Ηλιοφιλημένος

32 8 6
                                    

Γιατί;

Ένα επίρρημα. Μία ερώτηση τόσο βαθειά, τόσο χιλιοχρησιμοποιημένη που αγγίζει τις απαρχές όλων των γλωσσών, του ίδιου του κόσμου μας.

Έτσι λοιπόν... γιατί;

Γιατί έπρεπε να ήσουν εσύ;

Γιατί έπρεπε να ήσουν εκείνο το αγόρι, αυτός ο άντρας;

Γιατί ήσουν εκείνος ο οποίος μου κρατούσε το χέρι και με άκουγε με τις ώρες;

Γιατί όμως σε ερωτεύτηκα;

Το έμαθες ποτέ;

Κι ακόμα κι αν στο είπα, με άκουσες ποτέ, ή επέλεξες να είσαι ταπεινός και να με εμπιστευτείς;

Σε ερωτεύτηκα επειδή τα λόγια σου ήταν γλυκά σαν χυμώδη φρούτα, τα χείλη σου ζουμερά, γεμάτα ζωή, ακόμα κι όταν δεν κινούνταν. Σε ερωτεύτηκα γιατί ο ήλιος έκανε τα γυαλιά σου να λάμπουν, λες και τα μάτια σου κάθε φορά που με κοιτούσαν ακτινοβολούσαν. Ερωτεύτηκα τις διαθέσεις και τις αντιδράσεις σου, όσο παιδιάστικες κι αν φαίνονταν κάποιες φορές. Ερωτεύτηκα το άγγιγμα σου, την ανησυχία σου για μένα, ερωτεύτηκα τα αστεία μας και τα γλυκόλογα μας. Ερωτεύτηκα τους δρόμους και τα τοπία που περπατήσαμε μαζί...και κυρίως... ερωτεύτηκα τον ήλιο, ο οποίος μας είδε την πρώτη φορά που με τύλιξες στην αγκαλιά σου, που μου έπιασες το χέρι.

Τον ερωτεύτηκα όμως ακόμα περισσότερο, σε ερωτεύτηκα ακόμα περισσότερο, όταν μας είδε την πρώτη φορά που με φίλησες.

Δεν έμαθες ποτέ ότι από μέσα μου σε φώναζα Ήλιε μου. Δεν έμαθες ποτέ ότι ήθελα να μείνω η Σελήνη σου.

Μπορεί να ήμουν αφελής. Αλλά ήμουν και ερωτευμένος...με εσένα.

Πίστεψα στις στιγμές μας, πίστεψα σε εμάς... αλλά δεν ήταν αρκετό.

Σου έδειξα μέρη του εαυτού μου αποκρουστικά, που κανένας άλλος δεν ήθελε να τα δει ή να τα ακούσει. Εσύ με είδες. Εσύ με άκουσες. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως επειδή προσπάθησα να σε δω κι εγώ, να σε ακούσω κι εγώ.

Ίσως πάλι απλά να με λυπήθηκες. Αλλά δεν ξέρω, λογικά δεν θα το μάθω σύντομα.

Το ξέρεις ότι όλο το καλοκαίρι που το πέρασα μακριά σου άρχισα να μισώ τον ήλιο; Μίσησα την ζέστη του, το μεγαλείο του, την ίδια του την ύπαρξη... μόνο επειδή μας είδε αυτός να φιλιόμαστε από κάτω του, ή όταν μας είδε να με τυλίγεις μετά την θάλασσα στην πετσέτα σου, για να μην κρυώσω, ή όταν ήμουν πάνω στα πόδια σου, στην αγκαλιά σου, να με ησυχάζεις, να λέμε ο ένας στον άλλον τις απόψεις μας όχι σαν δυο απλούς ανθρώπους, αλλά...σαν δύο ερωτευμένους ανθρώπους.

Και πίστεψε με τότε προσπάθησα, όταν πλέον έφυγες μακριά μου.

Προσπάθησα να σε μισήσω.

Προσπάθησα να σε διώξω από το μυαλό και την ψυχή μου.

Αλλά... έμοιαζε τόσο κενός εκείνος ο κόσμος τότε... χωρίς εσένα.

Εγώ ένιωθα κενός. Ένιωθα κενός επειδή ένιωθα ότι η ψυχή μου είχε κλαπεί. Ένιωθα ότι δεν μπορώ να αντιδράσω με κάποιον αντιδραστικό τρόπο. Ξέρεις γιατί; Γιατί μοιράστηκα πολλά. Και όταν ήρθε η ώρα, αυτά που σου είπα τα πήρες μαζί σου.

Γιατί έπρεπε να είμαι εγώ ο ηλιοφιλημένος; Αυτός τον οποίο φίλησες; Αυτός που φιλήθηκε κάτω από τον ήλιο; Αυτός που κρατιόταν χέρι χέρι κάτω από τον ήλιο, αυτός που αγκαλιαζόταν κάτω από τον ήλιο; Γιατί έπρεπε να ήσουν εσύ όμως ο ήλιος μου; Δεν μπορούσε να μείνει στο μυαλό μου ο ήλιος το αστέρι που έχουμε στο κέντρο του ηλιακού μας συστήματος;

Κι αν για εμένα ήσουν εσύ ο ήλιος, εγώ για εσένα τι ήμουν; Ήμουν ένα αστεράκι που δεν πρόσεχες, πέρα μακριά από εδώ, ήμουν ο ίδιος ο ουρανός που σε τύλιγε, ή ήμουν η Σελήνη η οποία φώτισες, η οποία που και που κι αυτή κάθεται πάνω από τον ήλιο, και κρατά το φως του για τον εαυτό της.

Δεν θα μάθω.

Και ούτε εσύ θα μάθεις.

Δεν θα μάθεις πόσο μίσησα τον ήλιο που μας είδε τότε, όταν ο Ηλιοφιλημένος... φιλήθηκε.

SunkissedWhere stories live. Discover now