Chapter 1

8.7K 513 148
                                    

Στέκομαι μπροστά από το μίζερο, πράσινο ντουλαπάκι μου.
Βάζω τον κωδικο που μου έδωσαν το πρωί και το ανοίγω.
Περίεργο. Συνήθως πρέπει να το χτυπήσω για να ανοίξει.
Τέλος πάντων.
Αφήνω το βιβλίο και το σημειωματάριο της Βιολογίας και βγάζω αυτό των μαθηματικών.

Στο εσωτερικό του ντουλαπιου μου έχω κολλημένα κάτι μαύρα χαρτάκια τα οποία έχουν γραμμένα πάνω τους ποιήματα.
Δικά μου.

Δεν ένιωσα ποτέ ταύτιση με ποιήματα άλλων ποιητών. Έτσι αναγκαστικά στο να γράψω δικά μου.
Όλα μιλάνε για την αγάπη και για τον έρωτα.

Που είναι η αγάπη όμως;

Κλείνω με δύναμη το ντουλάπι πίσω μου και κατευθύνομαι προς την αίθουσα που έχω μάθημα.
Προσπαθώ να περάσω απαρατήρητη όμως οι ψίθυροι είναι πάλι εκεί.
Βηματίζω στον διάδρομο έχοντας τα βιβλία κολλημένα στο στήθος μου και την τσάντα μου στους ώμους. Την ξέχασα χθες.

"Κοίτα την την πουτανα"

Συνεχίζω το δρόμο μου και κάνω σαν να μην το άκουσα. Πάντα έτσι γίνεται εξάλλου.

"Μόνο που την βλέπω αηδιάζω"

"Ιου"

"Μας το έπαιζε και κάποια"

"Γιατί δεν αυτοκτονεί επιτέλους;"

Γλυκιά μου νομίζεις δεν προσπάθησα;
Απλά ίσως να ειμαι τόσο ανεπιθύμητη που ούτε ο διάολος να μην με θέλει.

Οι φωνές είναι πάλι εκεί. Μπλέκονται με το μυαλό μου και το κάνουν άνω κάτω.

Ανεβαίνω τις σκάλες και κατευθύνομαι στον πρώτο όροφο.
Το κουδούνι δεν έχει χτυπήσει ακόμα για μέσα οπότε κανένας δεν ήταν μέσα στην αίθουσα ακόμη.

Βάδισα προς το τελευταίο θρανίο και πέταξα με δύναμη την τσάντα μου στο πάτωμα. Καθισα στην καρέκλα μου όμως γουρλωσα τα μάτια μου όταν αντιλήφθηκα κάτι.
Είχα το κινητό μου μέσα στην τσάντα μου γαμωτο!

Σηκωνω με γρηγορες κινήσεις την τσάντα μου από το πάτωμα και ανοίγω την μικρή μπροστινή θήκη.

Το βγαζω και τοπιάνω στα χέρια μου και το επεξεργάζομαι. Ευτυχως δεν επαθε τίποτα. Δεν θα είχα λεφτά και για άλλο εξάλλου.

Το βάζω πάλι πίσω και ανοίγω την μεγάλη θήκη. Βγάζω ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία και το αρχίζω από την αρχή.

Δεν έχω και κάτι άλλο να κάνω έτσι και αλλιώς. Οι φίλες μου -αν άξιζαν να λέγονται φίλες μου εκείνες οι καρχιες- με παράτησαν και όλοι με κρίνουν.

Μα εγώ με έκρινα πολύ πριν με κρίνεται εσείς..

Μετά από εκείνη την ημέρα όλα άλλαξαν.
Όλοι κρίνουν χωρίς να ξέρουν. Και αυτό είναι που με πληγώνει.

Ήμουν στην τρίτη σελίδα του βιβλίου όταν η τάξη αρχισε να γεμίζει.
Ήμουν απορροφημένη και δεν άκουσα το κουδούνι λογικά.

Ήμουν έτοιμη να κλείσω το βιβλίο και μα το βάλω πίσω στην τσάντα όταν ένα χέρι το τράβηξε μακριά μου.

Σήκωσα το βλέπω μου και αντίκρισα την Perrie.

Η Perrie ήταν κολλητή μου.
Ακόμα απορώ πως δεν κατάλαβα ποιος ήταν ο πραγματικός της εαυτός.
Με κορόιδευε πίσω από την πλάτη μου μετά από τότε.

Ίσως τελικά στον κόσμο μας να υπάρχουν πολλοί υποκριτές.

"Διαβάζεις και βιβλία τώρα τσουλάκι;"
λέει κοιτώντας με θυμό και διασκέδαση κάτω από τα γεμάτα μάσκαρα μάτια της.

Πέταξε το βιβλίο πίσω στην Claire και εκείνη το έπιασε στον αέρα.

Εκείνη το κλώτσησε με το πόδι της και προσγειώθηκε λίγα μέτρα μακριά μου.
Σηκώθηκα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και όταν πήγα να το πιάσω όταν εκείνη το πάτησε με το πόδι της.

Σηκώθηκα όρθια μπροστά της φτιάχνοντας την μπλούζα μου.
"Τι στο καλό θέλεις από 'μενα;"λέω γρυλιζοντας μέσα στα μούτρα της.

"Εγώ τίποτα.."ειπε και έκανε ένα βήμα πιο κοντά μου ενώ ταυτόχρονα ακούστηκε ο ήχος από το άνοιγμα της πόρτας.

"Δεν χρειάζεται να ασχολούμαι με μία αποτυχημένη έτσι και αλλιώς." είπε γεμάτη μισός και με έσπρωξε ρίχνοντας με στον απέναντι τοίχο.

Ήμουν πολύ αδύναμη. Είχα να φάω τέσσερις μέρες.

Σήκωσα το βλέμμα περιμένοντας να συναντήσω τα κοροϊδευτικά βλέμματα και να ακούσω τα γέλια των άλλων αλλά κανένας δεν κουνιούνταν.

Τα βλέμματα όλων ήταν στραμμένα στην πόρτα.

Μετέφερα το βλέμμα μου στην και τον είδα να στέκεται ακίνητος στην πόρτα κοιτώντας με με τα πράσινα μάτια του.

Ο Harry..


Bad Boy Plays Wild Where stories live. Discover now