4✓

2.2K 334 24
                                    

Παρόν...

Φθινόπωρο, 3 Νοεμβρίου
Μέρος Πάτρα

Οπτική Όλγας

Το ζεστό νερό κυλούσε πάνω στο παγωμένο μου σώμα διώχνοντας κάθε ίχνος βρωμιάς. Μια βαθιά ανάσα με γέμισε και αμέσως άρπαξα τη πετσέτα για να τυλίξω το κορμί μου.

Στάθηκα μπροστά από τον γεμάτο υγρασία καθρέφτη και κοίταξα το πρόσωπο μου, αφού πρώτα έκανα μια κίνηση με το χέρι μου για να τον σκουπίσω.

Πληγές και μελανιές. Πληγές και μελανιές που χαράχτηκαν με τόση ευκολία σε ψυχή και σώμα.

Προσπάθησα να κρατήσω τα δάκρυα και έπιασα βιαστικά τα βρεγμένα μαλλιά μου γερά σε ένα κοτσάκι.

Το κορμί μου πονούσε ολόκληρο. Οι μύες μου συσπώταν και ο πονοκέφαλος δεν έλεγε να με αποχωριστεί.

Έψαχνα απελπισμένα να βρω μια πιο εύκολη δουλειά, χωρίς να χρειάζεται να τρίβω για ώρες.

Όλοι γνώριζαν όμως τι κουμάσι είναι ο Τάσος και αυτό δεν με βοηθούσε. Κανένας δεν ήθελε παρτίδες μαζί του.

Φόρεσα κάτι απλές φόρμες και άφησα το σώμα μου να πέσει στο κάθισμα του καναπέ για να ξεκουραστεί.

Καθώς με χτυπούσαν οι σκέψεις το στομάχι μου ξαφνικά άρχισε να παραπονιέται κάνοντας περίεργους ήχους. Το γνωστό κάψιμο έκανε ξανά την εμφάνιση του.

Δεν είχα δυνάμεις να σηκωθώ. Δεν ήθελα να σηκωθώ, αλλά έπρεπε. Έπρεπε να φάω. Σηκώθηκα βαριεστημένα και κατευθύνθηκα προς το ψυγείο.

Μια βρεγμένη τούφα έπεφτε μπροστά στο πρόσωπο μου ενοχλώντας με ακόμα περισσότερο στη θέα του σχεδόν άδειου ψυγείου.

Δυσανασχετούσα.
Ένιωθα να πνίγομαι για ακόμη μια φορά.

Έβαλα βιαστικά τα φθαρμένα μου παπούτσια και έκλεισα νευριασμένη τη πόρτα.

Μου έδιναν ελάχιστα χρήματα από το μισθό μου και από αυτά μου είχαν περισσέψει ήταν μονάχα δύο ευρώ.

Ανέβηκα γρήγορα τα σκαλιά χωρίς να δώσω σημασία αν θα κρύωνα και πήρα μια βαθιά ανάσα.

Ο τσουχτερός αέρας χτυπούσε άγρια το πρόσωπο μου, ενώ οι πατούσες μου ένιωθα να παγώνουν σε κλάσματα του δευτερολέπτου.

ΧαμένηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα