Έφτασα σε ένα μικρό λιμανάκι με βαρκούλες και κάθισα σε ένα παγκάκι να κοιτάω την θάλασσα.. Είμαι πολύ ερωτευμένη μαζί του αλλά με βγάζει εκτός εαυτού πολλές φορές. Και εκείνος γίνεται άλλος άνθρωπος όταν ζηλεύει. Δεν τον αντέχω ειλικρινά. Είναι ότι πιο υπέροχο έχω όμως και δεν θέλω να τον χάσω.. Ξαφνικά μια μπάλα έρχεται στα πόδια μου και εγώ την πιάνω.

«Έμ συγνώμη..θα την κλοτησε κατα λάθος ο φίλος μου..» σήκωσα το βλέμμα μου και είδα ένα ΟΝΕΙΡΟ. κατά πράσινα μάτια, ξανθά μαλλιά και σώμα θανατηφόρο. Θεέ μου τι στυλ είναι αυτό; έχασα τα λόγια μου και εμεινα να κοιτάω σαν χάνος.(χαζή σε περίπτωση που δεν ξέρετε τι είναι)

«Εει.. Με ακούς;» η φωνή του με ξύπνησε από τον βαθύ ύπνο..

«Εε ναι με συγχωρείς αφαιρέθηκα.. Δεν πειράζει καλέ ίσα ίσα! Ωραία μπάλα.» Τι; ΤΙ; ΣΟΒΑΡΆ ΝΕΦΕΛΗ; Ωραία μπάλα; αυτό ήταν το καλύτερο που σκέφτηκες;

«Χαχα σε ευχαριστώ..»Μα τι χαμόγελο! «Εδώ μένεις; ρωτάω γιατί δεν σε έχω ξαναδεί και έρχομαι κάθε μέρα εδώ..» είπε και του έδωσα την μπάλα.

«Εμ όχι.. Έχω έρθει τριήμερο με κολλητούς.. Πρώτη φορά.» έχω και ενα αγορι όχι μόνο κολλητούς. Φιλικη υπενθύμιση σε περίπτωση που το ξέχασα!!

«Αα ωραία θα σου αρέσει πολύ εδώ! Ελπίζω να σε ξαναδώ...»

«Νεφέλη!» είπα και χαμογέλασα.

«Χάρης! Ελπίζω να σε ξαναδώ..» χαμογέλασε και έφυγε. Απαπα. Εγώ δεν ξανά βγαίνω από το σπίτι..

Σηκώθηκα και περπάτησα προς το ξενοδοχείο.. Στο δρόμο είδα ένα μαγαζί με ζαχαρωτά και αναψυκτικά και χωρίς να χάσω ευκαιρία μπήκα μέσα..

Πήρα μια τεράστια σακούλα γεμάτη με από όλα τα είδη ζαχαρωτων που είχε και ένα μπουκάλι ποτό.. Μικρό ατομικό.. Βότκα.. Είχα ανάγκη να πιω λιγάκι!

[**]

Είχα ήδη κατεβάσει το μισό μπουκαλάκι και είχα αρχίσει να μη βλέπω τόσο καλά.. Τι το θες το ποτό ρε Νεφέλη αφού δεν το σηκώνεις.
Άσπρα φώτα παντού γύρω μου και κόρνες να χτυπάνε ασταμάτητα βρίζοντας.. Μα καλά σε εμένα κορνάρουν τι θέλουν; Ουπσιι είμαι στη μέση του δρόμου χεχεχεχε!

«Νεφέλη εσύ είσαι; ΓΑΜΩΤΟ ΤΙ ΚΆΝΕΙΣ;!!»μμ γνώριμη φωνή ακούγεται αυτή! Αα καλέ ένας Άλεξ χαχα!

«Είσαι τέρμα μεθυσμένη πάμε σπίτι τώρα!» είπε απαιτητικά.

«Δεν πάω πουθενά παράτα με ήσυχη.»

«Άσε τα πείσματα και μπες στο αυτοκίνητο πριν σε πάρω σηκωτή κατάλαβες;» άρχισε να με πλησιάζει.

«Φύγε Άλεξ δεν σε θέλω εδώ φυ-γε! Άρχισα να περπατάω μακριά του αλλά εκείνος με ακολουθούσε. Τα παιδιά πρέπει να ήταν στο αυτοκίνητο.

Ξαφνικά το χέρι του Άλεξ είχε τυλίξει τον καρπό μου και εγώ γύρισα να τον δω. Τι δεν καταλαβαίνει γαμω;!;!

«Θα το πω τελευταία φορά! Έλα στο αμάξι αλλιώς σε παρατάω εδώ και φεύγω!»

«Φύγε Άλεξ!Φυγε. Αυτό κάνετε όλοι σας μια ζωή! Φεύγετε.» είπα με ανεβασμένο τόνο και με πήραν τα δάκρυα.

Δεν ήμουν καν τόσο στεναχωρημένη ή πεσμένη ψυχολογικά. Φταίει το ποτό. Με έκανε χάλια και ευάλωτη.. Κλαίω χωρίς λόγο. Αρχίζω να απομακρύνομαι από τον Άλεξ όσο κλαίω.. Με ακούει..Τον ακούω να τρέχει πίσω μου και νιώθω να βρίσκομαι ξαφνικά στον αέρα.

«Πετάω; είμαι νεράιδα!»

«Όχι, είσαι ηλίθια.»

Ήθελα τόσο να γελάσω όμως τα συναισθήματα μου μου θύμισαν τον θυμό και ότι άλλο περίπλοκο ένιωθα μέσα μου εκείνη την στιγμή.

«Άσε με κάτω γαμωω παρά τα με τώρααα!» τον κλοτσαγα με χέρια και πόδια. Άναυδη με αφήνει κάτω και μου κρατάει τα χέρια.

«Αυτό θες; αυτό; να σε αφήσω μόνη σου; να σε παρατήσω; πες το μου Νεφέλη! Πες το και θα το κάνω αν το θες. Γιατί εγώ δεν θέλω, κυριότερα δεν θέλω να σε ξαναδώ σε τέτοιο μαύρο χάλι. Μην ξανα πιεις κοριτσάκι μου γλυκό, σε παρακαλώ κοίτα με και υποσχεσου. Δεν θα ξανά κάνω μαλακια το υπόσχομαι δεν θα ξανά ζηλέψω έτσι. Σ'αγαπώ, σε λατρεύω, σε θέλω πολύ μη μου το κάνεις δύσκολο! Πες μου θέλεις να φύγω, ακόμα θες να φύγω;» είπε γεμάτος ελπίδες..

«Ναι.. Θέλω να φύγεις..»

Home For Two. Where stories live. Discover now