Ο χρόνος πάγωσε

24 2 0
                                    

Το νερό από την βρύση έτρεχε για ώρα... η γυναίκα στεκόταν εκεί. Κοιτούσε έξω από το παράθυρο, όμως δεν έβλεπε, δεν έβλεπε τίποτα, απλά σκεφτόταν. Σκεφτόταν τη ζωή της, τους ανθρώπους που γνώρισε. Αυτούς που είχε ξεχάσει, τους γονείς της, τον άντρα της, τα παιδιά της, την Έμμα... το τηλέφωνο χτυπά. Αυτός ο εκνευριστικός ήχος σταματά την βουτιά στις σκέψεις της, που την φοβίζει. Ο άντρας της τρέχει κοντά στην συσκευή, ψιθυρίζοντας..."μακάρι να την βρήκαν".

Είχε περάσει ένας μήνας, ένας μήνας δύσκολος για την οικογένεια. Έλειπε το κορίτσι τους, η κόρη τους, ο άνθρωπος που δημιούργησαν και με αγωνία περίμεναν να επιστρέψει.

Η γυναίκα σηκώνει το τηλέφωνο
"Βρέθηκε..." είπε μια βαριά φωνή από την άλλη μεριά της τηλεφωνικής γραμμής.
"Κώστα βρέθηκε!" Είπε η απεριποίητη μάνα και ρώτησε "Είναι καλά;"
"Κυρία Ντομένικο Ρόζα..." η φωνή σταματά για λίγο... η γυναίκα καταλαβαίνει τι έχει συμβεί... "η κόρη σας είναι νεκρή."
Το ακουστικό πέφτει από το ρυτιδιασμένο χέρι της γυναίκας... που βγάζει μια κραυγή, μια κραυγή απόγνωσης και πόνου που σπάει την σιωπή, που υπήρχε στο σπίτι για έναν μήνα.
Ο άντρας κατάλαβε μα δεν αντιδρά προσπαθεί να συμπαρασταθεί στην γυναίκα του, "όλα θα πάνε καλά! έρχεται και η Κάρμεν τώρα από το σχολείο, δεν πρέπει να σε δει έτσι. Πάμε να ξαπλώσεις!"
Έβαλε τη γυναίκα του, που τώρα πια ούτε σκέφτεται αλλά ούτε μπορεί να μιλήσει, στο κρεβάτι τους. Φεύγει γρήγορα από το δωμάτιο τους, που τώρα πια του φαίνεται μουντό και άγνωστο... κοντοστέκεται και δακρύζει!
Όμως σκουπίζει γρήγορα τα δάκρυά του, τα οποία πότισαν το καρό ασιδέρωρο πουκάμισο του, γιατί χτύπησε το κουδούνι της εξώπορτας, που είναι η Κάρμεν.
Της το είπε. Της το είπε όταν σέρβιρε το φαγητό της. Η ψυχραιμία της τον τρόμαξε! Δεν το περίμενε ότι η κόρη του ωρίμασε τόσο γρήγορα.
"Μπαμπά μην ανησυχείς, θα προσπαθήσω να σταθώ δίπλα σας, όσο στεναχωρεμένη και αν είμαι! Θα θάψω τον πόνο μου και θα βοηθήσω εσένα και την μαμά."
Έπεσε στην αγκαλιά του και έκλεισε τα μάτια της προσπαθώντας να μην κλάψει.
Η Ρόζα κατέβηκε τις σκάλες και με χαμένο βλέμμα λέει στον Κώστα "Πρέπει να πάμε στο αστυνομικό τμήμα! Πρέπει να μας εξηγήσουν!"
Αγκάλιασε και φίλησε στο κεφάλι την Κάρμεν, ψιθυρίζοντάς της στο αυτί "έχω φωνάξει τη θεία σου για να σε προσέχει", την οποία είχε ειδοποιήσει όσο ήταν στο δωμάτιο.

Χτύπησε το κουδούνι, η ψηλή και λιγνή μικρότερη αδερφή της Ρόζας, στάθηκε στην πόρτα.
Της άνοιξε ο Κώστας και εκείνη έτρεξε στην αγκαλιά της αδερφής της.

Οι ταραγμένοι γονείς φεύγουν από το σπίτι. Περιμένουν απαντήσεις. Απαντήσεις που θα απαλύνουν τον πόνο τους. Τον πόνο που προήλθε από τον χαμό του παιδιού τους.
Της Έμμα...

Dream Me The WorldWhere stories live. Discover now