Κεφάλαιο 18ο

38.7K 2.8K 1K
                                    

"Άστο, θα βρω μια λύση μόνη" του είπα και έκλεισα το τηλέφωνο.

Ήμουν έτοιμη να επιστρέψω στην κουζίνα μα άρχισε να χτυπάει το τηλέφωνο μου ξανά.

Σκεφτόμουν να μην το απαντήσω γιατί με εκνεύρισε αλλά έστω κι αν είμαι πολλά πράγματα, δεν είμαι αχάριστη.

"Ναι;"

"Πρέπει να σταματάς να κλείνεις το τηλέφωνο κάθε φορά που δεν σου αρέσει αυτό που λέω"

"Παρά να βρίσω, προτίμησα να το κλείσω" παραδέχτηκα.

"Να έρθω από εκεί;" ρώτησε.

"Δεν είσαι στο νοσοκομείο;"

"Δεν ήθελα να μείνω κι έφυγα σήμερα το πρωί"

"Τι είπαν για το χέρι;"

"Ενδιαφέρεσαι για έναν μπάτσο Αντριάνα;" ρώτησε γεμάτος νόημα.

"Όσο νοιάζεται ένας μπάτσος για μια αλήτισσα" απάντησα.

"Αμάν πλέον, με την απάντηση στο στόμα πάντα!" αναφώνισε.

Γέλασα πνιχτά.

"Έλα για λίγο από εδώ. Ο Ερμής θα το εκτιμήσει"

"Μόνο ο Ερμής;"

"Μπορείς να μπεις απ' την πίσω πόρτα, θα είναι ανοιχτά" του είπα αγνοώντας την ερώτηση του.

Τον άκουσα να γελάει πνιχτά.

"Okay" απάντησε.

Το έκλεισα κι έβαλα το κινητό στην τσέπη μου. Κοίταξα για λίγο έξω απ' το παράθυρο, μάλλον θα βρέξει πάλι.

Μπήκα ξανά στην κουζίνα, όπου ο Ερμής έτρωγε ακόμη. Κάθισα στον πάγκο κι άρπαξα ένα μήλο.

"Ποιος ήταν;" ρώτησε.

"Ήταν ο Βίκτωρ" αποκρίθηκα. "Είπε πως θα περάσει από εδώ"

Το πρόσωπο του φωτίστηκε.

"Αλήθεια; Πότε θα έρθει;" ρώτησε.

"Δεν μου είπε ώρα" απάντησα.

"Τότε να του κάνουμε τηγανίτες" αναφώνισε.

"Μπορεί να μην του αρέσουν"

Σταμάτησε να τρέχει ενθουσιασμένος και γύρισε το κεφάλι αργά να με δει. Γούρλωσε τα μάτια του.

"Εννοείς πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν τους αρέσουν οι τηγανίτες;"

Ένεψα καταφατικά.

Έδειχνε τρομοκρατημένος, λες και του είχα καταστρέψει την κοσμοθεωρία του. Γέλασα πνιχτά.

Μπάτσο, μωρό μου!Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα