08

882 98 7
                                    

Κεφάλαιο 08

Ο Σεμπάστιαν άρχισε να τρέχει προς μια κατεύθυνση που μου ήταν άγνωστη.

«Σεμπάστιαν!» του φώναξα καθώς έστριψε σε μια γωνία «Που στο καλό πας;»

«Δ-δεν ξέρω!» μου λέει και μπαίνει σε ένα μεγάλο δωμάτιο.

Σταμάτησε απότομα και παραλίγο να πέσω πάνω του. Τον έπιασα από τον όμω και μπήκα μπροστά του.

«Άλις;»

«Ποια είναι η Άλις;»

«Το ταίρι μου και μέλλουσα γυναίκα μου.» του λέω χωρίς δεύτερη σκέψη

«Της έκανες πρόταση γάμου;»

«Όχι ακόμα, αλλά σκοπεύω σύντομα μόλις φύγουμε από αυτό το καταραμένο σπίτι! Άλις;!» λέω παίρνοντας βαθιές ανάσες, κοίταξα μέσα στην ντουλάπα, πίσω από τις μπλε κουρτίνες αλλά τίποτα, κανένα σημάδι της.

«Φίλε, γιατί ήρθαμε εδώ;» τον ρωτάω πάλι

«Σου είπα δεν ξέρω, απλά ένιωσα κάτι στο στομάχι λες και ένα τέρας ζωντάνευε και δεν ξέρω το-το μυαλό μου μού είπε να έρθω εδώ.»

Το ταίρι του! Το ταίρι του Σεμπάστιαν είναι κοντά! Μόνο έτσι εξηγείτε!

Κάθισα στο κρεβάτι και έβαλα τον Σεμπάστιαν να κάτσει δίπλα μου.

«Η καρδιά σου άρχισε να χτυπά πιο δυνατά;»

«Ναι και είχα σου λέω αυτό το τέρας στην κοιλιά μου.», σίγουρα είναι το ταίρι του.

Πάνω που ήταν έτοιμος να μιλήσει ένας οξύς ήχος, σαν νύχια σε μαυροπίνακα, κέντρισε την προσοχή μας.

«Έλα γαμώτο μου, με αυτή την ηλίθια πόρτα!» ένα βογκητό ακούστηκε και ένα σημείο του τοίχου από πίσω μας άνοιξε.

«Άλις;» ρώτησα γεμάτος ελπίδα

«Έιντεν;» η φωνή της ακούστηκε από εκεί που είχε γκρεμιστεί ο τοίχος. Τα ΄χασα. Στεκόταν λίγα μέτρα μακριά μου, πανέμορφη όπως πάντα. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά ξανά. Δεν ξέρω ποιος έκανε την πρώτη κίνηση αλλά δευτερόλεπτα μετά βρισκόμασταν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.

Έσπασα.

Καυτά δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλά μου και έβρεχαν το μπλουζάκι που φορούσε η Άλις.

«Μου έλειψες τόσο πολύ.» λέει πνιχτά. Την σήκωσα στην αγκαλιά μου και τότε ένιωσα την κοιλίτσα της.

«Το μωρό.» είπα βραχνά, γέλασε και έβαλε το χέρι μου στην κοιλιά της.

«Μοιάζω με φάλαινα.» χασκογέλασε και τα μάτια της φωτίστηκαν. Κράταγε το χέρι μου πάνω στην κοιλιά της.

«Τι περιμένουμε Άλις;» μου έκανε νόημα να σωπάσω, και τότε ένιωσα το πιο ανεπαίσθητο χτύπημα στο χέρι μου.

Το μωρό κλώτσησε!

Γέλασα και έπιασα τον Σεμπάστιαν, βγήκαμε έξω.

«Ποιος είσαι εσύ μικρούλη;»

«Είμαι ο Σεμπάστιαν, χαίρομαι για τη γνωριμία κυρία μου!» της λέει ιπποτικά.

Πήγε κοντά στην Άλις και έβαλε το χέρι του πάνω στη φουσκωμένη κοιλιά της.

«Άουτς!» φωνάζει η Άλις

«Τι έγινε;» ρώτησα πανικόβλητος; Την απομάκρυνα από τον Σεμπάστιαν και ταρακούνησα ελαφρά τους ώμους της. Στο πρόσωπό της είχε χαραχτεί μια έκφραση πόνου.

«Το μωρό κουνήθηκε, πολύ.»

Κοίταξα τον Σεμπάστιαν που είχε μια έκφραση απόλυτης ευτυχίας.

Πλάκα μου κάνεις!;  

---------------------------------------------------------------

Τι φαντάζεστε για το τελευταίο γεγονός; 

Ψηφίστε και ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ 

Σ.Α.


Vampire HateDove le storie prendono vita. Scoprilo ora