Ανασηκώθηκε απότομα τρομαγμένος. Ο ιδρώτας έτρεχε από τα μαλλιά του και αυλάκωνε τα μάγουλά του. Ανάσαινε λαχανιασμένος. Έστρεψε το κεφάλι του προς το παράθυρο. Έξω είχε ξημερώσει. Οι ακτίνες του ήλιου έμπαιναν από τις γρίλιες και δημιουργούσαν μικροσκοπικά μονοπάτια στο πάτωμα του δωματίου του. Χωρίς να το πολυσκεφτεί, πετάχτηκε όρθιος και άνοιξε με δύναμη το παντζούρι. Ο ήλιος που μπήκε απότομα μέσα τον τύφλωσε κι αναγκάστηκε να καλύψει τα μάτια με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο τραβούσε απότομα την κουρτίνα. Στη συνέχεια κάθισε στην άκρη του κρεβατιού του κι έκρυψε το πρόσωπό του στα χέρια του. Οι εικόνες από το όνειρο που έβλεπε το προηγούμενο βράδυ ήταν ακόμα ζωντανές.