Τέλος (Μέρος α΄)

Start from the beginning
                                    

Αχ! Τί περίεργη, τί αναπάντεχη που είναι η ζωή! Τί τρικλοποδιές σου βάζει μα και πώς σ'αναστένει ξαφνικά, σε σηκώνει και σ'ανεβάζει στα ουράνια! μουρμούρισε  ανακουφισμένη, καθώς το βάρος τόσων χρόνων είχε φύγει πάνω από αυτά τα αγαπημένα της πια πρόσωπα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.....Τίναξε το κεφάλι προσπαθώντας να γυρίσει και πάλι στο παρόν της, όπου δυστυχώς για εκείνη, ήταν το ίδιο λιτό, καθημερινό και συγκεκριμένο εδώ και πολλές μέρες, μα δεν είχε και άλλη επιλογή. Επρεπε κάποια στιγμή να φύγει απ'το γραφείο όπως και να'χε....

"Νεφέλη!" διέκοψε άξαφνα τις σκέψεις της η Λίζα, βάζοντας το κεφάλι της μέσα απ'την πόρτα του γραφείου της....

"Κοπέλα μου, μα, δεν έχεις να βγεις σήμερα; Παραμονή Χριστουγέννων και είσαι ακόμη εδώ! Α, θα σε μαλώσω και ας είμαι η διευθύντριά σου! Θέλουμε καλούς υπαλλήλους αλλά όχι και έτσι βρε παιδάκι μου!" την πείραξε τώρα μα δεν κατάφερε να κρύψει το θλιμμένο χαμόγελό της στα λόγια της διευθύντριά της. Γιατί απλά εκείνη δεν είχε κανένα να βγει σήμερα, ούτε καν τον Αλέξη που και αυτός, συμπαραστεκόταν ακόμη στον Νόρμαν, παρότι τα πράγματα είχαν πια αρχίσει να βελτιώνονται αισθητά για την Αναστασία....

"Λίζα μου μην ανησυχείς....Πήγαινε εσύ να προλάβεις την πτήση σας και άσε με εμένα! Σου υπόσχομαι πως θα είμαι μια χαρά!" μονολόγησε κουρασμένα τώρα και δεν είδε την λάμψη που άστραψε στα δυο πράσινα μάτια της φίλης και εργοδότριά της...

"Εντάξει! Αμα το λες εσύ....κάτι ξέρεις" κατέληξε απλά, μπερδεύοντάς την που είχε καταθέσει τα όπλα τόσο εύκολα. Συνήθως, αν δεν μάθαινε αυτό που ήθελε, συνέχιζε μέχρις εσχάτων μα σήμερα, φαίνεται πως βιαζόταν εξαιρετικά.....ευτυχώς για την ίδια! σκέφτηκε και την αγκάλιασε σε ένδειξη αποχαιρετισμού....

"Κοίτα να περάσεις καλά και φίλα μου τον Τίμοθυ, εντάξει;" της είπε με νόημα και της έκλεισε πονηρά το μάτι... Τουλάχιστον κάποια από τις δυο  μας θα περάσει καλά! σκέφτηκε η Νεφέλη και την αποχαιρέτισε εγκάρδια...

Εκλεισε τον υπολογιστή της, έβαλε το παλτό της και πήρε την τσάντα της να φύγει κοιτάζοντας αφηρημένα το ρολόι της. 5.30! και εκείνη ήταν ακόμα εδώ....Δεν βαριέσαι. Μήπως έχω και τίποτα να κάνω! ξεφύσηξε απελπισμένη και άνοιξε την πόρτα του γραφείου της έτοιμη να βγει.
Μα τότε, έμεινε στήλη άλατος να κοιτάζει τον άντρα που στεκόταν τώρα μπροστά της και της χαμογελούσε βαθιά, κάνοντας την καρδιά της να χοροπηδήσει σαν τρελή από χαρά.

Τα Καλοκαίρια της καρδιάς μου...Where stories live. Discover now