Οι ανάσες μου άρχισαν να γίνονται όλο και πιο βαριές κάνοντας το σώμα μου να γίνει ένα με το πεζοδρόμιο. Χωρίς δεύτερη σκέψη, σηκώθηκα και κρύφτηκα στο πρώτο στενό που είδα μπροστά μου καθώς δάκρυα άρχισαν να τρέχουν σαν ποτάμι κάτω από τα μάτια μου. Τον θέλω μα και ταυτόχρονα τον μισώ τόσο πολύ. Ξέρω πως δεν μου αξίζει μα δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς αυτόν. Θα ένιωθα κενή και μοναχική. Δυνατός θόρυβος ακουγόταν από πίσω μου κάνοντάς με να κρατήσω την ανάσα μου καθώς παρέμενα ήσυχη. Γιατί Στέφανε; Γιατί μου το κάνεις αυτό;