•Κεφαλαιο 9•

479 40 5
                                    

"Οχι απλα τρελος Δαφνη μου...τρελος για σενα." Μου ψιθυρισε, κανοντας με να μην μπορω να αναπνευσω. Μου ειχε κοπει η ανασα..

Ευτυχως ο Νικος και η Ζωη ηταν απασχολημενοι μιλωντας μεταξυ τους και κολυμπωντας οποτε δεν ειδαν το σκηνικο που γινοταν.

Πηρα μια κοφτη ανασα και απομακρυνθηκα απο κοντα του. Κολυμπησα μεχρι την ακρη της λιμνης και βγηκα εξω.

Αχχ θεε μου τι θα κανω? Απ' τη μια τον θελω αλλα απο την αλλη...παλι τον θελω!

Εστυψα τα μαλλια μου και τα ρουχα μου και ξεκινησα να περπαταω μεσα στο δασος.

Μου λειπει το σπιτι μου...οι γονεις μου...οι φιλοι μου...

Αλλα απο την αλλη, ειναι κι αυτο το παιδι...ο Αγγελος...αχχ...δεν θελω να τον αφησω αν και δεν τον ξερω πολυ καιρο...

Περπατουσα για αρκετη ωρα, αλλα τα μαλλια μου και τα ρουχα μου δεν ειχαν στεγνωσει εντελως ακομα. Σταματησα το περατημα και κοιταξα γυρω μου. Ειχα την αισθηση πως καποιος με παρακολουθει, οταν ενας ηχος απο κλαδια να σπανε ακουστηκε. Πανικοβλημενη, αρχισα να τρεχω χωρις να κοιταξω πισω. Δεν προλαβα να παω πολυ μακρια οταν ξαφνικα ξεπροβαλε μπροστα μου ο Αγγελος.

"Επιτελους σε βρηκα!" φωναξε και επιασε το κεφαλι του με τα χερια του, ξεφυσωντας ανακουφισμενος. Εγω στρυφογυρισα τα ματια μου και γυρισα απο την αλλη για να φυγω.

"Περιμενε." μου φωναξε και μου επιασε το μπρατσο, φερνοντας με κοντα του. "Τι θες?" τον ρωτησα και τον κοιταξα ευθεια στα ματια καθως αυτος εκανε το ιδιο. "Εγω ξερω τι θελω...εσυ να μου πεις τι θελεις."

Εσενα θελω...

"Αυτο που θελω ειναι να με αφησεις ησυχη." ειπα ψεμματα. "Δαφνη...θελω να εισαι ειλικρινης μαζι μου."

"Αν υποσχεθεις να με αφησεις ησυχη τοτε ναι, θα ειμαι ειλικρινης μαζι σου, θα ειμαι ειλικρινης μαζι σου για το τι πραγματικα θελω." ειπα με ενα επικριτικο βλεμμα. "Το υποσχομαι." ειπε τελικα κουνωντας το κεφαλι του.

Χαμηλωνοντας το βλεμμα μου, τον πλησιασα περισσοτερο. "Ωραια." ειχα φτασει λιγα εκατοστα πιο μακρια απο το προσωπο του. Κοιτουσα μια τα ματια του και μια τα χειλη του. Επιασα με τα χερια μου το προσωπο του και τον φιλησα απαλα.

Απομακρυνθηκα, καθως οι ματιες μας συναντηθηκαν, χαμογελασαμε ο ενας στον αλλον. Του χαιδεψα το μαγουλο κι εκεινος με στριμωξε στον κορμο ενος δεντρου πισω μας. Τα χειλη μας συναντηθηκαν ξανα, αυτη τη φορα πιο παθιασμενα. Με μια γρηγορη κινηση του εβγαλα την μπλουζα και την πεταξα κατω. Εκεινος επιτεθηκε στον λαιμο μου, δαγκωνοντας τον.

"Δεν ξερεις ποσο καιρο περιμενα για αυτη την στιγμη." ειπε βαριανασενοντας.

Εγω να δεις...

Συνεχισε να με φιλαει αλλα τον σταματησα. Ηθελα να το παμε αργα...

"Εεμμ θα μας ψαχνουν τα παιδια." του χαμογελασα διστακτικα.

"Δικιο εχεις. Ελα παμε." Επιασε την μπλουζα του και δυστυχως για μενα την φορεσε, κρυβοντας τους καλοσχηματισμενους κοιλιακους του.

Βρηκαμε τα παιδια να καθονται εξω απο την λιμνη και να στυβουν τα ρουχα τους.

"Που εισασταν?" ρωτησε η Ζωη και μας κοιταξε πονηρα.

"Οπου θελουμε." ειπε αποτομα ο Αγγελος ΜΟΥ και μου επιασε το χερι, οδηγωντας με στα αλογα.

Σε ολη την διαδρομη δεν ειπαμε τιποτα αλλο. Που και που βεβαια, εγω κι ο Αγγελος ΜΟΥ ανταλλαζαμε κλεφτες ματιες.

Οταν επιτελους φτασαμε στο ραντζο, πηγαμε τα αλογα στον σταβλο και τα δυο ξαδερφια μου μπηκαν στο σπιτι, αφηνωντας εμενα και τον Αγγελο ΜΟΥ εξω μονους.

Ηρθε απο πισω μου και τυλιξε τα χερια του γυρω απο την μεση μου, φιλωντας τον λαιμο μου. Μου ηρθε μια ιδεα και χαμογελασα στην σκεψη της. Τον οδηγησα στο πισω μερος του σπιτιου και ακουμπησα την πλατη μου στον τοιχο. Τον κοιταξα προκλητικα κι αμεσως ενωσε τα χειλη μας. Τα σωματα μας ειχαν γινει ενα. Δαγκωσε το κατω χειλος μου και με σηκωσε. Τυλιξα τα ποδια μου γυρω απο την μεση του και στην συνεχεια του εδινα υγρα φιλια στον λαιμο. Τα χερια του μετακινηθηκαν σε ολο μου το σωμα, χωρις να αφησουν ουτε ενα σημειο απαρηγορητο.

Αχχ τον θελω τοσο πολυ. Ειναι απλα καταπληκτικος. Ποσο χαιρομαι που τον γνωρισα. Ειναι ο μονος λογος που με κραταει σε αυτο το ραντζο. Οταν επιτελους ενηλικιωθω θα του πω να παμε μαζι να ζησουμε στην Αθηνα!

"Θα τα πουμε αυριο μωρο ΜΟΥ." ειπε γλυκα και εγω του αφησα ενα πεταχτο φιλι στα κολασμενα του χειλη.

"Οκ. Ανυπομονω."

"Εγω να δεις."

Με αφησε να μπω μεσα κι εκεινος εφυγε για το σπιτι του.

Ο εσωτερικος μου κοσμος βρισκοταν στον εβδομο ουρανο ομως αυτο δεν κρατησε για πολυ. Η φωνη της θειας Τζενας με εκανε να προσγειωθω με τα μουτρα.

"Πως περασατε?" με ρωτησε, το στομα της εσταζε ειρωνεια. "Μια χαρα." απαντησα με τον ιδιο τονο κι εκανα να φυγω, ομως με επιασε απο το μπρατσο.

"Τι τρεχει με εσενα και τον Αγγελο?" ειπε αγριεμενα, κοιτωντας με βαθεια μεσα στα ματια.

"Εεε τιποτα. " ειπα γρηγορα και με μια κινηση ελευθερωσα το μπρατσο μου απο το χερι της. Με κοιταξε καχυποπτα και εφυγε.

Τι στο καλο επαθε?

Ερωτεύτηκα τον ξάδερφό μου Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα