κεφάλαιο 20

6.3K 486 26
                                    

Σκοτάδι! και όταν παντού απλώνεται σκοτάδι υπάρχει μια μικρή λάμψη..μια μικρή λάμψη που θα σε τραβήξει πίσω..γιατί αυτή είναι η ελπίδα..Τι και αν φτάνεις στο χείλος της καταστροφης; τι και αν όλα δείχνουν πως τελειώνουν;
Εσύ! Ναι εσύ θα τα παρατήσεις; θα καταδώσεις τα όπλα έτσι απλά; Γιατί; δεν σκέφτεσαι τους ανθρώπους..τους δικούς σου ανθρώπους που σε αγαπάνε και νοιάζονται...γιατί; γιατί θα το κάνεις αυτό; Μην το κάνεις...δεν είσαι αδύναμος...ξεπέρασε το εμπόδιο και πάλεψε..πάλεψε για σένα..πάλεψε για εκείνους που σε περιμένουν. Γύρνα πίσω και κέρδισε γιατί ΜΠΟΡΕΙΣ..μην τα παρατάς..

Πίστεψε..πάλεψε..νίκησε

''πονάω '' είναι η μόνη σκέψη που κάνω ''πονάω παντού '' τόση ώρα προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου αλλά δεν μπορώ, γιατί δεν μπορώ, τι μου συμβαίνει; Μπορώ να ακούσω ,άνθρωποι είναι γύρω μου και κάτι συζητούν, νιώθω να με τρυπάνε χίλιες βελόνες και τα χέρια μου πονάνε. Θέλω να τους φωνάξω να σταματήσουν αλλά δεν μπορώ, με πονάνε δεν το καταλαβαίνουν, γιατί μου το κάνουν αυτό. Αφήστε με δεν αντέχω άλλο , αφήστε με...Κάνω μια ακόμα προσπάθεια να κουνήσω έστω τα δάχτυλα μου αλλά και πάλι δεν τα καταφέρνω ''σε παρακαλώ θεέ μου, βοηθάμε'' μια τελευταία προσπάθεια και επιτέλους καταφέρνω να ανοίξω ελάχιστα τα μάτια μου , διάφορες φιγούρες βρίσκονται πάνω από το κεφάλι μου, ποιοί είναι όλοι αυτοί; που είμαι ;

Κουνάω λίγο το κεφάλι μου , δεν μπορώ να διακρίνω καλά όλα είναι ακόμα θολά ''γιατρέ ξύπνησε'' ακούω μια φωνή, σαν να τρυπάει το κεφάλι μου κάνοντας το να πονέσει ακόμα περισσότερο ''επιτέλους'' αναφωνεί χαρούμενος και με πλησιάζει ''μην ανησυχείς κορίτσι όλα καλά θα πάνε '' με το χέρι του πιάνει το κεφάλι μου ''μαζί θα τα καταφέρουμε '' ανοίγω τελείως τα μάτια μου και τον βλέπω να μου χαμογελά ''ευχαριστώ '' λέω αδύναμα προσπαθώντας να χαμογελάσω χωρίς επιτυχία και μετά από ώρα επιτέλους ανακτώ τις αισθήσεις μου για τα καλά. Οι γιατροί και οι νοσοκόμες φεύγουν Αμέσως το κεφάλι της Αλεξίας ξεπροβάλει και χωρίς να περιμένει πέφτει στη αγκαλιά μου

''με φόβισες'' με σφίγγει περισσότερο

''ηρέμησε , είμαι ακόμα εδώ '' της χαμογελάω γλυκά

''πως βρέθηκα εδώ; '' είναι η πρώτη ερώτηση που κάνω, δεν θυμάμαι και πολλά, μετά τον Οδυσσέα...δεν θυμάμαι τίποτα

''εε..'' πάει να μιλήσει αλλά εκείνη την στιγμή η πόρτα ανοίγει και ο αδερφός μου μπαίνει μέσα ''μικρή μου '' λέει και με αγκαλιάζει ''ηρέμησε μεγάλε μου'' τον κοροϊδεύω. Η πόρτα είναι ακόμα ανοικτή και κανείς δεν κάνει τον κόπο να την κλείσει

ΠΡΊΝ ΝΑ ΕΊΝΑΙ ΑΡΓΆΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα