Χαμένη Οδός

34 5 0
                                    

"Η υπόθεση απορρίπτεται, λόγω ανεπαρκών στοιχείων!" είπε με βραχνή φωνή, ένας μαυροφορεμένος άντρας, σε ένα έδρανο· μόλις λίγα μέτρα μακριά απ' τους τρεις έφηβους, που τώρα πια, αγκαλιαζόντουσαν ήρεμοι. Βρισκόντουσαν σε μια δικαστική αίθουσα στην Ραβένα. Οι ηλιαχτίδες, εισχωρούσαν απ' τις χαραμάδες των παραθύρων, και έλουζαν με την ζεστασιά τους, τα λιγοστά έπιπλα της αίθουσας. "Σήμερα η δίκη! Ένοχοι τελικά οι τρεις έφηβοι;" αυτός ήταν ο τίτλος στο πρωτοσέλιδο των περισσότερων εκδοτικών οίκων. Δεν μου φαινόταν καθόλου παράξενο. Το περίμενα κιόλας. Η κυρία Ζακλίν Φεγκάρτ είχε τεράστια επιρροή στον τύπο. Ήταν αναμενόμενο να δημιουργήσει λιβελογραφήματα εναντίον των παιδιών σε μια ακατάπαυστη προσπάθεια να επηρεάσει την απόφαση των ενόρκων. Τα ραδιουργήματα της ωστόσο, βούλιαξαν όταν το δικαστήριο της Ραβένας απέρριψε την υπόθεση της πολιτείας εναντίον του Μάρκου, της Ρωμήλας και του Κρίστοφερ, για εμπλοκή στην δολοφονία της Γιολάντα Γκούσεμπερκ· με μοναδικό στοιχείο, ότι βρέθηκαν κι αυτοί τραυματισμένοι, στην ίδια αίθουσα, και αδυνατούσαν να προβούν σε επεξηγήσεις και λεπτομέρειες για το τραγικό συμβάν. Οι τρεις έφηβοι, βημάτιζαν ανέκφραστοι· προσπερνώντας τους παλίμβουλους δημοσιογράφους, που τώρα διψούσαν για μια δήλωση και χειροκροτούσαν για την αθώωση τους. Οι οικογένειες των τριών παιδιών περίμεναν υπομονετικά σε μια κρύα αίθουσα ενός ξενοδοχείου στην Ραβένα. Δεν τους είχε επιτραπεί να βρίσκονται μαζί με τα παιδιά τους στην αίθουσα του δικαστηρίου. Τα βουρκωμένα μάτια τους, σημάδευαν με το ανήσυχο βλέμμα τους, ένα μικρό, πλαστικό, άσπρο κινητό, που ξάπλωνε αναπαυτικά στο γυάλινο τραπεζάκι, το οποίο βρισκόταν στο κέντρο μιας παλαιάς, ξύλινης αποθήκης, με μυριάδες αντικείμενα στοιβαγμένα, και σκονισμένα, σε όλες τις γωνιές της. Περίμεναν ένα τηλεφώνημα που σαν από μηχανής Θεός, θα άμβλυνε την δυστυχία τους. Μπορούσαν να περιμένουν ακόμη λίγο· σκέφτηκα. Τα παιδιά μπορεί να κέρδισαν αυτή την μάχη, αλλά θα ήταν αδύνατον να κερδίσουν τον πόλεμο χωρίς βοήθεια. Έπρεπε να τους βοηθήσω. Και το έκανα· ή τουλάχιστον προσπάθησα. Πέρασα βιαστικά από δίπλα τους. Ούτε που με πρόσεξαν· ξέρετε δεν φημίζομαι και ιδιαίτερα για το ύψος μου. Ένα καθημερινό ξωτικό είμαι. Δεν μπορούσα να κάνω και πολλά! Προχωρούσαν προς την οδό Antonio Meucci, όπου θα τους περίμενε ένα μικρό λεωφορείο, για να τους μεταφέρει στις οικογένειες τους. Δεν είχε πολύ κόσμο. Τα δέντρα στο πεζοδρόμιο χόρευαν λυγίζοντας το κορμί τους. Το παγωμένο αεράκι του χειμωνιάτικου εκείνου μεσημεριού, έδωσε αδόκητα στους κάτοικους, την δυνατότητα να απολαύσουν μερικές χειμωνιάτικες, Αλκυονίδες μέρες με την οικογένεια τους, στην θαλπωρή του σπιτιού τους. Ήταν η τέλεια στιγμή! Αστραπιαία, πολύ προσεκτικά, και αλαφροπάτητα, βρέθηκα μπροστά τους. Το μυαλό τους ταξίδευε, το κλυδώνιζαν οι σκέψεις. Έπρεπε όμως να τους προειδοποιήσω! Τράβηξα την καφέ βερμούδα του Κρίστοφερ που σκέπαζε θερμά τα πόδια του, με το άγγιγμά της. "Ψιτ! Εσύ! Εδώ κάτω!" φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα! Οι τρεις έφηβοι σταμάτησαν, και κοίταζαν έκπληκτοι τα μεγάλα, ακανόνιστα αυτιά μου, τα οποία σερνόντουσαν στην άσφαλτο. "Δεν είμαι και τόσο άσχημος!" αναφώνησα σαρκαστικά! "Τι είσαι;" ρώτησε δισταχτικά η Ρωμήλα. "Όχι ο γαλάζιος πρίγκιπας που περιμένεις πάντως! Αειθαλές ξωτικό είμαι φυσικά! Αν και οι περισσότεροι με φωνάζουν Γκίλροη!" είπα λαχανιασμένα προσπαθώντας να μιλήσω όσο το δυνατόν πιο φωναχτά ώστε να μ' ακούσουν. "Εμ τι ακριβώς εννοείς λέγοντας αειθαλές ξωτικό;" είπε ο Μάρκος με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του. "Ούτε τα βασικά δεν ξέρετε; Ό,τι να ναι! Ζω στα δέντρα!" αναφώνησα με αυτοπεποίθηση.
Οι τρεις έφηβοι κοιτάχτηκαν προσπαθώντας να κατανοήσουν τι ακριβώς συμβαίνει. "Μα καλά, τι σόι Φύλακες είστε;" είπα ξεκάθαρα απογοητευμένος.
"Τι είμαστε;" ρώτησαν αβρά. Η Ρωμήλα, με μια απαλή κίνηση, με πείρε απ' την άσφαλτο, και με σήκωσε με την παλάμη της στο ύψος των μυστηριώδες ματιών της. Σαν φουσκωτό παιχνίδι ήταν το χέρι της· με δυσκολία μπορούσα να σταθώ. "Ακούστε, δεν έχουμε χρόνο! Κινδυνεύετε! Η Ζακλίν δεν θα σταματήσει ωσότου σας ξεφορτωθεί μια και καλή! Δεν ξέρει για εσάς! Δεν ξέρει για τις δυνάμεις σας! Και έτσι πρέπει να παραμείνει! Συναντήστε με απόψε, ώρα 19:47, έξω απ' το μπαρ Χαμένη Οδός! Μην αργήσετε!" τους ψιθύρισα και με ένα χτύπο των χεριών μου βρισκόμουν πίσω στην ζεστασιά του χρυσοπράσινου φύλλου μου. Ευτυχώς η μαμά μου δεν κατάλαβε ότι είχα φύγει, κοιμόταν ακόμη. Ήλπιζα να μην με ξεχάσουν και να ερχόντουσαν εκείνο το βράδυ! Άλλωστε δεν είχαν κι άλλη επιλογή! Δευτερόλεπτα αφότου εξαφανίστηκα, το κουβάρι στον εγκέφαλο τους, με το άκουσμα του ονόματος της Ζακλίν, λύθηκε ευθέως. Οι τρεις έφηβοι βρέθηκαν εκτεθειμένοι· καθώς οι αναμνήσεις τους που είχαν κρυφτεί· βομβάρδιζαν τώρα τον εγκέφαλο τους. Η Ρωμήλα, ο Μάρκος και ο Κρίστοφερ, θυμόντουσαν τα πάντα! Έστεκαν στήλη άλατος, προσπαθώντας μάταια να αντιμετωπίσουν την δίνη των αναμνήσεων τους, που είχαν έρθει και πάλι στην επιφάνεια!

19:47Where stories live. Discover now