Φοιτητικό πάρτι

57 10 7
                                    




Το Γεωπονικό ετοίμασε ένα φοιτητοπάρτι για όλα τα πρωτάκια. Εννοείται πως θα πηγαίναμε κι εμείς. Εκείνο το βράδυ δεν είχα όρεξη. Μου είχε κοπεί μαχαίρι. Τα παιδιά το έβλεπαν στα μάτια μου. Με άφηναν να το ξεπεράσω με λίγο ποτό.

Τι να σου κάνει το ποτό, εάν δεν είναι εδώ; Άραγε θα την συναντήσω απόψε; Το πάρτι είναι ευρέως διαδεδομένο σε κάθε σημείο της πόλης. Ίσως κάπου να το πήρε το αφτί της. Σε αυτή την σχολή φημίζονται για τα μεγάλα τους πάρτι. Τα ευτράπελα, ε τα σουξέ. Γενικότερα την καλοπέραση.

Να είναι του γούστου της; Ούτε εμένα είναι..Μα μπορεί να την έπεισε να έρθει με κάποια φίλη της. Όπως και εμένα. Χρειάστηκε αρκετό πείσμα. 


Η μοίρα μου θα είναι με το μέρος μου αυτή την φορά ή σκοπεύει να μου την κάνει; Θα με ξεγελάσει;

Έχω ανάγκη να την ξαναθυμηθώ. Να θυμηθώ και να αισθανθώ την παρουσία της. Να είμαι δίπλα της, μα συνάμα μακριά της. Φαντάσου πώς θα είναι, όταν το φως μου περάσει διάπλατα την πόρτα της εισόδου, πόσο νόημα θα αποκτήσει το πάρτι μεταξύ δυο συνδεδεμένων -σκόρπιων- σωμάτων. 


2 ώρες πέρασαν και εγώ την ψάχνω ανάμεσα στο πλήθος. Νέοι που ζουν την στιγμή, που εισπνέουν μία δόση ελευθερίας. Εγώ γιατί δεν την ζω; Πώς να την ζήσω; Πού είσαι; Εμφανίσου.. Σπρώχνω με το σώμα μου τον κάθε περαστικό, τον κάθε ξελιγωμένο, τον κάθε πιωμένο. Η παρέα μου διασκεδάζει, χορεύοντας στο άκουσμα ενός ξεσηκωτικού τραπ τραγουδιού. Μου κάνουν σήμα να έρθω να χορέψω. Αρνούμαι κάθετα και τους δείχνω με το χέρι μου πως την κάνω από αυτό το μέρος. Κουνούν τα κεφάλια τους δεκτικά και μου σηκώνουν τα ποτά τους. Το ίδιο κάνω και εγώ με το ποτήρι βότκας που κρατούσα.

Βότκα. Μεθυστική, σαν τα μάτια της. Ότι πρέπει.

Την κατεβάζω μονομιάς. Σκουπίζω με το μανίκι μου τις σταγόνες που έπεσαν στα χείλη μου. Άθελά μου, παραπατώ και κατευθύνομαι προς την έξοδο. Αρκετά κάθισα. Ώρα να επιστρέψω στην φωλιά μου. Την μοναχική αυτή φωλιά. Πάλι δε σε βρήκα...

Δεν είναι περίεργο; Πόσα παιχνίδια χωρούν μέσα σε ένα βράδυ; Άθλιο, άχρηστο μυαλό, γιατί με ταλαντεύεις; Τι άλλο να κάνω για να βρεθώ σ' αυτή; Στην αγκαλιά της; 


Με αυτή μου τη πολύωρη σκέψη, πετώ στον δρόμο το γυάλινο ποτήρι και ανεβαίνω την ανηφόρα προς το κέντρο. Ξάφνου, όμως μία σκιά γεμίζει τον άδειο δρόμο, ο οποίος εμφανίζεται μπροστά μου. Μία γυναικεία φιγούρα.

Αυξάνω τα βήματά μου, κοντεύοντας να την ακουμπήσω. Εκείνη σα να με κατάλαβε, γυρνά την πλάτη της. Ξεκινά να απομακρύνεται σα την κυνηγημένη. "Στάσου!" αναφωνώ με μία ανάσα. Οι κινήσεις της κοφτές και γρήγορες. Έμοιαζε με καταιγίδα. Ήρθε και με αναστάτωσε. Και σαν τις αστραπές ακολούθησε μία άστατη πορεία, απ' δώ και από' κεί. 

Να την τρόμαξα; Να την φόβισε η λησμονή μου; Το αχόρταγο μυαλό μου; Ποτέ δεν θα μάθω.. Ούτε καν που πρόλαβα να την κοιτάξω στα μάτια. Μόνο την πλάτη της αναγνώρισα. Ναι. Είναι αυτή η πλάτη που κουβαλά τόσα πάνω της. Που επιθυμεί τόσο πολύ να ακουμπήσει πάνω σε μία άλλη. Να βγάλει από πάνω της αυτό το βάρος και να το πάρει κάποιος άλλος. Να το διώξει από πάνω της, να το ξεφορτωθεί μια για πάντα. Όπως και εκείνος το δικό του. 


Οι δρόμοι της ψυχής μου είναι γεμάτοι. Γεμάτοι που σε είδα. Που ξεπρόβαλε η σκιά σου. Έστω κι αυτή μου κάνει. Μπορεί να μη με χορταίνει, αλλά ήσουν εκεί. Ήσουν εκεί για' μένα. Ήμουν εκεί για' σένα. Μέσα στο χάλι μου. 

Σε τρόμαξε το χάλι μου; Που να δεις και τη νηφαλιότητά μου.. Κάνε με καλύτερο. Μόνο εσύ μπορείς να με βοηθήσεις. Και θα σε βοηθήσω φυσικά. Το υπόσχομαι. Το υπόσχομαι στα ερχόμενα δροσερά μας σεντόνια, τα οποία θα μοσχοβολούν από αρώματα, λουλούδια και αφιερώματα. 


Τώρα οι δρόμοι μου είναι ένα χάος, αφού δεν είσαι εκεί. Η σκιά σου μαύρισε, έγινε σκοτάδι. Νιώθω μια ανεξήγητη πίεση. Αίσθημα άγχους. Θα μπορέσω να σε γνωρίσω; Μη μου χαθείς πάλι...



Άψυχη καλημέρα, 4 το ξημέρωμα. Κι αυτό, διότι η ψυχή έσβησε χωρίς να την έχω αντικριστά μου



Το δώρο που έφυγε | √Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα