Κεφάλαιο 5: Μαύρος μαρκαδόρος

Start from the beginning
                                    

"Αν θυμασαι εμενα γυμνό να σου εξομολογούμαι τον ατέρμονο μου έρωτα τοτε ναι, ηταν ονειρο." την πείραξε και για πρώτη φορα η κοπελα δεν του πηγε κόντρα, περιορίστηκε σε ενα άγριο βλέμμα και εξαφανίστηκε ξανα στο διάδρομο που οδηγούσε στο δωματιο του.
Αχα, οχι πρωινός τυπος.

Στο μεταξυ η κοπελα έσπαγε το κεφάλι της να θυμηθεί πως διαολο ειχε βρεθεί στο ξένο σπίτι και παρόλο που ηταν χίλια τα εκατό σίγουρη πως δεν ειχε πιει ουτε γουλιά αλκοόλ, δεν ειχε ιδέα.

Το τελευταίο πράγμα που θυμόταν ηταν να κάθεται σε εκεινη την φοβερα μη βολική κούνια και να ακούει τις ηλιθιότητες του Μαριου. Βρήκε αμέσως το μπανιο και χώθηκε μεσα.

Έριξε μπόλικο νερό στο πρόσωπο της να ξυπνήσει και ξαφνικά θυμήθηκε.
Την σκατοεξομολόγηση του Αλέξη, την δέσμευση που ειχε απεναντι στον Μάριο να μείνει σπίτι του για επτά ολόκληρες μερες. Κοιταξε το είδωλο της στον καθρέφτη και αφησε εναν βαρύ αναστεναγμό να ξεφύγει απο τα χείλι της. Πως διαολο τα ειχε καταφέρει παλι να τα κανει ολα σκατα;

Βγήκε απο τον μικρό χώρο του μπάνιου και ξαναπήγε μεχρι την κουζίνα οπου βρήκε τον Μάριο στην ιδια ακριβώς θέση οπου τον ειχε αφήσει. Καθισμένο σε ενα ψηλό σκαμπό με μια κούπα καφε στο χέρι και ενα χαμένο βλέμμα.

"Ε ζωντοβολο." τον επικάλεσε και η ματιά του προσγειώθηκε απότομα πανω της

"Τι;" ρώτησε μονολεκτικά, δίχως να μπει καν στον κόπο να επιστρέψει την προσβολή. Της έσπαγε τα νεύρα τοσο πολυ! Και αν ειχε μια αδυναμία η Ανδριάνα Παυλάκη τοτε αυτη θα ηταν σιγουρα ο εκνευρισμένος της εαυτός.

"Χρειάζομαι τα πραγματα μου." του εξήγησε συσσωρεύοντας υπομονή απο τα έγκατα του μυαλού της.

"Εγω το κουκλόσπιτο της Polly Pocket στο δωματιο μου δε το βαζω." την πληροφόρησε και του χάρισε ενα σαρκαστικό χαμογελο

"Ενημερωμένο σε βρίσκω. Προσωπικά δεν εχω ιδέα ποια ειναι η Polly pocket." ειπε και αρπάζοντας τα κλειδιά του απο το έπιπλο διπλα απο την πόρτα την άνοιξε και βγήκε απο το διαμέρισμα του με προορισμό το σπίτι της.

Δεν της πηρε πανω απο δυο λεπτα για να προσανατολιστεί και να συνειδητοποιήσει πως απείχε μονάχα δυο τετράγωνα απο το σπίτι της. Έριξε μια ματια στο ρολόι που φορούσε στο χέρι της για να υπολογίσει σε πόση ωρα θα εμφανιζόταν το λεωφορείο και αφου υπολόγισε οτι σε ενάμισι περιπου λεπτό θα κατεύθενε αποφάσισε να καθίσει να το περιμένει καθως δεν ειχε καμια ορεξη να περπατήσει ως το σπίτι της μεσ'την ζέστη.

Άνοιξη Where stories live. Discover now