"Ευχαριστώ, με λένε Αντα"δινω το χέρι μου για χειραψία ενώ τον κοιτάω στα μάτια.

"Χρήστος" ανταποδίδει πίνοντας λίγο από το ποτό που κρατούσε. "Μικρή φαίνεσαι. 17;"ρωταει στη συνέχεια και γουρλώνω τα μάτια μου απο το γεγονός πως μάντεψε την ηλικία μου.

"Μέσα έπεσες. Την άνοιξη 18" αναφωνώ και αυθόρμητα του κλείνω το μάτι. Οο θεέ μου αυτό φάνηκε πολύ λάθος. "Εσύ πόσο είσαι;"

"21"

Πριν προλάβω να απαντήσω κάτι ένα χέρι τυλίγεται γύρω από το μπράτσο μου.

"Τι θες;" γρυλλίζω όταν τον βλέπω να κρατάει το μπουφάν μου αλλά εκείνος έχει επικεντρωθεί στον Χρήστο και τον κοιτάει νευριασμένος.

"Φεύγουμε!"

"Μιλούσαμε φίλε. Δεν νομίζω να είναι ευγενικό αυτό που κάνεις" του λέει ο Χρήστος και βλέπω τον άλλον που κοκκινίζει ολόκληρος.

"Χέστηκα τι κάνετε! Είπα πως φεύγουμε" είναι το μόνο που ξεστομίζει και με τραβάει ατσουμπαλα προς τα έξω. Αφήνω το ποτήρι μου στην μπάρα όσο προσπαθώ να ξεφύγω από το κράτημα του.

"Άσε με! ΆΣΕ ΜΕ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ" φωνάζω στην προσπάθεια μου να τραβηχτω αλλά βγαίνουμε έξω και με σπρώχνει σε έναν τοίχο.

Αουτς, η πλάτη μου. Πετάει το μπουφάν στο πεζουλάκι δίπλα και έρχεται αγριεμένος προς το μέρος μου.

"Τι στον πουτσο έκανες με αυτόν;"

"Σάμπως πρόλαβα να κάνω και τίποτα; Ήρθες σαν τρελός και με τράβηξες μακριά του χωρίς να σου πέφτει λόγος! " του λέω με έντονο ύφος και αν το βλέμμα του μπορούσε να με σκοτώσει, θα το είχε κάνει.

"Το ξέρεις ότι μπορεί να ήταν κανένας ανώμαλος; "με ρωτάει πλησιάζοντας με απειλητικά.

"Ας τον άφηνες να με βιάσει ρε γαμώτο, να με απαγάγει και δεν ξέρω και εγώ τι. ΑΦΟΎ ΌΛΗ ΤΗΝ ΒΡΑΔΙΆ ΓΡΑΜΜΈΝΗ ΜΕ ΈΧΕΙΣ ΤΏΡΑ ΣΕ ΠΗΡΕ Ο ΠΟΝΟΣ;" ουρλιαζω τραβώντας τα βλέμματα μερικών ατόμων που ήταν τριγύρω ή περνούσαν εκείνη την ώρα.

"Ζηλέψαμε την Βάσω, Αντούλα; Ζηλέψαμε που φιλουσα εκείνη και όχι εσένα;" λέει προκλητικά με ένα πλατύ χαμόγελο αλλά το χέρι μου σηκώνεται στον αέρα και τον χαστουκίζω.

Το κεφάλι του γυρίζει στο πλάι και παίρνει βαθιές ανάσες.

"ΕΝΏ ΕΣΥ ΠΟΥ ΗΡΘΕΣ ΚΑΙ ΜΕ ΡΕΖΙΛΕΨΕΣ ΣΤΟΝ ΞΕΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ ΕΊΣΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ" του την μπαίνω εξοργισμένη και τον παρατηρώ που σφίγγει τα χερια του όσο φωνάζω.

"ΩΡΑΙΑ ΞΑΝΑΠΗΓΑΙΝΕ ΜΈΣΑ, ΠΙΆΣΕ ΤΗΝ ΣΥΖΉΤΗΣΗ ΑΛΛΆ ΜΗΝ ΕΡΘΕΙΣ ΜΕΤΆ ΚΛΑΙΓΟΝΤΑΣ. ΑΝΤΕ ΜΠΡΟΣ ΠΗΓΑΙΝΕ" πλέον φωνάζει και αυτός αλλά τον κοιτάω εχθρικά.

"Είσαι τόσο μαλάκας. Νόμιζα πως τα ειχαμε βρει και δεν θα μαλωναμε πια" η φωνή μου περιέχει και μια δόση απογοήτευσης.

"Βάλτο καλά στο μυαλό σου Άντα. Δεν κάνω μόνο εγώ τις μαλακιες εδώ πέρα. Όσο φταίω, φταις. Μην τα ρίχνεις όλα σε εμένα" λέει μετά από λίγο και στενεύω τα μάτια μου.

" Ωραία ρε γαμώτο, αντε πες μου τι έχω κάνει και πότε έχω δώσει αφορμή να μαλωσουμε!"

Δεν μιλάει. Φυσικά και δεν θα μιλούσε. Τι να ελεγε;
Αρπάζω το μπουφάν από το πεζούλι και αρχίζω να περπατάω για να πάω σπίτι μου.

Είχε δεν είχε μου το χάλασε το βράδυ.
Ωραία κλείνει το 2021, δεν μπορώ να πω.
ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΑ.

Το χέρι του ξανατραβαει το δικό μου και νευριασμένη γυρίζω προς το μέρος του.

"Τι θες πάλι;" τον ρωτάω αγανακτισμενη και παίρνω μια βαθιά ανάσα.

"Κλείσε τα μάτια σου" μου λέει στο άσχετο και πλέον ήρεμος. Προσπαθώ να χαλαρώσω τις ανάσες μου από την ένταση της στιγμής.

Ότι θυμάται χαίρεται αυτό το παιδί.

"Τι;" τον ρωτάω στην προσπάθεια μου να καταλάβω γιατί μου ζητάει κάτι τέτοιο.

"Κλείσε τα μάτια σου, Άντα" επαναλαμβάνει  σοβαρός και ξεφύσαω.Κάνω αυτό που λέει μπας και ξεμπερδέψω νωρίτερα και σταυρώνω τα χέρια μου κάτω από το στήθος μου.

"Ωραία, τα έκλεισα. Τώρα;" τον ρωτάω τσιτωμένη χωρίς τα νεύρα που είχα να μου έχουν περάσει. Νιώθω την ανάσα του υπερβολικά κοντά στο πρόσωπο μου και τα χείλη του σχεδόν ακουμπούν τα δικά μου.

"Τι κάνεις Στέφανε;" αναφωνώ μόλις τα χέρια του μετακινουνται στην μέση μου.

" Σςς, σκάσε και φίλα με" ψιθυρίζει και σε δευτερόλεπτα η λιγοστή απόσταση μεταξύ μας μηδενίζει. Τα χείλη του ταξιδεύουν πάνω στα δικά μου προσεκτικά. Η γεύση του αλκοόλ ξετυλίγεται μέσα στο στόμα μου.

Δυνατοί θόρυβοι ακούγονται κάτι που μας αποσπά την προσοχή. Πυροτεχνήματα έχουν καλύψει τον ουρανό της Αθήνας πράγμα που σημαίνει πως άλλαξε ο χρόνος.

Χαμογελάω όσο τα βλέπω.

"Καλή Χρονιά" ψιθυρίζει και παρατηρώ τα χείλη του πιυ έχουν πρηστεί κάπως.

"Καλή Χρονιά" του λέω με ένα αχνό χαμόγελο και με ξανατραβαει κοντά του. Τα χέρια του πιάνουν το πρόσωπο μου και με φιλάει ξανά.

Στην κοιλιά μου τώρα επικρατεί πάρτυ ζωολογικού κήπου καθώς μόνο πεταλούδες δεν αισθάνομαι.

-oliaaaa

Close Your Eyes Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα