18. Πόλεμος με χρώμα έρωτα

485 43 16
                                    

Νέο κεφάλαιο!! Θέλω να ζητήσω συγγνώμη που έχω αργήσει να κάνω update!! Θα προσπαθήσω να ανανεώνω πιο συχνά!! Δεν ξέρω πόσοι από εσάς συνεχίζεται να αγαπάτε την ιστορία μου αυτή και να περιμένετε την συνέχεια, όμως θέλω να σας πω ευχαριστώ!! Ελπίζω να σας αρέσει η συνέχεια!! ❤❤❤

***

Uptown Fank-Mark Ronson feat. Bruno Mars

''Κατέβα'' Κοιτάω το μήνυμα που μόλις μου έστειλε ο Γιάννης. Ρίχνω μια κλεφτή ματιά από το παράθυρο και μένω εμβρόντητη βλέποντας τον Γιάννη πάνω σε Harley. Κατεβαίνω τρέχοντας τις σκάλες και για καλή μου τύχη οι γονείς μου λείπουν, έτσι δεν χρειάζεται να δώσω εξηγήσεις, για το ότι φεύγω με κάποιον πάνω σε μια μηχανή.
Το χθεσινό μήνυμα του ήταν σχετικά κρυπτογραφημένο. Το μόνο ευδιάκριτο από το μήνυμα αυτό ήταν πως έπρεπε να φορέσω αθλητικά ρούχα. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί.
Καθώς τον πλησιάζω ρωτάω: «Από πότε οδηγάς μηχανή;»
«Από δεκαέξι χρονών.» Απαντά, χαρίζοντας μου ένα αυτάρεσκο χαμόγελο και περνώντας τα δάχτυλα του μέσα από τα μαλλιά του για να τα τιθασεύσει.
«Δεν μου το είχες πει αυτό.» Λέω σταυρώνοντας τα χέρια μου στο στήθος.
«Όταν μου είπες πως ότι σου αρέσουν οι βόλτες με μηχανές, αποφάσισα να σου κάνω έκπληξη!» Μου λέει, με ένα πονηρό βλέμμα στα μάτια του.
«Και γι' αυτό μου είπες να βάλω φόρμα; Και με το τζιν μια χαρά θα ήμουν.» Του λέω δείχνοντας την φόρμα μου.
«Α.. Όχι αστέρι μου. Θα την χιαστείς, όταν φτάσουμε στον προορισμό μας.» Λέει και μου φοράει το κράνος.
Η περιέργεια συνεχίζει να με τρώει. Ανεβαίνω στην μηχανή και για μια στιγμή διστάζω μην ξέροντας αν θα είναι εντάξει να τον πάρω αγκαλιά. Σαν να το διαισθάνεται παίρνει τα χέρια μου και τα βάζει γύρω από την μέση του και μου λέει: «Κρατήσου μικρή μου.» Και ξεκινάμε.
Δεν προσέχω την διαδρομή, απλά με κυριεύει η αίσθηση της μηχανής που τρέχει και του υπέροχου αυτού άντρα που κρατάω αγκαλιά. Έτσι μόλις σταματάει δεν έχω ιδέα που βρισκόμαστε. Ρίχνοντας μια διερευνητική ματιά γύρο μου βλέπω ότι είμαστε μπροστά στο στάδιο του paintball και αρχίζω να γελάω.
«Μου κηρύττεις πόλεμο;» Τον ρωτάω γελώντας ακόμα.
«Μπα.. Θα είμαι σύμμαχος σου.» Λέει βολεύοντας το κράνος.
«Και ποιος θα είναι ο αντίπαλος μας;» Ρωτάω, ενώ θαυμάζω τον Γιάννη με φόρμα, όσο εκείνος δεν κοιτάζει.
«Δύο φίλοι μου.» Για μια στιγμή σκέφτεται, μου πιάνει το χέρι και με σταματά από το να προχωρήσω πιο μέσα. «Δεν τους έχω πεις πως είσαι μαθήτρια μου και δεν θα ήθελα να το μάθουν.» Μου λέει και η έκφραση του δείχνει πως είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει άσχημη αντίδραση.
«Εντάξει.» Λέω χαλαρά και όλη η στάση του δείχνει να ηρεμεί. «Τι θα πρέπει να πω;»
Γελάει και μου λέει, ενώ παίζει με τα μαλλιά μου: «Ότι θέλεις. Δεν σου λείπει η φαντασία.»
«Ωραία! Τότε είμαι είκοσι χρονών και σπουδάζω χορό.» Λέω παιχνιδιάρικα.
«Ώστε τα έχω με μια χορεύτρια ε;» Λέει μειδιώντας και η καρδιά μου χορεύει. Πρώτη φορά λέει ευθέως ότι τα έχουμε.
Σκύβει ελαφρώς το κεφάλι του και φέρνει τα χείλη του στα δικά μου, σε ένα αισθησιακό μα σύντομο φιλί. Ένα χαμόγελο απλώνεται στα χείλη μου καθώς πιάνει το χέρι μου και μπαίνουμε στο στάδιο.
Αφού έχουμε περάσει από την ρεσεψιόν και έχουμε εφοδιαστεί με όπλα γεμάτα με χρωματιστά σφαιρίδια μπογιάς και προστατευτικές μάσκες, προχωράμε προς την αρένα που θα βρεθούμε ''αντιμέτωποι'' με τους φίλους του.
«Πρέπει να σε προειδοποιήσω πως οι φίλοι μου δεν είναι και τα ποιο σοβαρά άτομα που υπάρχουν...» Μου λέει και αυτή ακριβός την στιγμή βλέπω δύο ψιλούς, αθλητικούς τύπους, αρκετά γοητευτικούς θα μπορούσα να πω, να κάνουν γκριμάτσες, να γελάνε και μετά ο ένας να χτυπάει τον άλλο και εκείνος να τον παίρνει στο κυνήγι.
«Φαίνεται!» Μουρμουράω από δίπλα του και εκείνος γελάει.
Ο ένας από τους δύο είναι μελαχρινός, με περιποιημένο μούσι, τα πιο σκούρα καστανά μάτια που έχω δει ποτέ και σε αυτήν την περίπτωση ο κυνηγός. Ο άλλος είναι το άκρος αντίθετο, ξανθός, ξυρισμένος, με τόσο ιδιαίτερα μάτια, πράσινα σαν τα πιο καθαρά και ήρεμα νερά της θάλασσας, και ο κυνηγημένος της υπόθεσης. Καθώς ο μελαχρινός του έχει κάνει κεφαλοκλείδωμα και τον κοιτάζω καλλίτερα, δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου πως κάπου τον έχω ξαναδεί. Εκείνη την στιγμή δείχνουν να μας προσέχουν, σταματούν την μάχη τους και μας πλησιάζουν.
«Γεια.» Λένε ταυτόχρονα.
«Γεια.» Απαντάμε και εμείς.
«Παιδιά από εδώ η Αφροδίτη.» Λέει δείχνοντας με και εγώ τους χαμογελώ. «Αφροδίτη από εδώ ο Σωτήρης...» Λέει δείχνοντας τον μελαχρινό «... και ο Πέτρος.» Λέει δείχνοντας τον ξανθό.
«Με τι ασχολείσαι;» Με ρωτάει ο Πέτρος.
«Είμαι φοιτήτρια. Σπουδάζω χορό.» Του λέω προσπαθώντας να ακουστώ πειστική. Με την άκρη του ματιού μου βλέπω τον Γιάννη να γελάει, μα κάνω πως δεν το προσέχω. «Εσείς;» Ανταποδίδω την ερώτηση και στους δύο τους.
«Εγώ είμαι μάγειρας.» Απαντά ο Πέτρος.
«Και εγώ καπετάνιος.» Λέει ο Σωτήρης.
«Ενδιαφέρον! Και πως γνωριστήκατε εσείς οι τρεις;» Ρωτάω εντυπωσιασμένη και περίεργη, καθώς γυρνάω και κοιτάω τον Γιάννη.
«Πάνω σε ένα πλοίο.» Μου λέει και όλοι λύνονται στα γέλια. Προφανώς κάτι ενδιαφέρον είχε διαδραματιστεί πάνω σε εκείνο το πλοίο. «Θα σου πω άλλη στιγμή.» Λέει προσπαθώντας να συγκρατήσει τα γέλια του.
«Τι άλλα;» Ρωτάει ο Σωτήρης.
«Τα γνωστά.» Λέει ο Γιάννης. «Απλά της έλεγα τώρα ότι θα σας λιώσουμε.»
«Όπα ρε μεγάλε! Αλήθεια; Ποιος θα μας νικήσει; Εσύ ή το κοριτσάκι;» Με κοιτάζει χαμογελώντας «Χωρίς παρεξήγηση.» Κάτι στην έκφραση του με πείθει πως δεν το λέει με κακία, απλά είναι ο τρόπος που μιλάει και αυτό με κάνει να λυθώ και να απαντήσω όπως θα απαντούσα στην παρέα μου.
«Καμία παρεξήγηση. Μόνο ελπίζω να μην σε πειράξει, όταν το κοριτσάκι σε κάνει μωβ από πάνω ως κάτω.» Κρατάω το όπλο μου στο στιλ της Lara Croft, ανεβοκατεβάζω τα φρύδια μου και γελάω.
«Ω τι σου 'πε!» Λέει ο Πέτρος και χτυπάει το Σωτήρη στην πλάτη «Αδερφέ δεν πειράζει, σου πάει το μωβ, θα τονίσει και τα μάτια σου!» Ο Σωτήρης τον βρίζει και όλοι γελάμε.
«Θα το δούμε.» Λέει ο Σωτήρης.
«Ας δούμε λοιπόν ποιος έχει δίκιο! Διαλέξτε πλευρά.» Λέει ο Γιάννης.
Καταλήγουμε στην δυτική πλευρά της αρένας και κριμένοι πίσω από κάτι βαρέλια δίνουμε το σήμα για να ξεκινήσει η αναμέτρηση. Ο Γιάννης μου κάνει νόημα να πάμε προς τον αμμόλοφο μπροστά και αριστερά μας. Με το που κάνω ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση με βουτάει από την μέση και με τραβάει πάλι κάτω πίσω από τα βαρέλια μαζί του. Πλήθος γαλάζιων και κίτρινων σφαιριδίων πέφτουν εκεί που βρισκόμουν μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου πριν.
«Πρόσεχε! Είσαι εύκολος στόχος για αυτούς.» Μου ψιθυρίζει στο αυτί και αναριγώ. «Θα πάμε μαζί με το σήμα μου και θα πυροβολείς προς το μέρος τους, για να το κάνεις πιο δύσκολο σε αυτούς να σε χτυπήσουν.»
Ακολουθούμε την τακτική αυτή στις επόμενες τρεις κρυψώνες. Όταν έχουμε σχεδόν φτάσει στην έλικα, στο κέντρο της αρένας, βλέπουμε μια σκιά να κινείται από την διπλανή κρυψώνα. Ο Γιάννης μου κάνει νόημα να πάω από πίσω του και με το που πάει να ξεμυτίσει ο Πέτρος, τον γεμίζει πράσινη μπογιά.
«Τρέχα! Τρέχα!» Μου φωνάζει ο Γιάννης και χωριζόμαστε αφού έχουμε προδώσει την θέση μας. Βλέπω μπογιά να πέφτει βροχή προς το μέρος του, μα συνεχίζω να τρέχω και κρύβομαι πίσω από ένα μεγάλο δέντρο. Τότε μου έρχεται μια ιδέα. Σκαρφαλώνω όσο πιο αθόρυβα μπορώ στο δέντρο, αρκετά ψιλά ώστε να βλέπω όλη την αρένα.
Ο πρώτος που εντοπίζω είναι ο Πέτρος που κάνει το πτώμα εκεί που τον αφήσαμε. Μετά βλέπω τον Γιάννη στην έλικα να ψάχνει μάλλον για τον Σωτήρη. Τότε βλέπω και εκείνο να πλησιάζει πίσω από τον Γιάννη. Χωρίς να διστάσω αρχίζω και τον πυροβολώ, με λίγες κάποιες αστοχίες, όμως όπως του είχα τάξει τον κάνω από πάνω ως κάτω μωβ, ενώ εκείνος δεν έχει καταλάβει καν από πού τον χτυπούν.
Γελάω δυνατά και φωνάζω «Νενικήκαμεν!»
Όλοι γυρίζουν και με κοιτάζουν, ο Πέτρος γελώντας, ο Σωτήρης με κάποια προσποιητή ενόχληση και ο Γιάννης με μια έκφραση μεταξύ έκπληξης και περηφάνιας. Με πλησιάζει ενώ προσπαθώ να κατέβω από το δέντρο.
«Πήδα! Θα σε πιάσω.» Μου λέει και το κάνω. Μόνο που η προσγείωση μου είναι λίγο ανώμαλη και τον κάνω να χάση την ισορροπία του και να πέσει προς τα πίσω με εμένα επάνω του.
Αυτή η οικειότητα προκαλεί έναν ηλεκτρισμό ανάμεσα μας και μένω να τον κοιτώ έντονα έχοντας, για ακόμα μια φορά, την ακατανίκητη επιθυμία να τον φιλήσω. Τον φιλάω, όμως μετά από μια στιγμή κάνει πίσω και με ένα χαμόγελο μου λέει: «Όχι ότι παραπονιέμαι...» φέρνει τα χέρια του γύρω από την μέση μου «... αλλά έχουμε ακροατήριο.»
Γυρνάω και βλέπω να μας κοιτούν εκτός από τον Σωτήρη και τον Πέτρο, που γελάνε, μια ομάδα αντρών που προφανώς περιμένουν για να παίξουν. Γίνομαι κατακόκκινη σηκώνομαι όσο πιο γρήγορα μπορώ και αυτό κάνει τα αγόρια να γελάσουν ακόμα πιο πολύ.
«Τι έγινε; Ενοχλήσαμε;» Ρωτάει ειρωνικά ο Σωτήρης.
«Πρόσεχε πως μιλάς. Σε σκότωσε ήδη μία φορά, μπορεί να το κάνει ξανά!» Του λέει ο Γιάννης πειράζοντας τον.
«Ίσως την επόμενη φορά διαλέξω ροζ σφαίρες. Θα σου πηγαίνουν πολύ.» Προσθέτω εγώ.
«Θα τα πούμε στην ρεβάνς.» Λέει και στους δύο μας ενώ πηγαίνει προς το αμάξι του με τον Πέτρο.
«Άντε παιδιά τα λέμε. Και... καλά να περάσετε!» Λέει ο Πέτρος και κάνει πως φιλάει τον αέρα. Ο Γιάννης τον βρίζει και εκείνος γελάει.
Τότε θυμάμαι από πού τον ξέρω. Είναι ο τύπος που φιλιόταν στον κλαμπ με την Νεφέλη και μετά είχε έρθει να την πάρει από το σχολείο μια από τις μέρες της κατάληψης. Ελπίζω να μην μας δημιουργήσει πρόβλημα, σκέφτομαι στον δρόμο της επιστροφής.

***

Περιμένω σχόλια, εντυπώσεις και προτάσεις σας!!!

Αν σας αρέσει η ιστορία μου please

Vote

Comment

Share

Add

You are amazing!!
Love you all!!! ❤❤❤

Μαθαίνοντας... τον έρωταWhere stories live. Discover now