Ματωμενος γαμος

Start from the beginning
                                    

Προς στιγμής αρνούμε να εμπεδώσω τη σοβαρότητα της κατάστασης αυτής.
Μαραζωσα το πρόσωπο μου και αυτός με χάιδεψε στο μάγουλο. Το άγγιγμα του ακόμα με ηλέκτριζε. Μου δημιουργούσε τον ίδιο πόθο για πάθος με παλιά.

"Και ήρθες μέχρι εδώ για να μου πεις αυτό;" Τον ρώτησα ελπίζοντας να πει πως με αγαπάει. Αλλά αυτά τα λόγια δεν υπήρχαν πια στο λεξιλόγιο του. Τουλάχιστον όχι για εμένα με τον τρόπο που ήθελα να τα εννοεί.

"Όχι... αυτή η μέρα ήταν σημαντική για τον γιο μου!"
"Και μην μου πεις πως ξαφνικά σε έπιασε ο πόνος για πατρότητα!"
Σέρβιρα και στους δυο μας δυο σφηνάκια τεκίλα και τα κατεβάσαμε μονορούφι.

"Θέλω απλώς να φύγω από εδώ και να έχω κάνει κάτι καλό για εσάς. Και πραγματικά θα ήθελα να μείνω στη ζωή σου να σε καμαρώνω να μεγαλώνεις αλλά θα είναι δύσκολο και για τους δυο μας! Δεν μπορώ να σε δω σαν κόρη μου και πιστεύω ούτε εσυ μπορείς να με δεις σαν πατέρα σου.."

Άγγιξε απαλά τα χείλη μου με το δάχτυλο του και ύστερα τραβήχτηκε.
"Θέλω να μείνεις..."
Έσκυψα προς το μέρος του και του ψιθύρισα.

Ήθελα να μείνει εδώ ως ο δυναμικός άντρας που γνώρισα. Αυτός χαμογέλασε μυστήρια και έβγαλε το παλτό του.
Η μάνα μου πέρασε από μπροστά μας και με τράβηξε από το χέρι.
"Γεια σου Dylan. Πάει καιρός..."

Σαρκαστικά γέλασε και αυτός σηκώθηκε μπροστά της και της έπιασε το χέρι για χειραψία.
"Πάει καιρός Ρεμπέκα."
Αναστέναξε βαριά και άναψε ακόμα ένα τσιγάρο.

"Τι κανεις με αυτόν εδώ;"
Μου ψιθύρισε εκνευρισμένη η μάνα μου και αντάλλαξε μαζί του μια αθώα ματιά.
"Απλώς μιλάγαμε."
Δικαιολογήθηκα και της χαμογέλασα αθώα.

Η μάνα μου με την περιέργεια να απλώνεται στο πρόσωπο της φαινόταν σαν να μην με πίστευε.
"Θέλω βοήθεια με την τούρτα στην κουζίνα!"

Δήλωσε νευρική και έφυγε.
Κοίταξα τον Dylan γελώντας και απομακρύνθηκα.

Ενώ σέρβιρα την γαμήλια τούρτα πήγα στο μπάνιο να ξεπλυνω τα χέρια μου και τότε ένα ήχος σαν σπάσιμο παραθύρου ακούστηκε. Τρομαγμένη πήρα στα χέρια μου ένα μαχαίρι από την κουζίνα και πλησίασα την κρεβατοκάμαρα της μητέρας μου.

Μπηκα μέσα διστακτικά με μικρά βηματάκια και όσο πιο αθόρυβα μπορούσα. Το παράθυρο είχε γίνει θρύψαλα στο πάτωμα.

Ο Bryan ήρθε τρομαγμένος προς το μέρος μου και έβαλα μια τσιρίδα από την τρομάρα μου.
"Σκάσε! Λες να μπήκε κανείς στο σπίτι;"

Fatherhood Where stories live. Discover now