...
Την στιγμή που έφτασα στην κατασκήνωση οι τσιρίδες των παιδιών μου έσπασαν τα αυτιά. Ο πατέρας μου μου έδειξε που έπρεπε να πάω και αυτός οδήγησε τον αδερφό μου στη δική του πλευρά. Μετα τις χαιρετούρες μπήκα στο μεγάλο σαλόνι της κατασκήνωσης όπου είδα μια σειρά με αρκετά παιδιά στην ηλικία μου. Πήγα από πίσω ώσπου ένοιωσα κάτι να με σπρώχνει δυνατά.
"Πρόσεχε που πας κοπελιά." Γύρισα και είδα ένα παιδί με καστανά σκούρα μαλλιά, υπέροχα καστανοπράσινα μάτια, ήταν γυμνασμένο με καλοσχηματισμένους κυλιακούς που διέκρινε κανείς μέσα από την λευκή αμάνικη μπλούζα του. Κρίμα την εξωτερική του ομορφιά σκέφτηκα. Αμέσως μετά του απάντησα σε αυτό που μου είπε.
"Υπάρχει κάποιο πρόβλημα? Αν σκοπευεις να απαντήσεις ναι δεν με αφορά τράβα λύστο." Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλια του και μου μίλησε πάλι.
"Άγρια, μ'αρέσει." Είπε και έφερε το χέρι του αργά στο πρόσωπο μου. Εγώ το έσπρωξα πίσω κατευθείαν και γύρισα μπροστά μου. Τα δύο αγόρια που ήταν πίσω του, έπιασαν συζήτηση με αυτόν και δεν τους έδωσα άλλη σημασία.

...
Αχ τι τέλεια. -ειρωνία- Μου έδωσαν το όνομα της ομάδας μου και κατευθύνθηκα προς την οικία μας. Κάτι κορίτσια στην ηλικία μου ήταν μέσα στο δωμάτιο. Οι μισές από αυτές να βάφονται και οι άλλες στο κρεβάτι τους, και έδειχναν να μην ενδιαφέρονται τόσο. Πλησίασα και κάθισα σε ένα άδειο κρεβάτι στη γωνία. Πέταξα τα πράγματα μου δίπλα του και έβγαλα από την τσέπη μου το πακέτο που έκρυβα τόση ώρα.
"Γεια. Είμαι η Ειρήνη." Είπε μια κοπέλα και κάθισε στο κρεβάτι δίπλα μου.
"Ζωή." Της απάντησα και της έδειξα το πακέτο κάνοντας της νόημα άμα ήθελε ένα.
"Ξέρεις αν καπνίζεις εδώ μέσα θα σε καταλάβει η μισή κατασκήνωση και πίστεψε με θα σε μάθουν όλοι την πρώτη μέρα κιόλας."

Είπε και έδειξε τον ανιχνευτή καπνού στο ταβάνι.
"Γαμώτο." Είπα και μου έκανε νόημα να βγούμε έξω. Άνοιξα το πακέτο και αφού πήραμε και οι δύο από ένα τσιγάρο αρχίσαμε να το ρουφάμε.
"Λοιπόν, πες μου κάτι για εσένα."
"Τι θες να μάθεις? "Απάντησα με έναν τολμηρό τόνο.
"Κοίτα αν κρίνω από τον τόνο που μιλάς σε ανάγκασαν σίγουρα να έρθεις εδώ σωστά?"
"Μάλλον είσαι και μάντισσα." Της είπα και αφού γέλασε λίγο καθίσαμε και γνωριστήκαμε.

Με την ώρα μια ανακοίνωση ακούστηκε από τα μεγάφωνα της κατασκήνωσης και όλοι κατευθυνθήκαμε προς τη καφετέρια ή τραπεζαρία. Άρχισα να βάζω φαΐ στο πιάτο μου μέχρι που ήρθε πάλι μπροστά μου.
"Βρε βρε, είπες να έρθεις και από εδώ ε?" Είπε το αγόρι από πριν. Δεν έδωσα σημασία και προχώρησα προς το τραπέζι μου.

"Δεν σου έμαθαν πως το να γράφεις τους άλλους θεωρείται αγένεια?" Συνέχισε ενώ ήρθε από πίσω μου.
"Παράτα με." Είπα χωρίς να τον κοιτάζω.
"Μήπως να αρχίσεις να μου συμπεριφέρεσαι καλύτερα?"Είπε ενώ μου άρπαξε το ένα χέρι και με έκανε να γυρίσω προς το μέρος του.
"Δεν πας να ασχοληθείς με καμία άλλη από τις πολλές που σε κοιτάνε?" Και δεν ήταν οι μόνες. Όλη η κατασκήνωση κοίταζε προς το μέρος μας. Γαμώτο ρεζίλι από την πρώτη μέρα. Αυτός φταίει.
"Πρόσεξε τα λόγια σου."
Τον κοίταξα έντονα και απομακρύνθηκα με ένα χαμόγελο για πολυτελή έξοδο.
"Δεν μου είπες το όνομα σου." Είπε με ειρωνική διάθεση και τον αγνόησα τελείως αφού κάθισα στη θέση μου δίπλα στην Ειρήνη.
"Βλάκα που πας και μπλέκεις?" Μου είπε πριν προλάβω να βάλω το φαγητό στο στόμα μου.
"Τι εννοείς?" Της είπα χωρίς να καταλάβω.
"Ξέρεις ποιος είναι αυτός που έβριζες πριν λίγο?"
"Ε Όχι? Έπρεπε?" Και σιγά Δηλαδή ποιος είναι?
"Τον λένε Ιάκωβο Γεωργίου. Βασικά όλοι τον φωνάζουν Τζακ. Τέλος πάντων είναι από εκείνα τα παιδιά που δεν θες να μπλέξεις. Δείχνουν ακουστεί διάφορα για εκείνον. Αν και κανείς δεν είναι σίγουρος ότι ισχύουν." Μου είπε και αναγνώρισα μια ανησυχία όταν τα έλεγε.

Γύρισα τότε και κοίταξα προς το μέρος του. Το παράξενο ήταν πως ήδη με κοιτούσε. Και χαμογέλασε με αυτό το άψογο αλλά και σαρκαστικό χαμόγελο που έχει πάντα.

Γύρισα τα μάτια μου και κοίταξα πάλι προς το φαγητό μου.

______________________________________
Κατασκήνωση και καλό

Η Κατασκήνωση... Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα