Έβρεχε όταν σε γνώρισα το θυμάμαι καλά. Ήταν Ιούλιος και είχε ζέστη
Είχε πάρα πολύ ζέστη.Το πληθός βρεγμένο αντιμετώπιζε χαρούμενο την απρόσμενη δροσιά μα εσύ ξεχώριζες.
Ήσουν μια μαύρη κουκίδα μέσα στη πολύχρωμη μάζα που χαμογελούσεΚρατούσες μια μαύρη ομπρέλα
Είχα εντυπωσιαστεί από την προνοητικότητα σου, κανένας άλλος δεν είχε σκεφτεί την πιθανότητα βροχής.
Όσο περνούσε ο καιρός αντιλήφθηκα ότι ποτέ δεν την αποχωριζόσουν. Πάντα πρόθυμος να με προστατέψεις, η μαύρη αυτή ομπρέλα έγινε συνώνυμο της στοργής και της αγάπης που μου έδειχνες.
Εγώ και ας μην είχα τέτοια μέσα να στο δείξω, σε αγαπούσα.
Κάθε φορά που σε έβλεπα, κάθε φορά που μου χαμογελούσες, κάθε φορά που με άγγιζες ένιωθα την ανάγκη να σε κρατήσω κοντά μου να μεγαλώνει.Και ας ήσουν ψυχρός, μουντός και απόμακρος πολλές φορές
Και ας με πλήγωνε που με απέρριπτες έστω και σπάνιαΠαρόλο που σου έδωσα όλη την αγάπη που διέθετα κατάλαβα πως ποτέ δεν την παρέλαβες
Κρατούσες ομπρέλα28/10/2017
YOU ARE READING
Βιβλία Που Ποτέ Δεν Θα Γράψω
PoetryΣκέψεις διάσπαρτες χωρίς σκοπό. Σκέψεις που ίσως διατυπωμένες ηρεμήσουν την ψυχή και το είναι μου. Σκέψεις που δεν θα γίνουν τα βιβλία που ονειρεύομαι. Άνθρωποι που δεν αναταποκρίνονται σε αυτό που πίστευα για εκείνους Επαγγελματίας στην υπερανάλυση...