Αφού ένιωσες γιατί δεν το παραδέχεσαι.

Ξεκινήστε από την αρχή
                                    

"Αυτό το λες εσύ. Με έψαξες στις 5 τα ξημερώματα απλά και μόνο για να μου μιλήσεις. Νοιάστηκες ρε Τζακ και δεν το παραδέχεσαι. Λοιπόν παραδέξου το." Λέω και το χέρι του προσγειώθηκε πάνω στο μάγουλο μου. Το ένιωσα να καίει. Με είχε πραγματικά βαρέσει. Και για μερικά δευτερόλεπτα δεν μπορούσα..  ήθελα να το πιστέψω.

Ένα δάκρυ εμφανίστηκε αργά μέσα από τα μάτια μου και αφού πρόσεξε την ακινησία και τη σιωπή μου, εκείνος ανήσυχος μου απευθύνθηκε.
"Ζωή συ.. συγγνώμη δεν το ήθελα." Είπε αθώα και κοφτά.
"Δεν πειράζει Τζακ άστο. Απλά μην ασχοληθείς ξανά μαζί μου. Και αυτή τη φορά οριστικά." Είπα αποφασισμένη κοιτάζοντας το έδαφος. Δεν ήθελα να τον κοιτάξω στα μάτια. Από την μια ο φόβος, από την άλλη η απογοήτευση.

Και εκείνος..
Τα μάτια του ήταν πλέον υγρά. Προσπαθούσε να συγκρατηθεί και φαινόταν. Ίσως τελικά να ένοιωσε αλλά πλέον δεν με ενδιέφερε καθόλου.
"Ζωίτσα συγγνώμη πραγματικά δεν το ήθελα. Δεν ήθελα να σε πληγώσω. Σταματά και άκου με λίγο." Φώναζε πίσω μου ενώ είχα αρχίσει ήδη να απομακρύνονται βιαστικά από εκείνον.
"Αύριο φεύγω." Του λέω το δευτερόλεπτο που αγγίζει τον ώμο μου και σταματάει αμέσως.
"Τι εννοείς φεύγεις?" Ρωτάει άφωνος με μια θλίψη στα μάτια. Ναι εκείνα που δεν μπορούσα να κοιτάξω.
"Από την κατασκήνωση. Αρκετά ανέχτηκα τέλος."
"Ρε Ζωίτσα." Με έπιασε για άλλη μια φορά από το χέρι. Πριν προλάβει να κάνει τίποτα άλλο το πέταξα από πάνω μου και έφυγα. Εκείνος έμεινε στην θέση του και στηρίχτηκε σε ένα δέντρο. Γύρισε το κεφάλι του προς τα πίσω και κοιτούσε τον ουρανό.

Αφού απομακρύνθηκε έπιασα το κινητό στα χέρια μου και έστειλα μήνυμα στην μητέρα μου πως απαιτώ να φύγω αύριο. Φυσικά και θα μου απαντούσε στις 6 παρά 15 το πρωί. 'Ειρωνεία'. Τέλος πάντων πήγα και ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και αποκοιμήθηκα για κάνα τρίωρο μέχρι που η κλασική τσηριχτή φωνή των μοντέλων της 'παρέας' μας...
"Ιιιιιιι θα πάμε για ιππασία σήμερα και πικ-νικ." Ακούστηκε η Βερόνικα.
"Πώς κάνεις έτσι μαρή?" Φώναξε η φιλενάδα της.
"Α δεν κατάλαβες εσύ. Θα πάμε μόνο τα αγόρια και κορίτσια της ηλικίας μας." Ω να σου... σκατά.
"Ντάξει Βερόνικα δεν θα πηδήξεις μην χαίρεσαι. Και Φυσικά και θα μας παρατηρούν. Πού νομίζεις ότι είσαι ας πούμε? " Της αντιμίλησα.
"Που κολλάς εσύ φλώρε?" Φώναξε η Μαρκέλλα και ένα από τα υπέροχα τακούνια της προσγειώθηκε πάνω στο κεφάλι της. Αυτή σηκώθηκε και ήρθε κοντά μου.

"Αυτά σου έχουν μάθει οι γονείς σου? Ωραίους τρόπους. Και μην ξαναπλώσεις χέρι πάνω μου κατάλαβες?" Είπε και πήγε να μου δώσει μια σφαλιάρα. Άρπαξα το χέρι της και το έσφιξα όσο πιο δυνατά μπορούσα.
"Θα το έσπαγα άνετα αλλά μετά δεν θα μπορείς να βάζεις μέικαπ..  Και άντε να βγεις έξω μετά με τέτοια μούρη." Της είπα αναφερόμενη στο χέρι της.
"Παλιό.. " άρχισε να πει όμως η πόρτα άνοιξε και η ομαδάρχισσα μας μπήκε μέσα.
"Τι συμβαίνει εδώ?" Φώναξε και οι δύο μας την κοιτάξαμε μην ξέροντας τι απάντηση να δώσουμε.
"Χατζιλάμπρου και Σαρηγεωργίου μαζί μου."

Την ακολουθήσαμε ανταλλάσσοντας δολοφονικές ματιές που και που. Μας πήγε στους υπεύθυνους και μας ανέθεσαν να καθαρίσουμε τα μπάνια για σήμερα. Ωραίες τιμωρίες σε αυτή την κατασκήνωση. Ε για αυτό γυαλίζουν τα μπάνια και απόρησα.
"Δεν υπάρχει περίπτωση να αγγίξω εγώ τουαλέτα." Είπε και η ομαδάρχισσα μας συμπλήρωσε.
"Μα δεν εννοούσα τις τουαλέτες αγαπητή. Τα ντουζ εννοούσα. Αα και όχι μόνο τα δικά σας. Αλλά και των αγοριών." Είπε με μια ειρωνεία στο αγαπητή και εγώ χαμογέλασα χωρίς να με δει καμία από τις δύο τους. Αυτή έκανε κάτι γκριμάτσες από τα νεύρα της και η ομαδάρχισα μας συνέχισε αγνοώντας τες.
"Καλά θα κάνετε να αρχίσετε γιατί δεν έχετε και πολύ χρόνο. Εκτός αν θέλετε να χάσετε το πάρτυ το βράδυ. Χάσατε που χάσατε το πικ-νικ..." Η Μαρκέλλα είχε γίνει πια κόκκινη και αφού άρπαξε τον κουβά και την σφουγγαρίστρα έφυγε για τα μπάνια με εμένα από πίσω της.

Καθαρίσαμε για ώρες και τελειώσαμε τα γυναικεία μπάνια. Άντε να πάμε και στα αντρικά τώρα ποοοο. Το πως μύριζαν δεν είχα ιδέα. Ήταν λες και είχε ψοφήσει κάτι εδώ μέσα. Τέλος πάντων αρχίσαμε να καθαρίσουμε μέχρι που μπήκε μέσα ένα αγόρι και η Μαρκέλλα άρχισε συζήτηση μαζί του. Εγώ ήμουν μέσα στα μπάνια και δεν έδινα καμία σημασία μέχρι που άκουσα αυτό.

"Θα τα πούμε το βράδυ τότε." Είπε αυτή και η φωνή του απάντησε.
"Θα δούμε." Είπε αυτός και βγήκα από το μπάνιο που είχα μπει. Είδα την Μαρκέλλα να τον φιλάει και αυτός να συνεχίζει. Μόλις το κατάλαβε πως βρισκόμουν και εγώ εκεί σταμάτησε και με κοίταξε.
"Ζωή. Νόμιζα πως είχες φύγει." Κι εγώ αλλά η μητερούλα μου με έγραψε κανονικότατα.
"Και με την πρώτη ευκαιρία προχώρησες." Αυτό ακούστηκε πολύ περίεργο για την ακρίβεια. Ούτε παντρεμένοι να ήμασταν.
"Δεν είναι έτσι." Είπε και ήρθε πιο κοντά μου.
"Θα μου πει κάποιος τι ακριβώς λέτε?" Πετάχτηκε η Μαρκέλλα από πίσω μας.
"Σκάσε εσύ." Είπαμε και οι 2 ταυτόχρονα και  ο Τζακ ήρθε σε απόσταση αναπνοής.

"Γιατί δεν καταλαβαίνεις ενώ είναι τόσο απλό δηλαδή?" Λέει και περιμένει απάντηση.
"Γιατί δεν το εξηγείς αφού είναι τόσο απλό όσο λες?" Είπα γλυκά με μια μικρή δόση ειρωνείας και τον κοίταξα.
"Καλά λες." Είπε και έφυγε σπρώχνοντας τη Μαρκέλλα που με κοιτούσε με ένα εχθρικό βλέμμα.

Γιατί είναι τόσο περίεργος? Γιατί δεν μπορεί απλά να μου πει τι θέλει και να τελειώσουμε?
Ίσως να μην θέλει να τελειώσετε ηλίθια. Είπε μια φωνή στο κεφάλι μου.
Πρέπει να σοβαρευτώ σκέφτηκα αμέσως μετά και συνέχισα να σφουγγαρίζω.

Μαρκέλλα-Ζωή
0-1
______________________________________
1180 λέξεις... ντάξει Ουάου δεν το περίμενα από εμένα. Τεσπα ελπίζω να σας άρεσε.
Κομεντ και αστεράκι άμα θέλετε με βοηθάει.🖤

Η Κατασκήνωση... Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα