Μου ήρθε να του χώσω μια μπουνιά αλλά συγκράτησα τις ορμές μου.

Έκανα μια τζούρα απ' το τσιγάρο και τον πλησίασα.

"Τα χέρια σου κοντά" του είπα. "Αλλιώς θα σ' τα κόψω" ολοκλήρωσα και του φύσηξα τον καπνό στα μούτρα.

"Ήρεμα τίγρη" απάντησε και μου έκλεισε το μάτι.

Άμα σου το βγάλω το μάτι, θα δειχ ποιος είναι ο τίγρης. Με το ένα μάτι εννοείται.

"Θα παίξω εγώ τώρα" του είπα αγνοώντας τον. "Έτσι, επειδή είσαι μαλάκας"

Με μια βολή έβαλα μια μπάλα μέσα.

Και μετά μια ακόμη.

Ήμουν έτοιμη να πάω και για τρίτη όταν ο Μάνος είπε πως πήγαινε να φέρει κι άλλες μπύρες.

Τελείωσα το τσιγάρο μου και κάθισα για λίγο με τους άλλους.

"Τι λες ρε Αντριάνα;" ρώτησε ο ένας. "Θα πηδηχτείτε στο τραπέζι του μπιλιάρδου ή όχι;"

"Μόκο ρε" απάντησα στενεύοντας τα μάτια.

Ήπια την τελευταία γουλιά της μπύρας.

"Αφού σε γουστάρει" σχολίασε η Χαρά σκουντώντας με.

"Δεν τον γουστάρω εγώ όμως" απάντησα ειλικρινά.

Άναψα το τρίτο μου τσιγάρο για απόψε.

Έμειναν μόνο 5 στο κουτί.

Το έβαλα πίσω στην τσέπη του δερμάτινου και κοίταξα να βρω τον αναπτήρα μου ο οποίος τελικά βρισκόταν στο τραπεζάκι. 

Ο Μάνος δεν άργησε να έρθει με τα νέα ποτά.

Μου έδωσε την δική μου και μου ένεψε να τον ακολουθήσω για να συνεχίσουμε το παιχνίδι.

"Να τελειώσω το τσιγάρο και μετά" του είπα.

"Φοβάσαι μωρό;"

"Κομμένα τα μωρά" του είπα σηκώνοντας το ένα μου φρύδι.

Γέλασε πνιχτά και κούνησε το κεφάλι.

"Καλααα" μονολόγισε.

Κάθισα καλύτερα στην καρέκλα, απλώνωντας τα πόδια μου σε αυτήν απέναντι μου. Ήπια μια γουλιά μπύρα.

Ωραία και παγωμένη.

Ο μπάτσος και η χημικός ήταν στο μπαρ ακόμη. Ο Βίκτωρ δεν μου φαινόταν και στην καλύτερη κατάσταση και η Αθανασία έμοιαζε να το διασκεδάζει υπερβολικά πολύ.

Ήπια την μισή μπύρα μονορούφι και σηκώθηκα απ' την καρέκλα.

"Έλα, σειρά μου" είπα στον Μάνο.

Μπάτσο, μωρό μου!Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα