Kεφάλαιο 8

6.8K 508 30
                                    

Αφιερωμένο στο UnicornandGalaxy  

«Λοιπόν; Δεν μου είπες τις......εντυπώσεις σου από τον Μάνο;» ρώτησε περίεργη τώρα την Κατερίνα, μα η σιωπή της την προβλημάτισε.

«Δεν νομίζω πως έχω και πολλά να πω.....Είναι φανερό πως ο άνθρωπος είναι ερωτευμένος με άλλη.....Τί μπορώ λοιπόν εγώ να κάνω;» γύρισε και της απάντησε απότομα αφήνοντάς την έκπληκτη.

«Τί έκανε λέει; Αυτό στο είπε ο ίδιος;»

«Όχι, δεν χρειάστηκε! Φάνηκε όμως....»

«Από τί;» την κοίταξε και πάλι σαστισμένη.

«Από τον τρόπο που σε ζωγράφισε!» της αντιγύρισε κάνοντάς την σχεδόν να πνιγεί με το νερό που έπινε....

«Τί έκανε λέει;:::»

«Ω, έλα τώρα Νεφέλη, δεν μπορεί να μην καταλαβαίνεις; Σε ζωγράφισε μ' έναν τρόπο που......που δείχνει συναισθήματα...»

«Μα τί λες τώρα γλυκιά μου; Και βέβαια δείχνει συναισθήματα! Τον ξέρω από εννιά χρονών, εσύ τί λες, να μην μ'αγαπάει;» την κοίταξε με αυστηρότητα και μόνο που τόλμησε να υπαινιχθεί κάτι τέτοιο και η σταθερή στάση της φαίνεται πως την έκανε να το ξανασκεφτεί.

«Λες; Θέλω να πω....τον ξέρεις αλήθεια από τόσο παλιά;»

«Μα και βέβαια! Με όλη την παρέα γνωριζόμαστε από μικρά παιδιά και απλά συνεχίζουμε εκείνη την φιλία! Φυσικά και με αγαπάει, όπως και εγώ άλλωστε, μα σαν φίλη του, σαν αδελφή του και τίποτε άλλο! Γι' αυτό βγάλε αυτή την ανοησία από το μυαλό σου και σε παρακαλώ, μην μου το ξαναπείς!» της γύρισε την πλάτη φανερά εκνευρισμένη και δεν θέλησε να της πει τίποτε άλλο όλη την υπόλοιπη μέρα. Ακούς εκεί να βρει τον μπελά της στα καλά καθούμενα! Αμ, καλά έκανε εκείνη και θύμωσε μόλις είδε τον πίνακα! Ποιος ξέρει τί θα συμπέραιναν όλοι αντικρίζοντάς την εκεί μέσα! σκεφτόταν όλο το απόγευμα μην μπορώντας να ηρεμήσει.

Άφησε αφηρημένα το πόστο της, καθώς ήταν πια ώρα διαλείμματος για'κείνη και κατευθύνθηκε μουδιασμένα προς την γωνιά της ξεκούρασής της μ' έναν καφέ στο χέρι.

«Γεια σου.....Νεφέλη τί κάνεις; Με θυμάσαι, έτσι δεν είναι;» άκουσε μια σιγανή αντρική φωνή να της λέει και γύρισε να δει σε ποιον ανήκε. Μπροστά της στεκόταν τώρα ο Διονυσίου, εκείνος που της είχε μιλήσει στην έκθεση ζωγραφικής και τον οποίο είχε διώξει κακήν κακώς ο Αλέξης....Σεκόταν εκεί, ήρεμος αυτή τη φορά, με μια αναιπαίσθητη φλόγα να σιγοτρέμει ωστόσο μέσα στα μελιά του μάτια. Τον κοίταξε για λίγο απορημένη και έπειτα, συνειδητοποιώντας ποιος είναι του έτεινε θερμά το χέρι.

Τα Καλοκαίρια της καρδιάς μου...Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα