα από τον καθένα. 

  «Κάπως μουτρωμένους;» Είπε. Ναι κάτι τέτοιο. Μέσα έπεσε πάλι. Μπράβο Ελίζα!

  «Όχι δεν έχουμε κάτι. Λοιπόν, εγώ έχω μια δουλειά. Τα λέμε μετά.» είπε ο Ζέιν φεύγοντας από την αγκαλιά μου. Σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το γυμναστήριο του σχολείου. Τώρα που θα με ρωτήσει τι θα της πω; Φοβάμαι τον Τζέισον ΜακΚαν; Αυτό είναι τρελό.

  «Τώρα θα μου πεις τι συμβαίνει;» Με ρώτησε. Το ήξερα. Ήμουν σίγουρη πως θα ρωτήσει.

  «Τίποτα δεν συμβαίνει Ελίζα! Απολύτως τίποτα.» της είπα χαμογελώντας της ψεύτικα. 

  «Τότε γιατί έφυγε έτσι ο Ζέιν;» με ρώτησε. «Συνήθως σε φιλάει, σε αγκαλιάζει λες και θα φύγει για έναν αιώνα και τώρα ούτε που σε κοίταξε.» Ναι! Όπως πάντα παρατηρητική.  

  «Άστο Ελίζα, απλά τσακωθήκαμε.» της είπα σύντομα.

  «Απλά τσακωθήκατε; Για ποιον λόγο;» με ρώτησε. Όχι που δεν θα ρώταγε. 

  «Μπορούμε απλά να αλλάξουμε θέμα;» Ρώτησα αδιάφορα. «Δεν θέλω να το συζητήσω άλλο.» 

  «Καλά όπως θες.» είπε και κοίταξε αλλού. 

  Καθόμασταν για λίγα λεπτά έτσι, χωρίς να μιλάμε ώσπου παρατήρησα που κοιτούσε. Κοιτούσε τον Τζέισον που σαλιάριζε με μια κοκκινομάλλα με τατουάζ. Ίου. Το βλέμμα της φαινόταν στενάχωρο αλλά γιατί; 

  «Ελίζα;» Γύρισε και με κοίταξε στο άκουσμα της φωνής μου.

  «Μια!» μου απάντησε.

  «Που χαζεύεις;» την ρώτησα. Ήξερα. Υποψιαζόμουν αλλά ήθελα να βγω λάθος. Όχι με τον ΜακΚαν Ελίζα. Όχι!

  «Π-πουθενά.» είπε τραυλίζοντας.

  «Ελίζααα» της είπα με ένα ύφος τσαντισμένο. Στην πραγματικότητα δεν είχα νευριάσει απλά της το έπαιζα θυμωμένη.

  «Καλά καλά θα σου πω. Αν και εσύ δεν μου είπες γιατί τσακώθηκες με τον Ζέιν.» Με κοίταξε περίεργα και συνέχισε. «Μου αρέσει ο Τζέισον!» πέταξε. Νόμιζα πως δεν άκουσα καλά. Ναι μάλλον ακούω ότι θέλω.

  «Τ-τι είπες;» τραυλίζω. 

  «Μου αρέσει ο αδερφός του Ζέιν! Ο Τζέισον.» ξανά είπε.

  «Δεν κάνεις πλάκα έτσι;» ρώτησα. 

  «Όχι δεν κάνω πλάκα. Μια τι έπαθες;» ανασήκωσε το φρύδι ως συνήθως. 

  «Ο-ο Τζέισον δεν είναι για σένα Ελίζα.» της είπα αυθόρμητα δίχως καν να το σκεφτώ.

  «Και για ποιον είναι Μια; Μήπως για σένα; Μήπως γιαυτό τσακώθηκες με τον Ζέιν; Μήπως σου αρέσει ο Τζέισον;»

  «Πας καλά; Τι είναι αυτά που λες; Είναι αδερφός του αγοριού μου. Είσαι σοβαρή;» την ρώτησα. Μα πως τόλμησε να πιστέψει κάτι τέτοιο. Τον Τζέισον τον φοβάμαι.

  «Και τότε τι; Πιο είναι το πρόβλημα σου;» με ρώτησε νευριασμένη.

  «Ελίζα σύνελθε. Δεν θέλω να πληγωθείς. Ο Τζέισον δεν είναι σταθερός τύπος. Δεν ξέρει να αγαπάει.»

  «Οι άνθρωποι αλλάζουν Μια!» είπε και έφυγε. Έμεινα μόνη μου, εκεί. Σε εκείνο το παγκάκι. Ο Ζέιν δεν εμφανίστηκε, ούτε καν η Ελίζα. Έχω γίνει υπερβολική. Πρέπει να σταματήσω.

  Περίμενα πως και πως να περάσει και η τελευταία ώρα. Ο Ζέιν δεν ήταν στην τάξη και η Ελίζα δεν μου μιλούσε. Δεν ήξερα πλέον τι να κάνω και την αγνόησα και εγώ. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι παραπάνω. Κάποιες προσπάθειες μου να της μιλήσω αποδείχθηκαν μάταιες γιαυτό και το άφησα έτσι. Το κουδούνι χτύπησε και μάζεψα τα πράγματα μου. Είδα την Ελίζα να φεύγει πρώτη πρώτη από την αίθουσα και τον Τζέισον να την ακολουθεί. Πριν βγει από την αίθουσα γύρισε και με κοίταξε με το γνωστό ύφος. Πφφ, ιδέα μου είναι! Ναι!

  Βγήκα στο προαύλιο. Προσπάθησα να εντοπίσω τον Ζέιν μα η προσπάθεια μου ήταν μάταιη. Έβγαλα το κινητό μου και του τηλεφώνησα. Ήταν κλειστό! «Ωραία» μουρμούρισα. Αποφάσισα να φύγω μόνη, έτσι και έκανα. Ξεκίνησα τον δρόμο για το σπίτι. Ήθελα να κάτσω μόνη, να σκεφτώ. . .

                                                   * * *

  Έχει περάσει μισή μέρα και ο Ζέιν δεν με έχει πάρει ούτε ένα τηλέφωνο. Ανησυχώ! Ίσως να μην θέλει να μου μιλήσει αλλά σίγουρα έχει παρεξηγήσει κάποια πράγματα. Πήρα το κινητό μου στα χέρια μου και του τηλεφώνησα, δεν άντεξα άλλο. Το άκουσα να χτυπάει για λίγο.. Δεν το σήκωσε. Τον ξανά πήρα.. Το ίδιο πάλι. Δεν αντέχω άλλο αυτήν την κατάσταση, αποφάσισα να πάω από εκεί. Έτσι ντύθηκα και πήρα τον δρόμο για το σπίτι του. 

- - - 

Δεν είναι από τις πιο καλογραμμένες ιστορίες μου όμως μου αρέσει γι' αυτό ήθελα να την μοιραστώ και μαζί σας και όσες την έχουν ξανά διαβάσει και την ξανά διαβάζουν, σας λατρεύω <333

Dilemma Between Siblings.Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα